Φυσικά υπάρχουν και καλοί φόροι…

Ζούμε στη χώρα που ενώ υποτίθεται ότι όλοι περίμεναμε πώς και πώς να διεξαχθεί μία προγραμματική προεκλογική συζήτηση, απαλλαγμένη από την χαοτική σεναριολογία που συνεπαγόταν η αβεβαιότητα της απλής αναλογικής, αυτή η συζήτηση γίνεται με όρους ταμπέλας και ξεφεύγει από την πραγματικότητα: η ΝΔ έχει καταφέρει, εκμεταλλευόμενη όχι μόνο τον κοινωνικό αυτοματισμό και την ροπή του καθενός και της καθεμίας προς τον ατομισμό, αλλά και τα συλλογικά τραύματα από την σχεδόν δεκαετή υπερφορολόγηση λόγω Μνημονίων, να «επιβάλει» την δική της ατζέντα και το δικό της κλίμα στη συζήτηση: κάθε φόρος, δηλαδή, θεωρείται εξ ορισμού κακός και όποιος μιλάει για την ανάγκη αναδιάταξης των φορολογικών βαρών κατηγορείται ως έχων κρυφή ατζέντα «φοροεπιδρομής».

Ωστόσο, η φορολογική πολιτική πάντα ήταν το σοβαρότερο και αποτελεσματικότερο εργαλείο και για την αναδιανομή του εισοδήματος και για τον περιορισμό των ανισοτήτων, αλλά και για κάτι άλλο, εξίσου σημαντικό: για την ρύθμιση και την «ανακατεύθυνση» της οικονομικής δραστηριότητας και του παραγωγικού μας μοντέλου.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ, ΘΡΕΨΙΝΗ, ΜΠΛΟΥΓΟΥΡΙ, ΜΠΟΜΠΟΤΑ, ΠΕΤΙΜΕΖΙ, ΠΛΗΓΟΥΡΙ, ΡΕΒΥΘΑΔΑ, ΤΡΑΧΑΝΑΣ, ΤΣΙΓΑΡΙΔΕΣ

Προφανώς, λοιπόν, αν κάποιος δεν πιστεύει στα «trickle down economics» (στην πάση θυσία μείωση των φόρων και στην φιλοδοξία ότι αυτό θα δημιουργήσει ανάπτυξη που θα διαχυθεί στην κοινωνία), τότε είτε είναι προοδευτικός, είτε σοδιαλδημοκράτης, είτε αριστερός είτε κομμουνιστής, δεν μπορεί παρά να πιστεύει ότι προφανώς υπάρχουν και καλοί φόροι. «Καλοί» υπό την έννοια ότι μέσω αυτών αρδεύει χρήματα η εκάστοτε κυβέρνηση για να διατηρεί σε αξιοπρεπή επίπεδα το κοινωνικό κράτος, αλλά και κατευθύνει τις οικονομικές δραστηριότητες σε βιώσιμα αντικείμενα.

Εδώ, δηλαδή, δεν πρόκειται μόνο για την κλασική διαπάλη αν είναι δικαιότεροι οι φόροι που διαχέονται εμμέσως σε όλο τον πληθυσμό με τον ίδιο τρόπο ή οι άμεσοι φόροι. Ούτε μιλάμε για τον κλασικό διάλογο αν είναι δικαιότερη η φορολογία επί της εργασίας ή η φορολογία επί του εισοδήματος, της περιουσίας και των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων. Αυτά, για κάθε πολίτη που θεωρείται στοιχειωδώς προοδευτικός και δεν αποτελεί θαυμαστή της Μάργκαρετ Θάτσερ, θα έπρεπε να είναι λυμένα: προφανώς και οι άμεσοι φόροι, που είναι συνδεδεμένοι με την περιουσιακή κατάσταση κάποιου, είναι δικαιότεροι από τους έμμεσους, που πίπτουν επί των κεφαλών όλων με τον ίδιο τρόπο –είτε είναι πλούσιοι, είτε φτωχοί.

 

Επίσης, είναι εμφανώς δικαιότερο να φορολογείται η γονική παροχή, η κληρονομιά, τα ενοίκια ή τα μερίσματα από το να φορολογείται «με το καλημέρα» με 22% ο ελεύθερος επαγγελματίας και ο μισθωτός για τον ιδρώτα του.

Πέραν, όμως, αυτών, με τους φόρους μπορεί η Πολιτεία να δώσει και τις απαραίτητες κατευθύνσεις στην διαμόρφωση της οικονομικής δραστηριότητας: οι Ιρλανδοί, για παράδειγμα, που φορολογούν τα μερίσματα με 51% -δηλαδή τα κέρδη που διανέμουν στους μετόχους οι εταιρείες που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο- το κάνουν διότι θέλουν να αποθαρρύνουν όσους έχουν καταθέσεις να τις «παρκάρουν» σε μετοχές εταιρειών. Επίσης, σε όσες χώρες ισχύει υψηλή φορολογία συνδεδεμένη με την κατοχή και κυρίως την εκμετάλλευση ακινήτων, αυτό γίνεται για να αποθαρρύνονται όσοι έχουν χρήματα να τα «εγκλωβίζουν» σε τούβλα και να προτιμούν άλλες, περισσότερο παραγωγικές επενδύσεις, που βοηθούν το χρήμα να «κινείται». Όλα τούτα είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που θα μπορούσαν να απασχολήσουν με παραγωγικό τρόπο τον ελληνικό δημόσιο προεκλογικό διάλογο. Όμως, δυστυχώς, ακόμη και τώρα, αυτά τα σοβαρά θέματα παραμένουν εν πολλοίς κρυμμένα κάτω από εύπεπτα συνθήματα και «ταμπέλες» περί «φοροσοκ» και «κρυφής ατζέντας φοροεπιδρομής».

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.