Ο χρόνος διεξαγωγής των εκλογών, η έξοδος της χώρας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας μέσα στο 2022 και η διατήρηση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης είναι τα βασικά θέματα που απασχολούν το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και βάσει αυτών προγραμματίζει τις επόμενες κινήσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο σχεδιασμός έχει ως βασικό στρατηγικό πλάνο – Plan A όπως το χαρακτηρίζουν αρμοδίως – τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών την άνοιξη του 2023 (η συνταγματική προθεσμία εκπνέει τον Ιούνιο του ίδιου έτους) και μέσα σε αυτό το διάστημα όποια απόφαση παρθεί δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θέτει σε κίνδυνο την ανάπτυξη της χώρας.
Ωστόσο, το γεγονός ότι η Ελλάδα θα έχει βγει εντός του επόμενου έτους από τα «δεσμά» της ενισχυμένης εποπτείας και των μνημονιακών υποχρεώσεων που απορρέουν από την υπογραφή του τρίτου μνημονίου το 2015 από τον ΣΥΡΙΖΑ, «λύνει» τα χέρια του οικονομικού επιτελείου να προχωρήσει σε νέες στοχευμένες παροχές το 2023.
Τη συγκεκριμένη χρονιά μπορεί να προχωρήσει στην κατάργηση της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης στα εισοδήματα επαγγελματιών, συνταξιούχων και δημοσίων υπαλλήλων, δηλαδή να επιστρέψει μέσω μείωσης της φορολογίας 1,2 δισ. ευρώ στο διαθέσιμο εισόδημα των φορολογουμένων. Εξίσου σημαντικό, όμως, είναι το γεγονός ότι μπορεί να προχωρήσει σε αυξήσεις αποδοχών και στον δημόσιο τομέα καθώς στο τέλος του 2022 ξεπαγώνει το στο Δημόσιο και τα ειδικά μισθολόγια, ένα ζήτημα που αφορά άμεσα πολιτικούς υπαλλήλους, ΕΣΥ, δασκάλους, καθηγητές, δικαστικούς, ενστόλους κ.τ.λ.
Για το 2022, όπως έγραψε πρόσφατα «Το Βήμα της Κυριακής», το Μέγαρο Μαξίμου έχει αποφασίσει να προχωρήσει με «μετρημένες παροχές» (στην αύξηση του κατώτατου μισθού, στη μείωση των εργοδοτικών εισφορών στον ΕΦΚΑ, στη μείωση του ΕΝΦΙΑ και στην αποκλιμάκωση των συντελεστών ΦΠΑ για νησιά, οικοδομή κ.λπ.) αλλά ο κύριος στόχος της είναι να περιορίσει τις δαπάνες που δόθηκαν αφειδώς το 2020 και το 2021 για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Στενοί συνομιλητές του πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη επισημαίνουν ότι αυτό που επιθυμεί ο ίδιος είναι να βγει η χώρα τυπικά και ουσιαστικά από το τελευταίο μνημόνιο – επτά χρόνια μετά την υπογραφή του από τον Αλέξη Τσίπρα – και να αποκαταστήσει τη δημοσιονομική ισορροπία στον προϋπολογισμό χωρίς κατ’ ανάγκην να πρέπει επιστρέψει η χώρα άμεσα σε πρωτογενή πλεονάσματα, κάτι βέβαια που θα αποφασίσουν οι ευρωπαίοι ηγέτες με το νέο σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης.
Προσωρινά μέτρα και δόσεις
Την ίδια στιγμή στην κυβέρνηση αναζητούν τρόπους διευκολύνσεων για πληρωμές και δόσεις ώστε και τα ληξιπρόθεσμα χρέη να μην αυξηθούν περαιτέρω και τα νοικοκυριά να μην επιβαρυνθούν με μαζεμένες πληρωμές φόρων και τελών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη συζητείται παράταση ενός μηνός στην αποπληρωμή των τελών κυκλοφορίας που κανονικά λήγει στις 31 Δεκεμβρίου. Πέρυσι είχε δοθεί δίμηνη παράταση έως τα τέλη Φεβρουαρίου. Για εφέτος, το οικονομικό επιτελείο δεν σκοπεύει να μεταφέρει τόσο μακριά την εξόφλησή τους αλλά μία παράταση 15 έως 30 ημερών θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη τη στιγμή που πρέπει στα τέλη του έτους να εξοφληθούν δόσεις του φόρου εισοδήματος και ΕΝΦΙΑ.
Σημαντική ανάσα σε 700.000 επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις δίνει η παράταση στην αποπληρωμή του 25%, 33% ή 50% της επιστρεπτέας προκαταβολής που έλαβαν την περίοδο της πανδημίας σύμφωνα με ανακοινώσεις του υπουργού Οικονομικών κ. Χρήστου Σταϊκούρα.
Μέχρι στιγμής δεν έχουν υπογραφεί όλες οι υπουργικές αποφάσεις και δεν έχουν αναρτηθεί τα ποσά στο σύστημα TAXIS. Για το λόγο αυτό αποφασίστηκε να μεταφερθεί έως τις 31 Μαρτίου (αντί 31η Δεκεμβρίου) η προθεσμία για εφάπαξ εξόφληση του επιστρεπτέου ποσού με έκπτωση 15% και όσοι δεν έχουν τη δυνατότητα για εφάπαξ εξόφληση να πληρώσουν έως 60 μηνιαίες δόσεις με την 1η δόση να πρέπει να καταβληθεί όχι στις 31 Ιανουαρίου όπως αρχικώς είχε αποφασιστεί αλλά στις 30 Ιουνίου.
Για τις μεταβιβάσεις ακινήτων, δόθηκε τελικά παράταση ενός μηνός για την υπογραφή των συμβολαίων με βάση τις ισχύουσες αντικειμενικές αξίες και όχι τις αυξημένες. Συγκεκριμένα οι φορολογούμενοι θα έχουν τη δυνατότητα εντός Ιανουαρίου να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα έγγραφα (πιστοποιητικά και δικαιολογητικά) και να αποφύγουν την πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση, εξαιτίας της αύξησης των αντικειμενικών αξιών από την 1η Ιανουαρίου. Η παράταση δίδεται μόνο εφόσον οι δηλώσεις υποβληθούν στην εφορία μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2021.