Παρά τις προσπάθειες περιορισμού της φοροδιαφυγής και τη βελτίωση που παρατηρείται σε σχέση με παλαιότερα η χώρα μας παραμένει στις κορυφαίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε απώλεια εσόδων από τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), με το δημόσιο ταμείο να χάνει δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν το 2019 η Ελλάδα είχε απώλεια 5,3 δισ ευρώ από ΦΠΑ, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση στη λίστα ελλείμματος συμμόρφωσης για τον ΦΠΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χάνοντας το 25,8% των εσόδων της. Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ρουμανία, που έχασε το 34,9% των εσόδων της από ΦΠΑ. Πάντως, σημειώνεται ότι οι απώλειες ΦΠΑ για τη χώρα μας το 2018 είχαν υπολογιστεί στο 29%, με το ποσοστό να πέφτει το 2019.
Στην τρίτη θέση της λίστας εθνικού ελλείμματος συμμόρφωσης προς τον ΦΠΑ βρίσκεται η Μάλτα με 23,5. Στον αντίποδα, τα μικρότερα ελλείμματα ΦΠΑ παρατηρήθηκαν στην Κροατία (1,0 %), τη Σουηδία (1,4%) και την Κύπρο (2,7%). Σε απόλυτες τιμές, οι μεγαλύτερες απώλειες ΦΠΑ καταγράφηκαν στην Ιταλία (30,1 δισ. ευρώ) και τη Γερμανία (23,4 δισ. ευρώ).
Το 2019, τα κράτη-μέλη της ΕΕ εκτιμάται ότι έχασαν 134 δισ. ευρώ από τον ΦΠΑ, σύμφωνα με νέα μελέτη που της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δημοσιεύτηκε σήμερα.
Ο Πάολο Τζεντιλόνι, Επίτροπος Οικονομίας, δήλωσε για το θέμα: «Παρά τη θετική τάση που έχει καταγραφεί τα τελευταία έτη, το έλλειμμα ΦΠΑ εξακολουθεί να προκαλεί σοβαρές ανησυχίες, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τις τεράστιες επενδυτικές ανάγκες που πρέπει να καλύψουν τα κράτη-μέλη μας τα επόμενα έτη. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτού του έτους, πρόκειται για απώλειες άνω των 4.000 ευρώ ανά δευτερόλεπτο. Πρόκειται για απαράδεκτες απώλειες για τους εθνικούς προϋπολογισμούς, γεγονός που σημαίνει ότι το βάρος της κάλυψης του ελλείμματος πέφτει στους απλούς πολίτες και στις απλές επιχειρήσεις, μέσω άλλων φόρων που καλούνται να πληρώσουν για ζωτικής σημασίας δημόσιες υπηρεσίες. Πρέπει να καταβάλουμε κοινή προσπάθεια για την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, ενός σοβαρού εγκλήματος που αφαιρεί χρήματα από την τσέπη των καταναλωτών, υπονομεύει τα συστήματα πρόνοιας και αδειάζει τα κυβερνητικά ταμεία».