Πλέον αυτές οι προβλέψεις γίνονται πραγματικότητα, όχι μόνον με τη γεωοικονομική ανάδυση της Ασίας, με την Κίνα στο επίκεντρο, στο παγκόσμιο στερέωμα, αλλά και με τη συγκρότηση, για πρώτη φορά, του μεγαλύτερου εμπορικού μπλοκ παγκοσμίως, που θα επισκιάσει με το μέγεθος του τα υπόλοιπα.
RCEP: Το προφίλ ενός εμπορικού γίγαντα
Το προφίλ του μεγαλύτερου παγκόσμιου εμπορικού συνασπισμού στην ιστορία, ο οποίος ιδρύθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2020 στο Ανόι (Βιετνάμ) στο περιθώριο της διαδικτυακής συνόδου κορυφής της δεκαμελούς ομάδας χωρών της Ασίας-Ειρηνικού (ASEAN), είναι εκ πρώτης όψεως γιγαντιαίο: Η νέα κοινή αγορά περιλαμβάνει 2,2 δισεκατομμύρια ανθρώπους, με το ένα τρίτο του παγκόσμιου ΑΕΠ, και οικονομία συνολικού ύψους 26,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο.
Πιο πολυπληθείς και ισχυρότερες από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το μπλοκ ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά (USMCA), η πρόσφατα υπογεγραμμένη Συμφωνία Περιφερειακής Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης (RCEP) περιλαμβάνει 15 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Ιαπωνίας, δηλαδή της δεύτερης και τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο, που βρίσκονται για πρώτη φορά στο ίδιο μπλοκ. Εκτός από αυτές τις μεγάλες οικονομίες της Ανατολικής Ασίας, στην RCEP προσχώρησαν η Νότια Κορέα, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Ινδονησία, η Ταϊλάνδη, η Σιγκαπούρη, η Μαλαισία, οι Φιλιππίνες, το Βιετνάμ, το Μπρουνέι, η Καμπότζη, η Μιανμάρ και το Λάος.
Η νέα εμπορική συμμαχία στον Ειρηνικό ωκεανό υπήρξε το αποτέλεσμα οκτώ ετών διαπραγματεύσεων που ξεκίνησαν με πρωτοβουλία της Κίνας, εν μέσω της μεγαλύτερης παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η εμπορικη συμφωνία RCEP, που περιλαμβάνει ένα συνδυασμό χωρών με υψηλό εισόδημα, μεσαίου εισοδήματος, και χωρών με χαμηλό εισόδημα, σχεδιάστηκε στη σύνοδο κορυφής του ASEAN στο Μπαλί της Ινδονησίας το 2011, ενώ οι διαπραγματεύσεις της ξεκίνησαν επίσημα κατά τη Σύνοδο Κορυφής του ASEAN στην Καμπότζη το 2012.
Εκείνη την εποχή στην άλλη πλευρά του Ειρηνικού, η κυβέρνηση Μπαράκ Ομπάμα διαπραγματεύτηκε σε μεγάλο βαθμό την Οικονομική Εταιρική Σχέση Δια-Ειρηνικού (TPP) με εταίρους στην Ανατολική Ασία, στους οποίους όμως δεν κλήθηκε η Κίνα. Πέντε χρόνια αργότερα, το 2017 ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε την Αμερική από τις διαπραγματεύσεις για την TPP και στη συνέχεια ξεκίνησε έναν εμπορικό πόλεμο με την Κίνα. Όσο για την Ινδία, το Νέο Δελχί απέσυρε τελικά τη συμμετοχή του στη RCEP το 2019, λόγω του φόβου του ότι η Κίνα ετοιμάζεται να «καταπιεί» οικονομικά την περιφέρεια της.
Τι περιλαμβάνει η RCEP;
Σε κάθε περίπτωση ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Κέιτζανγκ περιέγραψε την RCEP ως «σημείο καμπής στην περιφερειακή συνεργασία της Ανατολικής Ασίας, και ταυτόχρονα, τη νίκη της πολυμέρειας και του ελεύθερου εμπορίου». Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Yoshihide Suga επιβεβαίωσε την υποστήριξη του Τόκιο για «επέκταση της ελεύθερης και δίκαιης οικονομικής ζώνης, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας της Ινδίας να επιστρέψει στη συμφωνία» και είπε πως «ελπίζω ότι και άλλες χώρες θα ενταχθούν στο νέο μπλοκ», χωρίς ωστόσο περαιτέρω διευκρινίσεις.
Με βάση τη συμφωνία που υπογράφηκε στο Ανόι, οι συμμετέχοντες το RCEP θα πρέπει να την επικυρώσουν τα επόμενα δύο χρόνια. Η ραχοκοκαλιά της συμφωνίας περιλαμβάνει την προοδευτική μείωση των δασμών τα επόμενα 10 χρόνια, την καθιέρωση ενιαίων εμπορικών κανόνων μεταξύ των μελών, την ενίσχυση των επενδύσεων, το ηλεκτρονικό εμπόριο, τη συνεργασία στην ανάπτυξη των τηλεπικοινωνιών. και την προστασία πνευματικών δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα, και αυτά είναι και τα βασικά της μειονεκτήματα, η RCEP δεν περιλαμβάνει όρους για την προστασία του περιβάλλοντος, ούτε ενοποιημένους κανονισμούς για την προστασία των εργαζομένων.
Τι λένε οι Δυτικοί για τη συμφωνία
Οι Δυτικοί παρατηρητές είναι δύσπιστοι για τη συνολική εμπορική εμβέλεια της συμφωνίας, ωστόσο, ο χώρος που άνοιξε πρόσφατα για αμοιβαία εμπορική συνεργασία μεταξύ Κίνας, Ιαπωνίας και Νότιας Κορέας, η οποία όμως τώρα οδηγεί σε διάφορες διαμάχες, εκτιμάται ως ένα άνοιγμα προς τους πιθανές «νέες αναταραχές» στην Ανατολική Ασία. «Το διπλωματικό μήνυμα της RCEP μπορεί να είναι εξίσου σημαντικό με το οικονομικό -είναι ένα χτύπημα για την Κίνα», επισημαίνουν στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου.
Από την άλλη πλευρά, ορισμένα μέλη του νέου εμπορικού μπλοκ του Ειρηνικού βλέπουν την RCEP ως ευκαιρία για βελτίωση των οικονομικών τους σχέσεων με την Κίνα. Ειδικά η Αυστραλία, η οποία ζήτησε την άνοιξη του 2020 διεθνή έρευνα σχετικά με την προέλευση του νέου κορωνοϊού, και εξαιτίας αυτής της πρωτοβουλίας σημειώθηκε σοβαρή πίεση στις εμπορικές σχέσεις μεταξύ της Καμπέρας και του Πεκίνου. «Εναπόκειται τώρα στην Κίνα να δείξει ετοιμότητα για διάλογο», δήλωσε ο υπουργός Εμπορίου της Αυστραλίας Σάιμον Μπέρμιγχαμ.
BRICS και RCEP
Το σε ποιο βαθμό η παγκόσμια διαπραγματευτική θέση του Πεκίνου έχει ενισχυθεί με την RCEP, θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό κι από την 12η σύνοδο κορυφής BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική), που φιλοξενήθηκε από τη Μόσχα. Οι σχέσεις της Κίνας με την Ινδία, υπό το φως μάλιστα των τελευταίων συνοριακών συγκρούσεων στα Ιμαλάια, και της Βραζιλίας, από τότε που ο πρόεδρος Μπολσονάρο απέρριψε το κινεζικό εμβόλιο κατά της Covid-19 και απαγόρευσε την ανάπτυξη της Huawei στην νοτιοαμερικανική χώρα, ήταν έκρυθμες εδώ και αρκετό καιρό. Υπό αυτό το πρίσμα η Κίνα έχει σήμερα συνοριακές διαφορές σχεδόν με όλες τις χώρες με τις οποίες συνορεύει και αυτό δημιουργεί αναπόφευκτα αντί-συσπειρώσεις εναντίον της.
Σχετικά τη σημασία των BRICS σήμερα υπάρχουν πολλές σκέψεις και σενάρια, όπως το να δεχτεί μερικές ακόμη χώρες στους κόλπους. Για παράδειγμα η Νιγηρία, η Αίγυπτος, η Αργεντινή, το Μεξικό, και η Μαλαισία αναφέρονται ως υποψήφιες. Εάν οι BRICS, εφόσον διατηρηθούν, μπορούν να δημιουργήσουν συμμαχία με την RCEP, θα το δείξει ο χρόνος.
Περιθωριοποίηση της Δύσης;
Στο μεταξύ οι νέες παγκόσμιες ενοποιήσεις, ειδικά στην εποχή μετά την πανδημία και την «απομόνωση» των ΗΠΑ λόγω της πολιτικής του Τραμπ, όπως η Ομάδα Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού, καθώς και η σύνοδος κορυφής της G20, απλώνουν τα ενδιαφέροντά τους από την αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων και τις νέες τεχνολογίες έως την ενίσχυση της κοινής ασφάλειας και σταθερότητας. Και σε αυτή την αρένα η Δύση βρίσκεται, προς το παρόν, εμφανώς περιθωριοποιημένη, ως αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό της κληρονομιάς του Τραμπ και του νέο-απομωνοτιστικού δόγματός του «η Αμερική Πρώτα», το οποίο και είχε ως σημαία του.