Εν μέσω πανδημίας, ασφυξίας στο ΕΣΥ και αστυνομικής καταστολής η κυβέρνηση ετοιμάζει νέες ασκήσεις οικονομικής υπεραισιοδοξίας και νεο-φιλελευθερισμού:
Μεθαύριο, Παρασκευή, καταθέτει στη Βουλή τον προϋπολογισμό, με στόχους και προβλέψεις που υποτιμούν (ξανά) τις συνέπειες της υγειονομικής κρίσης σε όλα τα μέτωπα, και τη Δευτέρα ετοιμάζεται να παρουσιάσει το τελικό σχέδιο της επιτροπής Πισσαρίδη με αιχμή την μεγάλη ανατροπή στο ασφαλιστικό – την εισαγωγή του ιδιωτικού κεφαλαιοποιητικού πυλώνα.
Ο προϋπολογισμός, τα μεγέθη του οποίου δεν έχουν καμία σχέση με το προσχέδιο του Οκτωβρίου, αποτελεί και το πιο βαρύ αποτύπωμα της κυβερνητικής απώλειας ελέγχου και στην οικονομική κρίση, μετά την υγειονομική κρίση.
Οι στόχοι του παραπέμπουν ευθέως σε υποθήκες νέας, μνημονιακού τύπου λιτότητας, οι προβλέψεις επιβεβαιώνουν την ελάχιστη μέριμνα και στήριξη για όσους έχουν πληγεί από την πανδημία, και η «ψαλιδισμένη» μεν, αλλά και πάλι αισιόδοξη εκτίμηση για την ανάκαμψη του 2021 βασίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην χρήση των κονδυλίων του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία όμως παραμένει άγνωστο πότε και πώς θα αρχίσουν να εκταμιεύονται.
Η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για την φετινή ύφεση κλείνει στο 10,6%, με τους αναλυτές όμως να προειδοποιούν και πάλι ότι πρόκειται για ιδιαίτερα συντηρητική εκτίμηση καθώς φαίνεται να υποτιμάται εκ νέου η έκταση της οικονομικής συρρίκνωσης στο τέταρτο τρίμηνο της χρονιάς ως συνέπεια του δεύτερου lockdown.
Το υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει την επιπλέον μείωση του ΑΕΠ οριακά στο 2% κατά το τελευταίο τρίμηνο, οι περισσότεροι αναλυτές και διεθνείς οίκοι όμως θεωρούν ότι θα είναι πολύ μεγαλύτερη. Ενδεικτική ήταν η μελέτη της περασμένης εβδομάδας από την Oxford Economics, η οποία προεξοφλεί την επιπλέον ύφεση του τρίτου τριμήνου στο 3,1%, επισημαίνοντας ότι η νέα επιβράδυνση της οικονομίας είχε ήδη αρχίσει από το τέλος του τρίτου τριμήνου.
Η βαθιά ύφεση η οποία γυρνά την οικονομία πίσω στα επίπεδα του 2002, σε συνδυασμό με το ιστορικό έλλειμμα που οδεύει πια προς το 8% του ΑΕΠ, απειλεί να οδηγεί σε πλήρη εκτροχιασμό. Το έλλειμμα υπολογίζεται στα 15,8 δις ευρώ, σε μία εκτίμηση που και πάλι μπορεί να αποδειχθεί συντηρητική με δεδομένη την νέα βουτιά στα έσοδα τον Οκτώβριο, πριν καν επιβληθεί το lockdown.
Μόλις χθες, άλλωστε, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης προειδοποίησε ότι έρχονται ακόμη χειρότερες μέρες στο πεδίο των φορολογικών εσόδων: «Τα φορολογικά έσοδα τον Οκτώβριο», είπε, «είχαν μείωση κατά 12,3%, κινήθηκαν, συνεπώς, καλύτερα σε σχέση με τον Σεπτέμβριο, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών… Με δεδομένα τα έκτακτα υγειονομικά μέτρα, περιμένουμε όμως σημαντική επιδείνωση των εσόδων στο επόμενο διάστημα».
Ο πήχης για το έλλειμμα του 2021 στον προϋπολογισμό θα μπει στο 3% έναντι 1% του ΑΕΠ που προέβλεπε το προσχέδιο, με δεδομένη όμως την έκταση της ύφεσης και την φετινή «μαύρη τρύπα» των εσόδων και αυτός ο στόχος μοιάζει υπεραισιόδοξος.
Το στοιχείο στο οποίο «ποντάρει» το οικονομικό επιτελείο είναι το γεγονός ότι η «ρήτρα διαφυγής», δηλαδή η αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, θα παραμείνει σε ισχύ και το 2021, και πιθανώς σε μια μορφή και το 2022. Ωστόσο, με το φετινό έλλειμμα να παραπέμπει σε προ-μημονιακές εποχές, η – ήπια ή λιγότερο ήπια – δημοσιονομική προσαρμογή μετά το τέλος της πανδημίας δείχνει ήδη αναπόδραστη.
Μετέωρη είναι, την ίδια ώρα, και η πρόβλεψη που θα περιλαμβάνει ο προϋπολογισμός για ανάκαμψη 4,5% το 2021 – πρόβλεψη, η οποία έχει βασιστεί στην εκτίμηση ότι μέσα στην επόμενη χρονιά θα φθάσουν στην Ελλάδα τουλάχιστον 5 με 6 δις από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Η έναρξη λειτουργίας του Ταμείου όμως παραμένει άγνωστο πότε θα ξεκινήσει και το χθεσινό «βέτο» Ουγγαρίας και Πολωνίας στην συμφωνία ενερργοποίησής του μεταθέτει, ντε φάκτο, για πολλούς μήνες τις πρώτες εκταμιεύσεις. Με αυτά τα δεδομένα, και το έλλειμμα του 2021 κινδυνεύει να εκτοξευτεί πολύ πάνω από το 3%, γεγονός το οποίο απειλεί μετά το τέλος της πανδημίας να βάλει την χώρα σε νέες δεσμεύσεις λιτότητας – ήτοι, σε νέο, άτυπο ή μη, Μνημόνιο.