Την σοβαρή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των μισθωτών κατά το τελευταίο έτος, που έχει σοβαρές συνέπειες σε όλο το σύστημα της ελληνικής οικονομίας, υπογραμμίζει στο tvxs.gr ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Νίκος Θεοχαράκης, με αφορμή τη δημοσιοποίηση της Ετήσιας Έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.
Η έκθεση κάνει λόγο για μείωση μισθών, επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, de facto κατάργηση του 8ώρου και δραματική αύξηση όσων ζουν με μισθούς κάτω από τα όρια της φτώχειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μέσος μηνιαίος μισθός μειώθηκε κατά 10% το δεύτερο τρίμηνο του 2020 σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο του 2019. «Η μείωση αυτή των μισθών οδήγησε ακόμα περισσότερους εργαζόμενους σε σχετική φτώχεια ή ακόμα και κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας που ορίζεται κάτω από το 50% του διάμεσου μισθού*» σημειώνει ο καθηγητής και συμπληρώνει: «Εξαλλου γνωρίζουμε από άλλες έρευνες ότι το μεγαλύτερο κομμάτι των φτωχών είναι μισθωτοί, κι όχι άνεργοι ή συνταξιούχοι».
Για τον κο. Θεοχαράκη, η μείωση των μισθών δεν έχει μόνο δραματικά αποτελέσματα για τα ίδια τα άτομα αλλά και για το σύνολο της οικονομίας. «Ακόμα κι αν δεν αντιμετωπίσουν άμεσο πρόβλημα σίτισης ή στέγασης, πολλά νοικοκυριά των οποίων το εισόδημα μειώνεται αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τυχόν δανειακές υποχρεώσεις, με ό, τι αυτό συνεπάγεται για τις τράπεζες. Με τον νέο πτωχευτικό κώδικα που φέρνει η κυβέρνηση, σε αυτή ειδικά την συγκυρία με τη μείωση των μισθών, πολλά νοικοκυριά θα κινδυνεύσουν αφού μειωθεί ο μισθός τους να χάσουν και το σπίτι τους ή άλλα περιουσιακά στοιχεία».
Αλλά και σε επίπεδο μακροοικονομικό, μόνο αρνητικές επιπτώσεις έχει η μείωση των μισθών σύμφωνα με τον κ. Θεοχαράκη: «Η μείωση της αγοραστικής δύναμης μειώνει τη ζήτηση για αγαθά κι υπηρεσίες και κατά συνέπεια το σημαντικό κομμάτι του ΑΕΠ που οφείλεται στην καταναλωτική δαπάνη. Για παράδειγμα, όταν έχουμε μείωση μισθών, το ποσοστό του εισοδήματος που πηγαίνει για τρόφιμα αυξάνεται αλλά σε απόλυτους αριθμούς η κατανάλωση τροφίμων μειώνεται» τονίζει. «Φαίνεται ότι η ελληνική οικονομία είναι αυτό που λένε οι αγγλοσάξονες “wage-driven” και όχι τόσο “profit-driven”, δηλαδή η ανάπτυξή της καθοδηγείται από το επίπεδο των μισθών και όχι των κερδών. Αυτά που έλεγαν οι υποστηρικτές των μνημονίων ότι θα έρθουν επενδύσεις επειδή θα υπάρχουν στην Ελλάδα χαμηλότεροι μισθοί και ευελιξία στην αγορά εργασίας δεν βγήκαν. Και δε βγήκαν επειδή δεν υπάρχει εσωτερική ζήτηση η οποία να λειτουργήσει ως κίνητρο για σοβαρές επενδύσεις. Και προφανώς όταν λέμε “σοβαρές επενδύσεις” δεν αναφέρομαι σε εκποιήσεις φιλέτων του Δημοσίου».
Και φυσικά, η μείωση των μισθών έχει επίπτωση στα ασφαλιστικά ταμεία. Ο καθηγητής σχολιάζει θέτοντας ρητορικά ερωτήματα: «Πώς θα καλυφθούν οι ανάγκες των ταμείων όταν έχεις μεγάλη ανεργία, άτομα εκτός εργατικού δυναμικού, με πεσμένο μισθό και μερική απασχόληση; Πώς θα καλυφθούν οι ανάγκες όταν, όπως προκύπτει στην έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, το 12% των απασχολουμένων παίρνει κάτω από 200 ευρώ το μήνα και το 72% κάτω από ένα χιλιάρικο καθαρά; Αν δεν αναστραφεί αυτή η πορεία, θα υπάρξει σίγουρα πρόβλημα στα ταμεία».
«Αλλάζει η σύνθεση του εργατικού δυναμικού»
Ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις για τον κόσμο της εργασίας θα έχει σύμφωνα με τον κ, Θεοχαράκη και η αλλαγή της σύνθεσης του εργατικού δυναμικού, που επιδεινώνεται από τις ρυθμίσεις της κυβέρνησης για τη διαχείριση της πανδημίας. «Το γεγονός ότι το ποσοστό των θέσεων εργασίας μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης αυξάνεται σε βάρος των θέσεων πλήρους απασχόλησης, αλλάζει τη σύνθεση του εργατικού δυναμικού και επιτείνει μια αίσθηση μόνιμης ανασφάλειας στους εργαζόμενους. Αλλά και τώρα με την πανδημία, με τα διαφορετικά καθεστώτα αναστολής εργασίας, άνθρωποι εμφανίζονται να βγαίνουν από το εργατικό δυναμικό, δεν εμφανίζονται ούτε ως απασχολούμενοι αλλά ούτε ως αναζητούντες εργασία. Πρέπει να ξεκαθαρίσει το τοπίο μέχρις ότου μπορέσουμε να αποτιμήσουμε τις αρνητικές αλλαγές στη σύνθεση του εργατικού δυναμικού», τονίζει ο καθηγητής.
Η κατάσταση επιδεινώνεται για τους εργαζόμενους και στο θέμα της υπερεργασίας: «Με την τηλεργασία είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθεί το χρονικό σημείο λήξης του κανονικού ωραρίου και άρα η έναρξη τυχόν υπερωρίας που πρέπει να πληρωθεί επιπλέον. Υπάρχουν πληροφορίες για σχέδια της κυβέρνησης που περιλαμβάνουν υπερωρίες που θα συμψηφίζονται με ημέρες άδειας χωρίς επιπλέον αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση. Φαίνεται ότι υπάρχει πρόθεση να καταργηθεί σταδιακά η έννοια της υπερωρίας όπως την ξέραμε».
* Διάμεσος μισθός είναι ο μισθός που λαμβάνει το άτομο που βρίσκεται στη μέση των ατόμων που εξετάζεται στην εκάστοτε έρευνα, αφού τα άτομα ταξινομηθούν ανάλογα με τον μισθό που λαμβάνουν. Π.χ σε μια έρευνα που συμμετέχουν πέντε εργαζόμενοι και οι οποίοι λαμβάνουν μισθούς, 200, 350, 550, 800 και 1400 ευρώ αντίστοιχα, ο διάμεσος είναι το 550. Βάσει του διάμεσου μισθού ορίζονται σε κάθε οικονομία τα όρια της σχετικής και της απόλυτης φτώχειας. Ο διάμεσος δεν ταυτίζεται με τον μέσο όρο, που στο παράδειγμά μας είναι 660.