Το μαρτύριο των πιλότων της Φόρμουλα 1
Τα θανατηφόρα ατυχήματα είναι η γνωστή όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι τα όρια του ανθρώπινου οργανισμού, τα οποία οι πιλότοι της Φόρμουλα 1 κατά τη διάρκεια κάθε κούρσας τα φτάνουν πιο μακριά από κάθε άλλον… Το 1983 στο ίδιο γκραν πρι του Σάο Πάολο ο τότε νικητής Νέλσον Πικέ είχε λιποθυμήσει πάνω στο βάθρο. Αντί για σαμπάνιες και για το στεφάνι, τα μέλη της ομάδας τον κουβάλησαν στο ιατρείο. Το 1991 επίσης στο «Ιντερλάγκος» είχε καταρρεύσει ο αδικοχαμένος Αϊρτον Σένα. Ηταν η πρώτη και εξαιρετικά δύσκολη είχε χρειαστεί να τερματίσει με σπασμένο κιβώτιο ταχυτήτων νίκη του Βραζιλιάνου στην πατρίδα του. Ηταν τόσο εξαντλημένος που δεν μπορούσε να σηκώσει το κύπελλο. Τι είχε συμβεί; Εφταιγε ότι η πίστα του «Ιντερλάγκος» είναι από τις πιο δύσκολες, επειδή έχει μεγάλες ευθείες, που επιτρέπουν την ανάπτυξη ιλιγγιώδους ταχύτητας, και έπειτα αλλεπάλληλες στροφές; Και αν είναι αυτό γιατί οι πιλότοι καταρρέουν;
* Τρομακτική εφίδρωση
Το μυστήριο ξεδιαλύνεται αν παρακολουθήσουμε τι παθαίνει ένας οδηγός μέσα στο μονοθέσιο της Φόρμουλα 1. Φορώντας τα άφλεκτα εσώρουχα και την επίσης πυρίμαχη φόρμα του με συνέπεια οι πόροι του δέρματος να μην αναπνέουν ο οδηγός της Φόρμουλα 1 υποφέρει από τρομακτική εφίδρωση. Η θερμοκρασία στο «κόκπιτ» αγγίζει τους 65 βαθμούς Κελσίου αφού, εκτός από τον κινητήρα και τα ψυγεία του λαδιού και του νερού, τα δισκόφρενα «δουλεύουν» σε θερμοκρασία 1.100 βαθμών Κελσίου! Υστερα από την κούρσα ο οδηγός της Φόρμουλα 1 έχει χάσει τρία-πέντε του σωματικού του βάρους από τις απώλειες υγρών, που μπορούν να φτάσουν και τα τρία λίτρα! Σύμφωνα με ιατρικές έρευνες, απώλεια 2% των υγρών του σώματος επιφέρει μείωση 20% των φυσικών ικανοτήτων, επομένως και των αντανακλαστικών. Γι’ αυτό τα τελευταία χρόνια στα μονοθέσια υπάρχει ειδική παροχή και με σωληνάριο που συνδέεται στο κράνος ο οδηγός μπορεί να αναπληρώνει κάποιο μέρος των υγρών. Κατά τη διάρκεια της κούρσας ένα σημαντικό μέρος των υγρών συσσωρεύεται στους μυϊκούς ιστούς και έπειτα αποβάλλεται μέσω των νεφρών. Πολλές φορές οι πιλότοι έχει χρειαστεί να ουρήσουν μέσα στο μονοθέσιο…
Η τρομακτική απώλεια υγρών αρκεί για να εξηγήσει τη μεταμόρφωση των πιλότων της Φόρμουλα 1 από «μπον βιβέρ» και αθεράπευτους γυναικοκατακτητές που ήταν ως τις αρχές της δεκαετίας του ’80 σε προσεκτικούς υπεραθλητές, όπως ο Μίχαελ Σουμάχερ των ημερών μας. Εικόνες όπως αυτή του Ιταλού Τζιουζέπε Καμπάρι, ο οποίος τη δεκαετία του ’30 δεν ξεκινούσε έναν αγώνα χωρίς ένα ποτήρι κόκκινο κρασί, ή των πολύ πιο κοντινών χρονολογικά Γάλλων Πατρίκ Ντεπαγέ και Ζαν Πιερ Ζαριέ, οι οποίοι στο γεύμα πριν από την κούρσα έπιναν επίσης κρασί, έχουν αντικατασταθεί από αυτήν του πανάκριβου κινητού γυμναστηρίου που αγόρασε η Φεράρι στον Σουμάχερ και αυτές όλων των πιλότων της Φόρμουλα 1, που δύο ημέρες πριν από την κούρσα μπαίνουν σε καραντίνα, με στρατιωτικό πρόγραμμα όσον αφορά το διαιτολόγιο και τον ύπνο.
Ολα τα υπόλοιπα μπορούν να εξηγήσουν το γιατί κατά τη διάρκεια μιας δεκαετίας είναι ζήτημα να βγουν 30-35 πιλότοι Φόρμουλα 1 από όλο τον πλανήτη. Λίγοι μπορούν να επιβιώσουν σε τέτοιες συνθήκες και για 15 γκραν πρι τον χρόνο.
* Ταχυπαλμία και πίεση
Με τις ταχύτητες που συχνά ξεπερνούν τα 300 χιλιόμετρα την ώρα και με το υπερβολικό άγχος, «φυσιολογικό» από τη στιγμή που για κάθε πιλότο παίζεται η ζωή του και δεκάδες εκατομμύρια δολάρια, οι καρδιακοί παλμοί μπορεί να φθάσουν κατά τη διάρκεια της κούρσας ως τους 240 ανά λεπτό, από τους 60 που είναι το φυσιολογικό. Μόνο ένας εξαιρετικά γυμνασμένος οργανισμός μπορεί να αντεπεξέλθει και οι οδηγοί είναι συνδεδεμένοι με ηλεκτρόδια ώστε στα «πιτς» τα μέλη της ομάδας να ελέγχουν την κατάσταση της υγείας των πιλότων. Η πίεση που αναπτύσσεται στιγμιαία στην επιτάχυνση αγγίζει τα 7 G (επταπλάσια του σωματικού βάρους). Η φυγόκεντρος στις στροφές φτάνει τα 4 G, ενώ στα φρεναρίσματα είναι 3,4 G. Ολοι οι πιλότοι ακολουθούν ειδικά προγράμματα εκγύμνασης του σβέρκου καθώς το κεφάλι, ακόμη και όταν είναι στηριγμένο, δέχεται τρομερή πίεση.
Πάνω από τα 3 G η φυσιολογική αναπνοή είναι αδύνατη. Τα χειρότερα γίνονται στον αποκαλούμενο «γύρο του θανάτου». Πρόκειται για την κούρσα των δοκιμαστικών που διεξάγεται μία ημέρα πριν από τον κανονικό αγώνα και οι οδηγοί χρειάζεται να τρέξουν όσο ταχύτερα γίνεται για να ξεκινήσουν από όσο πιο μπροστά μπορούν την επομένη. Εκεί ο πιλότος κρατάει την αναπνοή του για τα πρώτα 40 δευτερόλεπτα, καθώς λόγω εξωπραγματικών πιέσεων δεν θα μπορούσε να αναπνεύσει. Η διακοπή της αναπνοής ακολουθείται από μια φάση «υπεραναπνοής». Στα επόμενα 35 δευτερόλεπτα που απομένουν συνήθως για την ολοκλήρωση του γύρου ο οδηγός κάνει περισσότερες από 40 αναπνοές! Οι αναπνευστικές αυτές ασκήσεις επιβάλλεται να εκτελούνται με διαστημική ακρίβεια και με τα ανώτερα αναπνευστικά όργανα του σώματος ακινητοποιημένα, ενώ η θωρακική χώρα δέχεται αφόρητη πίεση από τις ζώνες ασφαλείας.
Στις μεγάλες ταχύτητες και με τρομερό στρες, η λιγότερο γυμνασμένη καρδιά είναι δυνατόν να μην μπορεί να αντλήσει και να φιλτράρει τις απαραίτητες ποσότητες αίματος, με αποτέλεσμα μια μικρή ποσότητα να μην οξυγονώνεται. Με την πάροδο των λεπτών το αίμα που φθάνει στον εγκέφαλο και στους μυς περιέχει όλο και λιγότερο οξυγόνο. Αποτέλεσμα είναι οι κράμπες, η μείωση των αντανακλαστικών και η στιγμιαία απώλεια όρασης, που όταν τρέχεις με 300 χλμ. ανά ώρα δεν είναι και το καλύτερο που μπορεί να σου συμβεί…
Τι παθαίνουν οι οδηγοί
* Μείωση της ακοής: Στις υψηλές στροφές του κινητήρα αγγίζουν τις 13.500 ο θόρυβος φθάνει τα 140 ντεσιμπέλ, τη στιγμή όπου η σχετική κοινοτική νομοθεσία απαγορεύει την έκθεση των εργαζομένων σε περιβάλλον με θόρυβο μεγαλύτερο από 85 ντεσιμπέλ.
* Τάση προς έμετο: Παθαίνουν ναυτία εξαιτίας των αναθυμιάσεων και τις φυγόκεντρων δυνάμεων που αναπτύσσονται και ταλαιπωρούν κυρίως το κεφάλι που δεν είναι δεμένο.
* Αύξηση λευκών αιμοσφαιρίων: Είναι αποτέλεσμα του στρες, της σωματικής κόπωσης και της υπερβολικής αυτοσυγκέντρωσης.
* Θλάσεις στον αυχένα: Λόγω των πιέσεων στις στροφές.
* Μυϊκή κόπωση: Προκαλείται εξαιτίας της στάσης του πιλότου μέσα στο «κόκπιτ».
* Μείωση των αντανακλαστικών: Λόγω της αυξημένης ποσότητας λευκών αιμοσφαιρίων. Εξαιρετικά επικίνδυνη, αφού η φυσιολογική καθυστέρηση αντίδρασης των 0,3 δευτερολέπτων σημαίνει ότι το μονοθέσιο θα αντιδράσει ύστερα από 30 μέτρα.