Οι σαρωτικές επιδημίες που ρήμαξαν τους πληθυσμούς των Αζτέκων στο Μεξικό είναι πιθανό να οφείλονταν σ’ ένα άκρως παθογόνο στέλεχος σαλμονέλας που μεταφέρθηκε στην Αμερική από τους ισπανούς κονκισταδόρ, υποδεικνύουν γενετικές εξετάσεις σε σκελετούς θυμάτων.
Το 1519, πριν φτάσουν στο Μεξικό οι κατακτητές με επικεφαλής τον ισπανό Χερνάντο Κορτές, ο γηγενής πληθυσμός εκτιμάται ότι έφτανε τα 25 εκατομμύρια άτομα. Έναν αιώνα αργότερα, εκτιμάται ότι είχε συρρικνωθεί στο ένα εκατομμύριο.
Η παρακμή των Αζτέκων σίγουρα σχετίζεται με μία σειρά από μυστηριώδεις επιδημίες. Δύο ξεσπάσματα μιας άγνωστης ασθένειας, τα οποία ξεκίνησαν το 1545 και το 1576, εκτιμάται ότι σκότωσαν 7 με 18 εκατομμύρια αυτόχθονες Μεξικανούς.
Οι ιθαγενείς φαίνεται ότι δεν είχαν καθόλου φυσική ανοσία στις ασθένειες που μετέφεραν μαζί τους οι Ευρωπαίοι. Μέχρι σήμερα, όμως, παραμένει άγνωστο ποια ακριβώς ασθένεια επιτάχυνε την πτώση ενός ολόκληρου πολιτισμού. Άλλοι πιστεύουν ότι επρόκειτο για τον ιό της ευλογιάς, άλλοι κάνουν λόγο για ιλαρά, τύφο ή κάποιο είδος αιμορραγικού πυρετού.
Θέλοντας να δώσει μία απάντηση στο μυστήριο, διεθνής ερευνητική ομάδα πραγματοποίησε γενετικές εξετάσεις στους σκελετούς 29 ανθρώπων από το νότιο Μεξικό. Οι περισσότεροι εκτιμάται ότι ήταν θύματα της επιδημίας που ξέσπασε 1545.
Οι αναλύσεις αποκάλυψαν την παρουσία γενετικού υλικού από το άκρως παθογόνο βακτήριο Salmonella enterica, το οποίο απαντάται σήμερα κυρίως σε αναπτυσσόμενες χώρες και σκοτώνει το 10 με 15 τοις εκατό των ασθενών.
Το σημαντικό αυτό εύρημα, το οποίο έχει υποβληθεί για έλεγχο και δημοσίευση στον επιστημονικό Τύπο, είναι διαθέσιμο στην υπηρεσία προδημοσίευσης bioRxiv.
Όπως επισημαίνει ο δικτυακός τόπος του περιοδικού Science, το συμπέρασμα της μελέτης για τη σχέση της σαλμονέλας με την εξαφάνιση των Αζτέκων δείχνει να ενισχύεται από μία δεύτερη, βρετανική έρευνα στο bioRxiv, η οποία ανίχνευσε γενετικό υλικό του Salmonella enterica στον σκελετό μιας γυναίκας που πέθανε στη Νορβηγία το 1200.
Όπως λένε οι ερευνητές, πρόκειται για την αρχαιότερη ένδειξη ύπαρξης αυτού του βακτηρίου και αποτελεί απόδειξη ότι το συγκεκριμένο στέλεχος κυκλοφορούσε στην Ευρώπη πριν από την ανακάλυψη της Αμερικής.
Βέβαια, η παρουσία του βακτηρίου στη Νορβηγία 300 χρόνια πριν από τις επιδημίες στο Μεξικό δεν αποδεικνύει ότι οι Ευρωπαίοι το μετέφεραν στην Αμερική.
Επιπλέον, οι γενετικές τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν στην πρώτη μελέτη δεν θα μπορούσαν να ανιχνεύσουν ίχνη ασθενειών που οφείλονται σε ιούς και όχι σε βακτήρια.
Το μυστήριο, λοιπόν, παραμένει και δεν είναι δυνατόν να λυθεί χωρίς περαιτέρω γενετικές και αρχαιολογικές μελέτες. Όπως φαίνεται, πάντως, η διάρροια πρέπει να έπαιξε ρόλο.
Πηγή: in.gr