Η τελευταία πράξη της Μικρασιατικής τραγωδίας: όταν ήθελαν να φορέσουν κίτρινο περιβραχιόνιο στους πρόσφυγες!

του Γιώργου Καραγιάννη-www.imerodromos.gr
Με τη διάσκεψη που έγινε στο Παρίσι το Μάρτιο του 1922  ουσιαστικά ακυρώθηκε η συνθήκη των Σεβρών. Το όνειρο του μεγαλοϊδεατισμού για την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών θάφτηκε οριστικά.
Οι σύμμαχοι δεν είχαν πλέον ανάγκη την Ελλάδα και το Στρατό της για να εξυπηρετήσουν τα σχέδια τους. Γι’ αυτό και δεν λογάριαζαν την κυβέρνηση των Αθηνών.
Το κτίριο του Ρωσικού Προξενείου στα Μουδανιά, όπου συνήλθε η Διάσκεψη της Ανακωχής τον Σεπτέμβριο του 1922.
Έτσι ο Γάλλος πρωθυπουργός Πουανκαρέ και οι υπουργοί Εξωτερικών της Αγγλίας λόρδος Κώρζον και Ιταλίας κόμης Σφόρτσα έστειλαν διακοίνωση στην Άγκυρα με την οποία καλούσαν τον Κεμάλ να στείλει  αντιπροσώπους σε διάσκεψη με σκοπό τη σύναψη συνθήκης ειρήνης ανάμεσα στην Τουρκία από τη μια μεριά και τους συμμάχους και την Ελλάδα από την άλλη. Μάλιστα ανέφεραν ότι δέχονται την αξίωση της Τουρκίας να επανακτήσει την Θράκη και τον ποταμό Έβρο. Αντίθετα άφηναν απληροφόρητη την ελληνική κυβέρνηση για τους σκοπούς τους. Ούτε την ρώτησαν αν δέχεται να εγκαταλείψει την ανατολική Θράκη.
 Η διάσκεψη στα Μουδανιά
Ο Κεμάλ από θέση ισχύος πλέον δέχτηκε την πρόταση των συμμάχων και υπέδειξε σαν τόπο της διάσκεψης τα Μουδανιά. Οι σύμμαχοι δέχτηκαν την τουρκική πρόταση και έστειλαν στα Μουδανιά τους αντιπροσώπους τους. Τότε μόνο ειδοποίησαν και την κυβέρνηση των Αθηνών να στείλει κι’ αυτή τους δικούς της αντιπροσώπους.
Στο μεταξύ ο Κεμάλ έδωσε εντολή στα στρατεύματά του να καταλάβουν την ασιατική πλευρά των Δαρδανελίων.  Συνάντησε όμως την αντίδραση των Άγγλων που ήθελαν να κρατήσουν τα Δαρδανέλια τα οποία θεωρούσαν  καίρια στρατηγική θέση που εμπόδιζε τον ρωσικό στόλο να κατέβει στη Μεσόγειο.
Στην Αθήνα από τις 14 Σεπτεμβρίου η επανάσταση των αξιωματικών είχε στείλει τηλεγράφημα στον Ελευθέριο Βενιζέλο διορίζοντάς τον πληρεξούσιο της στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Ο Βενιζέλος μόλις έμαθε πως οι σύμμαχοι είχαν αποφασίσει να δώσουν την Ανατολική Θράκη στον Κεμάλ έστειλε τηλεγράφημα στην Αθήνα στο οποίο τόνιζε τα εξής:
«Η επελθούσα εν Ελλάδα μεταβολή πρέπει να γνωρίζη ότι επήλθον ήδη καταστροφαί οίτινες είναι ανεπανόρθωτοι. Μεταξύ των συντελεσθεισών καταστροφών περιλαμβάνεται πλην της Βορείου Ηπείρου και η Δυτική Μικρά Ασία και η Ανατολική Θράκη, εφόσον αι τρεις μεγάλαι και πρώην σύμμαχοι ημών Δυνάμεις απεφάσισαν την απόδοσιν ταύτης εις την Τουρκίαν, εν πλήρει ημών διπλωματική και στρατιωτική απομονώσει. Αλλ’ αι καταστροφαί αύται δεν κλείουσιν  ατυχώς την σειράν  των απειλουμένων ζημιών. Οι Τούρκοι σοβαρώς χειρονομούσι  να μας εξώσωσι και εκ της Δυτικής Θράκης, να αποζημιώσωμεν τας καταστροφάς ας επέφερεν ο ελληνικός στρατός εν Μικρά Ασία και να παραδώσωμεν τον στόλον μας , την παράδοσιν δε θα επηκολούθει  αδυναμία ημών κρατήσωμεν νήσους ( Αιγαίου). Οι δε Ιταλοί επιδιώκουσιν ωσαύτως σοβαρώς να μας στερήσωσι της Δωδεκανήσου».
Ο Βενιζέλος γνωρίζοντας τις διαθέσεις των Άγγλων και των Γάλλων συνιστούσε στην ελληνική αντιπροσωπεία στα Μουδανιά να αρνηθεί την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης μέχρις ότου συγκληθεί η διάσκεψη της ειρήνης. Παράλληλα συνιστούσε να αναδιοργανωθεί ο ελληνικός στρατός για την περιφρούρηση της Ανατολικής Θράκης μέχρι την οριστική συμφωνία.
Τά φορτωμένα κάρα των Ελλήνων που εγκαταλείπουν την Αδριανούπολη περνοῦν μέσα ἀπό την πόλη. (Ἀρχές Ὀκτωβρίου 1922)
Βρέθηκαν προ τετελεσμένων γεγονότων
Στις 20 Σεπτεμβρίου άρχισε η διάσκεψη στα Μουδανιά. Οι σύμμαχοι ( τρεις στρατηγοί ο Άγγλος Χάριγκτον, ο Γάλλος Σαρπώ και ο Ιταλός Μομπέλι)  δεν περίμεναν την άφιξη της ελληνικής αντιπροσωπείας την οποία αποτελούσαν ο υποστράτηγος Κ. Μαζαράκης και ο συνταγματάρχης Π. Σαρηγιάννης , αλλά άρχισαν τις συζητήσεις με τον Τούρκο  αντιπρόσωπο Ισμέτ Πασά και κατέληξαν  στο σχέδιο ανακωχής.
Η ελληνική αντιπροσωπεία βρέθηκε ουσιαστικά προ τετελεσμένων γεγονότων. Το σχέδιο ανακωχής που επιδόθηκε στους Μαζαράκη και Σαρηγιάννη προέβλεπε ότι:
– Ο ελληνικός στρατός θα αποχωρούσε από την Ανατολική Θράκη και θα σταματούσε πίσω από τον Έβρο. Το τρίγωνο Καραγάτς θα εκκενωνόταν και θα παραδινόταν στους συμμάχους.
-Η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης θα γινόταν μέσα σε 15 μέρες το πολύ.
– Τη διοίκηση των περιοχών από τις οποίες θα αποχωρούσαν οι Έλληνες θα την αναλάμβαναν οι σύμμαχοι οι οποίο την ίδια μέρα θα την παρέδιδαν στους Τούρκους.
-Η διαδικασία της παράδοσης των παραπάνω περιοχών θα έπρεπε να ολοκληρωθεί το πολύ μέσα σε 30 μέρες.
-Οι τουρκικές αρχές θα συνοδεύονταν από τμήματα χωροφυλακής για την τήρηση της τάξης.
-Επτά  τάγματα συμμαχικών δυνάμεων θα επόπτευαν την εκκένωση και θα εξασφάλιζαν την τάξη.
Αρχικά οι Έλληνες αντιπρόσωποι αρνήθηκαν να δεχθούν το σχέδιο που τους δόθηκε λέγοντας πως ήρθαν να συζητήσουν για την ανακωχή και όχι για την άμεση παράδοση της Ανατολικής Θράκης στους Τούρκους. Τελικά όμως μετά από αφόρητες πιέσεις υποχρεώθηκαν να υπογράψουν το σχέδιο που είχαν ετοιμάσει ερήμην τους οι σύμμαχοι και οι Τούρκοι. Έτσι στις 2 Οκτωβρίου 1922 άρχισε η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης.
Άνετη συζήτηση των αντιπροσώπων των Δυνάμεων στην παραλία των Μουδανιών
 Η συνδιάσκεψη στη Λωζάνη
Στις 8/21 Νοεμβρίου άρχισε στη μεγάλη αίθουσα του πανεπιστημίου της Λωζάνης η συνδιάσκεψη για την σύνταξη της νέας οριστικής συνθήκης με την Τουρκία. Η συνδιάσκεψη αυτή συνήλθε κυρίως υπό την πίεση της Γαλλίας που είχε περάσει στην ανοιχτή υποστήριξη του Κεμάλ για να τον αξιοποιήσει στα σχέδια της στην Ανατολή.
H ελληνική αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον Ελευθέριο Βενιζέλο, στη Συνδιάσκεψη της Λωζάνης.
Επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, και  της τουρκικής ο Ισμέτ πασάς. Επικεφαλής των αντιπροσωπειών των τριών συμμαχικών δυνάμεων ήταν ο Γάλλος πρωθυπουργός Πουανκαρέ, ο Άγγλος λόρδος Κώρζον και ο Ιταλός Μουσολίνι που λίγες εβδομάδες πριν είχε καταλάβει την εξουσία στην Ιταλία.
Οι τρεις σύμμαχοι κάλεσαν επίσης την Ιαπωνία, τη Ρουμανία και τη Νοτιοσλαβία να πάρουν μέρος στις συζητήσεις που αφορούσαν τα συμφέροντά τους.  Ακόμη , επειδή θα συζητιόταν και το θέμα των Δαρδανελίων κλήθηκαν η Σοβιετική Ένωση, η Ισπανία, οι Κάτω Χώρες , η Σουηδία και η Νορβηγία. Οι ΗΠΑ έστειλαν παρατηρητή και όχι μόνιμο αντιπρόσωπο στη συνδιάσκεψη.
Τις συνθήκες υπό τις οποίες προσήλθε στη συνδιάσκεψη η ελληνική αντιπροσωπεία περιέγραψε ο Γιάνης Κορδάτος:
«… Αυτή τη φορά η θέση του Βενιζέλου ήταν πολύ δύσκολη γιατί τις πρώτες μέρες ο Κώρζον αρνούντανε να τον δεχτεί. Όπως είδαμε , η αγγλική κυβέρνηση ύστερα από την καταδίκη δε θάνατο και την εκτέλεση των έξι ανακάλεσε τον Άγγλο πρεσβευτή και έκανε τον εξοργισμένο.
Ύστερα όμως από την αποφυλάκιση και εξορία του πρίγκιπα Ανδρέα μαλάκωσε. Όπως και να είναι , ο Κώρζον έκανε το θυμωμένο, πράγμα που ενθουσίαζε τους Τούρκους και τους έκανε πιο αδιάλλακτους».
 Στο παζάρι και η Θεσσαλονίκη
Και ο Κορδάτος συνεχίζει: « Ο Βενιζέλος αν και έπαιρνε εμπιστευτικά τηλεγραφήματα από τον Πλαστήρα και τον Πάγκαλο , που τον πληροφορούσαν πως ο ελληνικός στρατός αναδιοργανώθηκε και μπορούσε να νικήσει τους Τούρκους εισβάλλοντας στην Ανατολική Θράκη , δεν πίστευε στις πληροφορίες αυτές και επίμονα ζητούσε από το Γονατά και τον Πλαστήρα να ζητήσουν την ενίσχυση των Σέρβων, δίνοντας σ’ αυτούς εδαφικά ανταλλάγματα στη Μακεδονία.
Θεσσαλονίκη 1922. Μια άποψη από την παραλία της πόλης.
Θεσσαλονίκη 1922. Μια άποψη από την παραλία της πόλης.
Αν και έγιναν βολιδοσκοπήσεις στο Βελιγράδι και στάλθηκε και ο ίδιος ο Μαζαράκης για να κλείσει συμφωνία, ο Σέρβος πρωθυπουργός Πάσιτς δε δέχτηκε ούτε το Μαζαράκη, ούτε έδωκε σημασία στα εμπιστευτικά τηλεγραφήματα του Βενιζέλου.
Η Σερβία , εξόν που ήταν την περίοδο αυτή όργανο της Γαλλίας, ξακολουθούσε να έχει βλέψεις πάνω στη Θεσσαλονίκη. Κρατώντας λοιπόν τέτοια στάση , κάνοντας δηλαδή τον αδιάφορο στην ελληνοτουρκική διαφορά, έλπιζαν οι κυβερνήτες της πως ο Βενιζέλος , μπροστά στην ανάγκη , θα υποχρεωνόταν να παραχωρήσει τη συγκυριαρχία της Θεσσαλονίκης».
Οι συζητήσεις κάποια στιγμή έφτασαν σε αδιέξοδο. Τότε ο Βενιζέλος ήρθε  σε έμμεση  επαφή με τον Ισμέτ πασά. Ο Κορδάτος γράφει: «… Ότι έγινε , έγινε , είπε στον Ισμέτ. Δεν έχουμε τώρα να χωρίσουμε τίποτα. Ελάτε να δώσουμε τα χέρια .Οι προτάσεις αυτές βρήκαν απήχηση στην Άγκυρα. Αλλά ο Κεμάλ έδωκε εντολή στον Ισμέτ να μη φανεί ακόμα υποχωρητικός . Έχουμε καιρό. Πρώτα πρέπει να λύσουμε τους λογαριασμούς μας με τους Άγγλους και του Γάλλους. Από τη στάση τους θα κρίνουμε ποια θα είναι η συμφέρουσα για μας στάση στην Ελλάδα…».
Το μόνο που δέχονταν εκείνη τη στιγμή ήταν η ανταλλαγή των πληθυσμών και των αιχμαλώτων. Έτσι στις 17/30 Ιανουαρίου 1923 υπογράφτηκε η σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών Ελλήνων και Τούρκων , την ανταλλαγή των αιχμαλώτων και των πολιτικών ομήρων (Διαβάστε εδώ το πλήρες κείμενο της Σύμβασης).
Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν μόνο οι Έλληνες που έμεναν στην Κωνσταντινούπολη  πριν από το 1918 καθώς και οι μουσουλμάνοι  της Δυτικής Θράκης. Ακόμη ο Βενιζέλος δέχτηκε να παραχωρηθούν στην Τουρκία η Ίμβρος και η Τένεδος.
Η ανταλλαγή πληθυσμών που συμφωνήθηκε ήταν η μεγαλύτερη έως τότε μετακίνηση πληθυσμών στην παγκόσμια ιστορία.
Οι αντιδράσεις
Η συμφωνία για την ανταλλαγή των πληθυσμών προκάλεσε τις έντονες διαμαρτυρίες των προσφύγων που είχαν ήδη καταφύγει στην Ελλάδα ακολουθώντας τον υποχωρούντα ελληνικό στρατό. Στις 21 Ιανουαρίου 1923 έγινε στην Ομόνοια ένα μεγάλο προσφυγικό συλλαλητήριο. Ανάλογες συγκεντρώσεις έγιναν και σε άλλες πόλεις. Οι χιλιάδες συγκεντρωμένοι στην Ομόνοια ενέκριναν ένα ψήφισμα στο οποίο ανέφεραν και τα εξής:
Δήλωση Εκκαθαρίσεως Περιουσίας κατά την ανταλλαγή ελληνοτουρκικών πληθυσμών (1923-1927).
«Οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, της Ανατολικής Θράκης και του Εύξεινου Πόντου  θεωρούν ότι η Ανταλλαγή των ελληνικών πληθυσμών της Τουρκίας που ανέρχονται σε ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες απέναντι σε τριακόσιες χιλιάδες μουσουλμάνους της Ελλάδας … πλήττει καίρια την παγκόσμια συνείδηση και την παγκόσμια ηθική. Είναι αντίθετη προς τα ιερότερα δικαιώματα του ανθρώπου, της ελευθερίας και ιδιοκτησίας- ότι το σύστημα της Ανταλλαγής αποτελεί νέα και κεκαλυμμένη μορφή αναγκαστικού εκπατρισμού και αναγκαστικής απαλλοτρίωσης που κανένα κράτος δεν έχει το δικαίωμα να θέσει σε εφαρμογή παρά τη θέληση των πληθυσμών. Οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικρασίας, αυτόχθονες από πανάρχαιους χρόνους στη γη που κατοικούσαν και πάνω στην οποία τα δικαιώματά τους είναι αναπαλλοτρίωτα και απαράγραπτα, δεν μετανάστευσαν με τη θέλησή τους αλλά εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους αντιμετωπίζοντας το φάσμα της σφαγής. . Οι αλύτρωτοι Έλληνες συναγμένοι εδώ και σε άλλες πόλεις και νησιά της Ελλάδας αποφασίζουν και ψηφίζουν ομόφωνα να αξιώσουν τη δυνατότητα να παλιννοστήσουν στις πατρίδες τους κάτω από ουσιαστικές συνθήκες εγγύησης που θα καταστήσουν αυτήν την παλιννόστηση πραγματοποιήσιμη . Σε αντίθετη περίπτωση καταγγέλλουν την αδικία που τους γίνεται, σαν μία προσβολή δίχως προηγούμενο κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού».
  Η καραντίνα στη Μακρόνησο
Όπως έχουμε ήδη γράψει Οι πρόσφυγες ήρθαν σε μια χώρα, μικρή και  φτωχή. Οι συνθήκες ζωής τον πρώτο καιρό ήταν τραγικές. Η Αθήνα , η Θεσσαλονίκη και οι άλλες πόλεις περιτριγυρίζονταν από ατέλειωτα στρατόπεδα με σκηνές και ένα άθλιο δίκτυο ύδρευσης και αποχέτευσης. Και το ψωμί λιγοστό που μοιράζονταν σε συσσίτια. Και από πάνω οι αρρώστιες ο τύφος και η ευλογιά που θέριζαν τους δυστυχισμένους πρόσφυγες. Για να αποσοβηθεί ο κίνδυνος επιδημιών αμερικανικές φιλανθρωπικές οργανώσεις δημιούργησαν υγειονομικό σταθμό ( καραντίνα) στη Μακρόνησο όπου γινόταν έλεγχος σε όσους επέβαιναν στα πλοία που μετέφεραν τους πρόσφυγες ( σ.σ. Οι πρόσφυγες ήταν οι δεύτεροι στη σειρά «φιλοξενούμενοι» στη Μακρόνησο. Είχαν προηγηθεί Τούρκοι αιχμάλωτοι των Βαλκανικών Πολέμων) .
 «Αγέλη προσφύγων»
Κοντά σ’ όλα αυτά οι πρόσφυγες πολλές φορές ήρθαν αντιμέτωποι με την καχυποψία αλλά και την εχθρότητα των ντόπιων κατοίκων των περιοχών που εγκαταστάθηκαν.
Τον τόνο σ’ αυτό τον έδιναν και εκπρόσωποι του πολιτικού και δημοσιογραφικού κόσμου . Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα:  Ο εκδότης της «Καθημερινής» Γεώργιος Βλάχος . Αυτός που στις 14 Αυγούστου 1922 μία μέρα μετά την έναρξη της επίθεσης του Κεμάλ Ατατούρκ που σήμανε την αρχή του τέλους της Μικρασιατικής Εκστρατείας   έγραψε το πασίγνωστο  άρθρο με τίτλο «Οίκαδε»  με το οποίο  καλούσε την ελληνική κυβέρνηση και το στρατό να εγκαταλείψουν στην τύχη τους  Έλληνες της Ιωνίας και του Πόντου).
Ο Βλάχος λοιπόν ακόμη και το 1928 όταν έγραφε ή μιλούσε για τους πρόσφυγες χρησιμοποιούσε δύο λέξεις : «Αγέλη προσφύγων». Ακόμη ο Νίκος Κρανιωτάκης  ο φιλομοναρχικός εκδότης της εφημερίδας «Πρωινός Τύπος» , το 1933 ζητούσε  επιτακτικά να επιβληθεί στους πρόσφυγες να φορέσουν κίτρινα περιβραχιόνια για να τους διακρίνουν και να τους αποφεύγουν οι Έλληνες!
Πρόχειρος καταυλισμός προσφύγων στο κέντρο του Πειραιά
Πρόχειρος καταυλισμός προσφύγων στο κέντρο του Πειραιά
Θυμίζουμε μερικές χαρακτηριστικές περιγραφές προσφύγων για την αντιμετώπιση που είχαν. Περιγραφές επίκαιρες ιδιαίτερα σήμερα που πυκνώνουν τα κρούσματα ρατσιστικής συμπεριφοράς απέναντι στους πρόσφυγες που καταφεύγουν στη χώρα μας.
«…Εμείς οι άλλοι περιμέναμε τρεις μέρες, ώσπου μπήκαμε σε καΐκια και μπαρκάραμε για τη Μυτιλήνη. Ώσπου να πατήσει το ποδάρι του ο τούρκικος στρατός στο χωριό, άραζαν καΐκια και μας παίρναν, Πίσω-πίσω στη Μυτιλήνη δεν μας δέχουνταν. Δεν είναι και πλούσιος τόπος- από ένα μαξούλι (σοδειά] περιμένει. Βασανιστήκαμε, κακοκοιμηθήκαμε, κακοφάγαμε, μεγάλη συμφορά πάθαμε. Και ποιος δεν έκλαψε νεκρούς;…»   ( Απόστολος Μυκονιάτης. Από το παραθαλάσσιο χωριό Ατζανός, κοντά στην Πέργαμο, απέναντι από τη Λέσβο)
«… Όταν πρωτοήρθαμε, δεν ήξερε ο κόσμος ελληνικά. Oι ντόπιοι μας κορόιδευαν, μας έλεγαν τουρκόσπορους. Έλεγαν ότι ήρθαμε και στένεψε ο τόπος τους…». (Αβραάμ Ελβανίδης . Ήρθε στην Ελλάδα από τον Πόντο):
«…Εκεί τους παρέλαβαν Ελληνικά πλοία, δυστυχώς και ο πλοίαρχος και το πλήρωμα ήσαν εναντίον των προσφύγων. Τους βασάνισαν όσο δεν φαντάζεσθε. Νερό δεν τους έδιναν και τους ανάγκαζαν να πιουν θαλάσσιο νερό. Έκαμαν δεκατέσσερις μέρες στο βαπόρι, όταν σταματούσε το βαπόρι στα νησιά, μια λίρα χρυσή την στάμνα το νερό τούς πουλούσαν οι νησιώτες. Και ενώ με λαχτάρα τραβούσαν την στάμνα δεμένη με σχοινί, το πλήρωμα έκοβε το σχοινί και έμεναν με την λαχτάρα. Πάει και η στάμνα, πάει και η λίρα….» (Ανδρονίκη Καρασούλη Μαστορίδου ).
Ίδια και η μοίρα των Τούρκων
Ανάλογη  ήταν και η μοίρα των Τούρκων που ζούσαν στην Ελλάδα και υποχρεώθηκαν να φύγουν . Και αυτοί αντιμετώπισαν αρκετές φορές την καχυποψία και την έχθρα των ντόπιων. Μάλιστα τους τουρκοκρητικούς τους αποκαλούσαν «σουνετλη γκιαούρ», δηλαδή περιτετμημένους απίστους !

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.