Γράφει η Τζένη Κριθαρά
Δεν είναι τυχαίο πως ρεπορτάζ για την καταδίκη της Χρυσής Αυγής φιλοξενήθηκαν από τα μεγαλύτερα ειδησεογραφικά δίκτυα στον κόσμο και κόσμησαν με πηχυαίους τίτλους τα πρωτοσέλιδα ιστορικών εντύπων. Η βρετανική εφημερίδα «The Guardian» έκανε λόγο για «την μεγαλύτερη δίκη ναζιστών μετά την Νυρεμβέργη» και αυτό δεν είναι ψέμα. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη διεθνή κατακραυγή για τα εγκλήματα των ναζιστών κατά της ανθρωπότητας, οι εναπομείναντες θιασώτες του ναζισμού φόρεσαν τον μανδύα της αστικής δημοκρατίας. Ίδρυσαν κόμματα και έμαθαν να κρύβονται πίσω από το πολιτικό – «δημοκρατικό»- τους προσωπείο. Έμαθαν να εκμεταλλεύονται το ποινικό σύστημα σε συνδυασμό με την πολιτική τους ασυλία και σπάνια οδηγούνται σε δίκες προκειμένου να λογοδοτήσουν για τα εγκλήματα που διαπράττουν – είτε πρόκειται για ρητορική μίσους, είτε για ανθρωποκτονίες.
Έτσι, η δίκη και η καταδίκη της Χρυσής Αυγής αποκτούν ιστορικό χαρακτήρα. Κάνοντας μία αναδρομή στις σημαντικότερες δίκες των ναζιστών, διαπιστώνει κανείς πως με την πάροδο των χρόνων καθίσταται όλο και δυσκολότερος ο ποινικός καταλογισμός για τα πρόσωπα και τα κόμματα που εκπροσωπούν τον νεοναζισμό, παρά την αυξανόμενη αποστροφή της κοινής γνώμης για τα εγκλήματα και την ρητορική τους.
Η δίκη του Άντολφ Άιχμαν
Ο Άντολφ Άιχμαν ήταν ο αρχιτέκτονας του Ολοκαυτώματος. Ήταν ο συνταγματάρχης των SS και θεωρείται υπεύθυνος για τον θάνατο έξι εκατομμυρίων ανθρώπων. Είχε καταφέρει να διαφύγει και να ζει για 15 χρόνια στην Αργεντινή με το όνομα «Ρικάρντο Κλέμεντ». Ζούσε πολύ άνετα με την οικογένειά του χάρη στα χρήματα που λάμβανε από την CIA για να μην αποκαλύψει τις ταυτότητες πρώην συνεργατών που είχαν προσχωρήσει στις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ και της Δυτικής Γερμανίας. Συνελήφθη από την ισραηλινή υπηρεσία μυστικών υπηρεσιών Μοσάντ, όμως ουσιαστικά ο Γερμανός Καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ ήταν εκείνος που τον παρέδωσε στα χέρια των Ισραηλινών με αντάλλαγμα να μην αποκαλυφθεί ποια μέλη της κυβέρνησής του είχαν συνεργαστεί με τον Χίτλερ.
Ο Άντολφ Άιχμαν συνελήφθη τον Μάιο του 1960 ως εγκληματίας πολέμου και παραπέμφθηκε σε δίκη, η οποία ξεκίνησε στις 11 Απριλίου 1962. Το ισραηλινό δικαστήριο τον καταδίκασε σε θανατική ποινή και στις 31 Μαΐου 1962 εκτελέστηκε στις φυλακές της πόλης Ράμλα δια απαγχονισμού.
Οι δίκες της Νυρεμβέργης
Πρόκειται για ορόσημο της σύγχρονης παγκόσμιας Ιστορίας.Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθισαν 24 Γερμανοί ναζιστές για εγκλήματα, τα οποία διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Ωστόσο, ο Αδόλφος Χίτλερ, η ανώτατη αρχή των Ναζί, δεν ήταν μεταξύ των κατηγορουμένων. Είχε αυτοκτονήσει τις τελευταίες ημέρες του πολέμου, όπως και πολλοί από τους στενότερους συνεργάτες του. Επιπλέον, πολλά υψηλόβαθμα στελέχη του καθεστώτος διέφυγαν στο εξωτερικό και δεν δικάστηκαν ποτέ. Οι 24 κατηγορούμενοι ήταν μέλη του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος και άλλων οκτώ ναζιστικών οργανώσεων.
Οι δίκες διεξήχθησαν από τις 20 Νοεμβρίου του 1945 και έως και την 1η Οκτωβρίου του 1946 στη Νυρεμβέργη. Δικαστές από τις συμμαχικές δυνάμεις –τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Σοβιετική Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες- προήδρευσαν της ακροαματικής διαδικασίας του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου. Οι βασικές κατηγορίες ήταν: 1) συνωμοσία για τον σχεδιασμό και την εξαπόλυση επιθετικών ενεργειών, 2) εγκλήματα κατά της ειρήνης, 3) εγκλήματα πολέμου και 4) εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Από τους 24 κατηγορούμενους οι 19 καταδικάστηκαν σε θάνατο, σε 3 επιβλήθηκαν πολυετείς καταδίκες, ενώ άλλοι 3 αθωώθηκαν. Αξίζει να σημειωθεί πως από την δίκη της Νυρεμβέργης προέκυψαν άλλες δώδεκα ιστορικής σημασίας δίκες: η Δίκη των Ιατρών, η Δίκη της IG Farben, η Δίκη του Πόολ, η Δίκη του Μιλχ, η Δίκη του Φλίκ, η Δίκη του Κρουπ, η Δίκη των Einsatzgruppen, η Δίκη του Λιστ, η Δίκη των Δικαστικών, η Δίκη της RuSHA, η Δίκη των Διπλωματών και η Δίκη του Μπέλζεν.
Η δίκη του Τόκιο
Πολλοί ιστορικοί κάνουν λόγο για την «ιαπωνική δίκη της Νυρεμβέργης». Το Διεθνές Στρατοδικείο για την Άπω Ανατολή συνήλθε στο Τόκιο στις 3 Μαΐου του 1946 για να δικάσει τους Ιάπωνες εγκληματίες πολέμου. Στο εδώλιο κάθισαν 28 ανώτατοι Ιάπωνες αξιωματούχοι. Ανάμεσά τους, τέσσερις πρωθυπουργοί, τρεις υπουργοί Εξωτερικών, ένας σύμβουλος του αυτοκράτορα, δύο πρέσβεις, ένας υπουργός Στρατιωτικών και δώδεκα ανώτεροι αξιωματικοί. Οι συλληφθέντες ήταν περισσότεροι, όμως, πολλοί προτίμησαν να κάνουν χαρακίρι από το να δικαστούν. Οι κατηγορίες αφορούσαν στην εισβολή στην Κίνα και στην επίθεση στο Περλ Χάρμπορ χωρίς επίσημη κήρυξη πολέμου. Παράλληλα, απαγγέλθηκαν κατηγορίες για βασανισμούς και εκτελέσεις αιχμαλώτων, για τις σφαγές της Νανκίν και της Μανίλα, για ομαδικές εκτελέσεις, καθώς επίσης και για βιασμούς και διάφορες άλλες εγκληματικές πράξεις εν καιρώ πολέμου. Η δίκη διήρκεσε δυόμιση χρόνια και τελικά, οι έξι από τους 25 κατηγορούμενους σε θάνατο δια απαγχονισμού και οι υπόλοιποι σε ισόβια κάθειρξη.
Η δίκη του NSU
Αφήνοντας πίσω την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, φτάνουμε στο πρόσφατο 2018 και την «δίκη του αιώνα», όπως χαρακτηρίστηκε η δίκη του ναζιστικού δικτύου NSU. Η δίκη διήρκεσε πέντε χρόνια και το Εφετείο του Μονάχου έκρινε καταδίκασε σε ισόβια την επικεφαλής της οργάνωσης Μπεάτε Τσέπε για μία σειρά δολοφονιών και βομβιστικών επιθέσεων σε όλη τη Γερμανία την περίοδο 2000-2007. Μικρότερες ποινές φυλάκισης επιβλήθηκαν στους τέσσερις συγκατηγορούμενούς της. Η NSU ιδρύθηκε το 1999 και μέχρι το 2007 δολοφόνησε 10 ανθρώπους – όλοι μετανάστες στην Γερμανία. Μεταξύ των θυμάτων ήταν και ο ελληνικής καταγωγής Θεόδωρος Βουλγαρίδης,τον οποίο η NSU εκτέλεσε εν ψυχρώ το 2005. Την ίδια περίοδο, η NSU πραγματοποίησε δεκάδες ληστείες και εκρήξεις. Τα μέλη της αποδείχθηκε πως είχαν διασυνδέσεις και σε άλλους χώρους και πως η διείσδυση της είχε φτάσει και στις κρατικές μυστικές υπηρεσίες. Αξίζει να σημειωθεί πως δύο ηγετικά στελέχη της οργάνωσης, ο Ούβε Μπόντλος και ο Ούβε Μπένχαρντ, με τους οποίους η Τσέπε φέρεται να διατηρούσε σχέση, αυτοκτόνησαν το 2011 για να αποφύγουν τη σύλληψη. Στη συνέχεια, η Τσέπε έβαλε φωτιά στο σπίτι και δεν ομολόγησε ποτέ τι στοιχεία προσπάθησε να αποκρύψει καίγοντας τα πάντα.
https://www.youtube.com/watch?v=58GgAjmltuI&feature=emb_title
Η δίκη του Μπρέιβικ
Η περίπτωση του Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ είναι η ζωντανή απόδειξη πως δεν αρκεί η φυλάκιση μίας ναζιστικής οργάνωσης για την εξάλειψη του ναζισμού και των εγκλημάτων που απορρέουν από αυτόν. Ο Μπρέιβικ μελέτησε το ναζιστικό ιδεολόγημα και λειτούργησε ως «μοναχικός λύκος». Δήλωνε για χρόνια στον κύκλο του πως είναι ένας νεοναζί με ιδιαίτερο μίσος για τους μουσουλμάνους, ώσπου τον Ιούλιο του 2011 πυροδότησε μία βόμβα στο Όσλο σκοτώνοντας οκτώ ανθρώπους και στη συνέχεια πυροβόλησε και σκότωσε 69 ανθρώπους στην κατασκήνωση της νεολαίας του τότε κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος.
Κάθε φορά που έμπαινε στην αίθουσα του δικαστηρίου, ο Μπρέιβικ χαιρετούσε ναζιστικά και δεν δήλωσε ποτέ μεταμέλεια για τα εγκλήματά του. Καταδικάστηκε στην μέγιστη ποινή που υφίσταται στην Νορβηγία, δηλαδή σε ποινή φυλάκισης 21 ετών, υπό μορφή προληπτικής κράτησης που απαιτεί τουλάχιστον 10 χρόνια φυλάκιση και τη δυνατότητα μιας ή περισσότερων παρατάσεων για όσο διάστημα θεωρείται ότι αποτελεί κίνδυνο για την κοινωνία. Το ναζιστικό μανιφέστο που είχε γράψει ήδη πριν την φονική επίθεση αποτέλεσε έμπνευση για τον εκτελεστή της τρομοκρατικής επίθεσης κατά μουσουλμάνων στο Κράιστσερτς της Νέας Ζηλανδίας το 2019.