Η οικονομική κρίση που προκαλεί ο κορωνοϊός, οι προκλήσεις της μεταβιομηχανικής εποχής, της κλιματικής κρίσης και της μαζικής μετανάστευσης, η αναδιάταξη δυνάμεων διεθνώς, απαιτούν ισχυρή απάντηση από την Ε.Ε. Καλείται και να αντιμετωπίσει τα σημερινά προβλήματα και να χαράξει πολιτική που θα προετοιμάσει τους λαούς της για το μέλλον. Η προχθεσινή Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μπορεί να μην κατέληξε σε συμφωνία για το σχέδιο της Επιτροπής, αλλά φαίνεται ότι οι ηγέτες των χωρών-μελών κατανοούν το μέγεθος της πρόκλησης, ώστε να υπάρξει λύση όταν συναντηθούν στις Βρυξέλλες σε λίγες εβδομάδες.
Η συζήτηση της Παρασκευής επικεντρώθηκε σε διαφωνίες για το μέγεθος του συνολικού προγράμματος (η Επιτροπή προτείνει πακέτο συνολικής αξίας 1,85 τρισ. ευρώ), για την αναλογία επιχορηγήσεων/δανείων, τους ίδιους νέους πόρους και επιστροφές. «Είναι απολύτως θεμιτό να συζητηθούν όλα αυτά τα ζητήματα και εξήγησα στους ηγέτες τη συλλογιστική της Επιτροπής όσον αφορά κάθε ένα εξ αυτών των ζητημάτων», είπε η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Οι ηγέτες συμφώνησαν ομόφωνα ότι η σοβαρότητα της κρίσης δικαιολογεί μια φιλόδοξη κοινή αντίδραση. Μια αντίδραση που συνδυάζει την αλληλεγγύη, τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις. Χάρηκα επίσης που άκουσα ότι πολλοί ηγέτες τόνισαν ότι πρέπει να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να καταλήξουμε σύντομα σε συμφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πριν από τις θερινές διακοπές. Υπάρχει πραγματική κατανόηση ότι η αποτελεσματικότητα της αντίδρασης εξαρτάται και απ’ αυτό», είπε η Φον ντερ Λάιεν. «Είμαι σίγουρη ότι στα σημεία αυτά μπορούμε να επιτύχουμε συναίνεση, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα παραβλέψουμε τη μεγάλη εικόνα».
Αυτή η «μεγάλη» ή «συνολική» εικόνα είναι το ζητούμενο. Επειδή η συζήτηση δεν αφορά μόνο χρήματα, την πράσινη ανάπτυξη και το πέρασμα στην ψηφιακή εποχή. Στην ουσία, όλοι γνωρίζουν ότι οι σημερινές αποφάσεις δεν μπορούν να στοχεύουν μόνο στη διατήρηση της Ενωσης όπως ήταν τα προηγούμενα χρόνια – είναι αδύνατη η επιστροφή σε ανύπαρκτο σημείο. Απαιτείται πέρασμα στη νέα εποχή της Ενωσης, στην ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των χωρών-μελών, σε μια νέα Συνθήκη. Στο βιβλίο «Προβιομηχανικές Κοινωνίες» (1989, 2013), η ιστορικός Πατρίσια Κρόουν (Patricia Crone) παρατηρεί: «Οι ανθρώπινες κοινωνίες επιζητούν τη σταθερότητα· όλες ελπίζουν να βρουν την καταλληλότερη κοινωνική και πολιτική οργάνωση για το συγκεκριμένο πολιτιστικό και φυσικό περιβάλλον τους, δηλαδή αυτή που θα μειώσει τις εντάσεις και θα αυξήσει τη βιωσιμότητά τους στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό». Εποχές μεγάλης ρευστότητας, όπως η δική μας, απαιτούν τη διαμόρφωση νέου πλαισίου, νέα σχέση μεταξύ πολίτη και πολιτείας, μεταξύ χώρας-μέλους και Ενωσης. Δεν αντιμετωπίζουμε μόνο τις ιδιαίτερες σημερινές προκλήσεις, αλλά και τους αιώνιους, δίδυμους φόβους της κοινωνικής ταραχής και της ασυδοσίας μεγαλύτερων δυνάμεων.
Οσο δύσκολο είναι για τον καθένα μας και για κάθε λαό να σκεφθεί ότι η δική του πολιτισμική ιδιαιτερότητα κινδυνεύει από τη «συγχώνευση», τόσο δύσκολο είναι για ηγέτες και λαούς να παραχωρήσουν τον πλούτο τους για το συλλογικό καλό. Η δυσκολία κάποιων χωρών-μελών της Ε.Ε. (Ολλανδία, Δανία, Σουηδία και Αυστρία), οι οποίες πιστεύουν ότι οι προτάσεις της Επιτροπής είναι εις βάρος τους, δείχνει πόσο ισχυρός είναι ο θεσμός των εθνικών κρατών που διαδέχθηκε τις αυτοκρατορίες. Παρόλο που αυτή η νοοτροπία είναι πλέον άκαιρη, δεν είναι καθόλου εύκολο για ηγεσίες να στηρίξουν την περαιτέρω ενοποίηση της Ευρώπης όταν η δημόσια συζήτηση στη χώρα τους κυριαρχείται από το «εμείς» και «οι άλλοι». Αυτό το κατάλαβε έγκαιρα η καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ. Ο φόβος της αστάθειας αφυπνίζει και τους πιο «δύσκολους». «Στο τέλος, θα πρέπει να επιδιώξουμε συμβιβασμό», είπε την Τετάρτη ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε. «Η Ε.Ε., ως σημαντικός στυλοβάτης της ασφάλειας και της σταθερότητας στον κόσμο, δεν πρέπει να βγει αποδυναμωμένη απ’ αυτό». Για τον ίδιο λόγο εντείνονται οι εκκλήσεις υπέρ μιας διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης. Μέσα στην καταιγίδα διαμορφώνεται η νέα Ευρώπη.