Το νέο αεροδρόμιο στην πρωτεύουσα της Αγκόλα, Λουάντα, προοριζόταν να αναδειχθεί σε φωτεινό σύμβολο της αναγέννησης της πρώην πορτογαλικής αποικίας, που θα «διέγραφε» τις μνήμες από τον τριακονταετή εμφύλιο πόλεμο που έληξε το 2002.
Δεκαέξι χρόνια αφότου ξεκίνησε η κατασκευή του, το αεροδρόμιο –που το μεγαλύτερο τμήμα του ολοκληρώθηκε το 2012– παραμένει ανεκμετάλλευτο. Η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του συνεχώς αναβάλλεται – τώρα αναμένεται να λειτουργήσει κάποια στιγμή το 2022 ή το 2023. Ωστόσο, αυτό που δεν μπορεί να αναβληθεί είναι τα δισεκατομμύρια δολάρια σε δάνεια που χρειάστηκαν για τη χρηματοδότηση της κατασκευής. Ενώ η κυβέρνηση δεν έχει αποκαλύψει τα στοιχεία σχετικά με τη χρηματοδότηση, τα τοπικά μέσα ενημέρωσης εκτιμούν ότι η Αγκόλα χρωστά σε Κινέζους πιστωτές από 3 έως 9 δισ. δολάρια για το, ημιτελές ακόμη, αεροδρόμιο.
Το αεροδρόμιο είναι μόνο ένα από τα εκατοντάδες μεγάλα έργα που έχουν φορτώσει με χρέη τις αφρικανικές οικονομίες κατά την τελευταία δεκαετία. Μόνο η Αγκόλα έχει κατασκευάσει την Κιλάμπα, μια πόλη έξω από την πρωτεύουσα που φιλοξενεί 80.000 άτομα, δύο ακόμη αεροδρόμια, μια υπερσύγχρονη βιβλιοθήκη που εγκαταλείφθηκε στα μισά της κατασκευής της και τέσσερα γήπεδα ποδοσφαίρου που φιλοξενούν έως και 50.000 θεατές. Σε ολόκληρη την ήπειρο, οι κυβερνήσεις έχουν δαπανήσει τουλάχιστον 77 δισ. δολ. ετησίως από το 2013, κατασκευάζοντας τα πάντα, από γέφυρες και νοσοκομεία έως πολυτελείς προεδρικές βίλες και μεγάλα μνημεία προς τιμήν των εθνικών ηρώων.
Οι δανειακές υποχρεώσεις ήταν οριακά διαχειρίσιμες όταν οι χώρες αναπτύσσονταν έως και 10% ετησίως. Όμως, με την πανδημία του κορονοϊού το χρέος απειλεί να ισοπεδώσει τη μεγάλη πρόοδο που σημείωσαν οι αφρικανικές χώρες στην ενίσχυση των οικονομιών τους και την καταπολέμηση της φτώχειας. Μετά από 25 χρόνια αδιάλειπτης ανάπτυξης, η οικονομία της Αφρικής φέτος θα συρρικνωθεί κατά 2,8%, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα.
Ο κορονοϊός προκάλεσε «το μεγαλύτερο σοκ που έχει βιώσει η παγκόσμια οικονομία τον τελευταίο αιώνα», εκτιμά ο Charles Calomiris, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Columbia. «Φοβάμαι πάρα πολύ», λέει. «Οι κίνδυνοι από αυτήν την παρατεταμένη και σοβαρή κρίση σε συνδυασμό με το τεράστιο χρέος θα είναι άνευ προηγουμένου».
Τα δεινά της Αφρικής εξελίσσονται σε παγκόσμιο πρόβλημα, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων προέρχεται αφενός από την Κίνα, η οποία επιδιώκει να ενισχύσει την επιρροή της στην περιοχή, αφετέρου από παγκόσμιους επενδυτές που «διψούν» για κέρδη σε έναν κόσμο γεμάτο με αρνητικές αποδόσεις. Οι αφρικανικές κυβερνήσεις έχουν πουλήσει ομόλογα αξίας σχεδόν 60 δισ. δολ. σε ιδιώτες επενδυτές τα τελευταία δύο χρόνια.
Ένα κύμα αθέτησης πληρωμών θα απειλούσε το κλίμα ευημερίας που καλλιεργήθηκε τα τελευταία χρόνια. Οι αναπτυσσόμενες οικονομίες έχουν μειώσει τη φτώχεια στα χαμηλότερα επίπεδα από τη δεκαετία του 1990 και δημιούργησαν μια νέα μεσαία τάξη. Ωστόσο, ο ΟΗΕ προβλέπει ότι ο κορονοϊός θα μπορούσε να προσθέσει επιπλέον 29 εκατ. ανθρώπους στους περισσότερους από 400 εκατ. Αφρικανούς που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.
Ορισμένοι επενδυτές λένε ότι οι φόβοι μιας «βόμβας» χρέους είναι υπερβολικοί και στοιχηματίζουν ότι η οικονομική επίπτωση της πανδημίας στην Αφρική θα είναι σχετικά ήπια. Αλλά πολλοί ακαδημαϊκοί έχουν αρχίσει να συγκρίνουν την επικείμενη κρίση χρέους στην Αφρική με τις χρεοκοπίες στη Λατινική Αμερική τη δεκαετία του 1980, που οδήγησαν σε χρόνια οικονομικής αναταραχής.
Η Carmen Reinhart, επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, προβλέπει ότι οποιαδήποτε ανάκαμψη θα είναι αργή και γεμάτη εντάσεις. Οι περισσότερες οφειλέτριες χώρες απαιτούν πολλαπλές αναδιαρθρώσεις για τη σταθεροποίηση των οικονομιών τους και οι διαπραγματεύσεις με ιδιώτες πιστωτές συνήθως διαρκούν τέσσερα ή και περισσότερα χρόνια.
Ζητούν «πάγωμα»
Το μερίδιο των εσόδων της αφρικανικής κυβέρνησης που προορίζεται για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους έχει σχεδόν τριπλασιαστεί, καθώς έχει διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 13% τα τελευταία 10 χρόνια. Πρόκειται για ένα ποσοστό μεγαλύτερο από αυτό που δαπανούν οι κυβερνήσεις εκεί για υγειονομική περίθαλψη και το κόστος εξόφλησης δανείων αναμένεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο, καθώς οι οικονομίες συρρικνώνονται και τα τοπικά νομίσματα αποδυναμώνονται. Αυτό, με τη σειρά του, απειλεί τους λιγοστούς πόρους που προορίζονται για τα έργα υποδομής που θα υποστήριζαν την ανάκαμψη.
Για να αποτρέψουν την οικονομική κατάρρευση, 25 Αφρικανοί υπουργοί Οικονομικών ζήτησαν την αναστολή πληρωμών του χρέους ύψους 44 δισ. δολ. για φέτος, προκειμένου να επικεντρωθούν στην καταπολέμηση του ιού. Σε απάντηση, η G-20 πρότεινε μια οκτάμηνη αναστολή πληρωμών – συνολικού ύψους περίπου 11 δισ. δολαρίων.
Οι κυβερνήσεις της G-20 κάλεσαν τους πιστωτές να συμμετάσχουν στο μορατόριουμ, αλλά αυτό μπορεί να αποδειχτεί δύσκολο. Η Παγκόσμια Τράπεζα και άλλες αναπτυξιακές τράπεζες, που κατέχουν περίπου το ένα τρίτο του εξωτερικού δημόσιου χρέους της Υποσαχάριας Αφρικής, αναφέρουν ότι μια αναστολή πληρωμών απειλεί την ίδια τους την πιστωτική ικανότητα. Ο οίκος Fitch ανακοίνωσε ότι ένα «πάγωμα» της αποπληρωμής θα μπορούσε να προκαλέσει την υποβάθμιση του αξιόχρεου των τραπεζών. Αλλά και οι ιδιώτες πιστωτές εμφανίστηκαν επίσης απρόθυμοι να συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε αναστολή.
Κινεζικό «αγκάθι»
Μια ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση μπορεί να είναι η επαναδιαπραγμάτευση των πληρωμών με τον μεγαλύτερο πιστωτή της Αφρικής: την Κίνα. Τα τελευταία χρόνια, ο δανεισμός από την Κίνα έχει αυξηθεί τόσο που ξεπερνά σε όγκο τα δάνεια του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Λέσχης των Παρισίων (μια ομάδα 22 χωρών που δανείζουν σε αναπτυσσόμενες χώρες). Η Αφρική έχει δανειστεί έως και 150 δισ. δολ. –σχεδόν το 20% του εξωτερικού της χρέους– από την Κίνα.
Η Κίνα λέει ότι, ως μέλος της G-20, θα κάνει ό,τι μπορεί για να ανακουφίσει την Αφρική, αλλά δεν έχει ανακοινώσει λεπτομέρειες για το πώς θα κάνει κάτι τέτοιο και οι όροι πολλών δανείων της είναι ασαφείς. Στο παρελθόν, η Κίνα προσέφερε ανακούφιση, αλλά σε αντάλλαγμα ζήτησε τον έλεγχο πολύτιμων κρατικών περιουσιακών στοιχείων, όπως λιμάνια ή ορυχεία. «Οι όροι αυτών των δανείων είναι τρομερά ασαφείς και θα χρειαστεί πολύς χρόνος για την αναδιάρθρωση του χρέους», λέει ο William Jackson, επικεφαλής οικονομολόγος αναδυόμενων αγορών στην Capital Economics. «Οι αφρικανικές χώρες έχουν μικρή διαπραγματευτική δύναμη. Η Κίνα βρίσκεται σε θέση ισχύος».