Διαβόητη διεθνώς για τη συχνά εκβιαστική «πολεμική» με την οποία προσεγγίζει τον έξω κόσμο, η τουρκική ηγεσία δεν περιορίζεται ωστόσο μόνο στη σκληρή ισχύ που όλοι έχουμε γνωρίσει από το Αιγαίο (παραβιάσεις ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου, γκρίζες ζώνες, εκβιασμοί μέσω προσφυγικών ροών) και την Κύπρο (εισβολή/κατοχή, εποικισμός, παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις) έως τη Συρία (διαδοχικές στρατιωτικές εισβολές, «ζώνη ασφαλείας»).
Παράλληλα με όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, με τις υπερπτήσεις των τουρκικών μαχητικών, τις παραβιάσεις, τις αμφισβητήσεις, τις άκρως επιθετικές δηλώσεις και τους εκβιασμούς, η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επενδύει και στην ήπια ισχύ (soft power), ποντάροντας σε «όπλα» όπως είναι εκείνα της επικοινωνίας και της πληροφόρησης (media), της κοινωνίας των πολιτών (ΜΚΟ), της ακαδημαϊκής παραγωγής ιδεών (πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, δεξαμενές σκέψεις), της εκπαίδευσης («τουρκικά» σχολεία), του πολιτισμού (τουρκικά σίριαλ στην τηλεόραση) και της ισλαμικής θρησκείας.
Ο Ερντογάν ποντάρει σε «όπλα» ήπιας ισχύος όπως η πληροφόρηση, η εκπαίδευση, η κοινωνία των πολιτών και τα τουρκικά σίριαλ
Τουρκική διασπορά και «συναφείς κοινότητες»
Η Άγκυρα «επενδύει» στην τουρκική διασπορά εστιάζοντας τις προσπάθειές της κυρίως στους τουρκικής καταγωγής νέους του εξωτερικού, μια διασπορά την οποία και εργαλειοποιεί ως «πολλαπλασιαστή ισχύος» διεκδικώντας μέσω αυτής μεγαλύτερη επιρροή εκτός των συνόρων. Αρχής γενομένης από το 2010, το καθεστώς Ερντογάν έχει μάλιστα προχωρήσει και στη σύσταση ενός ειδικού κυβερνητικού φορέα που σήμερα υπάγεται στο τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού. Ο λόγος για την επονομαζόμενη YTB ή αλλιώς «Υπηρεσία Απόδημων Τούρκων και Συγγενικών Κοινοτήτων» («Presidency for Turks and Related Communities»).
Η διατήρηση της τουρκικής πολιτιστικής κληρονομιάς, η εκμάθηση της τουρκικής γλώσσας, και η «ορθή» πρόσληψη των διδαχών του σουνιτικού ισλάμ είναι μόνο κάποιοι από τους στόχους που προωθεί η YTB στο εξωτερικό. Πως;
- Μοιράζοντας υποτροφίες ώστε νέοι από άλλες χώρες να έρθουν και να σπουδάσουν σε τουρκικά πανεπιστήμια.
- Προσφέροντας προγράμματα απασχόλησης/μαθητείας (internship) προκειμένου νέοι από το εξωτερικό να έρθουν και να εργαστούν σε τουρκικές εταιρείες/υπηρεσίες ή τουρκικά ιδρύματα.
- Στήνοντας κατασκηνώσεις αλλά και διοργανώνοντας δωρεάν «επιμορφωτικές» εκδρομές «αναψυχής» στην Τουρκία.
Τον τουρκικό «πολιτισμό» προωθεί στο εξωτερικό, από το 2007 οπότε ιδρύθηκε, και το «Ινστιτούτο Γιουνούς Εμρέ» («Yunus Emre Enstitüsü»), το οποίο εμφανίζεται, σύμφωνα με την ιστοσελίδα του, να διατηρεί σήμερα περισσότερα από 70 πολιτιστικά κέντρα σε περισσότερες από 60 χώρες του εξωτερικού.
Αρχής γενομένης από το 2016, σημαντικό ρόλο στην προώθηση της «τουρκικής παιδείας» στο εξωτερικό διαδραματίζει όμως και το «Turkey Maarif Foundation» ή TMF, ένας φορέας υπό την αιγίδα του οποίου έχουν πια υπαχθεί πολλά από εκείνα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού τα οποία τελούσαν άλλοτε, έως και το πραξικόπημα του 2016, υπό τον έλεγχο του δικτύου του φερόμενου ως «πραξικοπηματία» Φετουλάχ Γκιουλέν.
33.000 μαθητές σε 33 χώρες
Ο οργανισμός «Turkey Maarif Foundation» συστάθηκε το 2016 ως μη-κερδοσκοπικό ίδρυμα υπό το υπουργείο Παιδείας της Τουρκίας. Υπό την αιγίδα του, εμφανίζονται σήμερα να λειτουργούν από παιδικοί σταθμοί έως και πανεπιστήμια (όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης) σε συνολικά 33 χώρες κυρίως της Αφρικής και των Βαλκανίων. Ο λόγος για να εκπαιδευτικό δίκτυο υπό τη σκέπη του οποίου εντάσσονται συνολικά 33.000 μαθητές και φοιτητές πολλοί εκ των οποίων… δεν είναι καν τουρκικής καταγωγής.
Διότι η Άγκυρα δεν περιορίζει τις βλέψεις της μόνο στους τουρκικής καταγωγής πολίτες του εξωτερικού. Αντιθέτως, επιχειρεί να εντάξει υπό νέο-οθωμανική ομπρέλα, ως «προστάτιδα δύναμη», όχι μόνο τους Τούρκους όπου γης αλλά συνολικά όλους τους… σουνίτες μουσουλμάνους, ειδικά στις περιοχές που αποτελούσαν άλλοτε εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπως είναι για παράδειγμα τα Βαλκάνια. Σημειώνεται, άλλωστε, ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία στο απόγειό της εκτεινόταν από τα Βαλκάνια και τη βόρεια Αφρική έως τον Εύξεινο Πόντο και την Ερυθρά Θάλασσα.
Ενδεικτικός ως προς αυτό είναι και ο τίτλος της αρμόδιας τουρκικής κυβερνητικής υπηρεσίας YTB που εμφανίζεται να μεριμνά όχι μόνο για τους «απόδημους Τούρκους» («Turks Abroad») αλλά και για τις «συγγενικές κοινότητες» («related communities»), αναγνωρίζοντας ως στοιχείο «συγγένειας» τη μουσουλμανική θρησκεία απέναντι στους αλλόθρησκους της Δύσης αλλά και της Ασίας (βλέπε Κίνα).
Απολύτως ενδεικτική των τουρκικών διαθέσεων ήταν η κίνηση της Ένωσης UID που κάνει λόμπινγκ υπέρ των τουρκικών συμφερόντων στην Ευρώπη ήδη από το 2004 να μετονομαστεί το 2018 από «Union of European Turkish Democrats» (UETD) σε «Union of International Democrats» (UID). Όπως έχει παραδεχθεί άλλωστε και ο ίδιος ο πρόεδρος της UID, Μπουλέντ Μπίλγκι, η αναβάπτιση της οργάνωσης έγινε προκειμένου εκείνη να εμφανιστεί περισσότερο «οικεία» και στα μάτια άλλων πέραν της τουρκικής διασποράς, πράγμα το οποίο αναφέρεται άλλωστε ρητά και στην ιστοσελίδα του αγγλικού παραρτήματος της UID. «Εμείς ως UID υποστηρίζουμε την κίνηση της Τουρκίας», διακήρυττε τον περασμένο Οκτώβριο, με ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα η εν λόγω Ένωση, παίρνοντας θέση υπέρ της τουρκικής στρατιωτικής εισβολής στη Συρία.
Δεκάδες τεμένη στις ΗΠΑ
Με εφαλτήριο της ισλαμική θρησκεία, η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ρίχνει, παράλληλα, δίχτυα και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, σε μια προσπάθεια προφανώς να απορροφήσει το όποιο μέγεθος δυναμικής έχει πια απομείνει στα χέρια του αυτοεξόριστου στην Πενσιλβάνια, Φετουλάχ Γκιουλέν.
Η διαβόητη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας (Diyanet) έχει πλέον αποκτήσει και αμερικανικό παράρτημα (Diyanet America) υπό την αιγίδα του οποίου λειτουργούν σήμερα στις ΗΠΑ τουλάχιστον 27 ισλαμικά τεμένη, όπως σημειώνεται στην ίδια της ιστοσελίδα της αμερικανικής Diyanet. Τον Απρίλιο του 2016, ο ίδιος ο Ερντογάν είχε μάλιστα μεταβεί στις ΗΠΑ για να παραστεί στα εγκαίνια ενός τέτοιου «ισλαμικού κέντρου» στο Μέριλαντ. Προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της τουρκικής επιρροής στην άλλη άκρη του Ατλαντικού εμφανίζεται να λειτουργεί, επίσης, και το Turkish–American Religious Foundation (TARF) που έχει ως έδρα του την Ουάσιγκτον.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες όμως έχουν την έδρα τους σειρά από «ενώσεις» που δραστηριοποιούνται για την ενδυνάμωση των αμερικανοτουρκικών δεσμών, όπως σημειώνεται σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο ethnos.gr την 1η Οκτωβρίου με τίτλο «Αυτοί είναι οι σημαντικότεροι φίλοι της Τουρκίας σήμερα στην Ουάσιγκτον». «Ενώσεις» όπως είναι οι:
- Turkey-U.S. Business Council (TAİK)
- American Turkish Council (ATC)
- Turken Foundation
- Turkish Coalition of America (TCA)
- Assembly of Turkish American Associations (ATAA)
Μεταξύ αυτών, το ίδρυμα Turken παρουσιάζει «ανησυχητικά» μεγάλο ενδιαφέρον όπως σημειώνεται στο ίδιο άρθρο:
- επειδή στο διοικητικό του συμβούλιο συμμετέχει και η κόρη του Τούρκου προέδρου (και σύζυγος του Μπεράτ Αλμπαϊράκ), Εσρά
- επειδή αυτό έχει λάβει σχεδόν… 55 εκατομμύρια δολάρια μόνο σε δωρεές από το 2014 οπότε ιδρύθηκε
- και επειδή αυτό εμφανίζεται να οργανώνει κάθε χρόνο ταξίδια στην Τουρκία για εκατοντάδες μουσουλμάνους φοιτητές από τις ΗΠΑ… με όλα τα έξοδα πληρωμένα, ταξίδια τα οποία πολλοί αποκηρύσσουν ως εργαλεία κατήχησης ή προσηλυτισμού
Η Τουρκία ως «προστάτιδα» όλων των μουσουλμάνων
Για να μπορέσει, όμως, να παρουσιαστεί ως «προστάτιδα» των απανταχού μουσουλμάνων, η Άγκυρα επενδύει και στην «απειλή» της «ισλαμοφοβίας» την οποία επιμένει να υπερτονίζει. Κι αυτό σε μια λογική τύπου: «εάν οι δυτικοί σας μισούν επειδή είστε μουσουλμάνοι, η Τουρκία είναι εκείνη που θα σας υπερασπιστεί».
Σε ακριβώς αυτό το πλαίσιο, μη-Τούρκοι μουσουλμάνοι «ενθαρρύνονται να καλούν στα τηλεφωνικά κέντρα των τουρκικών προξενείων» και να καταγγέλλουν εκεί τις όποιες σε βάρος τους λεκτικές ή φυσικές επιθέσεις ή πρακτικές διακρίσεων, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά σε άρθρο (υπό τον τίτλο: «A Muslim Counter-Hegemony?: Turkey’s Soft Power Strategies and Islamophobia») που έχει δημοσιευτεί στον ιστοχώρο Jadaliyya.com.
Η Άγκυρα ρίχνει, όμως, γέφυρες επικοινωνίας και προς διανοούμενους σε άλλες χώρες του μουσουλμανικού κόσμου, στην προσπάθεια να χτίσει ένα δικό της δίκτυο επιφανών υποστηρικτών. Κεντρικό ρόλο σε αυτόν τον τομέα εμφανίζεται να διαδραματίζει, από το 2006 οπότε ιδρύθηκε ως δεξαμενή σκέψης με έδρα την Άγκυρα, το Ίδρυμα Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών SETA (Siyaset, Ekonomi ve Toplum Araştırmaları Vakfı, SETA). Ο λόγος για ένα ίδρυμα το οποίο έχει σήμερα γραφεία σε Άγκυρα, Κωνσταντινούπολη, Ουάσιγκτον, Κάιρο και Βερολίνο, ενώ από το 2015 δημοσιεύει και μια ετήσια έκθεση πάνω στην ισλαμοφοβία (European Islamophobia Report) λαμβάνοντας μάλιστα σχετική χρηματοδότηση και από την Ευρωπαϊκή Ένωση όπως σημειώνεται στην ίδια την ιστοσελίδα της ετήσιας έκθεσης («The report is the result of a cooperative work between the SETA foundation, Leopold Weiss Institute, and the European Union that funded the whole project»).
Υπό την αιγίδα του ιδρύματος SETA έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία χρόνια και σειρά από βιβλία: για τους «κακούς» Κούρδους του PKK («When Strategy Collapses: The Pkk’s Urban Terrorist Campaign»), για την άνοδο της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας («The Rise of the Turkish Defense Industry»), για τα «καλά» του προεδρικού συστήματος που κόμισε ο Ερντογάν («Turkey’s Presidential System Model and Practices») κ.ά.
Προς την ίδια κατεύθυνση, της διαμόρφωσης ενός δικτύου ακαδημαϊκών που θα υποστηρίζουν τις θέσεις της Τουρκίας, λειτουργούν σύμφωνα με όσα αναφέρονται για την «ήπια ισχύ» της Τουρκίας στον ιστοχώρο Jadaliyya.com, και ιδιωτικά τουρκικά πανεπιστήμια που έχουν ιδρυθεί τα τελευταία χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, πανεπιστήμια όπως είναι τα «Ibn Haldun» και «Zaim».
Υπό την αιγίδα του Zaim έχει μάλιστα δημιουργηθεί και ένα κέντρο ερευνών με την ονομασία «Center for Islam and Global Affairs» (CIGA) που έχει διοργανώσει πλήθος εκδηλώσεων με τη συμμετοχή ακαδημαϊκών από το εξωτερικό τα τελευταία χρόνια, υπερτονίζοντας κυρίως την απειλή της ισλαμοφοβίας.
Μοχάμεντ Άλι και Μάλκολμ Χ ως «φίλοι της Τουρκίας»
Στο ίδιο πλαίσιο, η Άγκυρα επιχειρεί να οικειοποιηθεί και επιφανείς προσωπικότητες του δυτικού κόσμου, είτε ως «δικές της» είτε ως φιλικά προσκείμενες στην Τουρκία. Ακριβώς αυτό επιχείρησε να κάνει ο Ερντογάν τον Ιούνιο του 2016, όταν δοκίμασε (χωρίς όμως τελικά να καταφέρει) να δώσει τη δική του παράσταση, ωσάν ηγέτης των απανταχού μουσουλμάνων, με φόντο την κηδεία του (μουσουλμάνου) Μοχάμεντ Άλι στο Κεντάκι των ΗΠΑ. Και όταν οι διοργανωτές δεν του επέτρεψαν να κάνει ακριβώς όσα επιθυμούσε (να εκφωνήσει δηλαδή ομιλία και να αποθέσει πάνω στο φέρετρο ένα κομμάτι μαύρου υφάσματος με ιερούς στίχους από τη Μέκκα), τότε εκείνος αποχώρησε ενοχλημένος.
Να οικειοποιηθεί ως «δικό του» ένα μέρος της σύγχρονης αμερικανικής ιστορίας, θα επιχειρούσε, όμως, να κάνει ο Ερντογάν και το φθινόπωρο του 2018 όταν συναντήθηκε με δύο από τις κόρες του Αμερικανού μουσουλμάνου ακτιβιστή των πολιτικών δικαιωμάτων Malcolm X στη Νέα Υόρκη. Η μία μάλιστα εξ αυτών, η Ιλιάσα Σαμπάζ, είχε τότε παραχωρήσει και συνέντευξη στο τουρκικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Anadolu χαιρετίζοντας ως «υποδειγματικό» τον ρόλο που διαδραματίζει η Τουρκία υπέρ των καταπιεσμένων, ενώ είχε μιλήσει και σε συνέδριο που διοργάνωσε το τουρκικό ειδησεογραφικό δίκτυο TRT World. Περίπου τρεις μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2018, η τουρκική ηγεσία θα μετονόμαζε σε… Λεωφόρο Malcolm X τον δρόμο στον οποίο βρίσκεται η αμερικανική πρεσβεία στη Άγκυρα. Και τον Ιανουάριο του 2019, τουρκικά ιδρύματα (Turken, Ensar, TURGEV) θα προχωρούσαν στο να αγοράσουν, έναντι 2,5 εκατομμυρίων δολαρίων, την πρώην φάρμα του Μοχάμεντ Άλι στο Μίσιγκαν με σκοπό να τη μετατρέψουν σε «καλοκαιρινό σχολείο για μουσουλμάνους νέους».
Τηλεοπτικές σειρές… ξαναγράφουν την ιστορία
Την τουρκική ανάγνωση της ιστορίας (μια ανάγνωση που εμφανίζει την Ελλάδα να «εξολοθρεύει συστηματικά Τούρκους και Μουσουλμάνους» και να «υιοθετεί απάνθρωπες πρακτικές» απέναντι στη φερόμενη ως τουρκική μειονότητα, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή που εξέδωσε στις 7 Νοεμβρίου το τουρκικό ΥΠΕΞ) επιλέγει να προωθεί όμως η Άγκυρα και μέσα από τηλεοπτικές σειρές κάποιες από τις οποίες είναι μάλιστα διαθέσιμες και στο διεθνές κοινό μέσα από την πλατφόρμα του Netflix.
Ο λόγος για μια σειρά από δραματοποιημένα «ιστορικά» σίριαλ που παιανίζουν μέσα από ένα φίλτρο εξιδανίκευσης τους «θριάμβους» των Οθωμανών ενάντια σε μια Δύση πάντοτε δαιμονοποιημένη, διεκδικώντας μάλιστα και εχέγγυα ιστορικής αξιοπιστίας.
Στην εν λόγω κατηγορία ανήκουν κινηματογραφικές ταινίες όπως «Ο Οθωµανός Υπολοχαγός» του 2017 αλλά και τηλεοπτικές σειρές όπως είναι: το σίριαλ «Ο Τελευταίος Αυτοκράτορας» («Payitaht Abdülhamid») με πρωταγωνιστή τον αιµοσταγή πανισλαµιστή Αµπντούλ Χαµίτ, το σίριαλ «Μωάµεθ: ο Κατακτητής του Κόσµου» («Mehmed: Bir Cihan Fatihi») με πρωταγωνιστή τον Μωάμεθ τον Πορθητή, και η σειρά «Ανάσταση: Ερτογρούλ» («Diriliş: Ertuğrul») με κεντρικό χαρακτήρα τον «γενναίο Ερτογρούλ», πατέρα του πρώτου Οθωµανού σουλτάνου Οσµάν Α’, που κατατροπώνει τους σταυροφόρους (στην πρώτη σεζόν), τους Μογγόλους (στη δεύτερη) και τους Έλληνες (στην τρίτη).
«Εάν “Ο Σουλεϊµάν ο Μεγαλοπρεπής” αντιπροσώπευε προ ετών µια περίοδο φαινοµενικά ανέµελης αυτοπεποίθησης και σταθερότητας, σήµερα σειρές όπως οι “Ανάσταση: Ερτογρούλ” και “Μωάµεθ: ο Κατακτητής του Κόσµου” αποτυπώνουν µια περίοδο πολεµικών διεκδικήσεων και εντάσεων στις σχέσεις της Τουρκίας µε τον έξω κόσµο… Το πιο ανησυχητικό είναι δε ότι µέσα από τις εν λόγω κατ’ όνοµα ιστορικές σειρές το τουρκικό κατεστηµένο επιχειρεί ουσιαστικά να ξαναγράψει την Ιστορία, είτε σβήνοντας εγκλήµατα όπως είναι η Γενοκτονία των Αρµενίων… είτε εξιδανικεύοντας το οθωµανικό παρελθόν», σημείωνε ο γράφων σε παλαιότερο κείμενό του για την εφημερίδα ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (δημοσιευθέν στο φύλλο της 24-25 Μαρτίου του 2018 με τον τίτλο «Ερντογάν ο… πορθητής: Ξαναγράφει την ιστορία με μάχες στην TV»). Οι όποιες υποψίες ενισχύονται, µάλιστα, σηµαντικά, από τη συχνή παρουσία του ιδίου του Ερντογάν στα γυρίσµατα νεοοθωµανικών σίριαλ.
TRT World και TİKA
Η τουρκική προπαγάνδα, ωστόσο, δεν έχει παρουσία στη μικρή οθόνη μόνο μέσα από τις τουρκικές τηλεοπτικές σειρές μυθοπλασίας αλλά και μέσα από ΜΜΕ που «παίζουν» στο εξωτερικό απευθυνόμενα σε διεθνές κοινό, όπως είναι για παράδειγμα το αγγλόφωνο TRT World. Ιδρυθέν το 2015, το εν λόγω κανάλι διατηρεί σήμερα «βάσεις» σε Ουάσιγκτον, Λονδίνο και Σιγκαπούρη, εκπέμποντας ειδήσεις στην αγγλική γλώσσα ως άλλο… al Jazeera ή BBC, ειδήσεις «ειπωμένες» φυσικά μέσα από τη σκοπιά του τουρκικού κράτους στο οποίο άλλωστε το TRT World ανήκει.
Όσο για την περίφημη «Υπηρεσία Συνεργασίας και Συντονισμού της Τουρκίας», την γνωστή και ως TİKA, εκείνη εδώ και δεκαετίες προσφέρει αναπτυξιακή βοήθεια και εκπονεί έργα υποδομών αναπτυξιακού ενδιαφέροντος στον αναπτυσσόμενο κόσμο, από την Κασπία Θάλασσα (Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν κ.ά.) έως και τα Βαλκάνια. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της, η TİKA δραστηριοποιείται σήμερα σε περισσότερες από 150 χώρες, ενώ διατηρεί συνολικά 56 γραφεία στο εξωτερικό, από την Κολομβία και τις Φιλιππίνες έως τη Νότια Αφρική και την Ουκρανία.