Όταν ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία και αφήνει τους Κούρδους στο έλεος του Ερντογάν, ανακοίνωσε επίσης την ήττα «κατά 100% του Χαλιφάτου του ISIS». Αυτό όμως απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Το Ισλαμικό Κράτος δεν είχε έτσι κι αλλιώς ηττηθεί οριστικά και τώρα του δίνεται η δυνατότητα να επανέλθει δριμύτερο.
Διεθνείς αναλυτές υπογραμμίζουν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος με την απόφασή του δεν πρόδωσε μόνο τους Κούρδους, ούτε έκανε μόνο ένα «δώρο» στον Ερντογάν. Στην πραγματικότητα έκανε «δώρο» στους τζιχαντιστές, ακολουθώντας μια συνταγή που θα μπορούσε να είναι κατά παραγγελία του Χαλιφάτου και η οποία απειλεί να βυθίσει εκ νέου τη Συρία – και όχι μόνο – στο χάος.
Οι Κούρδοι σε Συρία και Ιράκ – υποστηριζόμενοι από τη Δύση – ήταν ο βασικός πυρήνας του πολέμου στο πεδίο της μάχης ενάντια στους τζιχαντιστές δίνοντας και τον μεγαλύτερο φόρο αίματος – 11.000 μαχητές και μαχήτριες. Οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις υπό την ηγεσία των Κούρδων κατάφεραν να σταματήσουν την επέλαση του Ισλαμικού Κράτους. Το λογικό θα ήταν αφού η Αμερική ενεπλάκη στον πόλεμο αυτό, όταν νικήθηκε το χαλιφάτο, να επικεντρωθεί τόσο στην ανοικοδόμηση των περιοχών που απελευθερώθηκαν, όσο και στη διατήρηση της ειρήνης σε αυτές. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, ωστόσο, αντί να βοηθήσει τους εταίρους της χώρας του να εξασφαλίσουν την τελική ήττα του ISIS, επέλεξε να τους εγκαταλείψει αποφασίζοντας την ολική απεμπλοκή και δίνοντας το «πράσινο φως» για την Τουρκική εισβολή.
Όμως ο κίνδυνος του ISIS δεν έχει εξαλειφθεί. Σύμφωνα με τους New York Times, το Ισλαμικό Κράτος εξακολουθεί να έχει 18.000 μαχητές σε Ιράκ και Συρία. Αυτοί δρουν οργανωμένοι σε κυψέλες και στήνουν ενέδρες, κάνουν απαγωγές και δολοφονίες και στις δυο χώρες. Παράλληλα ο ISIS συνεχίζει να στρατολογεί ενώ προσπαθεί να οργανώσει ξανά τόσο τις ένοπλες ομάδες του, όσο και τα οικονομικά του δίκτυα. Με αυτά τα δεδομένα η στήριξη των ΗΠΑ ήταν ιδιαίτερα σημαντική για την δύναμη των 60.000 μαχητών των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων στη βορειονατολική Συρία.
Τώρα η στήριξη αυτή παύει και οι Κούρδοι βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα τριπλό μέτωπο. Το Ισλαμικό Κράτος, την Τουρκία και το συριακό καθεστώς που επιθυμεί να ανακαταλάβει ολόκληρη την επικράτειά του. Η εισβολή της Τουρκίας στην βορειοανατολική Συρία, με την ευλογία ή την ανοχή του Τραμπ – που αντιμετωπίζει σφοδρότατες αντιδράσεις για την απόφασή του στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ακόμη και στους κόλπους του ίδιου του κόμματός του – απειλεί την ίδια την ύπαρξη των Κούρδων.
Ο Ερντογάν μπήκε στη Συρία με στόχο να απομακρύνει τους Κούρδους από τις περιοχές που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στα χέρια των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, κάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει βούτυρο στο ψωμί του ISIS. Τόσο διεθνείς αναλυτές, όσο και αξιωματούχοι των ΗΠΑ, εκφράζουν φόβους ότι η απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων και η εισβολή της Τουρκίας θα θέσουν τη μάχη ενάντια στους τζιχαντιστές σε σοβαρό κίνδυνο και θα αποσταθεροποιήσουν την περιοχή.
Ο βασικός λόγος είναι οι προτεραιότητες του Ερντογάν. Ενδιαφέρεται πολύ να πολεμήσει τους Κούρδους και ελάχιστα να περιορίσει τον ISIS. Εδώ, η απόφαση του Τραμπ να του παραδώσει τη φύλαξη των δεκάδων χιλιάδων φυλακισμένων του ISIS στη Συρία, που τώρα βρίσκονται στα χέρια των Κούρδων, ηχεί σαν φάλτσα νότα. Κατ’ αρχήν υπάρχουν φόβοι ότι λόγο της αποσταθεροποίησης στην περιοχή θα γίνουν επιθέσεις με στόχο την απελευθέρωση των κρατουμένων. Κατά δεύτερον, ο έλεγχος των κρατουμένων από την Τουρκία είναι μια πολύ αβέβαιη προοπτική αν αναλογιστεί κανείς ότι η χώρα έχει καταφέρει πολύ λίγα στην αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους εντός των δικών της συνόρων.
Εκτός των όσων ειπώθηκαν ο Ερντογάν έχει κι άλλα σχέδια. Έχει ανακοινώσει ότι στις περιοχές που θα καταλαμβάνει στη Συρία θα επανεγκαταστήσει τουλάχιστον ένα εκατομμύριο Σύρους πρόσφυγες που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στην Τουρκία. Ο Ερντογάν παρουσιάζει την κίνηση αυτή ως ανθρωπιστική προσπάθεια αλλά και ως μια προσπάθεια δημιουργίας μιας ασφαλούς ζώνης μεταξύ των συνόρων της Τουρκίας και των κουρδικών πόλεων. Ωστόσο, εκφράζονται φόβοι ότι ο στόχος του είναι να εκδιώξει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού κυρίως κουρδικής καταγωγής και να τον αντικαταστήσει με αραβικό πληθυσμό.
Ο Ράιν Γκιντζέρας και ο Νικ Ντανφορθ, αναλυτές σε θέματα Τουρκίας, σημειώνουν ότι μπορεί να αναβιώσουν σκοτεινές εποχές της ιστορίας κατά τις οποίες η Τουρκία εκδίωξε τους Κούρδους και άλλες μειονότητες από τις περιοχές τους.
«Το θέμα της ασφαλούς ζώνης είναι απλώς κεκαλυμμένη εθνοκάθαρση», υποστηρίζει στο The Atlantic, ο Νίκολας Χέρας, ειδικός σε θέματα Συρίας και Ισλαμικού Κράτους στο Κέντρο για τη Νέα Αμερικανική Ασφάλεια. «Για την Τουρκία δεν πρόκειται για ζήτημα που αφορά το Ισλαμικό Κράτος. Το έχουν κάνει πολύ ξεκάθαρο. Πρόκειται για την ασφάλεια των συνόρων τους και αφορά εγχώριες πολιτικές ανησυχίες που σχετίζονται με τον προσφυγικό πληθυσμό, τον οποίο οι παραμεθόριες περιοχές της Τουρκίας δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να φροντίσουν». Επιπλέον, υπενθυμίζει ότι η τουρκική εισβολή στην κουρδική πόλη Αφρίν πέρσι είχε ως αποτέλεσμα τον εκτοπισμό τουλάχιστον 100.000 ανθρώπων. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν Κούρδοι. Τώρα μια σύγκρουση μεταξύ της Τουρκίας και της Συρίας θα μπορούσε να εκτοπίσει δεκάδες χιλιάδες προς το ιρακινό Κουρδιστάν επιδεινώνοντας την αστάθεια και στο Ιράκ.
Αυτές είναι μόνο μερικές από τις διαφαινόμενες συνέπειες της απόφασης του Τραμπ. Οι Κούρδοι, που αναδείχθηκαν στην πιο αξιόμαχη και αξιόπιστη δύναμη ενάντια στους τζιχαντιστές κατά τη διάρκεια του Συριακού πολέμου, μένουν απελπιστικά μόνοι στον αγώνα για την επιβίωσή τους αλλά και στον πόλεμο κατά του ISIS. Το αν θα αντέξουν ή αν ο ISIS θα επανέλθει και ο κόσμος θα γνωρίσει ξανά ημέρες του 2014, είναι η ερώτηση που θα απαντηθεί από την ίδια την Ιστορία. Ωστόσο οι εκτιμήσεις για τις εξελίξεις είναι δυσοίωνες.