Βενεζουέλα: Η πιο επικίνδυνη επίδειξη ισχύος των ΗΠΑ μετά την Κρίση της Κούβας – Ο Τραμπ, η CIA και το σενάριο ανατροπής του Μαδούρο

«Τώρα που απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης, όλα μοιάζουν πιθανά», σχολιάζει η Le Monde. Εξήντα τρία χρόνια μετά την Κρίση των Πυραύλων της Κούβας το 1962, ένα νέο ψυχροπολεμικό σκηνικό διαμορφώνεται στη Λατινική Αμερική, με επίκεντρο τη Βενεζουέλα.

Η απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να μεταφέρει το πιο προηγμένο αεροπλανοφόρο της χώρας του από τη Μεσόγειο στη Νότια Αμερική, όπως σημειώνει το Associated Press, στο πλαίσιο της εκστρατείας του κατά των καρτέλ ναρκωτικών, τη στιγμή που η εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς παραμένει εύθραυστη, σηματοδοτεί τη στροφή της Ουάσιγκτον προς μια πιο επιθετική πολιτική στην ήπειρο – μια ένδειξη ότι ο Λευκός Οίκος επιδιώκει να επαναφέρει την περιοχή στη σφαίρα της επιρροής του.

Μέσα σε αυτή τη νέα στρατιωτική συσσώρευση αμερικανικών δυνάμεων στην Καραϊβική, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, απευθύνθηκε στη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν για να ενισχύσει τις στρατιωτικές του δυνατότητες, ζητώντας αμυντικά ραντάρ, επισκευές αεροσκαφών και ενδεχομένως πυραύλους, σύμφωνα με εσωτερικά έγγραφα της αμερικανικής κυβέρνησης που εξασφάλισε η Washington Post.

Ο στόλος των ΗΠΑ στην Καραϊβική

Σύμφωνα με την The Hill, περισσότερο από το 10% του αμερικανικού ναυτικού στόλου βρίσκεται ήδη στην περιοχή ή κατευθύνεται προς τα εκεί, όπως η ομάδα κρούσης του αεροπλανοφόρου «USS Gerald R. Ford» και το αντιτορπιλικό «USS Gravely».

Φωτογραφία: Reuters

Το εύρος αυτής της ανάπτυξης συγκρίνεται με την αποστολή αμερικανικών δυνάμεων για την υπεράσπιση του Ισραήλ απέναντι στις ιρανικές πυραυλικές και μη επανδρωμένες επιθέσεις νωρίτερα φέτος, επισημαίνει η εφημερίδα, και αποτελεί τη μεγαλύτερη συγκέντρωση δυνάμεων της SOUTHCOM (Νότια Διοίκηση των Ηνωμένων Πολιτειών) στην περιοχή από τότε που ο πρόεδρος Τζον Κένεντι διέταξε τον αποκλεισμό της Κούβας το 1962.

Ο Έλιοτ Έιμπραμς, πρώην ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για τη Βενεζουέλα κατά την πρώτη θητεία Τραμπ, δήλωσε στη Miami Herald: «Δεν νομίζω ότι θέλει κάτι που θα μπορούσε να τραβήξει σε διάρκεια».

Παράλληλα, σημείωσε ότι «μια πλήρους κλίμακας εισβολή θα ήταν πολύ μεγαλύτερη και πιο δαπανηρή από τη σημερινή στάση του. Ακόμα και η εισβολή στον Παναμά το 1989 -μια μικρότερη, στρατιωτικά λιγότερο πολύπλοκη χώρα- απαίτησε περίπου 30.000 στρατιώτες».

Φωτογραφία: Reuters

Ο απόστρατος συνταγματάρχης των Πεζοναυτών και σύμβουλος στο Center for Strategic and International Studies, Μαρκ Φ. Κάνσιαν, δήλωσε ότι «οι δυνάμεις που βρίσκονται τώρα στην Καραϊβική επαρκούν για πλήγματα και εκφοβισμό, αλλά όχι για εισβολή».

Όπως πρόσθεσε, «δεν υπάρχει αρκετή μαχητική ισχύς για μια εισβολή, αλλά υπάρχει αρκετή για αεροπορικά ή πυραυλικά πλήγματα κατά των καρτέλ ή του καθεστώτος Μαδούρο».

Πόλεμος κατά των καρτέλ

Προς το παρόν, η κυβέρνηση Τραμπ παρουσιάζει την επιχείρηση ως απάντηση στα καρτέλ ναρκωτικών, ιδίως στη βενεζουελάνικη εγκληματική οργάνωση «Tren de Aragua», που φέρεται να διακινεί ναρκωτικά στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η κυβέρνηση, σύμφωνα με τη Wall Street Journal, εξετάζει πιθανά πλήγματα σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις της Βενεζουέλας που χρησιμοποιούνται για διακίνηση ναρκωτικών, με στόχο να πιέσει τον Μαδούρο και να τον αναγκάσει σε παραίτηση.

Ωστόσο, πηγές με γνώση της κατάστασης ανέφεραν στη Miami Herald ότι η απόφαση για επίθεση έχει ήδη ληφθεί και ότι τα πλήγματα θα μπορούσαν να ξεκινήσουν ανά πάσα στιγμή, στο πλαίσιο της επόμενης φάσης της εκστρατείας κατά του καρτέλ «de lo Soles».

Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ

Όπως μετέδωσε το Reuters, ο Τραμπ την Παρασκευή διέψευσε ότι εξετάζει επιθέσεις εντός της Βενεζουέλας. Ερωτηθείς από δημοσιογράφους στο Air Force One αν είναι αληθή τα δημοσιεύματα, απάντησε: «Όχι», χωρίς όμως να διευκρινίσει αν αποκλείει μελλοντικές επιθέσεις ή αν απλώς δεν έχει ληφθεί ακόμη τελική απόφαση.

Ανατροπή του Μαδούρο

Παρ’ όλα αυτά, όταν οι στρατιωτικές προετοιμασίες θυμίζουν τόσο έντονα επιχείρηση αλλαγής καθεστώτος, δύσκολα μπορεί να αποκλειστεί πως αυτός είναι ο πραγματικός στόχος.

Ο Τραμπ, κατά την πρώτη του θητεία, είχε υιοθετήσει πολιτική «μέγιστης πίεσης» απέναντι στον Μαδούρο, μετά τις εκλογές του 2018, που η αντιπολίτευση μποϊκόταρε λόγω «συστηματικών εκλογικών παρατυπιών».

Η Ουάσιγκτον αρνήθηκε να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα, και τον Ιανουάριο του 2019, ο Τραμπ και άλλες 50 χώρες αναγνώρισαν τον Χουάν Γκουαϊδό ως προσωρινό πρόεδρο της Βενεζουέλας. Ο Μαδούρο, απαντώντας, διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με τις ΗΠΑ.

Νικολάς Μαδούρο / Nicolas Maduro
πηγή: EPA/RONALD PENA R

Οι συμμαχίες του Καράκας και το λάθος του Μπάιντεν

Η στροφή προς τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν είχε αρχίσει ήδη από την εποχή του Ούγκο Τσάβες, ο οποίος το 2006 υπέγραψε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν συμφωνία για την αγορά μαχητικών αεροσκαφών και ελικοπτέρων.

Μέχρι το 2009, η Βενεζουέλα είχε εξασφαλίσει από τη Ρωσία πίστωση ύψους 2,2 δισ. δολαρίων για αγορά τεθωρακισμένων και αντιαεροπορικών πυραύλων. Την ίδια περίοδο, ο Τσάβες υπέγραφε εμπορικές συμφωνίες με το Πεκίνο, τις οποίες χαρακτήριζε «Μεγάλο Τείχος» απέναντι στην «αμερικανική ηγεμονία», αποκαλώντας τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους «διάβολο».

Οι κινεζικές αγορές πετρελαίου υπήρξαν κρίσιμες για να παρακάμψει ο Μαδούρο τις αμερικανικές κυρώσεις, ενώ ταυτόχρονα εξασφάλιζαν στο Πεκίνο μια ακόμη πηγή ενεργειακών προμηθειών.

Το Μάρτιο του 2022, με τον πόλεμο στην Ουκρανία σε εξέλιξη και τον λεγόμενο «Άξονα της Αντίστασης» του Αγιατολάχ Χαμενεΐ να ενισχύεται -από τη Χαμάς, τη Χεζμπολάχ και τους Χούθι-, ο Τζο Μπάιντεν εγκατέλειψε την πολιτική μέγιστης πίεσης του προκατόχου του, επιδιώκοντας να αποσπάσει τον Μαδούρο από τον άξονα.

Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν το αντίθετο: ο Μαδούρο συνέχισε να αποκλείει από τις εκλογικές διαδικασίες την υποψήφια Μαρία Κορίνα Ματσάδο -νικήτρια του φετινού Νόμπελ Ειρήνης- και τον Ιούλιο του 2024 απείλησε ακόμη και με στρατιωτική επέμβαση για την κατάληψη του Εσεκίμπο στη Γουιάνα, όπου η αμερικανική ExxonMobil έχει επενδύσει δισεκατομμύρια.

Φωτογραφία: AP

Όπως σημείωσε ο Έιμπραμς, «ο πρόεδρος Μπάιντεν πέρυσι έδωσε οξυγόνο στο καθεστώς Μαδούρο».

Ωστόσο, ήταν μια άλλη (αριστερή) κυβέρνηση -αυτή της Βραζιλίας– που ανέκοψε την προσπάθεια του Καράκας να ενταχθεί στους BRICS, μετά τη νοθεία στις εκλογές του 2024 εις βάρος του νικητή Εντμούντο Γκονζάλες.

Φωτογραφία: Reuters

Επίδειξη ισχύος

Σήμερα, η πολιτική μέγιστης πίεσης επιστρέφει, αυτή τη φορά με πιο ευρύ στόχο. Η επίδειξη δύναμης του Πενταγώνου στοχεύει όχι μόνο στον Μαδούρο αλλά και στη Μόσχα και το Πεκίνο, ως μια σύγχρονη εκδοχή του «Δόγματος Μονρόε», σχολιάζει η The Hill.

«Νομίζω ότι απλώς θα σκοτώσουμε τους ανθρώπους που φέρνουν ναρκωτικά στη χώρα μας. Εντάξει; Θα τους σκοτώσουμε. Θα είναι, ξέρετε, νεκροί», δήλωσε ο Τραμπ στα τέλη Οκτωβρίου 2025, αναφερόμενος στα αμερικανικά πλήγματα εναντίον πλοίων στα διεθνή ύδατα βόρεια της Βενεζουέλας.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει, χωρίς να παρουσιάσει αποδείξεις, ότι τα πλοία αυτά μετέφεραν παράνομα ναρκωτικά. Δεκατέσσερα σκάφη που φέρονται να ανήκαν σε διακινητές έχουν πληγεί, με αποτέλεσμα τον θάνατο 43 ανθρώπων.

Από τις 24 Οκτωβρίου, το Πεντάγωνο έχει αναπτύξει το «USS Gerald R. Ford» και συνοδευτικά πλοία στην Καραϊβική, καθώς και μαχητικά F-35 στο Πουέρτο Ρίκο – τη μεγαλύτερη ναυτική ανάπτυξη των ΗΠΑ στην περιοχή από το 1962.

Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, η επιχείρηση εντάσσεται σε «αντιναρκωτική εκστρατεία». Ωστόσο, τα σκάφη που επλήγησαν προέρχονταν ή είχαν δεσμούς με τη Βενεζουέλα, ενώ η χώρα δεν αποτελεί βασικό παραγωγό κοκαΐνης ή φαιντανύλης. Η πλειονότητα των διαδρομών διακίνησης εντοπίζεται στον Ειρηνικό, όχι στην Καραϊβική.

Πολλοί παρατηρητές και νομικοί κάνουν λόγο για δολοφονίες, υποστηρίζοντας ότι οι επιθέσεις εξόντωσαν ανθρώπους χωρίς να υπάρχουν αποδείξεις ότι εμπλέκονταν σε διακίνηση ναρκωτικών.

Παράλληλα, ο Τραμπ έχει επικεντρωθεί προσωπικά στο καρτέλ «Tren de Aragua», την οποία η κυβέρνησή του χαρακτήρισε τρομοκρατική οργάνωση τον Ιανουάριο, χωρίς όμως να παρουσιάσει στοιχεία που να αποδεικνύουν πολιτικά κίνητρα ή ιδεολογία. Η αμερικανική νομοθεσία ορίζει την τρομοκρατία ως «πολιτικά υποκινούμενη βία με στόχο άμαχο πληθυσμό, για την επίτευξη πολιτικής αλλαγής».

Ο χαρακτηρισμός εγκληματικής συμμορίας ως τρομοκρατικής, χωρίς σαφή πολιτικό υπόβαθρο, δημιουργεί ερωτήματα για τα πραγματικά κίνητρα του Λευκού Οίκου, τονίζει ο Jeffrey Fields, αναπληρωτής καθηγητής διεθνών σχέσεων και διευθυντής του προγράμματος Dornsife Washington, DC του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας (USC).

Φωτογραφία: AP

Η εμπλοκή της CIA

Στις αρχές Οκτωβρίου, οι New York Times αποκάλυψαν ότι ο Τραμπ είχε εγκρίνει μυστικές επιχειρήσεις της CIA εντός της Βενεζουέλας, συμπεριλαμβανομένων «θανατηφόρων επιθέσεων». Ο ίδιος το επιβεβαίωσε, λέγοντας ότι είχε «πράγματι εγκρίνει μυστική δράση».

Παρότι η ουσία των επιχειρήσεων αυτών παραμένει άγνωστη, αυτή η εξουσιοδότηση δίνει στη CIA τη δυνατότητα να πραγματοποιεί θανατηφόρες επιχειρήσεις στη Βενεζουέλα, είτε αυτόνομα είτε σε συνδυασμό με στρατιωτικές ενέργειες.

Ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, επιβεβαίωσε ότι οι ενέργειες αυτές εντάσσονται σε «αντιναρκωτική επιχείρηση», αλλά πρόσθεσε ότι «αντί να αναχαιτίζουμε τα πλοία, θα τα ανατινάζουμε». Ο Τραμπ, από την πλευρά του, δήλωσε πως «δεν θα ζητήσει από το Κογκρέσο κήρυξη πολέμου, αλλά θα το ενημερώσει αν ξεκινήσει χερσαία επιχείρηση».

«Έδωσα την έγκριση για δύο λόγους, στην πραγματικότητα», εξήγησε τότε ο Τραμπ, σύμφωνα με το Associated Press. «Πρώτον, έχουν αδειάσει τις φυλακές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», δήλωσε. «Και δεύτερον, τα ναρκωτικά. Έχουμε πολλά ναρκωτικά που εισέρχονται από τη Βενεζουέλα, και πολλά από τα ναρκωτικά της Βενεζουέλας εισέρχονται μέσω της θάλασσας».

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ τηρεί σιγήν ιχθύος σχετικά με τις λεπτομέρειες της πρωτοβουλίας του. Η κυβέρνησή του ενδέχεται να συνδυάζει τις συνεχιζόμενες στρατιωτικές επιθέσεις στη θάλασσα και τις απειλές για χτυπήματα στην ξηρά κατά φερόμενων ως διακινητών ναρκωτικών με παραστρατιωτικές επιχειρήσεις που στοχεύουν αξιωματούχους της Βενεζουέλας.

Εναλλακτικά, θα μπορούσε να χρησιμοποιεί μέσα προπαγάνδας, κυβερνοεπιθέσεις και πολιτικές πληρωμές, με σκοπό να προκαλέσει στρατιωτικό πραξικόπημα εναντίον του αριστερού, αυταρχικού καθεστώτος του Νικολάς Μαδούρο. Η μυστική επιχείρηση ενδέχεται επίσης να περιλαμβάνει προετοιμασίες για τη διαχείριση του πολιτικού σκηνικού μετά από ένα ενδεχόμενο πραξικόπημα.

Η στρατηγική αυτή, που διαμορφώθηκε από τον Ρούμπιο σε συνεργασία με τον διευθυντή της CIA, Τζον Ράτκλιφ, στοχεύει ρητά στην ανατροπή του καθεστώτος Μαδούρο – και ίσως, όπως πολλοί φοβούνται, στην έναρξη μιας νέας «Κρίσης των Πυραύλων».

Απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.