Η δημόσια πίεση και το πολιτικό κόστος αυξάνονται όσο το shutdown παραμένει
Το βράδυ της Τρίτης, η Γερουσία των ΗΠΑ δεν κατάφερε να εγκρίνει ένα νομοσχέδιο δαπανών που θα διατηρούσε τη χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και, για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν επτά χρόνια, οι ομοσπονδιακές δραστηριότητες περιορίστηκαν δραστικά. Το Αμερικανικό Δημόσιο «έκλεισε».
Κάποια στιγμή, αυτό το κλείσιμο – όπως και όλα τα προηγούμενα – θα τελειώσει. Μπορεί να πάρει ημέρες, μπορεί να πάρει εβδομάδες, αλλά τελικά, καθώς η δημόσια πίεση και το πολιτικό κόστος αυξάνονται, η μία ή η άλλη πλευρά θα υποχωρήσει, σημειώνει το BBC και παραθέτει 4 σενάρια για το πώς μπορεί να εξελιχθεί η κατάσταση.
Οι Δημοκρατικοί μπορεί να σπάσουν τις γραμμές τους
Οι Δημοκρατικοί της Γερουσίας καταψήφισαν το Ρεπουμπλικανικό νομοσχέδιο που θα διατηρούσε την κυβέρνηση σε λειτουργία έως τον Νοέμβριο, αλλά αυτή η ψηφοφορία ίσως περιείχε τους σπόρους της ήττας τους. Ενώ 44 Δημοκρατικοί (και ο Ρεπουμπλικανός αντικομφορμιστής Ραντ Πολ) ψήφισαν «όχι», δύο Δημοκρατικοί και ένας ανεξάρτητος σύμμαχος των Δημοκρατικών συντάχθηκαν με τη Ρεπουμπλικανική πλειοψηφία.
Ο ανεξάρτητος Άνγκους Κινγκ από το Μέιν είναι πάντα ένας απρόβλεπτος παράγοντας. Ο Τζον Φέτερμαν από την Πενσιλβάνια ακολουθεί τη δική του πορεία σχεδόν εδώ και έναν χρόνο. Αλλά η Κάθριν Κορτέζ Μάστο από τη Νεβάδα, αν και όχι φλογερή φιλελεύθερη, δεν είναι και η τυπική πολιτική αντάρτισσα.
Ωστόσο, έχει μπροστά της εκλογές την επόμενη χρονιά, σε μια πολιτεία που ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε το 2024 και η οποία εδώ και χρόνια στρέφεται αργά προς τους Ρεπουμπλικάνους. Στην ανακοίνωσή της εξήγησε ότι ανησυχεί για τον οικονομικό αντίκτυπο που θα έχει το κλείσιμο της κυβέρνησης στη Νεβάδα. Ίσως ανησυχεί και για το πώς θα επηρεάσει τις πολιτικές της προοπτικές ως εν ενεργεία γερουσιαστή που θα βρεθεί στην κάλπη απέναντι σε δυσαρεστημένους ψηφοφόρους.
Δεν είναι η μόνη του κόμματός της από αμφίρροπες πολιτείες που θα είναι στο ψηφοδέλτιο το 2026. Δημοκρατικοί σε Τζόρτζια, Βιρτζίνια και Κολοράντο μπορεί επίσης να αρχίσουν να «ζεσταίνονται».
Και ενώ γερουσιαστές από Μινεσότα, Μίσιγκαν και Νιου Χάμσαϊρ επέλεξαν να αποσυρθούν αντί να θέσουν υποψηφιότητα για επανεκλογή, ίσως φοβούνται ότι το κλείσιμο της κυβέρνησης βάζει σε κίνδυνο τον έλεγχο των εδρών τους από τους Δημοκρατικούς.
Ο Ρεπουμπλικανός ηγέτης της Γερουσίας, Τζον Θιουν, δηλώνει ότι ήδη ακούει από Δημοκρατικούς που δεν νιώθουν άνετα με τον τρόπο που εξελίσσεται η κρίση. Σχεδιάζει μια σειρά από ψηφοφορίες για χρηματοδότηση τις επόμενες ημέρες, για να διατηρήσει την πίεση. Δεν υπήρξαν νέες «διαρροές» στην ψηφοφορία της Τετάρτης, αλλά αν ακόμα πέντε Δημοκρατικοί σπάσουν τη γραμμή, το κλείσιμο θα λήξει – είτε το θέλει το υπόλοιπο κόμμα είτε όχι.
Οι Δημοκρατικοί να υποχωρήσουν
Ακόμα κι αν οι Δημοκρατικοί παραμείνουν (σχετικά) ενωμένοι, η πίεση να εγκαταλείψουν τη μάχη πιθανόν θα αυξάνεται όσο παρατείνεται το κλείσιμο. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, ένα βασικό κομμάτι της εκλογικής τους βάσης, θα είναι αυτοί που θα νιώσουν πρώτοι το χτύπημα: καθυστερημένες μισθοδοσίες και πιθανή μόνιμη απόλυση αν η κυβέρνηση Τραμπ χρησιμοποιήσει το κλείσιμο για να μειώσει κι άλλα προγράμματα.
Συνήθως, το κόμμα που προκαλεί το κλείσιμο και επιβάλλει πολιτικές απαιτήσεις – σε αυτήν την περίπτωση οι Δημοκρατικοί – είναι αυτό που δέχεται την περισσότερη ευθύνη. Αν έτσι εξελιχθεί, οι Δημοκρατικοί μπορεί να κρίνουν ότι έκαναν ήδη την πολιτική τους δήλωση και να θελήσουν να περιορίσουν τις απώλειες.
Ακόμα και χωρίς απτά κέρδη, ίσως παρηγορηθούν με το γεγονός ότι έστρεψαν τα φώτα στη λήξη των επιδοτήσεων ασφάλισης υγείας και στις περικοπές υγειονομικής περίθαλψης για τους φτωχούς που ενέκριναν οι Ρεπουμπλικάνοι – μέτρα που θα επηρεάσουν δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανούς τους επόμενους μήνες.
Όταν ξεκινήσει το «παιχνίδι των ευθυνών», θα μπορούσαν να βρεθούν σε καλύτερη θέση να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη. Η βάση των Δημοκρατικών, που ζητάει από το κόμμα να σταθεί απέναντι στην κυβέρνηση Τραμπ, δεν θα ικανοποιηθεί πλήρως· αλλά είναι ένας «δρόμος διαφυγής» που ίσως η ηγεσία αντέξει πολιτικά.
Οι Ρεπουμπλικάνοι να κάνουν παραχωρήσεις
Αυτή τη στιγμή, οι Ρεπουμπλικάνοι αισθάνονται ότι βρίσκονται σε θέση ισχύος – και σκέφτονται τρόπους να αυξήσουν την πίεση στους Δημοκρατικούς. Αλλά είναι πιθανό να έχουν κάνει λάθος υπολογισμό και να είναι τελικά αυτοί που θα υποχωρήσουν.
Ήταν πίσω από τα περισσότερα κλεισίματα της κυβέρνησης στο παρελθόν και το κοινό μπορεί να τους θεωρήσει υπεύθυνους και τώρα. Ίσως από συνήθεια ή επειδή, στην προσπάθειά τους να μειώσουν δραστικά τις δημόσιες υπηρεσίες, το παρακάνουν.
Σε αυτό το σενάριο, οι Ρεπουμπλικάνοι θα δώσουν κάποιες εγγυήσεις στους Δημοκρατικούς ότι θα βοηθήσουν στην επέκταση των επιδοτήσεων υγείας. Μια τέτοια παραχώρηση θα μπορούσε να ενισχύσει τις δικές τους εκλογικές προοπτικές και να αφαιρέσει ένα όπλο από τους Δημοκρατικούς ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του επόμενου έτους.
Παρότι έχουν δηλώσει ότι δεν διαπραγματεύονται με «πολιτικούς ομήρους», δεν αποκλείεται να βρεθεί έδαφος συμβιβασμού κάτω από την υπερβολική ρητορική και την έχθρα.
Το κλείσιμο να συνεχιστεί – Και οι δύο πλευρές χάνουν
Προς το παρόν, όμως, η υπερβολική ρητορική και η αντιπαράθεση είναι το μόνο που κυριαρχεί. Ο Τραμπ μοιράζεται περιφρονητικά, υβριστικά βίντεο παραγόμενα με AI για τους αντιπάλους του. Οι Δημοκρατικοί απαντούν με φωτογραφίες Τραμπ-Έπσταϊν και υποσχέσεις ότι είναι έτοιμοι για μακρά μάχη.
Το προηγούμενο κλείσιμο κράτησε 35 ημέρες – ρεκόρ – και τελείωσε μόνο όταν οι αερομεταφορές στις ΗΠΑ ήταν στο χείλος μαζικής αναστάτωσης. Και τότε ήταν μόνο «μερικό» κλείσιμο, αφού υπήρχε ήδη χρηματοδότηση για κάποια τμήματα. Αυτή τη φορά, οι συνέπειες μπορεί να είναι πιο σοβαρές.
Αν διαρκέσει αρκετά, μπορεί να μη μετράει ποιος θα θεωρηθεί ότι «νίκησε». Θα υπάρχει αρκετή ευθύνη και για τις δύο πλευρές.
Σε ένα τέτοιο σενάριο «μάστιγα και για τα δύο κόμματα», οι εν ενεργεία βουλευτές και γερουσιαστές και των δύο παρατάξεων θα πληρώσουν το τίμημα στις κάλπες, ενώ η κοινωνική δυσαρέσκεια θα ενταθεί. Αυτό θα ανοίξει τον δρόμο για την επόμενη γενιά πολιτικών που υπόσχονται να γκρεμίσουν το κατεστημένο.
Ξανά και ξανά.