Που θα ρίξει τα δεκάδες δισεκατομμύρια το Βερολίνο: στη δημιουργία μιας πιο στρατηγικά αυτόνομης ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας ή σε αμερικανικά εξοπλιστικά συστήματα
Το Παρίσι βλέπει έναν παλιό εφιάλτη του… να επιστρέφει, έστω και αν έχει πάρει μια άλλη μορφή.
Η οικονομική υπεροπλία του Βερολίνου μετατρέπεται σε στρατιωτική ισχύ, ανακινώντας παλιούς φόβους και πυροδοτώντας έναν νέο γύρο ανταγωνισμού για την ηγεμονία στην ευρωπαϊκή σκακιέρα.
Η μάχη για το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας δεν είναι πια θεωρητική — είναι ήδη εδώ, και η Γερμανία διεκδικεί με θάρρος τον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ο γαλλικός εφιάλτης
Ένας παλιός γαλλικός εφιάλτης – αυτός της αυξανόμενης γερμανικής στρατιωτικής ισχύος – επανέρχεται με νέα μορφή όπως αναφέρει σε δημοσίευμα του το Politico.
Πράγματι, οι ανησυχίες του 19ου και 20ού αιώνα για εισβολή από τη Γερμανία μέσω του ποταμού Ρήνου έχουν από καιρό εξαλειφθεί χάρη στην εταιρική σχέση Γαλλίας-Γερμανίας στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών και διατλαντικών συμμαχιών.
Επιπλέον, τα σημερινά σχέδια του Βερολίνου να διπλασιάσει τις αμυντικές του δαπάνες χαιρετίζονται στη Γαλλία ως ανάχωμα τόσο απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα όσο και στην «απεξάρτηση» από τις ΗΠΑ.
Οι ανησυχίες Macron
Ωστόσο, σύμφωνα με ανώνυμους κυβερνητικούς αξιωματούχους, ο Πρόεδρος της Γαλλίας Emmanuel Macron φέρεται να είναι «εμμονικός» με την τεράστια δημοσιονομική ελευθερία που διαθέτει η Γερμανία για να επανεξοπλιστεί τα επόμενα πέντε χρόνια, ειδικά σε σύγκριση με την οικονομικά πιεσμένη Γαλλία.
Ο φόβος του δεν αφορά το σενάριο εισβολής σε γαλλικό έδαφος, αλλά την «εισβολή» στην πρωτοκαθεδρία της Γαλλίας ως της πιο αποτελεσματικής στρατιωτικο-διπλωματικής δύναμης στην ΕΕ.
Ανησυχεί επίσης για το αν τα δισεκατομμύρια της Γερμανίας θα χρησιμοποιηθούν για να στηρίξουν ή να υπονομεύσουν το όραμά του για μια στρατηγικά αυτόνομη ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία.
Δεν τα καταφέρνει το Παρίσι
Θεωρητικά, και οι δύο χώρες δεσμεύονται από τη νέα υπόσχεση των μελών του ΝΑΤΟ να δαπανούν το 3,5% του ΑΕΠ τους για την άμυνα έως το 2035.
Όμως, ενώ η Γερμανία έχει ένα αξιόπιστο σχέδιο για να φτάσει αυτόν τον στόχο έως το 2029, η Γαλλία – εκτός αν προκύψουν τεράστιες επιχορηγήσεις από ένα ευρωπαϊκό αμυντικό ταμείο που ίσως δεν υπάρξει ποτέ – δεν έχει προφανή τρόπο να τηρήσει ταυτόχρονα τη δέσμευσή της προς το ΝΑΤΟ και να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ μέσα σε τέσσερα χρόνια.
Τεράστιες διαφορές στις δαπάνες
Παρά τη διαφορά στο ΑΕΠ και στους πληθυσμούς τους, οι φετινοί αμυντικοί προϋπολογισμοί της Γερμανίας και της Γαλλίας είναι περίπου συγκρίσιμοι — 86 δισ. ευρώ για τη Γερμανία και 62 δισ. ευρώ για τη Γαλλία.
Ωστόσο, έως το 2029, η Γερμανία αναμένεται να δαπανά 150 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ η Γαλλία, ακόμη και με τα νέα της επεκτατικά σχέδια για την άμυνα, το πολύ να φτάσει τα 80 δισ. ευρώ.
Παρόλα αυτά, ορισμένοι ανώτεροι Γάλλοι αξιωματούχοι που μίλησαν ανώνυμα, απέρριψαν τους φόβους ότι η νέα στρατιωτική ισχύς της Γερμανίας – και σε κάποιο βαθμό της Πολωνίας – θα διαβρώσει τη θέση του Παρισιού στις Βρυξέλλες.
Υποστήριξαν ότι το «ειδικό» καθεστώς της Γαλλίας εντός της ΕΕ βασίζεται και στην παγκόσμια στρατιωτική της εμβέλεια, στη μόνιμη έδρα της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και στην πυρηνική αποτροπή της.
Μακριά ακόμα… η Bundeswehr
Στρατιωτικοί αρχηγοί της Γαλλίας, που επίσης ζήτησαν να παραμείνουν ανώνυμοι, εξέφρασαν αμφιβολίες για την ικανότητα της Bundeswehr (γερμανικός στρατός) να μετατραπεί σε αποδοτική δύναμη μετά από οκτώ δεκαετίες ιστορικής αποστροφής προς κάθε τι στρατιωτικό.
Είπαν ότι οι δαπάνες για να καλυφθεί η «χαμένη απόσταση» είναι ευπρόσδεκτες και σημαντικές, αλλά θα περάσουν πολλά χρόνια πριν ο γερμανικός στρατός και η αεροπορία μπορέσουν να φτάσουν στο επίπεδο της Γαλλίας.
Που θα ρίξει τα δισεκατομμύρια το Βερολίνο
Το πιο άμεσο πρόβλημα, ωστόσο, είναι η κατεύθυνση που θα ακολουθηθεί.
Θα συμβάλει η στρατιωτική ενίσχυση της Γερμανίας στη δημιουργία μιας πιο στρατηγικά αυτόνομης ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, θα δημιουργήσει ευρωπαϊκές θέσεις εργασίας και θα ενισχύσει την ευρωπαϊκή οικονομική ισχύ;
Ή θα ρίξει χρήματα σε αμερικανικά εξοπλιστικά συστήματα και θα ευνοήσει βιομηχανικές συνεργασίες με αμερικανικούς αμυντικούς κολοσσούς;
Ορισμένες φορές, ο Καγκελάριος της Γερμανίας Friedrich Merz εκφράζεται με παρόμοιο τρόπο με τον Macron, λέγοντας ότι η αύξηση των αμυντικών δαπανών της χώρας του πρέπει να έχει ένα ευρωπαϊκό «πλαίσιο» και να προάγει την «ευρωπαϊκή στρατηγική κυριαρχία».
Άλλες φορές, όμως, μιλά για ένα «συμβόλαιο συμμαχίας» στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και για τη σημασία της διατλαντικής εταιρικής σχέσης.
Βασικός παίκτης η γερμανική βιομηχανία
Όπως και να έχει, η τεράστια κλίμακα των γερμανικών δαπανών στα επόμενα χρόνια θα καταστήσει αναπόφευκτα τη γερμανική αμυντική βιομηχανία βασικό παίκτη στην ευρωπαϊκή στρατιωτική καινοτομία και τις προμήθειες.
Και στο παρελθόν, μεγάλο μέρος της γερμανικής βιομηχανίας προτιμούσε να συνεργάζεται με τις ΗΠΑ ή να στρέφεται σε γερμανικές νεοφυείς επιχειρήσεις, παρά να συνεργάζεται με κατεστημένους φορείς της Γαλλίας ή άλλων χωρών της ΕΕ.
Η απόφαση της Rheinmetall
Συνεχίζοντας αυτή την παλιά τάση, το Παρίσι απογοητεύτηκε από την πρόσφατη απόφαση της Rheinmetall να συνάψει συμφωνία με την αμερικανική Anduril για την παραγωγή drones και πυραύλων.
Αλλά, παρότι μπορεί να είναι πολύ αργά για να απομακρυνθεί η Γερμανία από τα αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη, η αλήθεια είναι πως δεν μπορεί να υπάρξει στιβαρή ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανική βάση εάν τα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν συνεργαστούν για την ανάπτυξη των όπλων του μέλλοντος.
Στενό το παράθυρο ευκαιρίας
Είναι επομένως κρίσιμο το Βερολίνο και το Παρίσι να καθορίσουν αμέσως ένα κοινό πρότυπο για τα επικείμενα χρόνια ανάπτυξης και να ενισχύσουν την πολιτική τους δέσμευση στη γαλλογερμανική συνεργασία στην αμυντική καινοτομία, την εκπαίδευση και τις προμήθειες.
Το παράθυρο ευκαιρίας είναι στενό — και μετά θα υπάρχει μόνο περιθώριο εφαρμογής των ήδη ειλημμένων αποφάσεων.
Η κυρίαρχη άποψη στο Παρίσι είναι ότι ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας θα αναδείξει πρώτα ζητήματα «βιομηχανικής ισορροπίας» πολύ πριν εγείρει ζητήματα «πολιτικής ισορροπίας» εντός της ΕΕ.
Αλλά ο Merz κατανοεί επίσης ότι, εάν η ενίσχυση της γερμανικής στρατιωτικής ισχύος δεν ενταχθεί σε ευρωπαϊκή συναίνεση, μπορεί να μετατραπεί σε πολιτικό πρόβλημα — και όχι μόνο για τους Γάλλους.
Οι Γερμανοί… αποφασίζουν
Παρά ταύτα, η Γαλλία θα παρακολουθεί με ανησυχία τη δεκαετία που έρχεται, καθώς η Γερμανία θα διατηρήσει τη θέση της ως η βιομηχανική υπερδύναμη της Ευρώπης και θα γίνει — μόνο λόγω του μεγέθους της — η κυρίαρχη στρατιωτική δύναμη στην ΕΕ.
Η άβολη αλήθεια για τη Γαλλία είναι ότι, όσον αφορά τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας — και ακόμη και την πιθανή ραγδαία αύξηση της δικής της στρατιωτικής ισχύος — η στρατηγική αυτονομία βρίσκεται πλέον στα χέρια της Γερμανίας.
www.bankingnews.gr