Η Παλαιστίνη θα μοιάζει περισσότερο με τη Λετονία παρά με τη Δημοκρατία της Τσετσενίας…
Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Πορτογαλία έχουν ήδη ανακοινώσει την απόφασή τους, ενώ αναμένεται ότι περίπου δέκα ακόμη χώρες –μεταξύ των οποίων και η Γαλλία– θα πράξουν το ίδιο κατά τη διάρκεια της Συνόδου.
Ο Emmanuel Macron έχει δεσμευθεί να προχωρήσει στην επίσημη αναγνώριση στην τελική διάσκεψη του ΟΗΕ.
Ο πολιτικός επιστήμονας και πρώην επικεφαλής της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών Nativ, Yakov Kedmi, μίλησε στη ρωσική εφημερίδα Svobodnaya Pressa σχετικά με το τι σηματοδοτεί η διεθνής αναγνώριση της Παλαιστίνης για την ίδια αλλά και για το Ισραήλ.
«Συμβολικό βήμα, αλλά με προοπτική»
«Σημαίνει ότι συμβολικά, όλο και περισσότερα κράτη αναγνωρίζουν την ίδια την ιδέα της δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους.
Στην πράξη, αυτό δεν θα οδηγήσει σε τίποτα στο άμεσο μέλλον, αλλά δημιουργεί μια ατμόσφαιρα πιο ευνοϊκή για μια τέτοια αλλαγή», λέει ο Kedmi.
Σε ερώτηση «Πόσο επώδυνες είναι αυτές οι παραδοχές για το Ισραήλ και τους πολίτες του;», ο Kedmi απαντά ότι για την ισραηλινή ηγεσία και την πλειονότητα του πληθυσμού που αντιτίθεται σε ένα παλαιστινιακό κράτος «είναι σαν εκείνοι που βρίσκονται σε έναν αυτοκινητόδρομο: οι μόνοι που οδηγούν κόντρα στο ρεύμα».
Υπενθυμίζει ότι αυτή η αντίθεση στο παρελθόν οδήγησε τον Benjamin Netanyahu να προτιμήσει πολιτικά τη Hamas αντί της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) σε ορισμένες στιγμές, γιατί έτσι θεωρούσε ότι εξυπηρετούνταν καλύτερα τα ισραηλινά συμφέροντα.
Ο Kedmi αναδεικνύει επίσης την αλλαγή στάσης που έχει συντελεστεί στις αραβικές χώρες: «Η πλειονότητα των ανθρώπων στις αραβικές χώρες, ακόμη και σε κράτη με τα οποία εμείς, το Ισραήλ, έχουμε διπλωματικές σχέσεις, ήταν επίσης κατά της δημιουργίας ενός εβραϊκού κράτους. Μας πολέμησαν και μας έκαναν πόλεμο. Αλλά σήμερα, συλλογίζονται πρακτικά: ναι, δεν το θέλαμε αυτό, αλλά είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να ληφθεί υπόψη.»
Από αυτή την άποψη, «το Ισραήλ ακολουθεί αυτήν τη στιγμή την ίδια πορεία με τους περισσότερους αραβικούς λαούς και μουσουλμανικές χώρες.
Το ίδιο πιθανότατα θα συμβεί και με το Κράτος της Παλαιστίνης.
Το Ισραήλ δεν το θέλει αυτό και ποτέ δεν θα το κάνει, αλλά θα έρθει η ώρα που θα πρέπει να το αποδεχτούμε ως γεγονός.»
Σχετικά με το πώς θα μοιάζει ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, ο Kedmi τονίζει: «Εάν συμβεί αυτό, η Παλαιστίνη θα πάψει να είναι αυτόνομο κράτος και θα γίνει εντελώς ανεξάρτητη.
Μπορεί ακόμη και να έχει κάποιους ειδικούς δεσμούς με την Ιορδανία, επειδή 7 εκατομμύρια από τα 11 εκατομμύρια του πληθυσμού της είναι Παλαιστίνιοι.»
Η σχέση Παλαιστίνης – Ιορδανίας, κατά τον Kedmi, θα μπορούσε να παραπέμπει σε ένα πλαίσιο ειδικής σχέσης, συγκρίσιμο με το μοντέλο «Λευκορωσία – Ρωσία».
Το Λας Βέγκας της Μέσης Ανατολής
Σε αντίδραση σε μια δημοφιλή ρωσική πολιτική εκπομπή που υποστήριξε ότι «η Γάζα θα γίνει το Λας Βέγκας της Μέσης Ανατολής υπό την αιγίδα των ΗΠΑ» και ότι ο Benjamin Netanyahu «απλώς καθαρίζει την περιοχή για την κατασκευή μιας πόλης ψυχαγωγίας», ο Kedmi ήταν κατηγορηματικός: «Όποιος το είπε αυτό δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει εδώ.
Ναι, στο Ισραήλ υπάρχει αυτός ο φασίστας υπουργός, ο Ben-Gvir, που λέει ότι το θέλει αυτό.
Λοιπόν, αν το θέλει, τότε ας προσευχηθεί γι’ αυτό. Τίποτα τέτοιο δεν θα συμβεί.»
Στο ερώτημα «Τι θα χάσει το Ισραήλ αν η Παλαιστίνη γίνει ανεξάρτητο κράτος;», η απάντηση του Kedmi είναι λιτή: «Τίποτα. Η χώρα δεν θα χάσει τίποτα.»
Αυτό που, κατά τον ίδιο, θα αλλάξει ουσιαστικά είναι ότι το κράτος ενδεχομένως «θα επιστρέψει» περίπου στα σύνορα του 1967• με την παραδοχή όμως ότι αυτό «δεν θα αλλάξει πολλά για το Ισραήλ», εκτός από το ότι «θα πρέπει να εγκαταλείψουμε όλα ή σχεδόν όλα τα εδάφη όπου ζουν Ισραηλινοί έποικοι.»
Σχετικά με τους εποίκους, εξηγεί: «Θα επιστρέψουν εκεί από όπου ήρθαν.
Είναι όλοι από το Ισραήλ. Πρέπει να καταλάβετε ότι οι αποστάσεις εδώ είναι πολύ μικρές: 10 χλμ., 20–30 χλμ. Θα επιστρέψουν, κατά μέσο όρο, 20 χλμ. — στην πόλη από την οποία ήρθαν ή σε μια γειτονική.»
Η συνέντευξη θίγει και την παραδοσιακή σύγκριση με την Τσετσενία: αναφέρεται στις Συμφωνίες του Χασαβγιούρτ (Khasavyurt) που υπογράφηκαν στις 31 Αυγούστου 1996 και που έδωσαν de-facto ανεξαρτησία στο Γκρόζνι, πριν η περιοχή τελικά επανενταχθεί στη Ρωσία.
Ο Kedmi απορρίπτει την απλοϊκή μεταφορά του σεναρίου αυτού στην Παλαιστίνη: οι Τσετσένοι «επέστρεψαν» ως αποτέλεσμα της ήττας τοπικών συμμοριών• οι Παλαιστίνιοι, κατά τον Kedmi, «ποτέ δεν είχαν πάει στο Ισραήλ» με την ίδια έννοια• μετά τη λήξη της Βρετανικής Εντολής η περιοχή είχε οριστεί από τον ΟΗΕ για τη δημιουργία αραβικού κράτους, όπως και για τη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους — και μερικές φορές τέτοιες διαδικασίες παίρνουν χρόνο.
Βιωσιμότητα
«Θα είναι βιώσιμο ένα παλαιστινιακό κράτος; Είναι βιώσιμη η Λετονία;» σημειώνει με ρητορική δεικτικότητα.
Σχετικά με την οικονομική και θεσμική βιωσιμότητα, ο Kedmi είναι θετικός: «Και η Παλαιστίνη θα είναι επίσης βιώσιμη.
Από όλους τους αραβικούς πληθυσμούς, οι Παλαιστίνιοι είναι οι πιο ανεπτυγμένοι.
Είναι επιτυχημένοι στις επιχειρήσεις.
Αν θέλουν να χτίσουν το δικό τους κράτος και να το ενισχύσουν, δεν θα υπάρξουν προβλήματα.»
Υπογραμμίζει επίσης ότι η στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διεθνών δρώντων θα μπορούσε να είναι κρίσιμη για τη λειτουργία ενός νέου κράτους.
Για τον ρόλο της Hamas σε ένα ενδεχόμενο ανεξάρτητο κράτος, ο Kedmi ξεκαθαρίζει: «Όχι, η Hamas δεν θα κυβερνήσει, γιατί ακόμη και σήμερα η πλειοψηφία των πολιτικών οργανώσεων είναι εναντίον της Hamas.»
Τονίζει ότι η Hamas ποτέ δεν απαίτησε την ίδρυση ενός συμβατικού παλαιστινιακού κράτους• ο πυρήνας του αιτήματός της ήταν η καταστροφή του Ισραήλ και η εγκαθίδρυση ενός ενιαίου θρησκευτικού, φονταμενταλιστικού καθεστώτος, σε λογική παρόμοια με αυτή του ISIS.
Η Hamas, κατά τον Kedmi, «δεν είναι πολιτική οργάνωση ή εθνικό απελευθερωτικό κίνημα.
Είναι φονταμενταλιστές που αντιτίθενται στη δημιουργία οποιουδήποτε συγκεκριμένου κράτους, αλλά τάσσονται υπέρ ενός ενιαίου εμιράτου.»
Η εικόνα, λοιπόν, που προκύπτει από τα παραπάνω είναι σύνθετη: σε διπλωματικό επίπεδο η διεθνής αναγνώριση της Παλαιστίνης αποκτά ορμή, με κύριο διπλωματικό μοχλό την πρωτοβουλία της Γαλλίας και άλλων ευρωπαϊκών κρατών• σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, όμως, οι επιπτώσεις θα εκδηλωθούν αργά και με πολλαπλά σενάρια — από την εδαφική αναδιάταξη και τις μετακινήσεις εποίκων μέχρι τον επανακαθορισμό συμμαχιών στην ευρύτερη περιοχή.
Τα σύνορα του 1967 και η διαμόρφωση του παλαιστινιακού κράτους
Πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι περιοχές που σήμερα γνωρίζουμε ως Λωρίδα της Γάζας και Δυτική Όχθη βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της Βρετανικής Εντολής στην Παλαιστίνη, ενός καθεστώτος που θεσπίστηκε το 1920 μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και διήρκεσε μέχρι το 1948, οπότε ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ.
Η Παλαιστίνη, ως γεωγραφική και διοικητική ενότητα, είχε τότε αναγνωριστεί υπό διεθνή εντολή και παραχωρήθηκε στη Βρετανία, με έκταση από τον Ιορδάνη ποταμό μέχρι τη Μεσόγειο.
Το 1947, ο ΟΗΕ παρουσίασε το Σχέδιο Διχοτόμησης, που προέβλεπε τη δημιουργία δύο κρατών: ενός αραβικού και ενός εβραϊκού, με την Ιερουσαλήμ να τίθεται υπό διεθνές καθεστώς διοίκησης. Το σχέδιο έγινε αποδεκτό από την εβραϊκή πλευρά, αλλά απορρίφθηκε από τους Άραβες, οδηγώντας σε ένοπλες συγκρούσεις.
Στις 14 Μαΐου 1948, με την ανακήρυξη του Ισραήλ, ξέσπασε ο Πρώτος Αραβοϊσραηλινός Πόλεμος, καθώς γειτονικά αραβικά κράτη εισέβαλαν στην περιοχή με στόχο τη δημιουργία ανεξάρτητης αραβικής Παλαιστίνης.
Λίγους μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1948, ο Αραβικός Σύνδεσμος προχώρησε στη δημιουργία της Πανπαλαιστινιακής Κυβέρνησης, η οποία ανέλαβε τυπικά τη διοίκηση της Γάζας – μιας περιοχής που τότε τελούσε υπό αιγυπτιακό στρατιωτικό έλεγχο.
Μετά τη λήξη του πολέμου (Μάρτιος 1949), η παλαιά επικράτεια της Βρετανικής Εντολής διαμορφώθηκε ως εξής:
• Το Ισραήλ κατείχε πλέον περίπου το 78% της συνολικής έκτασης.
• Η Δυτική Όχθη ενσωματώθηκε στην Ιορδανία.
• Η Λωρίδα της Γάζας παρέμεινε υπό αιγυπτιακή διοίκηση.
Η Παμπαλαιστινιακή Κυβέρνηση αναγνωρίστηκε από τα περισσότερα αραβικά κράτη της εποχής, με εξαίρεση την Ιορδανία, που είχε προσαρτήσει τη Δυτική Όχθη και διατήρησε υπό τον έλεγχό της και την Ανατολική Ιερουσαλήμ μέχρι το 1967. Έτσι, στην πράξη, η εξουσία της περιοριζόταν μόνο στη Γάζα.
Ο Πόλεμος των Έξι Ημερών (1967)
Τον Ιούνιο του 1967, έπειτα από μήνες εντάσεων στα σύνορα, το Ισραήλ πολέμησε εναντίον της Αιγύπτου, της Συρίας και της Ιορδανίας στον γνωστό Πόλεμο των Έξι Ημερών. Το αποτέλεσμα ήταν η πλήρης ανατροπή του γεωπολιτικού χάρτη:
• Το Ισραήλ κατέλαβε τη Λωρίδα της Γάζας και τη Χερσόνησο του Σινά από την Αίγυπτο.
• Κατέλαβε επίσης τη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ από την Ιορδανία.
• Από τη Συρία απέσπασε τα Υψίπεδα του Γκολάν.
Αυτά τα νέα σύνορα αποτέλεσαν τη βάση για όλες τις μετέπειτα συζητήσεις.
Το 1979, με τις Συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ, η Αίγυπτος εγκατέλειψε κάθε αξίωση στη Γάζα.
Το 1988, η Ιορδανία παραιτήθηκε επισήμως από τα δικαιώματά της στη Δυτική Όχθη.
Την ίδια χρονιά, ο Γιάσερ Αραφάτ ανακήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία του παλαιστινιακού κράτους.
Το 1994 ιδρύθηκε η Παλαιστινιακή Αρχή. Ωστόσο, το κείμενο της διακήρυξης ανεξαρτησίας δεν διευκρίνιζε με σαφήνεια τα ακριβή σύνορα, γι’ αυτό και πολλές χώρες αναγνωρίζουν την Παλαιστίνη με βάση τα σύνορα του 1967: δηλαδή μόνο τη Δυτική Όχθη και τη Γάζα, χωρίς το υπόλοιπο έδαφος του Ισραήλ.
Σήμερα, το Κράτος της Παλαιστίνης έχει αναγνωριστεί από 138 από τα 193 κράτη-μέλη του ΟΗΕ και από το 2012 διαθέτει το καθεστώς κράτους-παρατηρητή μη μέλους στον Οργανισμό.
www.bankingnews.gr