Η αεροπορική υπεροχή του Ισραήλ έναντι του Ιράν παραμένει δεδομένη, καθώς η Τεχεράνη, λόγω των πολυετών κυρώσεων και του εμπάργκο που της έχουν επιβληθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δύση, δεν διαθέτει επαρκή αριθμό μαχητικών αεροσκαφών.
Ωστόσο, η ιρανική πρόοδος στον τομέα των υπερηχητικών και βαλλιστικών πυραύλων τείνει να ανατρέψει τις ισορροπίες. Οι επιθέσεις ιρανικών πυραύλων έχουν πλήξει στρατηγικής σημασίας υποδομές στο Ισραήλ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται κτίρια του υπουργείου Άμυνας, της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών, της Μοσάντ, το χρηματιστήριο, και διυλιστήριο στη Χάιφα.
Η στρατηγική αυτή πίεση έχει προκαλέσει ανησυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες, με τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να δέχεται πιέσεις για εμπλοκή των ΗΠΑ στη σύγκρουση, με στόχο την ανάσχεση των επιθέσεων αυτών και τη διατήρηση της εικόνας του Ισραήλ ως άτρωτου κράτους.
Την ίδια στιγμή, αυξημένη ανησυχία καταγράφεται στην Άγκυρα, όπου η τουρκική ηγεσία εκτιμά ότι η γεωπολιτική αποσταθεροποίηση ενδέχεται να φέρει τη χώρα στο επίκεντρο της επόμενης φάσης της κρίσης. Στις 16 Ιουνίου, μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανακοίνωσε την επιτάχυνση της παραγωγής πυραύλων μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς, με στόχο την επίτευξη ενός αποτρεπτικού επιπέδου αμυντικής ικανότητας. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά: «Αν θέλει ο Θεός, σε σύντομο χρονικό διάστημα θα έχουμε φτάσει σε μια αμυντική ικανότητα όπου κανείς, απολύτως κανείς, δεν θα τολμάει καν να μας αψηφήσει».
Σύμφωνα με τον Τούρκο αρθρογράφο Μουράτ Γετκίν, η Τουρκία δεν διαθέτει προς το παρόν βαλλιστικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς. Ωστόσο, ο πρώτος πύραυλος μεσαίου βεληνεκούς (MRBM) της χώρας, με την ονομασία Cenk, βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης από την κρατική εταιρεία ROKETSAN, με το βεληνεκές του να προβλέπεται να υπερβεί τα 3.500 χιλιόμετρα. Ο Cenk αποτελεί μετεξέλιξη του πυραύλου Tayfun, μικρής εμβέλειας (άνω των 500 χλμ.), ο οποίος έχει ήδη χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα στρατηγικής αποτροπής έναντι της Αθήνας. Στο τουρκικό πυραυλικό οπλοστάσιο περιλαμβάνεται επίσης ο πύραυλος Bora, τακτικός πύραυλος μικρής εμβέλειας (280+ χλμ.), που έχει χρησιμοποιηθεί επιχειρησιακά εναντίον στόχων του PKK σε Συρία και Ιράκ.
Η δήλωση Ερντογάν περί αποτρεπτικού σχεδιασμού παραπέμπει, σύμφωνα με τον Γετκίν, στο ότι η Τουρκία ακόμα δεν έχει φτάσει στο επίπεδο στρατηγικής αποτροπής, ωστόσο επιταχύνει προς αυτή την κατεύθυνση. Το σύστημα Çelik Kubbe («Ατσαλένιος Θόλος»), το οποίο έχει ήδη ανακοινωθεί, αναμένεται να αποτελέσει το πρώτο ολοκληρωμένο σύστημα αεράμυνας της Τουρκίας και, σύμφωνα με τον σχεδιασμό, να ξεπεράσει σε αποτελεσματικότητα το ισραηλινό Iron Dome.
Αναφορικά με τις πυραυλικές απειλές γύρω από την Τουρκία, πέραν της Ρωσίας, εν δυνάμει εχθρικές θεωρούνται το Ιράν και το Ισραήλ. Το Ιράν, ωστόσο, έχει εξαντλήσει σχεδόν το σύνολο του πυραυλικού του οπλοστασίου ως απάντηση στις ισραηλινές επιθέσεις, ενώ τα αποθέματα των συμμαχικών του οργανώσεων Χεζμπολάχ στον Λίβανο και Χούθι στην Υεμένη μειώνονται δραστικά. Αυτό καθιστά το Ισραήλ την κύρια πιθανή πυραυλική απειλή για την Τουρκία στο άμεσο μέλλον.
Το περιοδικό American Foreign Policy σημειώνει ότι στόχος του Ισραήλ είναι ο έλεγχος της Μέσης Ανατολής μέσω της εξουδετέρωσης του Ιράν. Ωστόσο, εκτιμά πως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, καθώς το Ισραήλ εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από εξωτερικές δυνάμεις. Παρά την επιρροή του στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα, ο Νετανιάχου φαίνεται πως δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει τον πλήρη έλεγχο της περιοχής.
Ο Ντόναλντ Τραμπ επιδιώκει να απομακρύνει τις ΗΠΑ από την ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή και να επαναπροσανατολίσει την εξωτερική πολιτική στην περιοχή του Ειρηνικού και την Κίνα. Αντίθετα, ο Νετανιάχου επιδιώκει να παραμείνει η Μέση Ανατολή πεδίο στρατηγικής επιρροής του Ισραήλ, προσβλέποντας και στη διακριτική στήριξη σουνιτικών αυταρχικών καθεστώτων, όπως της Σαουδικής Αραβίας, που παραμένουν σιωπηρά υποστηρικτικά, αποφεύγοντας να καταδικάσουν ευθέως τις ενέργειες του Τελ Αβίβ.
Ο Μουράτ Γετκίν επισημαίνει ότι πίσω από τις εξαγγελίες Ερντογάν για την πυραυλική αποτροπή της Τουρκίας, ο πραγματικός παράγοντας αναφοράς είναι το Ισραήλ. Σε αντίθεση με το Τελ Αβίβ, η Άγκυρα διαθέτει ανεξάρτητη αμυντική βιομηχανία, στοιχείο που θεωρείται στρατηγικό πλεονέκτημα. Σε αυτό το πλαίσιο, σε περίπτωση που το Ιράν καταρρεύσει, η γεωπολιτική λογική υποδεικνύει πως ο επόμενος δυνητικός στόχος θα μπορούσε να είναι η Τουρκία.