Ο πόλεμος αποτελεί έναν αποτελεσματικό τρόπο για την αθέτηση χρεών. Μία χώρα μπορεί να δημιουργήσει μια νέα κυβέρνηση που θα απορρίψει τα χρέη της προηγούμενης κυβέρνησης. Αυτό είναι κάτι που γνωρίζουν πολύ καλά στην Ευρώπη, και κυρίως στη Γερμανία, σύμφωνα με τον αναλυτή Martin Armstrong. Στην πραγματικότητα, η Ευρώπη βρίσκεται σε πορεία οικονομικής αυτοκτονίας.
Ανάμεσα στα περιοριστικά μέτρα για την πανδημία COVID-19, την κλιματική αλλαγή και την αποστολή του NET-ZERO, καθώς και τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας που διπλασίασαν το κόστος των καυσίμων, η Ευρώπη δεν μπορούσε να ζητήσει από τους πολίτες να κατανοήσουν τη λειτουργία της οικονομίας, εάν ήθελε να διατηρήσει την πολιτική της εξουσία με οποιοδήποτε τίμημα.
Η Ευρώπη απέφυγε να ενοποιήσει τα χρέη της και, αντί να προχωρήσει σε μια βιώσιμη στρατηγική, απλώς μετέφερε την αστάθεια από τις αγορές συναλλάγματος στις αγορές ομολόγων. Σήμερα, η Ευρώπη βιώνει τη χειρότερη οικονομική ανάπτυξη, εξαιτίας αυτών των πολιτικών, οι οποίες αναμειγνύονται με μαρξιστικές αντιλήψεις, και έτσι έχει εισέλθει στην πιο καταπιεστική οικονομική περίοδο.
Οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης διατηρούν μια πολεμοχαρή στάση και προωθούν συνεχώς τις οικονομικές τους ατζέντες με εμμονή, την ώρα που σημειώνεται μαζική έξοδος ευρωπαϊκών επενδύσεων. Αντί να ακούσουν τις αντιρρήσεις και να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις, παραμένουν εμμονικά προσκολλημένοι στις αριστερές τους θέσεις και επιμένουν ότι έχουν δίκιο.
Συζητούσαν για την κατάκτηση της Ρωσίας και τη δήμευση των 75 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, θεωρώντας ότι με αυτόν τον τρόπο η Ευρώπη θα αποκτούσε αξία διπλάσια από το εθνικό χρέος των ΗΠΑ. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως οι Macron και Tusk, επισημαίνουν στον Zelensky ότι η ΕΕ είναι αποφασισμένη να τον στηρίξει, με την επισημοποίηση αυτής της θέσης μέσω δηλώσεων.
Οι Ευρωπαίοι ενδέχεται να χρειάζονται πόλεμο καθώς αδυνατούν να στηρίξουν την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Είναι γνωστό ότι τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα έχουν αποκαλύψει πως οι Νεοσυντηρητικοί και η CIA ήταν αυτοί που χρηματοδότησαν και δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, φτάνοντας μέχρι τη Συνθήκη της Ρώμης. Αντί όμως να εργαστούν για την υπεράσπιση και διατήρηση αυτού του εγχειρήματος, οι ευρωπαϊκοί ηγέτες προτιμούν να επιρρίπτουν τις ευθύνες για τις αποτυχίες τους σε άλλες οντότητες ή πρόσωπα. Για παράδειγμα, ο Biden κατηγόρησε την αύξηση της τιμής της βενζίνης, αποκαλώντας την πληθωρισμό του Putin, χωρίς να αναλάβει καμία ευθύνη για την επιβολή των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, οι οποίες είχαν ως συνέπεια την αύξηση των τιμών ενέργειας. Η ΕΕ γνωρίζει ότι βαδίζει προς την κατάρρευση και προσπαθεί να τη διαχειριστεί με την εξωτερική κατηγορία, στρέφοντας την ευθύνη στη Ρωσία. Ο πόλεμος λειτουργεί ως ένας αντιπερισπασμός για να δικαιολογηθούν οι αποτυχίες και να κατηγορηθεί η Ρωσία για τις συνέπειες.
Ο πόλεμος, γενικότερα, έχει δύο βασικά κίνητρα. Το πρώτο είναι η εθνική ασφάλεια, δηλαδή η απειλή μιας εισβολής. Το μοντέλο της κατάκτησης, που σχετίζεται με την επέκταση της επικράτειας ενός κράτους, είναι το γνωστό πρότυπο της οικοδόμησης αυτοκρατοριών. Στο παρελθόν, πολλές χώρες είχαν σχέδια για την κατάκτηση της Κίνας και την μεταφορά της ως λάφυρο. Σήμερα, η ΕΕ φαντάζει να εφαρμόζει παρόμοιο σχέδιο με τη Ρωσία. Η ΕΕ φαίνεται να επιδιώκει τον πόλεμο για οικονομικό όφελος. Το 1931, η Ευρώπη αντιμετώπισε χρεοκοπία, με αποτέλεσμα να εγκατασταθούν νέες κυβερνήσεις που δεν ανέλαβαν ποτέ την ευθύνη για τα χρέη των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Προτείνουν «μπότες στο έδαφος, αεροπλάνα στον αέρα» στην Ουκρανία
Η «Συμμορία των Προθύμων» ή οι πολεμοκάπηλοι της Βρετανίας και της Γαλλίας προτείνουν μια «κατάπαυση του πυρός» στους βομβαρδισμούς και στη συνέχεια την αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων στην Ουκρανία. Ωστόσο, αυτό το σχέδιο θεωρείται ύπουλο, καθώς η πρόταση περιλαμβάνει την αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων στο έδαφος και αεροπορικές επιχειρήσεις, χωρίς να αντιμετωπίζεται το πραγματικό ζήτημα του εδάφους και του ελέγχου. Η Ρωσία, από την πλευρά της, ξεκαθαρίζει ότι κάθε ξένος στρατός στην Ουκρανία θα αντιμετωπιστεί ως στόχος και θα εξοντωθεί. Εντυπωσιακά, μερικά ευρωπαϊκά κράτη (όχι όλα τα κράτη της ΕΕ και όχι το ΝΑΤΟ στο σύνολό του) προτείνουν αυτή τη λύση, αγνοώντας όμως τις θέσεις της Ρωσίας. Η Ρωσία θεωρεί το σχέδιο απαράδεκτο και αδύνατο να εφαρμοστεί.
Στην συνέντευξή του στη Le Figaro, ο Γάλλος Πρόεδρος Macron αποκάλυψε το σχέδιο που εκπονήθηκε από κοινού με τον Βρετανό Πρωθυπουργό Keir Starmer. Η πρόταση περιλαμβάνει μια κατάπαυση του πυρός στον αέρα, στη θάλασσα και στις ενεργειακές υποδομές, με στόχο την προσωρινή αναστολή των βομβαρδισμών για έναν μήνα. Αυτή η κατάπαυση του πυρός, ωστόσο, δεν αφορά την κατάσταση στο έδαφος, καθώς η γραμμή του μετώπου είναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθεί. Στο δεύτερο στάδιο του σχεδίου, προτείνεται η ανάπτυξη ειρηνευτικών δυνάμεων στην Ουκρανία, κάτι που θα μπορούσε να συμβεί μετά από εβδομάδες διαπραγματεύσεων για την επίτευξη μιας βιώσιμης συμφωνίας. Ο Macron εξέφρασε την πεποίθηση ότι μπορεί να υπάρξει «αποκλιμάκωση» μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Trump και του Ουκρανού προέδρου Zelensky, επισημαίνοντας ότι οι συνομιλίες για την αποκατάσταση του διαλόγου μεταξύ τους είναι πιθανές τις επόμενες ημέρες.
Από την πλευρά του, ο Βρετανός Πρωθυπουργός Keir Starmer υπογράμμισε ότι για να επιτευχθεί ειρήνη στην Ουκρανία, η χώρα πρέπει να είναι στρατιωτικά ισχυρή και έτοιμη να αντισταθεί εάν χρειαστεί, έχοντας παράλληλα μια ισχυρή θέση στις διαπραγματεύσεις με την υποστήριξη των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών εγγυήσεων ασφαλείας. Υπογράμμισε ότι μια συμφωνία που δεν θα έχει σταθερές βάσεις δεν θα έχει πιθανότητες επιτυχίας, κάτι που ανησυχεί τον Zelensky. Αν και ο Starmer δεν έδωσε συγκεκριμένη απάντηση για την πιθανή γραμμή επαφής μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, δήλωσε ότι αυτό είναι θέμα προς συζήτηση.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Mark Rutte, δήλωσε ότι το ΝΑΤΟ προετοιμάζεται για την κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία, τονίζοντας την ανάγκη να διατηρηθεί η ειρήνη μόλις επιτευχθεί εκεχειρία. Η Ευρώπη, σύμφωνα με τον Rutte, είναι έτοιμη να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες και να αντιμετωπίσει τις επόμενες προκλήσεις.
Η Ευρώπη σχεδίαζε να σύρει τις ΗΠΑ σε πόλεμο, αλλά το σχέδιό της απέτυχε
Η σύνοδος κορυφής στο Λονδίνο της 2ας Μαρτίου 2025 υποτίθεται ότι αποτελούσε το τελικό στάδιο για την επισημοποίηση ενός ευρωπαϊκού σχεδίου για την Ουκρανία, το οποίο, σύμφωνα με τον Βρετανό αναλυτή Αλέξανδρο Μερκούρη, είχε στόχο να εμπλέξει τις ΗΠΑ σε έναν πόλεμο με τη Ρωσία. Ο Μερκούρης υποστήριξε ότι η συνάντηση στο Λονδίνο ήταν μια απόπειρα αναβίωσης του σχεδίου αποστολής ευρωπαϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία, ένα σχέδιο που είχε απορριφθεί νωρίτερα στο Παρίσι. Οι ΗΠΑ θα έπρεπε να παρέχουν πληροφορίες και αεροπορική υποστήριξη σε αυτήν την αποστολή.
Ο αναλυτής σημείωσε ότι το ευρωπαϊκό σχέδιο έθετε αδύνατες προϋποθέσεις για την έναρξη διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία, γεγονός που θα οδηγούσε σε περαιτέρω παράταση της σύγκρουσης. Αυτή η στρατηγική, σύμφωνα με τον Μερκούρη, ήταν εντελώς αντίθετη με τις προτάσεις της ομάδας του Trump για μια ειρηνική συμφωνία. Συγκεκριμένα, το σχέδιο φαίνεται να είχε σχεδιαστεί με σκοπό να σύρει τις ΗΠΑ σε έναν πόλεμο με τη Ρωσία, επισημαίνοντας ότι η συνάντηση στο Λονδίνο είχε προγραμματιστεί με την προσδοκία ότι οι επισκέψεις του Starmer και του Zelensky στην Ουάσιγκτον θα αποδείκνυαν την υποστήριξη των ΗΠΑ. Στο σενάριο αυτό, οι ΗΠΑ θα παρείχαν εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία, το Κίεβο θα υπέγραφε συμφωνία για τα ορυκτά, και το μόνο που θα απέμενε ήταν η συζήτηση των λεπτομερειών για την αποστολή ευρωπαϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία.
Πώς το επεισόδιο με τον Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας
Ο τσακωμός του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με τον Ουκρανό ομόλογό του Βόλοντιμιρ Ζελένσκι και οι πρωτοφανείς σκηνές που εκτιλύχθηκαν προ ημερών στο Οβάλ Γραφείο, προκάλεσε σοκ στην κοινή γνώμη αλλά και… ικανοποίηση στη ρωσική πλευρά.
Αυτό αναφέρει το CNN, καθώς όπως επισημαίνει το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο σε ανάλυση του, το Κρεμλίνο έκτιμα ότι έπειτα από όσα έγιναν στον Λευκό Οίκο θα συνεχιστούν οι συνομιλίες με στόχο την ανοικοδόμηση της σχέσης ΗΠΑ-Ρωσίας.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα με τίτλο «η Ρωσία πανηγυρίζει την επίπληξη του Ντόναλντ Τραμπ στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι και προωθεί την αποκατάσταση των δεσμών της με τις ΗΠΑ», έμπειροι διπλωματικοί αναλυτές θεωρούν ότι η κυβέρνηση Τραμπ έστησε μια παγίδα στον Ουκρανό ηγέτη με σκοπό να τον δυσφημήσει και να μην αποτελέσει εμπόδιο στα επόμενα σχέδια της.
Ποια είναι αυτά; Σύμφωνα με το CNN, αν και δεν έχει ανακοινωθεί κάτι δημόσια, έχει ανοίξει μια συζήτηση για επίσπευση της συνάντησης κορυφής του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ταυτόχρονα, στη Μόσχα αισιοδοξούν ότι μετά από αυτή τη ρήξη του Τραμπ με τον Ζελένσκι θα βρεθούν σε δεύτερη μοίρα οι δύσκολες διαπραγματεύσεις για το ουκρανικό και θα ανοίξει ο δρόμος για κερδοφόρες ρωσο-αμερικανικές οικονομικές συμφωνίες.
Όπως μεταδίδει το CNN, βρίσκονται σε εξέλιξη οι προετοιμασίες για τον δεύτερο γύρο συνομιλιών μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, που θα φιλοξενηθεί σύντομα, ενδεχομένως και σε κράτος του Κόλπου.
Ήδη ο βασικός οικονομικός απεσταλμένος του Κρεμλίνου στις συνομιλίες, Κίριλ Ντιμιτρίεφ, είπε στο CNN ότι η συνεργασία με τις ΗΠΑ θα μπορούσε να «περιλαμβάνει ενεργειακές» συμφωνίες κάποιου είδους, αλλά δεν έχουν ανακοινωθεί λεπτομέρειες.
Σύμφωνα με τους Financial Times, έχουν γίνει προσπάθειες για τη συμμετοχή Αμερικανών επενδυτών στην επανεκκίνηση του ρωσικού αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 προς την Ευρώπη, τον οποίο η Γερμανία διέκοψε στις αρχές του πολέμου.
Ο Ντμίτριεφ κάλεσε την κυβέρνηση Τραμπ και τη Ρωσία να αρχίσουν να «χτίζουν ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα» και «να επικεντρωθούν στις επενδύσεις, την οικονομική ανάπτυξη, τις ανακαλύψεις της τεχνητής νοημοσύνης» και τα μακροπρόθεσμα κοινά επιστημονικά έργα όπως η «εξερεύνηση του Άρη».
Πάντως αυτό που παρατηρήθηκε από την ορκωμοσία του Τραμπ τον Ιανουάριο είναι μια θεμελιώδης επαναφορά των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας, όπως εκτιμά ο δημοσιογράφος του CNN.
Προσεγγίζοντας τόσο στενά το Κρεμλίνο, η κυβέρνηση Τραμπ κινδυνεύει να γυρίσει την πλάτη στους δυτικούς της συμμάχους, αφήνοντας την Ευρώπη απομονωμένη σε μια ριζική αλλαγή της παγκόσμιας στάσης της Ουάσιγκτον.
Ακόμη και το Κρεμλίνο, κάπως αιφνιδιασμένο από την ταχύτητα των γεγονότων, το έχει λάβει δημόσια υπόψη.
«Η νέα κυβέρνηση (των ΗΠΑ) αλλάζει γρήγορα όλες τις διαμορφώσεις της εξωτερικής πολιτικής. Αυτό συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με το όραμά μας», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, στη ρωσική κρατική τηλεόραση σε δηλώσεις που μεταδόθηκαν την Κυριακή.