«Εμφύλιος» ξέσπασε στις Βρυξέλλες με αφορμή τη συμφωνία ελευθέρου εμπορίου της ΕΕ με τα κράτη της Mercosur στα οποία περιλαμβάνονται η Βραζιλία, η Αργεντινή, η Ουρουγουάη, η Παραγουάη και εσχάτως η Βολιβία που προσχώρησε στο μπλοκ το 2024.
Έτσι στο πλευρό της Γαλλίας που αντιτίθεται στη σύναψη της συμφωνίας προστέθηκε προ ημερών και η Πολωνία, ενώ το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Ιρλανδία και η Αυστρία, χώρες με ισχυρά αγροτικά συμφέροντα εκφράζουν επίσης τις αντιρρήσεις τους.
Σε στάση αναμονής η Ιταλία, ενώ Γερμανία και Ισπανία ηγούνται ενός μπλοκ ένδεκα κρατών μελών της ΕΕ τα οποία επιθυμούν πάση θυσία την σύναψη της συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου ΕΕ-Mercosur. Μάλιστα η Γερμανία μέσω Σολτς στο περιθώριο της πρόσφατης συνάντησης των G-20 στο Ρίο ντε Τζανέιρο διαμήνυσε ότι η συμφωνία ΕΕ-Mercosur πρέπει να προχωρήσει.
Άλλωστε το διμερές εμπόριο Γερμανίας-Mercosur το 2022 είχε ανέλθει στα 24 δισ. ευρώ από τα 120 δισ. ευρώ που ήταν το συνολικό διμερές εμπόριο ΕΕ-Mercosur.
Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, «η ΕΕ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εταίρος της Mercosur στο εμπόριο αγαθών, μετά την Κίνα και μπροστά από τις ΗΠΑ. Η ΕΕ αντιπροσώπευε το 16,9% του συνολικού εμπορίου της Mercosur το 2023, ενώ η Mercosur ήταν ο δέκατος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ. Το 2023, οι εξαγωγές της ΕΕ προς τις τότε τέσσερις χώρες της Mercosur ανήλθαν σε 55,7 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές της Mercosur στην ΕΕ ανήλθαν συνολικά σε 53,7 δισ. ευρώ».
Η συμφωνία αναμένεται να δημιουργήσει μια «από τις μεγαλύτερες ζώνες ελευθέρου εμπορίου στον κόσμο η οποία θα περιλαμβάνει 750 εκατομμύρια ανθρώπους και περίπου το ένα πέμπτo της παγκόσμιας οικονομίας». Και όλα αυτά ενώ ο Τραμπ αναμένεται να επιβάλλει δασμούς σε Κίνα, Καναδά, Μεξικό, ΕΕ και πιθανόν και σε κράτη της Mercosur.
Έτσι ο ανταγωνισμός ΕΕ-Κίνας για τη μεγάλη αγορά των χωρών του Mercosur χτυπάει πλέον κόκκινο. Πολύ δε περισσότερο καθώς ενώ για το 2023 το συνολικό διμερές εμπόριο της ΕΕ με όλες τις χώρες του Mercosur ανήλθε στα 109,4 δισ. ευρώ, το ίδιο έτος μόνο το διμερές εμπόριο Κίνας-Βραζιλίας είχε φτάσει τα 157,6 δισ. δολάρια.
Αλλά η κόντρα δεν γίνεται μόνο στους διαδρόμους των Βρυξελλών καθώς οι Γάλλοι αγρότες πήραν πάλι τους δρόμους διαμαρτυρόμενοι κατά της Κομισιόν που επιμένει στη σύναψη της συμφωνίας ΕΕ-Mercosur.
Πρόκειται για τη συνέχεια των αγροτικών κινητοποιήσεων του περασμένου Φεβρουαρίου που ανέδειξαν με εξαιρετικά σαφή τρόπο τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαίοι αγρότες ως συνέπεια του αλόγιστου ανοίγματος της ευρωπαϊκής οικονομίας στις αθρόες εισαγωγές αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από τρίτες χώρες λόγω της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης την οποία με θρησκευτική ευλάβεια προώθησε το ιερατείο των Βρυξελλών ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Βασική συνταγή ήταν η εγκατάλειψη της θεμελιώδους αρχής της κοινοτικής προτίμησης η οποία προστάτευε τους ευρωπαίους αγρότες και αποτελούσε ακρογωνιαίο λίθο της ΚΑΠ.
Ταυτόχρονα όπως τόνισα σε ομιλία μου στις 26/1/2017 ενώπιον της Επιτροπής Γεωργίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προκειμένου οι Βρυξέλλες να προωθήσουν την εξαγωγή των βιομηχανικών προϊόντων του ευρωπαϊκού βορρά στις παγκόσμιες αγορές και κυρίως στις αναπτυσσόμενες αγροτικές χώρες δέχθηκαν ως αντιστάθμισμα την κατάργηση της αρχής της κοινοτικής προτίμησης και την απελευθέρωση των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων τρίτων χωρών στην ΕΕ με αποτέλεσμα να οξυνθούν τα προβλήματα των αγροτών του φτωχοποιημένου ευρωπαϊκού νότου.
Μάλιστα μετά τις τεράστιες κινητοποιήσεις των Γάλλων αγροτών και τα μπλόκα τον Φεβρουάριο του 2024, ο Μακρόν «ανακάλυψε» ότι υπήρχε αθέμιτος ανταγωνισμός έναντι των Γάλλων αγροτών από τις αθρόες εισαγωγές αγροτικών προϊόντων από την Ουκρανία, την Αφρική, αλλά και τη Λατινική Αμερική και άρχισε να ψελλίζει διάφορα δήθεν μέτρα για την προστασία της γαλλικής αγροτικής οικονομίας.
Και όμως από τα μέσα της δεκαετίας του 2010 ο Μακρόν και το νεοφιλελεύθερο ιερατείο των Βρυξελλών ήταν θιασώτες της αθρόας εισαγωγής αγροτικών προϊόντων από τρίτες χώρες.
Ανάμεσα στις συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου που βρίσκονται πλέον στο στόχαστρο των ευρωπαίων αγροτών περιλαμβάνονται η συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών ΕΕ-Ουκρανίας, και εσχάτως η συμφωνία ΕΕ-Mercosur καθώς με τη συμφωνία αυτή αναμένεται αθρόα εισαγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από τις χώρες του Mercosur που θα έχουν ως αποτέλεσμα την πτώση του βιοτικού επιπέδου των ευρωπαίων αγροτών.
Στα επιχειρήματα των ευρωπαίων αγροτών περιλαμβάνεται ο ισχυρισμός ότι τα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα των χωρών της Mercosur δεν τηρούν τους διάφορους περιβαλλοντικούς και υγειονομικούς κανόνες με αποτέλεσμα, πέραν των κινδύνων που εγκυμονούν για την υγεία των καταναλωτών, ταυτόχρονα να είναι και φθηνότερα υποβάλλοντας έτσι τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά προϊόντα σε αθέμητο ανταγωνισμό.
Το θέμα της σύναψης συμφωνίας ΕΕ-Mercosur απασχολεί έντονα την ΕΕ τα τελευταία 25 χρόνια. Από την πλευρά μου ως ευρωβουλευτής με παρέμβαση μου στις 10 Μάιου 2016 στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο είχα έγκαιρα επισημάνει ότι «η συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης – Mercosur ανοίγει τον δρόμο για τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Αργεντινή, τη Βραζιλία, την Παραγουάη και την Ουρουγουάη, γεγονός το οποίο θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τον αγροτικό τομέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με την αγροτοσυνδικαλιστή οργάνωση COPA– COGECA.
Συγκεκριμένα, οι χώρες του Mercosur είναι ήδη εξαγωγείς αγροτοδιατροφικών προϊόντων προς τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το 86% των ευρωπαϊκών εισαγωγών να αντιστοιχεί σε βόειο κρέας και το 70% σε κρέας πουλερικών. Επομένως, σύμφωνα με τους εκπροσώπους της COPA– COGECA, η κατάργηση των δασμών είναι περιττή για την αύξηση του εμπορίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση εξάγει ελάχιστο από το βόειο κρέας που παράγει.
Επιπλέον, οι εισαγωγές από τις χώρες του Mercosur δεν συνάδουν με τα υψηλά ποιοτικά και περιβαλλοντικά πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπάρχει ανησυχία για την ασφάλεια των τροφίμων καθώς στην Αργεντινή κυκλοφορεί κρέας κλωνοποιημένων ζώων. Τέλος, ο αγροτικός τομέας θα χάσει 7 δισεκατομμύρια ευρώ».
Η συνέχεια λοιπόν για το μέλλον της συμφωνίας ΕΕ-Mercosur προσεχώς επί της οθόνης καθώς «οι διαπραγματευτές της ΕΕ και οι εταίροι τους στη Mercosur θα συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις για τις τελικές λεπτομέρειες του κειμένου ενόψει της συνόδου κορυφής των ηγετών της Mercosur στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης στις 5 και 6 Δεκεμβρίου».
Μάλιστα η Κομισιόν ελπίζει «ότι η συμφωνία θα μπορούσε επιτέλους να ολοκληρωθεί, με μεγάλη φανφάρα, στη σύνοδο κορυφής της Mercosur, που θα πραγματοποιηθεί στο Μοντεβιδέο». Στο ίδιο μήκος κύματος και η κυβέρνηση της Βραζιλίας η οποία παρά τις γαλλικές αντιρρήσεις αναμένει ότι η επίτευξη συμφωνίας στις διαπραγματεύσεις θα ανακοινωθεί την επόμενη εβδομάδα στη σύνοδο κορυφής της Mercosur και με τον Λούλα να δηλώνει ότι η συμφωνία θα υπογραφεί φέτος.
Όλα όμως τελικά θα κριθούν στο Συμβούλιο της ΕΕ στις 18-20 Δεκεμβρίου 2024 όπου σχεδιάζεται να έρθει για ψήφιση η συμφωνία ΕΕ-Mercosur, εάν βεβαίως ευοδωθούν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές.