Αμερικανικές εκλογές 2024: Το πρώτο αποτέλεσμα δείχνει απόλυτη ισοπαλία μεταξύ Χάρις και Τραμπ – Η μικρογραφία της εκλογικής διαδικασίας σε ένα χωριό του Νιου Χάμσαϊρ

Η εκλογική διαδικασία στις ΗΠΑ ξεκίνησε επίσημα, με τους πρώτους ψηφοφόρους του Dixville Notch, ενός μικρού χωριού στο Νιου Χάμσαϊρ, να ρίχνουν τις ψήφους τους λίγο μετά τα μεσάνυχτα.

Όπως απαιτεί η παράδοση, οι έξι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι συγκεντρώθηκαν στο ιστορικό, αλλά πλέον κλειστό ξενοδοχείο Balsams, και ψήφισαν μόλις άνοιξαν οι κάλπες, διαμορφώνοντας έτσι το πρώτο εκλογικό αποτέλεσμα της χώρας.

Η καταμέτρηση επιβεβαίωσε τον διχασμό στη χώρα και την απόλυτη ισοπαλία στην εκλογική διαδικασία, καθώς οι ψήφοι μοιράστηκαν 3-3 ανάμεσα στην Καμάλα Χάρις και τον Ντόναλντ Τραμπ.

Αυτό το αποτέλεσμα δείχνει μια έντονη μεταστροφή από το 2020, όταν και οι πέντε ψηφοφόροι είχαν επιλέξει τον Τζο Μπάιντεν απέναντι στον Τραμπ.

Εκτός από τις προεδρικές εκλογές, το μικρό εκλογικό σώμα ψήφισε και για άλλες θέσεις. Η Ρεπουμπλικανή κυβερνήτης Κέλι Αγιότ κέρδισε τον αντίπαλό της με 5-1, ενώ η Δημοκρατική Μάγκι Γκούντλαντερ επικράτησε για την περιφέρεια του Κογκρέσου, 4-2.

Από το 1960, το Dixville Notch είναι γνωστό ως η πρώτη πόλη στις ΗΠΑ που παρουσιάζει εκλογικά αποτελέσματα. Παρά τον μικρό πληθυσμό του, η παράδοση συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ενώ συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των δημοσιογράφων και των πολιτικών αναλυτών από όλη τη χώρα, καθώς προσφέρει μια πρώτη γεύση της εκλογικής διαδικασίας, έστω και σε μικρογραφία – αν και τα αποτελέσματα του Dixville Notch δεν είναι ενδεικτικά της γενικής έκβασης των εκλογών.

Το μικρό εκλογικό σώμα του Dixville Notch έχει ψηφίσει Δημοκρατικούς υποψήφιους στις τελευταίες δύο προεδρικές εκλογές. Το 2020, οι πέντε ψηφοφόροι στήριξαν ομόφωνα τον Τζο Μπάιντεν, ενώ το 2016, η Χίλαρι Κλίντον κέρδισε τέσσερις από τις επτά ψήφους, με δύο να πηγαίνουν στον Τραμπ και μία στον ανεξάρτητο Γκάρι Τζόνσον.

Η στιγμή της ανακοίνωσης των πρώτων αποτελεσμάτων

Κι αν τελικά δεν είναι τόσο αμφίρροπες οι εκλογές; – Ειδικοί αναλύουν

Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν πως οι σημερινές προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, στις οποίες αναμετρώνται η Κάμαλα Χάρις και ο Ντόναλντ Τραμπ, θα είναι πάρα πολύ αμφίρροπες.

Ωστόσο ορισμένοι ειδικοί αντιτείνουν πως η διαφορά των δυο αντιπάλων μπορεί να αποδειχθεί πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι αναμενόταν.

Κατά τις δημοσκοπήσεις που θεωρούνται οι σοβαρότερες, η Δημοκρατική αντιπρόεδρος και ο Ρεπουμπλικάνος πρώην πρόεδρος έχουν εντελώς οριακή διαφορά σε καθεμιά από τις πολιτείες-κλειδιά, που αναμένεται να κρίνουν το αποτέλεσμα της σημερινής ψηφοφορίας.

Έτσι, κατά δημοσκοπήσεις που συγκεντρώνει ο ιστότοπος FiveThirtyEight, η κυρία Χάρις και ο κ. Τραμπ βρίσκονταν χθες το απόγευμα σε απόλυτη ισοπαλία (47,8%) στην Πενσιλβάνια, σχεδόν σε ισοπαλία (47,4-47,7%) στη Νεβάδα και τους χώριζε κάτι σαν μια εκατοστιαία μονάδα στο Ουισκόνσιν, στο Μίσιγκαν και στη Βόρεια Καρολίνα.

Δεν είναι πεισμένοι όλοι όμως πως η εικόνα αυτή είναι απόλυτα ακριβής.

«Στην πραγματικότητα, οι δημοσκοπήσεις κατά πολιτεία αναγγέλλονται όχι μόνο εξαιρετικά αμφίρροπη κούρσα, αλλά επίσης απίθανα αμφίρροπη», εξηγεί ο Τζόσουα Κλίντον, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ.

Σε μελέτη του που δημοσίευσε αυτή την εβδομάδα το NBC, ο ειδικός στις δημοσκοπήσεις εξέφρασε αμφιβολίες ειδικά για το πόσο «παρόμοια» είναι τα ευρήματα —οι διαφορές τους είναι δεκαδικοί αριθμοί— των διαθέσιμων ερευνών, υποδεικνύοντας πως μπορεί να είναι οι δημοσκόποι, όχι οι ψηφοφόροι, αυτοί που ευθύνονται για την φαινομενική ομοφωνία.

Κάποιος δημοσκόπος για παράδειγμα που βλέπει να προκύπτει «διαφορά πέντε μονάδων σε υποτίθεται αμφίρροπη κούρσα μπορεί να επιλέξει να τροποποιήσει τα αποτελέσματά του, ώστε να συμμορφώνονται με αυτά που δείχνουν άλλες δημοσκοπήσεις, λόγω της ανησυχίας πως θα μπορούσε να υποστεί πλήγμα η φήμη του», υπέθεσε.

Αρκετά ινστιτούτα δημοσκοπήσεων βρίσκονται σε άμυνα, αντιμέτωπα με τα υψηλά κόστη και τις αυξανόμενες δυσκολίες ως προς την επαφή με τους ψηφοφόρους — την εποχή των smartphones και δυνατοτήτων τους όπως είναι ιδίως η φραγή κλήσεων.

Η εμπειρία πρόσφατων εκλογικών αναμετρήσεων στις ΗΠΑ δεν σπρώχνει ακριβώς κανέναν να υιοθετήσει ανεπιφύλακτα αυτά που προβλέπουν.

Οι δημοσκόποι αποδείχθηκε πως έπεσαν έξω τόσο το 2016, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τη Χίλαρι Κλίντον, και το 2020, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ηττήθηκε από τον Τζο Μπάιντεν. Την πρώτη φορά, δεν φρόντισαν να καταγραφτεί σε επαρκή βαθμό η άποψη της κατηγορίας των λευκών ανδρών χωρίς πανεπιστημιακό πτυχίο — που θεωρείται πως έδωσε τη νίκη στον μεγιστάνα των ακινήτων.

Τη δεύτερη φορά, παρότι έλαβαν υποτίθεται διορθωτικά μέτρα, υποτίμησαν ξανά την ψήφο υπέρ του Τραμπ και υπερτίμησαν αυτήν υπέρ του Μπάιντεν.

Δεν μπορεί να αποκλειστεί η υπόθεση είτε ο Ντόναλντ Τραμπ ή η Κάμαλα Χάρις να επικρατήσει καθαρά σε κάποιες ή ακόμη και σε όλες τις κρίσιμες επτά διεκδικούμενες πολιτείες.

Ο Ου. Τζόζεφ Κάμπελ, καθηγητής του αμερικανικού πανεπιστημίου στην Ουάσιγκτον, επίσης διερωτάται αν δημοσκόποι «αλλοιώνουν λιγάκι παραπάνω από τα δεδομένα τους για να τα ευθυγραμμίσουν με τα αποτελέσματα των άλλων».

Αυτό είναι κάτι «δύσκολο να το αποδείξεις», αλλά το «υποπτεύονται» πολλοί, καθώς ανταποκρίνεται στο «ένστικτο της αγέλης», προσθέτει. Προτού αναφερθεί σε διαβόητο προηγούμενο: αυτό των προεδρικών εκλογών του 1980.

Τότε, «όλες οι δημοσκοπήσεις υπεδείκνυαν πολύ αμφίρροπη κούρσα του (Δημοκρατικού) προέδρου Τζίμι Κάρτερ και του Ρεπουμπλικάνου (διαδόχου του) Ρόναλντ Ρέιγκαν», αλλά τελικά ο δεύτερος τον σάρωσε, «με διαφορά σχεδόν 10%». «Δεν λέω πως θα ξαναγίνει κάτι τέτοιο το 2024, αλλά πρέπει να το κρατήσουμε στο νου μας».

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.