Ο πόλεμος στη Γάζα συνεχίζεται για περισσότερο από ένα χρόνο, χωρίς κάποιο τέλος να διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Πρόκειται για τον μεγαλύτερης διάρκειας πόλεμο μεταξύ Ισραηλινών και Αράβων μετά τον πόλεμο που καθόρισε τα σύνορα του ισραηλινού κράτους το 1949, και είναι επίσης ο πιο φονικός έως τώρα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περισσότεροι από 1.500 Ισραηλινοί έχασαν τη ζωή τους, κυρίως κατά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, ενώ περίπου 250 άτομα απήχθησαν. Στον αντίποδα, η αντεπίθεση του Ισραήλ που ξεκίνησε με έναν από τους πιο έντονους βομβαρδισμούς που έχει καταγραφεί στη σύγχρονη ιστορία, προκάλεσε τον θάνατο περισσότερων από 40.000 Παλαιστινίων.
Αυτός ο πόλεμος έχει πάρει μεγάλη διάσταση, με τις μάχες να διεξάγονται σε πολλαπλά μέτωπα, καθώς το Ισραήλ αντιμετωπίζει και συμμάχους της Χαμάς στην περιοχή, όπως ο Λίβανος και το Ιράν. Ωστόσο, όπως σημειώνουν οι New York Times σε σχετικό επετειακό δημοσίευμα, η κύρια σύγκρουση παραμένει μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς, και το μεγαλύτερο ερώτημα είναι πώς θα μπορούσε να τελειώσει αυτός ο πόλεμος.
Εσωτερικές διαιρέσεις στο Ισραήλ
Στο εσωτερικό του Ισραήλ, η σύγκρουση αυτή έχει επιδεινώσει τις ήδη υπάρχουσες κοινωνικές διαιρέσεις, πυροδοτώντας έντονες αντιπαραθέσεις σχετικά με το αν η χώρα πρέπει να επικεντρωθεί στην καταστροφή της Χαμάς ή στην επίτευξη μιας συμφωνίας για την απελευθέρωση των ομήρων. Όπως τονίζουν οι Times, η στρατιωτική αντίδραση του Ισραήλ απέναντι στις θηριωδίες της Χαμάς έχει προκαλέσει κατακραυγή, με κατηγορίες για γενοκτονία και εγκλήματα πολέμου, ενώ έχει πυροδοτήσει ευρείες διαμαρτυρίες στις ΗΠΑ και άλλες χώρες.
Η κοινωνία του Ισραήλ είναι βαθιά διχασμένη, καθώς εκατομμύρια Ισραηλινοί διαφωνούν ως προς τον στρατηγικό στόχο του πολέμου. Υπάρχει ένα σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης που ζητά άμεση κατάπαυση του πυρός και επιστροφή σε ειρηνευτικές διαδικασίες, ενώ οι πιο συντηρητικές φωνές επιμένουν στη συνέχιση των στρατιωτικών επιχειρήσεων μέχρι την πλήρη εξόντωση της Χαμάς.
Ο πόλεμος αυτός έχει, επίσης, υπογραμμίσει τα όρια της αμερικανικής επιρροής στην περιοχή, με την κυβέρνηση Μπάιντεν να εμφανίζεται ανίκανη ή απρόθυμη να ασκήσει την απαιτούμενη πίεση για να επιτευχθεί μια εκεχειρία. Εν τω μεταξύ, εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί, κυρίως στη Γάζα, αλλά και στο Ισραήλ.
Οι στρατηγικοί στόχοι των αντιμαχόμενων πλευρών
Από στρατιωτικής άποψης, το Ισραήλ φαίνεται να έχει καταφέρει σημαντικά πλήγματα στη Χαμάς, σκοτώνοντας την πλειονότητα των ηγετικών της στελεχών και πολλούς μαχητές, καταλαμβάνοντας μεγάλο μέρος της Γάζας, καταστρέφοντας μεγάλο μέρος του οπλοστασίου της και αποκλείοντας τις διαδρομές που χρησιμοποιούσε για τον εφοδιασμό της.
Όμως, όπως παρατηρούν οι Times, ο πόλεμος συνεχίζεται για διάφορους λόγους, με τον κυριότερο να είναι ότι η κυβέρνηση του Ισραήλ, υπό την ηγεσία του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, έχει θέσει έναν σχεδόν ακατόρθωτο στόχο για τη νίκη. Ο Νετανιάχου επιθυμεί να καταστρέψει εντελώς την ηγεσία της Χαμάς και ταυτόχρονα να απελευθερώσει τους περίπου 100 ομήρους που εξακολουθούν να κρατούνται από την οργάνωση. Όμως, όπως σχολιάζουν οι Times, το ένα από τα δύο αυτά σκέλη αναιρεί το άλλο, καθώς οι ηγέτες της Χαμάς, όπως ο Γιαχία Σινουάρ, πιστεύεται ότι κρύβονται μαζί με τους ομήρους, γεγονός που δυσχεραίνει την προσπάθεια των ισραηλινών στρατιωτών να τους συλλάβουν ή να τους εξουδετερώσουν χωρίς να βλάψουν τους δικούς τους πολίτες.
Από την πλευρά της Χαμάς, ο στόχος είναι πιο απλός: η επιβίωση της οργάνωσης. Αυτός ο σχετικά μετριοπαθής στόχος επιτρέπει στη Χαμάς να αντέξει ένα επίπεδο καταστροφής που θα οδηγούσε άλλους σε συνθηκολόγηση. Με την ικανότητα να δρα μέσα από αντάρτικες τακτικές, η Χαμάς καταφέρνει να διατηρεί ζωντανή τη σύγκρουση και να διατηρεί την πίεση πάνω στο Ισραήλ.
Οι δύο ηγέτες του πολέμου
Δύο άνδρες καθορίζουν πολλά από αυτά τα γεγονότα: ο Μπενιαμίν Νετανιάχου στο Ισραήλ και ο Γιαχία Σινουάρ στη Γάζα.
Στο Ισραήλ, η εξουσία του Νετανιάχου εξαρτάται από τους ακροδεξιούς βουλευτές, οι οποίοι έχουν απειλήσει με κατάρρευση της εύθραυστης κυβέρνησης συνασπισμού αν ο Νετανιάχου τερματίσει τον πόλεμο χωρίς να καταστρέψει πλήρως τη Χαμάς. Αυτή η εξάρτηση, σύμφωνα με τους Times, έχει αποτρέψει τον πρωθυπουργό από το να αποδεχτεί μια συμφωνία για την απελευθέρωση των ομήρων.
Από την πλευρά της Χαμάς, ο Σινουάρ ήταν αυτός που οργάνωσε την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, πυροδοτώντας τον πόλεμο. Η ανοχή του προς τις καταστροφές και το βαρύ κόστος σε ανθρώπινες ζωές έχει επιτρέψει στη Χαμάς να συνεχίσει τον πόλεμο, ακόμη και όταν μεγάλο μέρος της Γάζας είναι κατεστραμμένο και οι κορυφαίοι στρατιωτικοί διοικητές της έχουν σκοτωθεί. Ο Σινουάρ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα δεχτεί μια προσωρινή εκεχειρία, καθιστώντας έτσι εξαιρετικά δύσκολη την επίτευξη μιας συμφωνίας.
Οκτώβριος: Ένας εχθρός που κρύβεται καλά
Η πρώτη ένδειξη ότι το Ισραήλ ίσως δυσκολευτεί να πετύχει μια συμβατική στρατιωτική νίκη ήρθε τις ώρες μετά την εισβολή του στη Γάζα, στις 27 Οκτωβρίου.
Το Ισραήλ έστειλε πάνω από 20.000 στρατιώτες για να καταλάβουν την πόλη της Γάζας και τις γύρω περιοχές, συνοδευόμενοι από εκατοντάδες τανκς, μετά από σχεδόν τρεις εβδομάδες αεροπορικών επιθέσεων, μια από τις πιο θανατηφόρες εκστρατείες του 21ου αιώνα. Υπό κανονικές συνθήκες, η δύναμη εισβολής του Ισραήλ θα είχε γρήγορα καταφέρει να συντρίψει τη στρατιωτική πτέρυγα της Χαμάς. Αντίθετα, οι μαχητές της Χαμάς δεν φάνηκαν πουθενά.
Ο Εϊτάν Λάουμπ, Ισραηλινός αξιωματικός, ο οποίος είχε ως αποστολή την κατάληψη ενός συμπλέγματος κτιρίων κοντά στα σύνορα, περίμενε ότι η μονάδα του θα αντιμετώπιζε σφοδρή αντίσταση. Αντ’ αυτού, όπως αναφέρει στους Times, κατέλαβαν την περιοχή γύρω από την αυγή της 28ης Οκτωβρίου χωρίς να συναντήσουν ούτε έναν μαχητή της Χαμάς. «Ήταν προφανές ότι δεν είχε μείνει κανείς», ανέφερε.
Με τον καιρό έγινε ξεκάθαρο γιατί. Οι μαχητές της Χαμάς, ως δύναμη ανταρτών, κρύβονταν σε ένα εκτεταμένο δίκτυο τούνελ, που εκτείνεται κάτω από σπίτια, σχολεία και νοσοκομεία. Φορώντας πολιτικά ρούχα, εμφανίζονταν ξαφνικά για να επιτεθούν στους Ισραηλινούς στρατιώτες και να τοποθετήσουν εκρηκτικούς μηχανισμούς στα τανκς τους.
Αυτό έχει οδηγήσει σε μια φθορά του ισραηλινού στρατού, καθώς οι στρατιώτες αναγκάζονται να αναζητούν και να καταστρέφουν αυτές τις σήραγγες, ξοδεύοντας πολύτιμο χρόνο και πόρους.
Νοέμβριος: Η οργή του Σινουάρ
Σύμφωνα με τους Times, ένα από τα πιο καθοριστικά σημεία του πολέμου ήταν όταν κατέρρευσε η πρώτη εκεχειρία στα τέλη Νοεμβρίου. Ο Σινουάρ, ηγέτης της Χαμάς, φέρεται να ήταν ενθουσιασμένος με την έναρξη της εκεχειρίας, πιστεύοντας ότι σήμαινε το τέλος του πολέμου. Ωστόσο, όταν η εκεχειρία κατέρρευσε, ο Σινουάρ οργίστηκε και αποφάσισε ότι δεν θα υπάρξει άλλη εκεχειρία, εκτός αν ήταν μόνιμη.
Αυτή η στροφή στη στρατηγική του Σινουάρ είχε ως αποτέλεσμα να σκληρύνει η στάση της Χαμάς και να καταστεί αδύνατη η επανάληψη προσωρινών συμφωνιών. Η απόφαση του Σινουάρ ανάγκασε το Ισραήλ να στραφεί προς μια πιο αποφασιστική στρατιωτική νίκη, είτε στο πεδίο μάχης είτε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Μάρτιος: H στρατηγική αποτυχία του Ισραήλ
Παρά τις πολλές προσπάθειες κατάληψης της Γάζας, η Χαμάς κατάφερνε να επανεγκατασταθεί και να συνεχίσει τις επιχειρήσεις της από εκεί, οδηγώντας σε αλλεπάλληλες μάχες. Οι Times επισημαίνουν ότι η μάχη στο νοσοκομείο Αλ-Σίφα ήταν μόνο ένα παράδειγμα της επαναλαμβανόμενης αποτυχίας της στρατηγικής του Ισραήλ.
Οι δυνάμεις του Ισραήλ, αν και κατάφερναν να καταλαμβάνουν κτίρια ή γειτονιές, συχνά αποσύρονταν για να επικεντρωθούν σε άλλες επιχειρήσεις, αφήνοντας στη Χαμάς το περιθώριο να ανακαταλάβει τις περιοχές. Το ίδιο σενάριο επαναλήφθηκε πολλές φορές σε άλλα μέρη, όπως στη Τζαμπαλίγια, τη Σετζαΐγια και τη Ζεϊτούν, όπου ο ισραηλινός στρατός χρειάστηκε να επιστρέψει αρκετές φορές για να ολοκληρώσει επιχειρήσεις που πίστευαν ότι είχαν ήδη τελειώσει.
Αυτή η τακτική επανάληψης των επιχειρήσεων σε ήδη καταληφθείσες περιοχές αποτέλεσε μια ένδειξη του πόσο περίπλοκη και δυσλειτουργική είχε γίνει η στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ. Ένας από τους βασικούς λόγους που το Ισραήλ δίσταζε να διατηρήσει μόνιμη παρουσία στις κατακτηθείσες περιοχές ήταν η άρνηση του να αναλάβει την πολιτική διαχείριση της Γάζας. Η κατάληψη εδάφους συνεπάγεται σημαντικό κόστος και πολυπλοκότητα, και, όπως αναφέρουν οι Times, το Ισραήλ, τουλάχιστον μέχρι εκείνη τη στιγμή, είχε επιλέξει να αποφύγει την πλήρη κατοχή.
Επιπλέον, το Ισραήλ αρνήθηκε να προωθήσει την ανάδειξη μιας εναλλακτικής παλαιστινιακής ηγεσίας, όπως της Παλαιστινιακής Αρχής, η οποία θα μπορούσε να αναλάβει τον έλεγχο των περιοχών που είχαν απελευθερωθεί από τη Χαμάς. Σύμφωνα με διπλωμάτες και αξιωματούχους που μίλησαν στους ΝΥΤ, υπήρξαν ανεπίσημες προσπάθειες από ανώτερους Ισραηλινούς αξιωματούχους να επιτρέψουν την είσοδο στελεχών της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα για την ανοικοδόμηση της διοικητικής ικανότητάς της. Ωστόσο, αυτή η πρωτοβουλία απέτυχε, κυρίως λόγω της αντίδρασης της Χαμάς και της απροθυμίας του Νετανιάχου να δώσει επίσημο ρόλο στην Παλαιστινιακή Αρχή, κατηγορώντας την για διαφθορά και ανικανότητα.
Οι New York Times σχολιάζουν ότι η άρνηση του Ισραήλ να συνεργαστεί με την Παλαιστινιακή Αρχή αποτελούσε μια στρατηγική απόφαση που ενδέχεται να οδήγησε σε παράταση του πολέμου και σε διαιώνιση του χάους στη Γάζα. Το Ισραήλ είχε διατηρήσει τον έλεγχο μόνο δύο στρατηγικών αρτηριών, χωρίς όμως να προχωρήσει σε πλήρη κατοχή της περιοχής, γεγονός που άφηνε περιθώρια στη Χαμάς να συνεχίζει τις επιθέσεις της.
Ιούλιος: Το «Όχι» του Νετανιάχου
Μέχρι τα τέλη Ιουλίου, η στάση του Νετανιάχου είχε πλέον μετατραπεί σε κεντρικό εμπόδιο για την επίτευξη μιας εκεχειρίας. Ενώ υπήρχαν διαπραγματεύσεις που είχαν φτάσει κοντά σε συμφωνία, με αμφότερες τις πλευρές να κάνουν παραχωρήσεις, η αλλαγή πλεύσης του Νετανιάχου οδήγησε σε κατάρρευση της δπλωματικής προσπάθειας.
Όπως σχολιάζουν οι Times, η Χαμάς είχε δείξει σημάδια προθυμίας να διαπραγματευτεί ένα πλαίσιο που θα επέτρεπε την εκεχειρία για έξι εβδομάδες, ικανοποιώντας τον στόχο του Ισραήλ να αποφύγει μια μόνιμη συμφωνία. Από την άλλη πλευρά, το Ισραήλ είχε δεχτεί να αποχωρήσει από τη Γάζα κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας και να επιδείξει μεγαλύτερη ευελιξία στην επιστροφή των εκτοπισμένων Παλαιστινίων στις κατοικίες τους στο βόρειο τμήμα της Γάζας.
Επιπλέον, οι δύο πλευρές είχαν συμφωνήσει σε μια ανταλλαγή ομήρων, όπου θα απελευθερώνονταν τουλάχιστον 30 Ισραηλινοί όμηροι, σε αντάλλαγμα για εκατοντάδες Παλαιστίνιους κρατούμενους, ενώ θα υπήρχε σημαντική αύξηση της ανθρωπιστικής βοήθειας προς τους εκατομμύρια Παλαιστινίους που είχαν πληγεί από τον πόλεμο.
Ωστόσο, λίγο πριν την οριστικοποίηση της συμφωνίας, ο Νετανιάχου άλλαξε γνώμη και έδωσε εντολή στην ομάδα διαπραγμάτευσης του Ισραήλ να προβάλει νέες απαιτήσεις. Ο Πρωθυπουργός απαίτησε να διατηρήσει το Ισραήλ τον έλεγχο των νότιων συνόρων της Γάζας με την Αίγυπτο και να περιοριστεί η μετακίνηση των Παλαιστινίων προς τον βορρά.
Όπως αναφέρουν οι Times, αυτές οι νέες απαιτήσεις έθεσαν τη συμφωνία εκτός πορείας, καθώς η Χαμάς αρνήθηκε να αποδεχτεί αυτούς τους όρους. Οι διπλωμάτες που μεσολαβούσαν στις διαπραγματεύσεις έμειναν απογοητευμένοι από την ξαφνική αλλαγή πλεύσης του Νετανιάχου, η οποία, σύμφωνα με αναλυτές, πιθανότατα έγινε για να ικανοποιήσει τα αιτήματα των ακροδεξιών μελών της κυβέρνησής του.
Οι επικριτές του Νετανιάχου τον κατηγορούν ότι προέταξε τα πολιτικά του συμφέροντα πάνω από τα συμφέροντα του Ισραήλ και των ομήρων που θα απελευθερώνονταν ως μέρος της συμφωνίας.
Ένας χρόνος μετά: Χωρίς τέλος στον ορίζοντα
H αποτυχία επίτευξης μιας εκεχειρίας είχε καταστροφικές συνέπειες για τους αμάχους, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Η συνέχιση των στρατιωτικών επιχειρήσεων προκάλεσε περαιτέρω θανάτους και καταστροφές στη Γάζα, ενώ οι Ισραηλινοί συνέχισαν να υφίστανται τις συνέπειες ενός πολέμου χωρίς σαφές τέλος.
Όπως σχολιάζουν οι Times, το τελευταίο έτος πολέμου έχει βαθύνει τις εσωτερικές διαιρέσεις στο Ισραήλ, επιταχύνοντας μια εσωτερική αναθεώρηση για την ταυτότητα και το μέλλον της χώρας. Μια μακροχρόνια διαμάχη για το ρόλο της δικαιοσύνης, τον χαρακτήρα του κράτους και τα δικαιώματα των μειονοτήτων έχει ξαναβγεί στην επιφάνεια, ειδικά μετά από βίαιες ταραχές που ξέσπασαν σε υποστήριξη στρατιωτών που κατηγορήθηκαν για τη βία κατά Παλαιστινίων κρατουμένων.
Επιπλέον, σύμφωνα με την Αμερικανική εφημερίδα, ο πόλεμος της Γάζας έχει πλέον επισκιαστεί από την ευρύτερη περιφερειακή σύγκρουση, καθώς ο Λίβανος, η Συρία και το Ιράν εμπλέκονται όλο και περισσότερο στις εξελίξεις. Ο πόλεμος έχει μετατραπεί σε έναν ευρύτερο περιφερειακό αγώνα ισχύος, με την κάθε πλευρά να προσπαθεί να ενισχύσει τη θέση της στην ευρύτερη γεωπολιτική σκακιέρα της Μέσης Ανατολής.