Στην πιθανότητα ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου αναφέρεται δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας The Telegraph, η οποία σημειώνει ότι «πλησιάζει γρήγορα και πολύ λίγοι είναι πρόθυμοι να το παραδεχτούν».
«Είμαστε στα πρόθυρα ενός Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου; Στην εποχή της «κορυφής της αποκάλυψης», είναι εύκολο να γελάσεις με μια τέτοια ερώτηση. Άλλωστε, βρισκόμαστε ήδη σε μόνιμη παρακολούθηση για την πανδημία, πολιορκούμαστε καθημερινά από προβλέψεις οικολογικής κατάρρευσης και τροφοδοτούμαστε από δυστοπικά δράματα από ακατέργαστους αλγόριθμους Netflix», σχολιάζει το άρθρο.
Όπως εξηγεί ο κίνδυνος ενός παγκόσμιου πολέμου ήταν υψηλός όταν οι ΗΠΑ βρισκόταν σε διαμάχη με την Σοβιετική Ένωση στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Ωστόσο εξηγεί ότι οι κίνδυνοι παραμένουν κυρίως από τα αυταρχικά καθεστώτα παγκοσμίως, καθώς οι αυταρχικοί ηγέτες βλέπουν την δύναμη τους στο εσωτερικό της χώρας τους να μειώνεται.
Αναγνωρίζει το Ιράν, την Ρωσία και την Κίνα ως πιθανές απειλές της παγκόσμιας ασφάλειας και τους λόγους που μπορεί να αποδειχτούν απρόβλεπτες.
Ο κίνδυνος των αυταρχικών ηγετών
«Παρανοϊκοί για την εσωτερική διαφωνία, οι αυταρχικοί ηγέτες έχουν έτσι ένα αυξανόμενο κίνητρο να ρισκάρουν τα πάντα στην ενίσχυση της δύναμής τους εστιάζοντας σε εξωτερικούς εχθρούς, είτε μέσω επεκτατικών περιφερειακών πολέμων είτε μέσω υπαρξιακών συγκρούσεων υψηλού κινδύνου εναντίον της Δύσης», τονίζεται στο δημοσίευμα.
Ως πρώτο παράδειγμα αυτής της «νέας τρομακτικής πραγματικότητας» θεωρείται το Ιράν και η επίθεση του με drone σε βάση των ΗΠΑ κοντά στα σύνορα της Ιορδανίας με τη Συρία. «Δεδομένης της αναπόφευκτης απάντησης των ΗΠΑ, τίθεται το ερώτημα: Γιατί να συμμετάσχει το Ιράν σε μια τέτοια απερίσκεπτη περιπέτεια εξαρχής; Το σημείο που συχνά παραλείπεται σε όλες τις συνήθεις παρατηρήσεις για το Ιράν ως ένα τρελό, κακό φονταμενταλιστικό καθεστώς είναι ότι είναι επίσης αποτυχημένο», σημείωσε η εφημερίδα.
Στη συνέχεια σημειώνεται η παρακμή του Ιράν με τον μισό πληθυσμό να ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας παρά το γεγονός ότι η χώρα διαθέτει από τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο. Το δημοσίευμα εξήγησε ότι το καθεστώς των μουλάδων προσπαθεί να στρέψει την προσοχή από τα εσωτερικά προβλήματα στο εξωτερικό γ’ αυτό και επιχειρεί να εμφανιστεί ως μία σημαντική περιφερειακή δύναμη στην Μέση Ανατολή.
Το παράδοξο του εύθραυστου επιτιθέμενου
«Ο πραγματικός κίνδυνος μπορεί να μην είναι ότι το Ιράν γίνεται πραγματικά πιο ισχυρό, αλλά ότι οι ηγέτες του γνωρίζουν ότι ο χρόνος δεν είναι με το μέρος τους. Είναι αλήθεια ότι η Τεχεράνη απέχει πιθανώς μόνο λίγα χρόνια από την κατασκευή πυρηνικών κεφαλών για βαλλιστικούς πυραύλους. Όμως, καθώς η οικονομία του ανεβαίνει, το καθεστώς μπορεί να υποψιαστεί ότι θα γίνει πιο δύσκολο να δικαιολογήσει το κόστος του (σ.σ. πυρηνικού προγράμματος στους ανήσυχους πολίτες του», ανέφερε η εφημερίδα.
Και συνέχισε: «Αυτό συμβαδίζει με ένα μοτίβο που οι ιστορικοί έχουν εντοπίσει σε όλη την διάρκεια της ιστορίας. Αυτό που μας διδάσκουν οι προηγούμενοι παγκόσμιοι πόλεμοι είναι ότι οι χώρες με αυτοπεποίθηση και επιτυχία δεν ξεκινούν πολέμους αλλά οι διαβρωμένες και σχιζοφρενικές χώρες που υποφέρουν από μεγαλειώδεις αυταπάτες και θανάσιμο τρόμο για το μέλλον».
Αυτό το «παράδοξο του εύθραυστου επιτιθέμενου», όπως το αποκάλεσε η εφημερίδα, παρουσιάζεται σε μεγάλο βαθμό και στην Ρωσία. Το καθεστώς του Πούτιν έχει αποτύχει να εκμεταλλευτεί τα ενσωματωμένα πλεονεκτήματα της Ρωσίας για να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο και να δημιουργήσει ευημερία για τους πολίτες. Μεγάλο μέρος του ρωσικού πληθυσμού ζει στα όρια της εξαθλίωσης και η χώρα έχει κολλήσει σε μια παγίδα πετρελαίου που συνήθως προορίζεται για τριτοκοσμικά κράτη.
Στην προσπάθεια του Πούτιν να αποφύγει την εσωτερική αναταραχή θα στρέψει την προσοχή του στις συγκρούσεις στο εξωτερικό. «Ο Πούτιν, ως απάντηση, προσπαθεί να ανακόψει την οικονομική και δημογραφική παρακμή και να εκτραπεί από τις αποτυχίες του στο εσωτερικό μέσω της κατάκτησης», σχολίασε η εφημερίδα.
Το νέο στρατιωτικό αυταρχικό μοντέλο της Κίνας
Παράλληλα αναγνωρίζει τον κίνδυνο της Κίνας, καθώς η στρατηγική του προέδρου Σι Τζινπίνγκ για μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης μέσω κρατικών επενδύσεων έχει καταρρεύσει. «Έχει απαντήσει μετατοπίζοντας την Κίνα προς ένα στρατιωτικό-αυταρχικό μοντέλο – από την επιδίωξη του κινεζικού ονείρου σε ένα όραμα της Μεγάλης Κίνας», σημείωσε η εφημερίδα.
«Ούτε είναι αδιανόητη η ιδέα ότι η Κίνα θα μπορούσε να αυξήσει τους κινδύνους ενός νέου παγκόσμιου πολέμου εισβάλλοντας στην Ταϊβάν. Ο Σι ξέρει ότι μπορεί να έχει περιορισμένο μόνο χρόνο για να δράσει. Ενώ πιστεύεται ότι, μέχρι το 2027, το Πεκίνο θα έχει στρατιωτική υπεροχή έναντι των ΗΠΑ στα στενά της Ταϊβάν, δεδομένης της συρρίκνωσης του πληθυσμού και της στάσιμης οικονομίας, είναι ένα ανοιχτό ερώτημα πόσο θα μπορούσε να διαρκέσει αυτό», τόνισε το δημοσίευμα.
«Κατά τύχη θα συμβεί ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος»
Επιπλέον εξήγησε ότι εάν υπάρξει ένας Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος αυτός σίγουρα θα γίνει κατά τύχη και ως αποτέλεσμα της αγωνίας αυταρχικών ηγετών να παραμείνουν στην εξουσία. «Θα είναι πρόθυμοι να ακολουθήσουν στρατηγικές επιβίωσης που, αν και παράλογες για εμάς, τους φαίνονται βαθιά λογικές», υπογράμμισε η εφημερίδα.
«Ο κίνδυνος ενισχύεται σε μια εποχή που οι απατεώνες δικτάτορες πιστεύουν πραγματικά ότι μπορούν να κερδίσουν. Καθώς κινείται προς ένα πυρηνικό δόγμα «πρώτου χτυπήματος», η Ρωσία είναι όλο και πιο πεπεισμένη ότι έχει ένα πλεονέκτημα σε περίπτωση πυρηνικού πολέμου. Το καθεστώς του Ιράν, έχοντας ξεπεράσει μια γενιά απομόνωσης, θα μπορούσε κάλλιστα να υποφέρει από «αλαζονεία επιβίωσης», γράφει η εφημερίδα.
«Η Δύση, αν θέλει να περιορίσει την αυταρχική απειλή, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει αυτό που είναι δικό της επικίνδυνο ατού: την δική της απρόβλεπτη (σ.σ. στάση), που είναι σύμφυτη με τις δημοκρατίες. Από την εξομάλυνση των σχέσεων με την Κίνα τη δεκαετία του 1970, που αιφνιδίασε την Σοβιετική Ένωση, μέχρι την εκπληκτικά σθεναρή απάντηση στην εισβολή στην Ουκρανία, οι εχθροί της Δύσης την φοβούνται γιατί ακριβώς δεν μπορούν ποτέ να ξέρουν τι θα κάνει στη συνέχεια. Ίσως χρειαστεί να ρίξει τα ζάρια για άλλη μια φορά για να διατηρήσει την κυριαρχία της», κατέληξε το δημοσίευμα.