Αποκωδικοποιώντας τα μηνύματα Πούτιν για το Μεσανατολικό

Του Κώστα Ράπτη

Σχολιάζοντας πρόσφατα τις εικόνες από την Λωρίδα της Γάζας, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ανέφερε ότι του θύμισαν την Πολιορκία του Λένινγκραντ κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται, όσο και αν δεν το αντιλαμβάνεται πλήρως το διεθνές ακροατήριο, για ισχυρότατο μήνυμα αποδοκιμασίας του Ισραήλ, που κρούει εξαιρετικά ευαίσθητες χορδές των συμπατριωτών του.

H “Μπλοκάντα” των 872 ημερών, με το ενάμιση εκατομμύριο νεκρών (κατά τα δύο τρίτα αμάχων) είναι για τους σημερινούς Ρώσους, ασχέτως πολιτικής τοποθέτησης, κορυφαία στιγμή θυσίας, αντίστασης και ηρωισμού. Το να παραπέμπει σε αυτήν κάποιος που κατάγεται από την ίδια πόλη (και έχασε λόγω της πολιορκίας τον μεγαλύτερο αδελφό του σε νηπιακή ηλικία) υποκρύπτει ζωηρή συναισθηματική ταύτιση με τους κατοίκους της Γάζας. Πόσω μάλλον όταν πρόκειται για έναν πολιτικό ηγέτη, ο οποίος έχει καταστήσει την μνήμη της αντιφασιστικής νίκης κατά τον “Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο” θεμέλιο της εθνικής ιδεολογίας της τωρινής Ρωσίας.

Το μήνυμα είναι αρκούντως κωδικοποιημένο, ώστε να μην διαταράσσει την ισορροπία που διαμορφώνουν από την άλλη πλευρά οι επανειλημμένα κατατεθειμένες φιλο-εβραϊκές απόψεις του Πούτιν και τα γνωστά φιλο-ισραηλινά ανοίγματά του, λ.χ. με τις αλλεπάλληλες συναντήσεις του κατά το παρελθόν με τον Βενιαμίν Νετανιάχου. Εκτός από τους δεσμούς που αντικειμενικά διαμορφώνει η παρουσία ενός εκατομμυρίου πρώην Σοβιετικών πολιτών στο Ισραήλ, για το σύμπλεγμα συμφερόντων που εκπροσωπεί το Κρεμλίνο το εβραϊκό κράτος αποτελεί πολύτιμο κόμβο ροής ρωσικών κεφαλαίων. Από την άλλη, όμως, ο κόσμος των μυστικών υπηρεσιών και των ενόπλων δυνάμεων μαίνεται κατά του Ισραήλ για τις επανειλημμένες επιδρομές του στη Συρία και κυρίως για την εμπλοκή του στον πόλεμο της Ουκρανίας με την αποστολή εξοπλισμού και στρατιωτικών συμβούλων στο Κίεβο.

Στον περιβάλλον του νέου ψυχρού πολέμου, ο βαθμός ταύτισης των ΗΠΑ και της Ε.Ε. με το Ισραήλ μετά την 7η Οκτωβρίου αντικειμενικά ωθεί όλο και περισσότερο τη Μόσχα (που άλλωστε καλλιεργεί τη συνεργασία της με το Ιράν) να καταλάβει τον άλλο “πόλο”. Εξ ού και ο πόλεμος των βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ που έχει οδηγήσει σε αλληλοεξουδετέρωση των σχεδίων ψηφισμάτων ΗΠΑ και Ρωσίας-Κίνας.

Επισήμως η Μόσχα εμφανίζεται ουδέτερη, επιμένοντας ότι επείγει η εκεχειρία, η απελευθέρωση των ομήρων, η διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας, συνολικά ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου και ο προσανατολισμός σε μια πολιτική διαδικασία που θα εξασφαλίσει μία “λύση δύο κρατών” στο Μεσανατολικό – αυτήν που, όπως τονίζει, δεν πέτυχε τις προηγούμενες δεκαετίες η αποκλειστική (και μονομερής) αμερικανική “διαιτησία”.

Όμως την εβδομάδα αυτή προέκυψε άλλο ένα ισχυρό μήνυμα προς το Ισραήλ, με την υποδοχή στο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών αντιπροσωπείας της Χαμάς υπό το μέλος του Πολιτικού Γραφείου της, Αμπού Μαρζούκ – όλως τυχαίως, την ίδια στιγμή που ο Ιρανός αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Αλί Μπαγιρί Κανί συναντούσε κατά σειρά τρεις Ρώσους ομολόγους του. Οι δύο φιλοξενούμενοι είχαν την ευκαιρία να συναντηθούν και μεταξύ τους, συντονίζοντας τη στάση τους επί ρωσικού εδάφους.

Το Ισραήλ χαρακτήρισε “λυπηρή” την πρόσκληση και κάλεσε τη Μόσχα να εκδιώξει την αντιπροσωπεία της Χαμάς. Όμως η Ρωσία ουδέποτε χαρακτήρισε τρομοκρατική την παλαιστινιακή ισλαμιστική οργάνωση και έχει πραγματοποιήσει και στο παρελθόν (λ.χ. τον περασμένο Μάρτιο) συναντήσεις με αντιπροσωπείες της και μάλιστα στο επίπεδο του Σεργκέι Λαβρόφ.

Προφανώς δεν πρόκειται για αδιαφορία εν γένει στο ζήτημα της τρομοκρατίας, δεδομένου του τιμήματος που πλήρωσε η ρώσικη κοινωνία κατά το πρόσφατο παρελθόν λόγω της δράσης των ένοπλων ισλαμιστών στον Καύκασο. Αλλά ο διπλωματικός πραγματισμός επιβάλλει, ιδίως σε όποιον φιλοδοξεί να παίξει ρόλο σε μία περιφερειακή σύγκρουση, να κρατά ανοικτούς τους διαύλους με όλες τις πλευρές.

Αυτό ακριβώς τόνισε και ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δηλώνοντας: “Θεωρούμε πως είναι απαραίτητο να συνεχίσουμε τις επαφές μας με όλα τα μέρη και, βέβαια, θα συνεχίσουμε τον διάλογό μας με το Ισραήλ”.

Όμως ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας και νυν αντιπρόεδρος του πανίσχυρου Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Ντμίτρι Μεντβέντεφ, στον καθιερωμένο την τελευταία διετία ρόλο του εκφραστή της σκληρής γραμμής με χλευαστικές διαδικτυακές αναρτήσεις, εξέφρασε κάτι διαφορετικό. Με χαιρεκακία διαπίστωσε ότι η υποστήριξη προς το Ισραήλ αποτελεί την εναλλακτική της Δύσης στην κόπωσή της από το ουκρανικό ζήτημα. Και αντέτεινε: “Δεν θα ήταν καλύτερα να αναβιώσει η ειρηνευτική διαδικασία και να προσπαθηθεί να υλοποιηθεί το ψήφισμα 242 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (1976) ή ακόμη και το αρχικό σχέδιο διαμελισμού της Παλαιστίνης που ενέκρινε η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών με το ψήφισμα 181 του 1947;”. Ο υπαινιγμός είναι δηλητηριώδης, διότι τα σύνορα του Ισραήλ, όπως αυτά διαμορφώθηκαν κατά με τον ιδρυτικό πόλεμο του 1948, πηγαίνουν πέρα από τις προβλέψεις του ψηφίσματος 181.

Σε κάθε περίπτωση, η Μόσχα ακροβατεί ανάμεσα στην επιθυμία της να μην φορτωθεί συγκρούσεις που δεν είναι δικές της, μεσούντος και του ουκρανικού πολέμου, να διατηρήσει μιαν απόσταση που θα της επιτρέψει σε επόμενο χρόνο να παρεμβληθεί ως μεσολαβητής και θεματοφύλακας της διεθνούς νομιμότητας, να εμφανισθεί ως οιονεί εκπρόσωπος του παγκόσμιου Νότου, όπως το θέλει η πρόσφατη αντι-αποικιακή ρητορική της, αλλά και του πειρασμού, πάρα πολύ πραγματικού, να εμπλακεί αφανώς υπέρ του “άξονα της αντίστασης” στη Μέση Ανατολή, αξιολογώντας το κόστος που θα συνεπαγόταν για τη Δύση συνολικά μία ήττα του Ισραήλ.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.