Γράφει ο Γιώργος Βενέτης
Η σοβιετική εισβολή στοιχειώνει την Πολωνία μέχρι και σήμερα. Μόλις 17 μέρες μετά την εισβολή των ναζιστικών στρατευμάτων που σηματοδότησε την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Πολωνία δεχόταν την επίθεση της γειτονικής Σοβιετικής Ένωσης. Στις 6 της πρωί της 17ης Σεπτεμβρίου του 1939, εκείνης της αποφράδας ημέρας για την Πολωνία, πάνω από 4.000 σοβιετικά τεθωρακισμένα εισέβαλαν στην Πολωνία. Ο Στάλιν ακόμη, είχε στείλει περισσότερα αεροσκάφη απ΄ ότι το Γερμανικό Ράιχ. Επρόκειτο για μια εισβολή χωρίς προηγούμενη κήρυξη πολέμου που σηματοδότησε την έναρξη μιας άνισης μάχης για τους Πολωνούς, οι οποίοι αγωνίζονταν ήδη στα δυτικά κατά των ναζί. Μέχρι τη σοβιετική εισβολή όμως οι Πολωνοί είχαν ακόμη την ελπίδα ότι ο πόλεμος με τους Γερμανούς δεν θα οδηγούσε στην απόλυτη καταστροφή, σχολιάζει ο πολωνός ιστορικός Ζμπίγκνιεβ Βοζνίτσκα. Η 17η Σεπτεμβρίου όμως έμελε να δώσει στους Πολωνούς τη χαριστική βολή.
Οι εχθροπραξίες έληξαν με τη διχοτόμηση και το διαμοιρασμό της Πολωνίας μεταξύ του Γ΄ Ράιχ και της Σοβιετικής Ένωσης. Οι πληγές της τρομακτικής εκείνης περιόδου για τους Πολωνούς δεν φαίνεται να έχουν επουλωθεί, στη συλλογική μνήμη. Η τόσο ετερόκλιτη σύμπραξη της ναζιστικής Γερμανίας με τη Σοβιετική Ένωση καταγράφηκε ως «προδοσία» των γειτόνων. «Συχνά λέγεται ότι οι Πολωνοί υπέφεραν περισσότερο από τους Γερμανούς», λέει ο ιστορικός Βοζνίτσκα. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά, όπως λέει. «Για τη γενιά εκείνη των Πολωνών που έζησαν τη διχοτόμηση, ο χειρότερος εχθρός τότε δεν ήταν η Γερμανία, αλλά η Ρωσία. Η 17η Σεπτεμβρίου είναι ένα σύμβολο μεγάλης δυστυχίας», εξηγεί ο ιστορικός. Η παρακαταθήκη του Στάλιν συνεχίζει να στοιχειώνει την Πολωνία μέχρι και σήμερα. Οι Πολωνοί εξακολουθούν να είναι δύσπιστοι έναντι των γειτόνων. Η πολωνική εμμονή στη νατοϊκή παρουσία επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Συνεπεία των ιστορικών γεγονότων η χώρα είχε ένα θεμελιώδες υπόβαθρο, αντιρωσικό.
.Ο αντιρωσικός παροξυσμός οδηγεί σε νεομακαρθισμό
Οι σχέσεις με τους Ρώσους δεν επιβαρύνθηκαν μόνον με την εισβολή του 1939. Η δολοφονία χιλιάδων πολωνών αξιωματικών και άλλων αξιωματούχων από τον πρόδρομο της KGB, το Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων το 1940, που έμεινε στην ιστορία ως «Σφαγή του Κατύν» και η επί δεκαετίες άρνησή παραδοχής της από ρωσικής πλευράς, δημιούργησαν επιπρόσθετα βαθύτατα τραύματα και διεύρυναν ακόμη περισσότερο το χάσμα μεταξύ των δυο πλευρών. Μόλις το 2009 ο Βλαντιμίρ Πούτιν χαρακτήρισε «εγκλήματα» τις φρικαλεότητες του Κατύν. Η συνάντηση του ρώσου προέδρου με τον τότε πολωνό πρωθυπουργό Τουσκ στο Κατύν του Σμολένσκ, στις 7 Απριλίου του 2010 χαρακτηρίστηκε από πολλούς αναλυτές «ιστορική». Προς στιγμήν μάλιστα είχε γεννήσει ελπίδες για τη συμφιλίωση των δυο λαών. Ήταν η πρώτη επίσκεψη ανώτερου εκπροσώπου του ρωσικού έθνους σε έναν τόσο αιματοβαμμένο από την σταλινική εποχή τόπο.
Οι ελπίδες διαψεύθησαν, σήμερα στην Πολωνία γίνεται επικίνδυνο για την καριέρα κάποιου να εκφράζει δημόσια την αντίθεσή του στην πολιτική της κυβέρνησης έναντι του πολέμου στην Ουκρανία. O Λέσεκ Σικούλσκι γνωστός και δημοφιλής ειδικός στη γεωπολιτική, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. O Πολωνός ακαδημαϊκός απολύθηκε επειδή αμφισβήτησε τη θέση της πολωνικής κυβέρνησης για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Στη δημοκρατία δυτικού τύπου, που θεωρείται πρότυπο, δεν επιτρέπεται ούτε η ουδέτερη στάση. Δεν είναι ανεκτή η αμφισβήτηση του κυρίαρχου αφηγήματος, που αναφέρεται, στη «βάναυση» εισβολή της Ρωσίας, στις επεκτατικές της βλέψεις, στη συνέχιση του πολέμου.
Ο Σικούλσκι πρωτοστάτησε στην έναρξη του Πολωνικού Αντιπολεμικού Κινήματος, το οποίο στοχεύει να γίνει μια πλατφόρμα βάσης που ενώνει τους Πολωνούς που αντιτίθενται στην απροκάλυπτα αντιρωσική, φιλοπολεμική ρητορική και στην προπαγάνδα των πολιτικών ελίτ και των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης. Ως συνέπεια ο Σικούλσκι απολύθηκε από τη θέση του καθηγητή στην Ακαδημία Εφαρμοσμένων Επιστημών Józef. Ο πρύτανης της ακαδημίας, δεν δίστασε να δικαιολογήσει την απόφασή του για καθαρά πολιτικούς λόγους. Αναφέροντας στις 16 Φεβρουαρίου: «Λυπάμαι που ο Δρ Λέσεκ Σικούλσκι, αναμφίβολα ένας προικισμένος καθηγητής, με μεγάλη εκτίμηση από τους φοιτητές, αποφάσισε να εγκαταλείψει de facto την επιστημονική και διδακτική δραστηριότητα υπέρ της κοινωνικοπολιτικής δραστηριότητας, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό. Λυπάμαι που οι απόψεις που διακηρύσσει ο Δρ. Σικούλσκι αυτή τη στιγμή, είναι αντίθετες όχι μόνο με τις προσωπικές μου απόψεις, αλλά και στις αξίες που τηρεί το πανεπιστήμιό μας. Συμμετέχουμε στη βοήθεια της Ουκρανίας και των Ουκρανών, κάτι που αμφισβητείται από το Πολωνικό Αντιπολεμικό Κίνημα».
Το Πολωνικό Αντιπολεμικό Κίνημα
Νωρίτερα το 2022, ο Σικούλσκι δέχτηκε θορυβώδεις επιθέσεις επειδή συναντήθηκε με τον Ρώσο πρεσβευτή στην Πολωνία λίγες μόλις ημέρες μετά την έναρξη των εχθροπραξιών στην Ουκρανία. Έχει γίνει, μαζί με τον σταθερά αντιπολεμικό βουλευτή Γκρέγκορζ Μπράουν, ο στόχος του μίσους της άρχουσας ελίτ, που επιρρίπτει τις συνήθεις κατηγορίες ότι είναι Ρώσος πράκτορας και ότι συμβαδίζει με την «αφήγηση του Κρεμλίνου». Το Πολωνικό Αντιπολεμικό Κίνημα πρεσβεύει ότι ο τρέχων πόλεμος δεν ήταν «απρόκλητος», ότι η Πολωνία δεν πρέπει να ενεργεί ως υποτελής των επιθυμιών του καθεστώτος του Κιέβου, ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Πολωνίας να παραμείνει συμμορφούμενη και πρόθυμη συνεργός στον δεδηλωμένο στόχο του Λευκού Οίκου να «θέλει να δει τη Ρωσία αποδυναμωμένη». Ορθολογικές θέσεις, ωστόσο, είναι πολύ μακριά από τις θέσεις του πολωνικού κατεστημένου και τους συμμάχους του στα μέσα ενημέρωσης. Πολλοί από τους επικριτές του Σικούλσκι τον κατηγορούν για διάδοση ρωσικής προπαγάνδας, επειδή το μήνυμα του ότι, «αυτός δεν είναι ο δικός μας πόλεμος», υπονοεί ότι η Βαρσοβία θα πρέπει να σταματήσει την παροχή βοήθειας προς το Κίεβο.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που διεξήχθη από το Project Europe Research, η σαφής πλειοψηφία των Πολωνών θέλει να δει το τέλος των εχθροπραξιών. Σύμφωνα με την έκθεση επίσης, οι Πολωνοί εξακολουθούν να υποστηρίζουν την αποστολή όπλων στην Ουκρανία, αλλά η σαφής πλειοψηφία είναι αντίθετη στην αποστολή Πολωνών στρατιωτών ως μέρος μιας αποστολής του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. Μόνο το 17 τοις εκατό των ερωτηθέντων είναι υπέρ μιας τέτοιας κίνησης. Το Πολωνικό Αντιπολεμικό Κίνημα θεωρεί ότι η Πολωνία βρίσκεται σε ένα σημείο καμπής της ιστορίας της, όπου οι ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων και η εθνική ασφάλεια της Πολωνίας μπορούν να τεθούν σε περαιτέρω κίνδυνο από μια απερίσκεπτη απόφαση. Επισημαίνει επίσης ότι οι Πολωνοί πολιτικοί, από την κυβέρνηση μέχρι την υποτιθέμενη «αντιπολίτευση» στο κοινοβούλιο, είναι ενωμένοι στο παράλογο μίσος τους για τη Ρωσία.
Καταληκτικά να αναφέρουμε ότι η Πολωνία έχει δείξει πολλές φορές ότι στόχος της είναι να γίνει περιφερειακή υπερδύναμη. Για να το κάνει αυτό επιδιώκει να αυξήσει την στρατιωτική της ισχύ, με αποτέλεσμα η Κυβέρνηση να έχει προβεί στην άνοδο του ποσοστού του ΑΕΠ που χρησιμοποιείται για χρήση αμυντικών δαπανών. Το ποσοστό που έχει θέσει για αμυντικές δαπάνες ανέρχεται στο 3%, πολύ πάνω και από 2% που έχουν θέσει ως όρο για τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ οι ΗΠΑ και το οποίο λίγα σχετικά κράτη έχουν πετύχει. Δημοσίευμα της Welt, αναφέρει την θέση της Πολωνίας για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία. Η Πολωνία επιθυμεί πέρα από τον τερματισμό του πολέμου, την ολοκληρωτική καταστροφή της Ρωσίας, επιθυμώντας να παίξει σημαίνοντα ρόλο στη γεωπολιτική της περιοχής, ως εκ τούτου ενδεχόμενη ήττα της Ρωσίας θα εξυπηρετούσε τα σχέδια της. Αυτό που παραβλέπει είναι ότι μία πυρηνική δύναμη του μεγέθους μάλιστα της Ρωσίας, δεν μπορεί να ηττηθεί. Αν στριμωχθεί θα προχωρήσει στο επόμενο στάδιο αντίδρασης και τότε θα υπάρχουν μόνο ηττημένοι… Παραφράζοντας τον Σαρλ ντε Γκωλ μπορεί να ειπωθεί, ότι ο πόλεμος είναι πολύ σοβαρό θέμα για να αφεθεί στους πολιτικούς.