Πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ τα ονόματα των 213 ατόμων που αποτελούσαν το πελατολόγιο του παιδεραστή των Σεπολίων.
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη
Θα αρκεστούμε στις φωτογραφίες του ίδιου με σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα, αθλητικούς και εκκλησιαστικούς παράγοντες κ.λπ. Κάποιοι αριστεροί θα χαμογελάσουν χαιρέκακα, αφού δεν είναι μόνο το δικό τους δραστήριο μέλος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας που είχε απαγάγει τη μικρή Μ. στη Θεσσαλονίκη, αλλά υπάρχουν κι άλλοι στον χώρο της Δεξιάς, ενώ κανείς μας δεν θα σκύψει στην πραγματική αιτία της έξαρσης αυτού του φαινομένου τα τελευταία χρόνια, ούτε όμως στην αναγκαιότητα αντιμετώπισής του.
Η αλήθεια είναι ότι αδυνατεί κανείς να προσεγγίσει το θέμα με ψυχραιμία και με τη ματιά ενός αντικειμενικού παρατηρητή. Είναι τόση η οργή που γεννά σε κάθε λογικό άνθρωπο το έγκλημα της παιδεραστίας, που δεν χωρεί στο σκεπτικό του η έννοια της κατανόησης και της αιτιολόγησής του.
Τα παιδιά, κυρίως λόγω της αθωότητάς τους αλλά και της σωματικής αδυναμίας τους, δεν έχουν τη δυνατότητα να προστατεύσουν τον εαυτό τους, με συνέπεια να αποτελούν την πλέον ευάλωτη ομάδα του πληθυσμού.
Οι περισσότεροι επιστήμονες εντοπίζουν τα αίτια του φαινομένου τόσο σε μια έμφυτη παθολογία των θυτών όσο και σε περιπτώσεις στις οποίες και αυτοί είχαν υποστεί αντίστοιχη κακοποίηση κατά την παιδική τους ηλικία. Δεν εξηγείται όμως η έξαρση του φαινομένου στην εποχή μας. Αυτή θα μπορούσε να αποδοθεί στις επικοινωνιακές δυνατότητες που παρέχει πλέον το διαδίκτυο, αλλά κυρίως στη χαλάρωση των ηθών που παρατηρείται εδώ και αρκετά χρόνια.
Η προβολή προτύπων χαρακτήρων και τρόπου ζωής, όχι μόνο σε επικοινωνιακό αλλά ακόμη και σε πολιτικό επίπεδο, αμβλύνει δυστυχώς τις αντιστάσεις μιας κοινωνίας που θα έπρεπε να αυτοπροστατεύεται και να μην το περιμένει αυτό μόνο από την -ούτως ή άλλως ελλιπή- μέριμνα της Πολιτείας.
Κατά γενική ομολογία των ειδικών, η παιδεραστία είναι μια πάθηση που κατά κανόνα δεν θεραπεύεται. Ο ψυχολόγος Δημήτρης Αγοραστός γράφει χαρακτηριστικά: «Η συγκεκριμένη διαταραχή είναι σεξουαλική, γι’ αυτό και είναι βαθιά ριζωμένη μέσα στον ψυχισμό του ατόμου, όπως όλες οι σεξουαλικές επιθυμίες και συνήθειες των ανθρώπων. Επιπλέον, αν η φύση είναι πράγματι ένας σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη της παιδοφιλίας, τότε η πιθανότητα να “γιατρευτεί” η παιδοφιλία σαφώς και μειώνεται ακόμη περισσότερο».
Με βάση τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι οι παιδεραστές θα πρέπει να πάψουν να αποτελούν μέρος μιας κοινωνίας και να απομονωθούν από αυτήν. Είναι αλήθεια ότι οι ποινές που προβλέπονται έχουν αυστηροποιηθεί, αλλά μόνο σε ιδιαίτερες περιπτώσεις φτάνουν τα ισόβια. Και όλοι γνωρίζουμε φυσικά ότι, όταν λέμε ισόβια, μόνον ισόβια δεν εννοούμε, αφού σε κάποια χρόνια οι άνθρωποι αυτοί θα κυκλοφορούν και πάλι ανάμεσά μας, με ό,τι κινδύνους κι αν εγκυμονεί αυτό.
Όταν λέμε ισόβια να εννοούμε ισόβια, λοιπόν, ενώ θα πρέπει πλέον να εξεταστεί σοβαρά και η περίπτωση του μέτρου του χημικού ευνουχισμού, τουλάχιστον για ιδιαίτερα έκδηλες ψυχοπαθολογικές περιπτώσεις, όπως ισχύει σε πολλές χώρες της Δύσης. Η προστασία των παιδιών μας δεν μπορεί να διακυβεύεται στο όνομα ενός κακώς νοούμενου δικαιωματισμού.
*Δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη πόλη Ελληνική» endohora@yahoo.gr