Όταν ο Μπομπ Σίραϊτ μετακόμισε στο Σαν Ντιέγκο πριν από 27 χρόνια, το μόνο που είχε κατά νου για το νερό είχε να κάνει με την απαστράπτουσα πισίνα στην αυλή του σπιτιού του. Αυτές τις μέρες, το νερό —ή η έλλειψή του— είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής ζωής. Ο Σίραϊτ αναγκάστηκε δύο φορές να εκκενώσει το σπίτι του στο προάστιο Rancho Bernardo λόγω απειλής πυρκαγιών. Και η πλούσια βλάστηση που κάποτε κοσμούσε το γύρω τοπίο έχει δώσει τη θέση της σε γυμνό χώμα, κάποια ανθεκτική χλωρίδα και βράχια.
«Αλλάξαμε όλους τους θάμνους και τη βλάστηση για να την κάνουμε πολύ πιο ανθεκτική στη λειψυδρία», λέει ο ΣίραΙτ, επικεφαλής επενδύσεων στη Madison Avenue Securities και ένας από τους 90 εκατομμύρια Αμερικανούς που ζουν σε συνθήκες ξηρασίας.
Τα γκαζόν των Αμερικανών μπορεί να είναι το πιο προφανές θύμα της εξάντλησης των υδάτινων πόρων στις ΗΠΑ, αλλά η αυξανόμενη λειψυδρία, είτε προκαλείται από ξηρασία, μόλυνση ή υποβάθμιση των υποδομών, επεκτείνεται σε κάθε πτυχή της ζωής μας: τα ρούχα που φοράμε, τα τρόφιμα και τα ποτά που καταναλώνουμε, τα αυτοκίνητα που οδηγούμε, ακόμη και τις μηχανές αναζήτησης και τις ηλεκτρονικές συσκευές στις οποίες βασιζόμαστε.
Ούτε καν τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια δεν είναι απρόσβλητα. Η λειψυδρία αναδεικνύεται ως απειλή που θα μπορούσε να αυξήσει τα προβλήματα σε επιχειρήσεις, να μειώσει τα κέρδη και να θέσει σε κίνδυνο την ανάπτυξη – ειδικά σε υδροβόρες βιομηχανίες όπως η γεωργία, η μόδα, η κατασκευή τσιπ υπολογιστών και τα κέντρα δεδομένων.
Η κακή διαχείριση υδάτων από τον όποιο φορέα ενέχει τον πρόσθετο κίνδυνο σπίλωσης του διαχειριστή, καθώς οι ρυθμιστικές αρχές βάζουν στο μικροσκόπιο τη σπατάλη του νερού και τα περιβαλλοντικά ζητήματα αποκτούν μεγαλύτερη σημασία. Ταυτόχρονα, εταιρείες που ασχολούνται με θέματα νερού προσφέρουν νέες επενδυτικές ευκαιρίες.
«Οι επενδυτές που αποτυγχάνουν να ενσωματώσουν το υδρολογικό ρίσκο στα χαρτοφυλάκιά τους κινδυνεύουν με σημαντική μελλοντική υποαπόδοση», λέει ο Τόμας Σούμαν, δημιουργός του TSC Water Security Index Family, μιας σειράς τριών περιφερειακών δεικτών αναφοράς μετοχών που μετρούν την απόδοση των μετοχών μεγάλης κεφαλαιοποίησης, σταθμισμένη έναντι της έκθεσής τους στο υδρολογικό ρίσκο. Οι δείκτες των ΗΠΑ και της ευρωζώνης κυκλοφόρησαν τον Ιανουάριο του 2021 και ένας παγκόσμιος δείκτης θα μπει σε εφαρμογή στις αρχές του επόμενου έτους.
Η μεθοδολογία ανάλυσης ρίσκου εξετάζει παράγοντες όπως η χρήση του νερού και οι πολιτικές για να αξιολογήσει εάν μια εταιρεία είναι καλός διαχειριστής των υδάτινων πόρων της. Οι εταιρείες με χαμηλότερο ρίσκο αποκτούν βαρύνουσα σημασία, ενώ αυτές με υψηλότερο κίνδυνο υποβαθμίζονται.
Οι στοιχεία σχετικά με το νερό —όπως η ποσότητα που αποσύρεται και ο όγκος που καταναλώνεται— είναι πολύτιμα εργαλεία για τους επενδυτές για τη μέτρηση του ρίσκου που σχετίζεται με αυτόν τον φυσικό πόρο, σύμφωνα με το Sustainalytics, που ανήκει στη Morningstar. Σε μια έκθεση που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο, με τίτλο «Κίνδυνοι και προκλήσεις που σχετίζονται με το νερό», η εταιρεία σημειώνει ότι μόνο μία στις 10 εταιρείες αναφέρει πληροφορίες σχετικά με τη χρήση του νερού.
Ένας τρόπος με τον οποίο οι επενδυτές μπορούν να αναλύσουν το υδρολογικό ρίσκο – ο οποίος περιλαμβάνει τη έλλειψη, την ποιότητα και την απειλή πλημμύρας – στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια είναι μέσω του Investor Water Toolkit, που δημιουργήθηκε από τη μη κερδοσκοπική οργάνωση για τη βιωσιμότητα Ceres.
Στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, η πρόσβαση στο H2Ο είναι τόσο εύκολη όσο το άνοιγμα μιας βρύσης. Αλλά μόνο το 3% του νερού της Γης είναι πόσιμο, σύμφωνα με το Γραφείο Αποκατάστασης (Bureau of Reclamation) των ΗΠΑ. Περίπου το 2,5% είναι εγκλωβισμένο σε παγετώνες, στη κάλυψη πάγου των πόλων, στην ατμόσφαιρα και στο έδαφος, ή είναι πολύ μολυσμένο ή βρίσκεται πολύ κάτω από την επιφάνεια για να εξαχθεί οικονομικά. Έτσι, μόλις το 0,5% των διαθέσιμων αποθεμάτων είναι πόσιμο και οι έντονες ξηρασίες απειλούν ακόμη και αυτό.
Μια έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, «Drought in Numbers, 2022» (Η ξηρασία σε αριθμούς 2022), σημειώνει ότι από το 2000, ο αριθμός και η διάρκεια των ξηρασιών έχει αυξηθεί κατά 29%, σε σύγκριση με εκείνες των δύο προηγούμενων δεκαετιών, και ότι από το 1998 έως το 2017 οι ξηρασίες προκάλεσαν παγκόσμιες οικονομικές απώλειες ύψους περίπου 124 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Στις ΗΠΑ, το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο στη Δύση, όπου ο ποταμός Κολοράντο μήκους 2.330 χλμ, που παρέχει νερό σε 40 εκατομμύρια ανθρώπους και περισσότερα από είκοσι εκατομμύρια στρέμματα γεωργικής γης, έχει πέσει σε επίπεδα ρεκόρ χαμηλού. Οι δύο τεράστιες δεξαμενές του, η λίμνη Μιντ και η λίμνη Πάουελ, είναι κάτω από το 30% της χωρητικότητας τους, αφήνοντας σε κοινή θέα βυθισμένα σκάφη, ακόμη και υπολείμματα ανθρώπινων σκελετών.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ανακοίνωσε πρόσφατα νέες υποχρεωτικές διακοπές νερού και ζήτησε από τις πολιτείες να καταστρώσουν ένα σχέδιο για τη διάσωση του ποταμού. Από το 2023, η Αριζόνα θα χάσει περίπου το 21% του ετήσιου αποθέματος νερού του ποταμού, η Νεβάδα, 8%, και το Μεξικό, 7%.
Καθώς οι υδατικοί πόροι της Γης συρρικνώνονται, ο πλανήτης διψάει όλο και περισσότερο.
Μια ανάλυση της McKinsey προβλέπει ότι, έως το 2030, η παγκόσμια ζήτηση θα ξεπεράσει την προσφορά κατά 40%. Το μη κερδοσκοπικό World Resources Institute δίνει μια ακόμη πιο ζοφερή πρόβλεψη: Προβλέπει ότι το χάσμα θα είναι 56% μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας.
Μεγάλο μέρος αυτής της ζήτησης προέρχεται από εταιρείες που παράγουν προϊόντα για καθημερινή χρήση.
Ενώ οι εκτιμήσεις ποικίλλουν, το FoodPrint, ένα πρότζεκτ του ιδρύματος Grace Communications Foundation, λέει ότι χρειάζονται 6.800 λίτρα νερού, κατά μέσο όρο, για να παραχθεί μισό κιλό βοδινό κρέας και 908 λίτρα για να κατασκευαστεί ένα κινητό τηλέφωνο. Σχεδόν 3000 λίτρα χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενός τζιν Levi’s 501, σύμφωνα με την εταιρεία. Η Levi Strauss ξεκίνησε ένα πρόγραμμα διαχείρισης νερού το 2011. Η εταιρία ισχυρίζεται ότι από τα τέλη του 2020, τα δύο τρίτα των προϊόντων της κατασκευάζονταν με χρήση τεχνικών φινιρίσματος που εξοικονομούν νερό ή σε εγκαταστάσεις που πληρούν τις οδηγίες ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης νερού.
Ο πλέον ασύδοτος καταναλωτής υδάτων είναι η γεωργία, η οποία αντιπροσωπεύει περίπου το 70% των παγκόσμιων καταναλώσεων νερού παγκοσμίως, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Άλλοι υδροβόροι τομείς περιλαμβάνουν την ένδυση, την ενέργεια, τα χημικά, τα φαρμακευτικά προϊόντα και τα ορυχεία. Μια έκθεση από τη μη κερδοσκοπική οργάνωση CDP διαπίστωσε ότι οι πιθανές οικονομικές επιπτώσεις των υδρολογικών ρίσκων είναι πολύ μεγαλύτερες από το κόστος αντιμετώπισής τους. Το 2020, οι εταιρείες ανέφεραν τις μέγιστες οικονομικές επιπτώσεις του υδρολογικού ρίσκου σε 301 δισεκατομμύρια δολάρια — περισσότερο από πέντε φορές υψηλότερο από τα 55 δισεκατομμύρια δολάρια που σχετίζονται με τον μετριασμό του ρίσκου.
Η Tesla αντιμετώπισε πρόσφατα εμπόδια που σχετίζονται με το νερό στο εργοστάσιο ηλεκτρικών οχημάτων της κοντά στο Βερολίνο. Το εργοστάσιο επρόκειτο να ανοίξει τον Ιούλιο του 2021, αλλά αντιμετώπισε γραφειοκρατικές προκλήσεις και αντίσταση από τους κατοίκους που ανησυχούσαν ότι το εργοστάσιο -το οποίο μπορεί να καταναλώνει έως και 1,4 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού ετησίως- θα καταπονούσε την παροχή νερού της περιοχής, η οποία προέρχεται από τοπικά επιφανειακά αποθέματα και πηγές υπόγειων υδάτων. Αυτή το απόθεμα συρρικνώνεται εδώ και αρκετά χρόνια, λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας, της κλιματικής αλλαγής και της υπερβολικής χρήσης.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Tesla, Ίλον Μασκ, γέλασε όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο σχετικά με τη χρήση του νερού όταν επισκέφτηκε το εργοστάσιο τον Αύγουστο του 2021. «Αυτή η περιοχή έχει τόσο πολύ νερό. Κοιτάξτε γύρω σας», είπε. «[Υπάρχει] νερό παντού εδώ. Σου φαίνεται αυτό για έρημος;»
Αλλά μια ματιά κάτω από την επιφάνεια λέει μια διαφορετική ιστορία.
Ο Τζέι Φαμιλιέτι, διευθυντής του Παγκόσμιου Ινστιτούτου για την Ασφάλεια του Νερού στο Πανεπιστήμιο του Saskatchewan στον Καναδά, αναλύει δορυφορικά δεδομένα της NASA τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ως μέρος της συνεχιζόμενης έρευνάς του.
Όταν του ζητήθηκε να εξετάσει λεπτομερώς τη Γερμανία για μια δημόσια τηλεοπτική σειρά σχετικά με νερό, ο Φαμιλιέτι χρησιμοποίησε μετρήσεις από το Gravity Recovery and Climate Experiment της NASA, το οποίο παρακολουθεί τις αλλαγές στο βαρυτικό πεδίο της Γης που προκαλούνται κυρίως από την κίνηση του νερού πάνω και μέσα από τον φλοιό του πλανήτη. Διαπίστωσε ότι η χώρα χάνει 2,4 κυβικά χιλιόμετρα νερού ετησίως τα τελευταία 20 χρόνια, πιθανώς λόγω παραγόντων όπως η ξηρασία και η υπερβολική χρήση των υπόγειων υδάτων. Αυτή είναι περίπου 1,3 φορές η χωρητικότητα της λίμνης Μιντ, της μεγαλύτερης δεξαμενής στις Η.Π.Α.
Το εργοστάσιο της Tesla άνοιξε τον Μάρτιο. Τοπικοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι η αυτοκινητοβιομηχανία θα μπορούσε να ξεκινήσει την παραγωγή, υπό την προϋπόθεση ότι το εργοστάσιο πληροί τις απαιτήσεις περιβαλλοντικών επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση και τη χρήση του νερού.
Εκμεταλλευόμενοι την Αλλαγή
Η CDP, ένας παγκόσμιος μη κερδοσκοπικός οργανισμός που διαχειρίζεται ένα σύστημα περιβαλλοντικών πληροφοριών, λέει ότι η πιθανή οικονομική ζημιά από τη λειψυδρία και τη ρύπανση είναι πολύ μεγαλύτερη από το κόστος ανάληψης δράσης.
Η λειψυδρία εμφανίζεται ήδη ως παθητικό για τις εταιρείες και τους επενδυτές μέσω λανθάνοντων περιουσιακών στοιχείων, δηλαδή εργοστασίων, αγωγών και ορυχείων των οποίων η αξία έχει μειωθεί λόγω προβλημάτων νερού. Μια πρόσφατη έκθεση από τους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς CDP και Planet Tracker διαπίστωσε ότι περιουσιακά στοιχεία 13,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων είναι ήδη σε λανθάνοντα κίνδυνο και άλλα αξίας 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων κινδυνεύουν.
Μια εταιρεία που γνωρίζει πολύ καλά την εντατικοποίηση της χρήσης του νερού είναι ο αμερικανικός γίγαντας κατασκευής τσιπ Intel, του οποίου οι κύριες εγκαταστάσεις παραγωγής στις ΗΠΑ βρίσκονται στην Αριζόνα, το Νέο Μεξικό και το Όρεγκον. Οι τοποθεσίες της Αριζόνα και του Νέου Μεξικού βρίσκονται σε περιοχές με υψηλό υδατικό στρες, με βάση τον Άτλαντα Κινδύνου Υδάτων του Παγκόσμιου Ερευνητικού Ινστιτούτου 2021, ένα εργαλείο χαρτογράφησης που βοηθά εταιρείες, επενδυτές, κυβερνήσεις και άλλους χρήστες να κατανοήσουν πού και πώς αναδύονται οι κίνδυνοι και οι ευκαιρίες για τα παγκόσμια αποθέματα υδάτων.
Για να καταλάβουμε γιατί το νερό αποτελεί κορυφαία ανησυχία, δεν χρειάζεται να κοιτάξουμε περισσότερο από την κρίση που αντιμετωπίζουν οι πολιτείες που στηρίζονται στον ποταμό Κολοράντο. Μέσα σε αυτό το σκοτεινό σκηνικό βρίσκεται το Τσάντλερ, στην Αριζόνα που φιλοξενεί δύο από τις συμπλέγματα της Intel και 12.000 υπαλλήλους της. Ένα εργοστάσιο κατασκευής, ή «fab», για την κατασκευή ημιαγωγών απαιτεί τεράστιες ποσότητες νερού για να λειτουργήσει, από το «υπερκαθαρό» νερό που απαιτείται για να αποτραπεί η καταστροφή στα τσιπ από ακαθαρσίες, μέχρι το νερό για ψύξη και εγκαταστάσεις. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης της Intel, το σύμπλεγμα Ocotillo στο Τσάντλερ χρησιμοποίησε περίπου 15.800 μεγάλιτρα νερό το 2021, ή σχεδόν 16 δισεκατομμύρια γαλόνια.
Ο Τοντ Μπρέιντι, επικεφαλής βιωσιμότητας της Intel, ανέφερε στο Barron’s ότι το υπερκαθαρό νερό, στο οποίο έχουν αφαιρεθεί όσο το δυνατόν περισσότερες ακαθαρσίες, αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μερίδιο του νερού που χρησιμοποιεί η εταιρεία. Τα τσιπ και οι οδοί τους σχηματίζονται σε στρώσεις και, μεταξύ των σταδίων κατασκευής, πρέπει να πλυθούν για να αφαιρεθούν οι διαλύτες και τα υπολείμματα από το στρώμα που ολοκληρώθηκε προηγουμένως.
Το νερό χρειάζεται επίσης στις εγκαταστάσεις παραγωγής ημιαγωγών για σκοπούς όπως η ψύξη και η απομάκρυνση των ρύπων από τον αέρα. «Το νερό χρησιμοποιείται στις περισσότερες εφαρμογές», σημειώνει ο Μπρέιντι, προσθέτοντας ότι η εταιρεία χρησιμοποιεί περίπου 14 δισεκατομμύρια γαλόνια γλυκού νερού ετησίως.
Η Intel προσπαθεί να εξοικονομήσει νερό στις δραστηριότητές της, συνεργαζόμενη σε πρωτοβουλίες με τις τοπικές κοινότητες μέσω έργων αποκατάστασης νερού και χρησιμοποιώντας τεχνολογία για να βοηθήσει άλλους να ανακαλύψουν εκ νέου τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούν τον πόρο. Ο κατασκευαστής τσιπ έχει θέσει ως στόχο να είναι «θετικός ως προς το νερό» – αποκαθιστώντας περισσότερο γλυκό νερό στις τοπικές λεκάνες απορροής του από αυτό που καταναλώνει – έως το 2030.
Όταν ο Μπρέιντι ξεκίνησε να εργάζεται στην Intel στα μέσα της δεκαετίας του 1990, χρειάστηκαν περίπου 7,5 λίτρα νερού για να δημιουργηθεί 3,7 λίτρα υπερκαθαρού νερού—50% απόδοση. Σήμερα, χρειάζονται περίπου 4,16 λίτρα νερού για να παραχθεί 3,7 λίτρα υπερκαθαρού νερού, ανέφερε. Η εταιρεία έχει βρει τρόπους επαναχρησιμοποίησης του νερού και έχει χρηματοδοτήσει περισσότερα από 30 έργα για την αποκατάστασή του σε τοπικές λεκάνες απορροής.
Ο Μπρέιντι λέει ότι, τα τελευταία 10 χρόνια, οι προσπάθειες της Intel εξοικονόμησαν περίπου 3,7 δισεκατομμύρια λίτρα, αρκετά για να τροφοδοτήσουν περίπου 400.000 σπίτια στις ΗΠΑ για ένα χρόνο. «[Η λειψυδρία] είναι κάτι για το οποίο εργαζόμαστε εδώ και πολύ καιρό και προσέχουμε πολύ και συνεχίζουμε να αξιολογούμε τον ρίσκο μας», προσθέτει ο Μπρέιντι.
Οι προσπάθειες βιωσιμότητας της Intel αποδίδουν καρπούς: Η εταιρεία βρέθηκε στην κορυφή της λίστας του 2022 με τις 100 πιο βιώσιμες εταιρείες του Barron, που δημιουργήθηκε από την Calvert Research and Management.
Η Tesla δίνει επίσης προσοχή στον υδρολογικό ρίσκο. Στην πρόσφατη Έκθεση Επιπτώσεων του 2021, η εταιρεία αναγνωρίζει ότι «το νερό γίνεται ολοένα και πιο σπάνιο καθώς αλλάζει το κλίμα», γι’ αυτό η Tesla μειώνει τη χρήση του καθ’ όλη τη διάρκεια των δραστηριοτήτων της «όσο το δυνατόν περισσότερο».
Τον Αύγουστο, ο κατασκευαστής ηλεκτρικών αυτοκινήτων ζήτησε από την τοπική κυβέρνηση της Σαγκάης βοήθεια για την αντιμετώπιση μιας σοβαρής ξηρασίας στην επαρχία Σιτσουάν που επηρέασε την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, αναγκάζοντας ορισμένους κατασκευαστές να κλείσουν τα εργοστάσια. Η Tesla δεν απάντησε σε αιτήματα για σχόλια.
Όσον αφορά τον κλιματικό κίνδυνο, το νερό έχει συγκεντρώσει πολύ λιγότερη προσοχή μεταξύ των επενδυτών από ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αυτό φαίνεται να αλλάζει.
Ο Φαμιλιέτι του Παγκόσμιου Ινστιτούτου για την Ασφάλεια του Νερού λέει ότι «οι ολοένα και εντονότερες πλημμύρες και ξηρασίες, το λιώσιμο των παγετώνων και του μόνιμου παγετού, η εξάντληση των υπόγειων υδάτων και η αυξανόμενη λειψυδρία» συμβαίνουν πολύ πιο γρήγορα από ό,τι προβλέπουν τα κλιματικά μοντέλα.
Οι κίνδυνοι αφυπνίζουν τους επενδυτές. Ο προτεινόμενος κανόνας γνωστοποίησης του κλίματος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που αναμένεται αργότερα φέτος, θα μπορούσε να απαιτήσει από τις εταιρείες να αποκαλύψουν σημαντικούς κινδύνους εάν οι εγκαταστάσεις τους βρίσκονται σε περιοχές «υψηλού ή εξαιρετικά μεγάλου υδατικού στρες». Ο κανόνας που δυνητικά θα εφαρμοστεί έχει προκαλέσει αντιρρήσεις από εταιρείες που υποστηρίζουν ότι στερείται σαφήνειας και θα ήταν δαπανηρή η εφαρμογή του.
Τον Αύγουστο, η Ceres ξεκίνησε την πρωτοβουλία Valuing Water Finance Initiative (Πρωτοβουλία Χρηματοδότησης Αποτίμησης Νερού), μαζί με 64 εταιρείες επενδύσεων που διαχειρίζονται συνολικά 9,8 τρισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία. Η πρωτοβουλία αποσκοπεί να ωθήσει ορισμένους από τους «μεγαλύτερους εταιρικούς χρήστες νερού και ρυπαντές» να θεωρήσουν το νερό ως οικονομικό ρίσκο.
Η αντιμετώπιση της αυξανόμενης έλλειψης νερού στον κόσμο —και των επενδυτικών της επιπτώσεων— θα απαιτήσει κάτι περισσότερο από φανταχτερές εκθέσεις βιωσιμότητας. Θα απαιτήσει συλλογική προσπάθεια σε πολλούς τομείς της κοινωνίας. Ο Ουίλ Σάμι, Διευθύνων Σύμβουλος του Future of Water Fund, ενός επιχειρηματικού ταμείου που εστιάζει στη λεκάνη απορροής του ποταμού Κολοράντο, βλέπει μια χρυσή επενδυτική ευκαιρία. «Η λειψυδρία οδηγεί στην καινοτομία, η οποία οδηγεί σε επενδυτικές ευκαιρίες», παρατηρεί.
Ο ανταγωνισμός για το νερό θα γίνει πιο έντονος με την πάροδο του χρόνου. Και οι εταιρείες που προστατεύουν τη μακροπρόθεσμη διαθεσιμότητα καθαρού νερού – και οι επενδυτές που αναγνωρίζουν τη λειψυδρία ως σημαντικό επιχειρηματικό ρίσκο – θα είναι σε καλύτερη θέση για να αντιμετωπίσουν τα άνυδρα χρόνια.
Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο