Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου ο σημαντικότερος αγωγός μεταφοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη, ο Nord Stream 1, θα διακόψει τη ροή του, προκειμένου να πραγματοποιηθούν εργασίες συντήρησης. Αυτό ανακοίνωσε επίσημα η ρωσική πλευρά, η οποία διοχετεύει και το σύνολο του προϊόντος στον αγωγό. Οι εργασίες συντήρησης, όμως, θα διαρκέσουν 10 μέρες. Το Βερολίνο φοβάται πως ο Nord Stream 1 δεν θα επαναλειτουργήσει ποτέ. Ως εκ τούτου, η γερμανική κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη μέτρων που παραπέμπουν, χωρίς υπερβολή, σε κατάσταση πολέμου.
Οι θερμοστάτες πέφτουν για το ζεστό νερό, οι δημόσιοι φωτισμοί χαμηλώνουν και οι πισίνες, θερμαινόμενες ή όχι, κλείνουν. Αυτά είναι τα πρώτα μέτρα για το καλοκαίρι, γιατί για τον χειμώνα ήδη έχει ανακοινωθεί από τον μεγαλύτερο πάροχο ενοικιαζόμενης κατοικίας στη Γερμανία πως από τις έξι η ώρα το βράδυ ως τις επτά το πρωί η θέρμανση στα σπίτια θα είναι στο μίνιμουμ, δηλαδή το πολύ στους 17 βαθμούς Κελσίου. Αντιλαμβάνεται ο καθένας τι σημαίνει κάτι τέτοιο για μια χώρα στην Κεντρική Ευρώπη το καταχείμωνο.
«Η κατάσταση είναι περισσότερο και από δραματική», σχολιάζει ο Αξελ Γκεντάσκο, επικεφαλής της ένωσης γερμανικών επιχειρήσεων στέγης GdW, ο οποίος μιλώντας στους Financial Times, εκφράζει φόβους ότι «στη Γερμανία απειλείται η κοινωνική ειρήνη». Και καθώς οξύνεται περαιτέρω η ένταση με τη Ρωσία, αξιωματούχοι της κυβέρνησης εκφράζουν φόβους πως η κατάσταση θα επιδεινωθεί.
Ο Χέλμουτ Ντέντι, επικεφαλής της Γερμανικής Ένωσης Πόλεων, κάλεσε «το σύνολο της κοινωνίας» να μειώσει τώρα την κατανάλωση ενέργειας, να εξοικονομήσει όσο μπορεί στη διάρκεια του καλοκαιριού «προκειμένου να έχουμε ζεστά διαμερίσματα τον χειμώνα». Ο ίδιος απευθύνθηκε στα δημοτικά συμβούλια των γερμανικών πόλεων ζητώντας να λάβουν μέτρα εκτάκτου ανάγκης. Πρότεινε συγκεκριμένα να σβήνουν οι φωτεινοί σηματοδότες στη διάρκεια της νύχτας, να διακοπεί η παροχή ζεστού νερού στα κτήρια των δημοτικών αρχών, στα μουσεία και στα αθλητικά κέντρα να προσαρμοστούν σε λιγότερο ενεργοβόρες θερμοκρασίες τα κλιματιστικά και να διακοπεί η φωταγώγηση των ιστορικών κτηρίων της χώρας.
Οι δημοτικές αρχές ορισμένων πόλεων έχουν ήδη λάβει αντίστοιχα μέτρα. Η Λαν-Ντιλ κοντά στη Φρανκφούρτη ανακοίνωσε ότι από τα μέσα Σεπτεμβρίου θα κλείσει την παροχή ζεστού νερού στα 86 σχολεία και στα 60 γυμναστήρια που βρίσκονται στην περιοχή της. Ευελπιστεί ότι με το μέτρο αυτό θα μειώσει το κόστος της ενέργειας κατά 100.000 ευρώ. Παράλληλα, το Ντίσελντορφ έκλεισε προσωρινά ένα συγκρότημα από πισίνες, ενώ το Βερολίνο έχει κατεβάσει τον θερμοστάτη στις πισίνες εξωτερικού χώρου, μειώνοντας τη θερμοκρασία κατά δύο βαθμούς. Στη δυτική Γερμανία, άλλωστε, η Κολωνία χαμηλώνει από τις 23:00 τα φώτα στους δρόμους και η έντασή τους θα είναι στο εξής 70% μικρότερη.
Την ίδια στιγμή, όμως, και οι ίδιοι οι πολίτες αρχίζουν να λαμβάνουν τα μέτρα τους. Αγοράζουν πυρετωδώς καυσόξυλα για τζάκια και σόμπες, πέλετ και άνθρακα και φιάλες υγραερίου. Όπως επισημαίνουν πάντως παράγοντες της αγοράς, είναι αμφίβολο κατά πόσον όλα αυτά τα μέτρα θα κατορθώσουν να αμβλύνουν τον αντίκτυπο των λογαριασμών που θα κληθούν να πληρώσουν οι Γερμανοί για θέρμανση και ηλεκτρική ενέργεια.
Σύμφωνα με την ένωση γερμανικών επιχειρήσεων στέγης GdW, ο πόλεμος στην Ουκρανία θα οδηγήσει τις τιμές καταναλωτή σε άνοδο από 71% έως 200% σε σύγκριση με τα επίπεδα του περασμένου έτους. Η αύξηση αυτή συνεπάγεται ένα πρόσθετο ετήσιο κόστος από 1.000 έως 2.700 ευρώ για κάθε νοικοκυριό ενός ατόμου και έως 3.800 ευρώ για νοικοκυριά με τέσσερα μέλη. Το κόστος αυτό ενδέχεται να αυξηθεί περαιτέρω, όμως, συνεπεία νέου νόμου που ετοιμάζεται να ψηφίσει το γερμανικό Κοινοβούλιο. Ο νόμος αυτός θα δώσει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να επιβάλει φόρο έκτακτης ανάγκης σε όλους τους καταναλωτές φυσικού αερίου προκειμένου να κατανείμει κατά το δυνατόν ομοιόμορφα το κόστος των υψηλών τιμών. Το σχετικό νομοσχέδιο στοχεύει στο να αποτρέψει τη χρεοκοπία των εταιρειών εισαγωγής φυσικού αερίου, την οποία φοβάται ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, γι’ αυτό και μίλησε προ ημερών για τη Lehman Brothers της αγοράς ενέργειας.
Στους 17 βαθμούς η θέρμανση
Παράλληλα, όπως αναφέρει το Reuters, η Vonovia, η μεγαλύτερη εταιρεία εκμετάλλευσης κατοικιών στη Γερμανία, με πάνω από 550.000 διαμερίσματα σε 400 γερμανικές πόλεις, έστειλε ειδοποιητήριο στους ενοικιαστές και τους ενημερώνει ότι από Σεπτέμβριο, με τα ετήσια έργα συντήρησης του συστήματος θέρμανσης, θα ρυθμιστεί η θέρμανση κατά τέτοιον τρόπο ώστε τη νύχτα η θερμοκρασία να μην ξεπερνάει τους 17 βαθμούς από τις 23:00 μέχρι τις 05:00. Κατά τη διάρκεια της ημέρας και το βράδυ η θέρμανση θα επιστρέφει στο κανονικό επίπεδο, που στη Γερμανία είναι γύρω στους 21 βαθμούς. Η παροχή ζεστού νερού δεν πρόκειται να επηρεαστεί και δεν θα υπάρξει κανένας περιορισμός στο ζεστό ντους.
Η εταιρεία δικαιολόγησε το μέτρο με το επιχείρημα ότι θέλει να βοηθήσει στην εξοικονόμηση φυσικού αερίου και να περιορίσει το κόστος θέρμανσης των ενοικιαστών της. Με αυτό το μέτρο υπολογίζεται ότι η εξοικονόμηση θα φτάσει μέχρι και 8% της κατανάλωσης φυσικού αερίου. Οι μεγάλες εταιρείες εκμίσθωσης και εκμετάλλευσης ακινήτων προειδοποιούν τους ενοικιαστές τους από τώρα για έκρηξη των τιμών ενέργειας.
Έχει προηγηθεί πριν από λίγες ημέρες η κυριολεκτική ψυχρολουσία που περίμενε τους Γερμανούς με την ανακοίνωση του συνεταιρισμού εκμετάλλευσης στην πόλη Ντιπολντισβάλντερ της Σαξονίας ότι από τον Σεπτέμβριο θα προχωρήσει πρώτη σε ολόκληρη τη Γερμανία σε δραστική μείωση ζεστού νερού. Την είδηση μετέδωσε το NTV και την αναπαρήγαγε σχετικό ρεπορτάζ της Deutsche Welle. Ζεστό νερό θα υπάρχει τρεις φορές την ημέρα, από 04:00 έως 08:00, από 11:00 έως 13:00 και από 17:00 έως 21:00. Επιπλέον μέχρι τον Σεπτέμβριο η θέρμανση δεν θα λειτουργήσει. «Δεν θέλουμε να εξοργίσουμε τους ενοικιαστές, αλλά να τους προετοιμάσουμε για το ότι του χρόνου μπορεί να μην είμαστε σε θέση πλέον να πληρώνουμε», τόνισε ο πρόεδρος του Δ.Σ., Φαλκ-Κιν Μαϊσεγκάιερ.
«Θέλουμε να περιορίσουμε κάπως το κόστος, θέλουμε οι ενοικιαστές μας να ξεπεράσουν καλά αυτή την κρίση, η ζωή είναι ούτως ή άλλως ακριβή». Σύμφωνα με δικά του στοιχεία, ο στεγαστικός συνεταιρισμός με 600 διαμερίσματα προκατέβαλε ήδη τον Απρίλιο διπλάσιο ποσό για λειτουργικά έξοδα, ενώ έπρεπε να προπληρώσει και τον τοπικό ενεργειακό προμηθευτή. Αντί για 100.000 που δίνει συνήθως, αυτή τη φορά κατέβαλε 400.000 ευρώ. Η οικονομική αντοχή του στεγαστικού κλάδου έχει φτάσει σε σημείο που ίσως αντιμετωπίσει έλλειψη ρευστότητας και απειληθεί ακόμη και η ύπαρξή του. Αίτημα του συνδέσμου είναι ότι ενοικιαστές και εταιρείες δεν θα πρέπει να μείνουν μόνοι σε αυτή την έκτακτη κατάσταση. Το κράτος θα πρέπει να γίνει αρωγός και να ανταποκριθεί στην κοινωνική του ευθύνη για να περιοριστεί κάπως το κόστος. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Γερμανία έχει τέσσερις μεγάλους προμηθευτές ενέργειας, την RWE AG με έδρα την πόλη Έσσεν, την EnBW AG στην Καρλσρούη, την E.ON SE στο Έσσεν και τη Vattenfall στο Βερολίνο. Σε αυτές θα πρέπει να προστεθούν 900 επιχειρήσεις παροχής ενέργειας κοινής ωφελείας σε επίπεδο δήμων και κοινοτήτων.