Σχεδόν τα 2/5 δηλαδή το 43% των εργαζομένων παγκοσμίως ενδέχεται να παραιτηθεί μέσα στους επόμενους 12 μήνες – οδηγούμενοι, κυρίως, από την επιθυμία τους για υψηλότερες αμοιβές, καλύτερες ευκαιρίες σταδιοδρομίας και ευελιξία, όπως προκύπτει από την έρευνα “Work Reimagined Survey” που διενέργησε η EY για το 2022.
Τα αποτελέσματα της έρευνας βασίστηκαν στις απαντήσεις περισσότερων από 1.500 ανώτατων στελεχών επιχειρήσεων και περισσότερων από 17.000 εργαζόμενων σε 22 χώρες και 26 κλάδους και έδειξαν μεταξύ άλλων ότι, οι πολλές χώρες αφήνουν πίσω τους την πανδημία του COVID-19, οι εργαζόμενοι έχουν αποκτήσει σημαντική επιρροή στις εργασιακές σχέσεις τους, ενώ οι επιθυμίες και οι προσδοκίες που έχουν από πιθανούς μελλοντικούς εργοδότες, μεταβάλλονται.
Γιατί οι εργαζόμενοι αναζητούν νέες θέσεις εργασίας
Το κύριο κίνητρο για τους εργαζόμενους που αναζητούν νέες θέσεις εργασίας, σύμφωνα με την έρευνα, είναι πλέον η επιθυμία για υψηλότερες αμοιβές. Με τον αυξανόμενο πληθωρισμό να μαστίζει πολλές χώρες, πάνω από το 1/3 όσων αναζητούν νέες θέσεις εργασίας (35%) αναφέρουν ότι η αύξηση μισθού είναι ο κύριος στόχος τους, ενώ το 25% δηλώνουν ότι αναζητούν ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης. Το 42% των εργαζόμενων που συμμετείχαν στην έρευνα, πιστεύουν ότι οι αυξήσεις στους μισθούς είναι το «κλειδί» για την αντιμετώπιση της φυγής προσωπικού – αλλά μόνο το 18% των εργοδοτών συμφωνεί.
Οι ευέλικτες συνθήκες εργασίας – μακράν ο σημαντικότερος παράγοντας που οδηγούσε σε μετακινήσεις εργαζόμενων, σύμφωνα με την περυσινή έκδοση της έρευνας αποτελούν πλέον λιγότερο σημαντικό παράγοντα, δεδομένου ότι οι περισσότεροι εργάζονται ήδη σε εταιρείες που προσφέρουν κάποια μορφή ευελιξίας. Μόνο το 19% αναζητούν ευέλικτη εξ αποστάσεως εργασία από μια νέα δουλειά, ενώ το 17% αναφέρουν ότι θα σκέφτονταν να μετακινηθούν για τα προγράμματα υγείας και ευεξίας.
Είναι ενδιαφέρον ότι η επιθυμία των εργαζόμενων να αναζητήσουν νέες θέσεις εργασίας, παραμένει ισχυρή, παρά την αυξημένη ικανοποίηση σχετικά με την εταιρική κουλτούρα. Το ποσοστό των εργαζόμενων που πιστεύουν ότι βελτιώθηκε η κουλτούρα της εταιρείας όπου εργάζονται, έχει αυξηθεί από την έναρξη της πανδημίας του COVID-19, από 48% σε 61%. Από την άλλη, αξιοσημείωτο είναι ότι η εμπιστοσύνη των εργοδοτών στην εταιρική κουλτούρα της επιχείρησης μειώθηκε, από 77% σε 57%. Επιπλέον, ενώ οι εργαζόμενοι πιστεύουν ότι οι νέοι τρόποι εργασίας έχουν αυξήσει την παραγωγικότητα, η εμπιστοσύνη των εταιρειών στην παραγωγικότητά τους διαβρώνεται εξαιτίας του αυξημένου ρυθμού μετακίνησης των εργαζόμενων.
Το 58% των εργοδοτών που συμμετείχαν στην έρευνα συμφωνούν ότι είναι σημαντικό να υπάρχει μια στρατηγική που να ευθυγραμμίζει το ανθρώπινο κεφάλαιο και τις δεξιότητες, με τις μελλοντικές επιχειρηματικές ανάγκες. Το 74% δηλώνουν ότι είναι έτοιμοι να προσλάβουν υπαλλήλους από το εξωτερικό και να τους επιτρέψουν να εργαστούν από οπουδήποτε, εάν διαθέτουν απαραίτητες ή δυσεύρετες δεξιότητες. Συγχρόνως, ένας στους πέντε εργοδότες (21%) πιστεύει ότι οι βελτιωμένες ευκαιρίες για την ανάπτυξη δεξιοτήτων, θα συνδράμουν στην αντιμετώπιση του φαινομένου της μετακίνησης των εργαζόμενων.
Παρά τη συνεχιζόμενη στροφή προς τα ευέλικτα μοντέλα εργασίας, το 22% των εργοδοτών παγκοσμίως, δηλώνουν ότι επιθυμούν να επιστρέψουν οι εργαζόμενοι στο γραφείο, όλες τις ημέρες της εβδομάδας. Από την άλλη, αν και το ποσοστό των εργαζόμενων που είναι επιφυλακτικοί ως προς το να εργαστούν εξ αποστάσεως έχει μειωθεί (από 34% σε 20%), οι περισσότεροι (80%) δηλώνουν ότι θέλουν να εργάζονται απομακρυσμένα τουλάχιστον δύο ημέρες την εβδομάδα.
Οι εργοδότες
Η έρευνα αναδεικνύει πως ένας μεγάλος αριθμός εργοδοτών (32%), κατορθώνει να βελτιώσει, τόσο την εταιρική κουλτούρα, όσο και την παραγωγικότητα. Αυτό, το επιτυγχάνουν διασφαλίζοντας ότι τα ηγετικά στελέχη τους έχουν κοινή αντίληψη ως προς τα εταιρικά ζητήματα, τις εξωτερικές πρακτικές και τις στρατηγικές (94%). Άλλοι παράγοντες που συντελούν σε αυτό το επιτυχημένο αποτέλεσμα, είναι η υβριδική εργασία (90%), η επένδυση σε παροχές στον χώρο εργασίας (39%), η βελτίωση της τεχνολογίας (45%) και η ενδυνάμωση και η ενίσχυση της αυτονομίας των εργαζόμενων (44%). Αντίθετα, άλλες επιχειρήσεις φαίνεται να συνεχίζουν να παρακολουθούν τις εξελίξεις και τάσεις και να περιμένουν ή να λαμβάνουν επιλεκτικά δράση.