Οι μεγαλεπήβολοι στόχοι που προσπαθεί να υλοποιήσει με ταχύτητα και με επιθετικό τρόπο η Τουρκία χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα (εμπορευματοποιώντας τον «δυτικό» της προσανατολισμό) είναι που πρέπει να μας ανησυχούν περισσότερο ως κράτος, κάτι που τουλάχιστον όπως φαίνεται κάθε άλλο παρά απασχολεί την κυβέρνηση που αρκείται στα φλας και τις ανθρωπιστικές αποστολές μερικών τόνων κονσερβών
Του Ζαφείρη Χατζηδήμου
Η Τουρκία για πρώτη φορά μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και τη δύσκολη οκταετία που ακολούθησε σε ό,τι αφορά την άσκηση της εξωτερικής της πολιτικής, βρίσκεται εκ νέου σε στρατηγικό αδιέξοδο που η ίδια δημιούργησε. Ιδιαίτερα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αυτό γίνεται περισσότερο ορατό με την Άγκυρα να υποστηρίζει από τη μία λεκτικά τη Ρωσία και από την άλλη να στέλνει πυρομαχικά και UAV στην Ουκρανία.
Κύριο λόγο σε αυτό, διαδραματίζει ο Πρόεδρος της γείτονος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έχει εμπλακεί ολοσχερώς στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, δημιουργώντας προβληματισμό, ανησυχία και πολλά ερωτηματικά, για τον τρόπο, τον χρόνο και τον χώρο που την ασκεί η Τουρκία.
Η ξεκάθαρη εμπλοκή του συναισθήματος στις αποφάσεις του Τούρκου Προέδρου, τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του για τη «Μεγάλη Τουρκία», οι εναλλαγές συμμαχιών και φίλων που έγιναν αντίπαλοι και αντίπαλοι που έγιναν φίλοι, δείχνουν ακριβώς την έλλειψη ρεαλιστικού γεωπολιτικού σχεδιασμού και ορθολογικής εκτίμησης του νέου status που διαμορφώνεται στον άξονα: Βαλκάνια-Ανατολική Μεσόγειος-Μέση Ανατολή.
Και σίγουρα ο Ταγίπ Ερντογάν δεν έχει επιδείξει εμπειρία πεδίου, ούτε τις διπλωματικές ικανότητες του Μπουλέντ Ετσεβίτ ή του Τουργκούτ Οζάλ που μπορούσαν να «μάχονται» και να διαπραγματεύονται ταυτόχρονα με εχθρούς και φίλους. Σε όλα αυτά, πρέπει να προσθέσουμε την εκτός ελέγχου εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία, στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα καθώς και σε αυτό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ώστε να διαμορφώσουμε μια αρχική σχετική εικόνα.
Πρέπει παράλληλα με όλα αυτά τα προβλήματα να σημειώσουμε και σημαντικές παραμέτρους που ουσιαστικά επηρεάζουν άμεσα και τον τρόπο «στρατηγικής σκέψης» της Τουρκίας:
– Το μέγεθος του πληθυσμού και την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής που συνεπάγεται με μεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας και την αναζήτηση «ζωτικού χώρου» που όχι μόνο θα προσφέρει στην Τουρκία επιπλέον αποθέματα ενέργειας αλλά παράλληλα θα στείλει το μήνυμα σε όλες τις χώρες της περιοχής αλλά και στις παγκόσμιες ισχυρές δυνάμεις πως πλέον έχει ως στόχο την ένταξή της στη λέσχη τους, ώστε να επηρεάζει τις παγκόσμιες εξελίξεις κατά τον τρόπο που το έπραττε αυτό η Οθωμανική Αυτοκρατορία.
– Η στρατηγική σημασία των «σημείων στραγγαλισμού» (choke points) τα οποία συνδέονται άμεσα και άρρηκτα με την Ελλάδα: Δαρδανέλια, Αιγαίο, Σουέζ, της Ελληνικής Χερσονήσου και των μεγάλων νήσων της Κύπρου και της Κρήτης, παραμένει μεγάλη.
– Οι ολοένα αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες της Τουρκίας που οφείλονται τόσο στη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού της, όσο και στην αύξηση της βιομηχανικής της παραγωγής. Παρά τις τεράστιες εισαγωγές της Τουρκίας σε φυσικό αέριο (που παρά τον πόλεμο στα σύνορά της, ρέει απρόσκοπτα) και τη συνεχιζόμενη χρήση άνθρακα – που διαθέτει σε τεράστιες ποσότητες – η κύρια πηγή ενέργειας για τη χώρα τα επόμενα τουλάχιστον 15 χρόνια θα παραμείνει το πετρέλαιο, το οποίο λόγω της ισοτιμίας αμερικανικού δολαρίου-τουρκικής λίρας (1 προς 14.6! ) έχει καταστεί ο «νούμερο ένα» κίνδυνος στην τουρκική οικονομία και κατ΄ επέκταση στην τουρκική μεσαία και χαμηλή κοινωνική τάξη.
Ακριβώς αυτό το σύνολο των προβλημάτων καθιστά την Τουρκία έναν εξαιρετικά «επικίνδυνο» και μη προβλέψιμο «παίκτη» μιας και θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει για να επαληθεύσει τη «νέα ταυτότητά της».
Αυτοί οι μεγαλεπήβολοι στόχοι που προσπαθεί να υλοποιήσει με ταχύτητα και με επιθετικό τρόπο η Τουρκία χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα (εμπορευματοποιώντας τον «δυτικό» της προσανατολισμό) είναι που πρέπει να μας ανησυχούν περισσότερο ως κράτος, κάτι που τουλάχιστον όπως φαίνεται κάθε άλλο παρά απασχολεί την κυβέρνηση που αρκείται στα φλας και τις ανθρωπιστικές αποστολές μερικών τόνων κονσερβών.
Τα σημεία-κλειδιά
Η Άγκυρα αναμένεται πως θα εστιάσει τις πιέσεις στην Ελλάδα σε δημόσιο, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο σε τέσσερα γεωστρατηγικά επίπεδα, τα οποία ασχέτως των εξελίξεων στην Ευρώπη βρίσκονται στις προτεραιότητες της τουρκικής Προεδρίας:
-Στο ζήτημα των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο και στην αναθεώρηση της συνθήκης της Λωζάννης όπως αυτό κατά την πάγια τουρκική θεώρηση πρέπει να αναθεωρηθεί.
-Στο ζήτημα της ελληνικής ΑΟΖ και της γεωλογικής-γεωγραφικής-πολιτικής αμφισβήτησης του Καστελορίζου (Μεγίστης) ως τμήμα της ελληνικής επικράτειας, ώστε αφενός να μην υπάρξει «σημείο στραγγαλισμού» (Choke Point) για τα τουρκικά συμφέροντα και να δημιουργηθεί ο απαραίτητος διάδρομος για την εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου στην ΑΟΖ Ελλάδος- Κύπρου – Αιγύπτου.
-Στο ζήτημα της ασυλίας που έχει δοθεί στους οχτώ Τούρκους αξιωματικούς μετά την αποτυχημένη προσπάθεια πραξικοπήματος στην Τουρκία το 2016.
-Στο ζήτημα της «τουρκικής μειονότητας» στη Δυτική Θράκη και ιδιαίτερα μετά τη στρατηγική ήττα που υπέστη η Τουρκία και η Ρωσία από τη συμφωνία των Πρεσπών και την ένταξη στο ΝΑΤΟ της Β. Μακεδονίας.
Το κυπριακό «αγκάθι»
Ας μην τρέφουμε αυταπάτες, το μεγάλο στρατηγικό πρόβλημα της Τουρκίας που ήταν το «μαλακό υπογάστριό» της, η Κύπρος δηλαδή, έχει λυθεί βάσει του στρατηγικού δόγματος του τουρκικού συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας και την εισβολή στο νησί. Παρόλα αυτά, η Κύπρος λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης και της ανακάλυψης όλο και μεγαλύτερων ενεργειακών πόρων θα παραμένει εντός του πεδίου αντιπαράθεσης Ελλάδος-Τουρκίας και να μη λησμονούμε πως μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία να κατοικείται κατά το 75% από Ελληνοκύπριους αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι ανεξάρτητο κράτος, το οποίο πρέπει να υποστηρίζουμε, αλλά με τρόπο που να μη βλάπτουμε τα συμφέροντά και την ασφάλειά του.
Έχοντας πάντα κατά νου και τον σχεδιασμό για την παροχή στρατιωτικής υποστήριξης σε περίπτωση στρατιωτικής σύρραξης της Εθνικής Φρουράς με τις Τουρκικές και τις Τουρκοκυπριακές ένοπλες δυνάμεις.
Η περίπτωση της Ελλάδος είναι ακόμη πιο σύνθετη λόγω της διασποράς εδαφικού χώρου στο Αρχιπέλαγος. Σε αντίθεση με την Ελλάδα που έχει να υποστηρίξει μια σειρά από νησιά μέσω της θαλάσσιας οδού, η Τουρκία είναι μια αμιγώς ηπειρωτική χώρα με τεράστιο στρατηγικό βάθος δίνοντας όλα αυτά τα πλεονεκτήματα που διαθέτει μια χώρα με αυτή τη γεωγραφική υπόσταση, καθιστώντας την Ελλάδα σχεδόν ανίκανη. Οι στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας μπορούν να πλήξουν την Ελλάδα, παρά τις (επίσημες) επιχειρήσεις στη Συρία και το Ιράκ. Ο στρατηγικός σχεδιασμός της Τουρκίας και η διασπορά δυνάμεών της κατά μήκος της γραμμής του Αιγαίου το επιτρέπουν αυτό.
Εν κατακλείδι, μπορεί ο πόλεμος μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας να συνεχίζεται – και θα συνεχίζεται για αρκετό χρονικό διάστημα – αλλά η Ελλάδα δεν πρέπει να «ξεχάσει» την τουρκική απειλή και να μην παρασυρθεί από τις ανησυχίες της ΕΕ και των ΗΠΑ για την κυριαρχία της Ρωσίας στη γηραιά ήπειρο και τα «παιχνίδια πολέμου». Η σημερινή εξωτερική πολιτική της Ελλάδας δεν «φημίζεται» για την ευελιξία της και κυρίως για τη διπλωματία της. Έχει δοθεί άπλετος χώρος στην Άγκυρα να κυριαρχήσει εκ νέου, να δείξει πως είναι μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη και κυρίως να προσεγγίσει ξανά τη Δύση, αλλά αυτή τη φορά με τους δικούς της όρους. Όροι που φυσικά θα είναι σε βάρος του «καλύτερου παιδιού» της Δύσης στην περιοχή, την Ελλάδα.