Μετά την εισβολή, ως «εγγυήτρια δύναμη» και την κατοχή της μισής Κύπρου, η Τουρκία τώρα επιδιώκει να αποκτήσει την ίδια ιδιότητα, όπως αναφέρθηκε κατά τη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Τουρκίας και Ουκρανίας. Κάτι τέτοιο θα σημάνει δραματικές εξελίξεις στο Κυπριακό. Έχει αντιληφθεί η ελληνική κυβέρνηση την κρισιμότητα των σεισμικών γεωπολιτικών αλλαγών που συντελούνται;
Παρ’ ότι η διεθνής κοινότητα, μέσω των ψηφισμάτων του ΟΗΕ, έχει καταδικάσει απερίφραστα την Τουρκία για εισβολή και κατοχή σε ανεξάρτητη χώρα, την Κύπρο, σήμερα η Άγκυρα εμφανίζεται να αποζητάει την ιδιότητα της «εγγυήτριας δύναμης» για την… αποκατάσταση της ειρήνης στην Ουκρανία και τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας.
Εάν κάτι τέτοιο γίνει αποδεκτό από τη διεθνή κοινότητα, και κυρίως από τους βασικούς «παίκτες» στο Ουκρανικό, τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, την ΕΕ και βέβαια τον άμεσα ενδιαφερόμενο, το Κίεβο, θα σημάνει την ραγδαία υποτροπή της Κυπριακής υπόθεσης.
Πόσο μάλλον, αφού θα αναγνωριστεί σε ένα κράτος εισβολέα και κατακτητή, το οποίο μπήκε στην Κύπρο ως «εγγυήτρια δύναμη», ιδιότητα που διατηρεί έως σήμερα εξαιτίας του απαράδεκτου καθεστώτος των εγγυήσεων, η ιδιότητα του… ειρηνοποιού.
Η ουκρανική πλευρά, μετά τη συνάντηση που είχαν χτες οι υπουργοί Εξωτερικών της Τουρκίας και της Ουκρανίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, και Ντμίτρο Κουλέμπα, στην πόλη Λβόφ της Δυτικής Ουκρανίας, κοντά στην Πολωνία, διαφήμισε αυτή την πρωτοβουλία – «επιθυμία» της Άγκυρας.
«Εγγυητής» ο Αττίλας
Το ουκρανικό υπουργείο Εξωτερικών, με χαρά, ως όλα δείχνουν, ανέφερε ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να γίνει εγγυητής ασφάλειας για την Ουκρανία, όπως δήλωσε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών.
Να σημειωθεί ότι, στο κείμενο των διαπραγματεύσεων Ρωσίας – Ουκρανίας που είδε προχτές το φως της δημοσιότητας, εκτός των άλλων αναφερόταν ότι οι εγγυήτριες δυνάμεις της ασφάλειας και της ακεραιότητας της Ουκρανίας, εφόσον και όταν λήξει ο πόλεμος, θα είναι χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Τουρκία.
Παρ’ ότι, έως τώρα η Μόσχα αποφεύγει να τοποθετηθεί επισήμως επί του κειμένου, πόσο μάλλον αφού είναι ανοικτό ακόμα το «παζάρι» με το Κίεβο, δεν έχει εκφράσει την αντίθεσή της σε έναν τέτοιο ρόλο για την Τουρκία. Τουναντίον, οι συχνές επαφές που έχουν Μόσχα και Άγκυρα, καθώς και οι πρόσφατες επισκέψεις στην Αττάλεια και τη Μόσχα των υπουργών Εξωτερικών, Σεργκέϊ Λαβρόφ και Μ.Τσαβούσογλου, ενισχύουν την υποψία ότι οι δύο πλευρές παζαρεύουν και σε αυτό το ζήτημα.
Εφόσον, πάντως, δοθεί το πράσινο φως για κάτι τέτοιο τόσο υπερατλαντικά όσο και από τη Μόσχα (το Λονδίνο ούτως ή άλλως στέκεται «φιλικά» στην Τουρκία), σηματοδοτείται μια ιστορικής σημασίας αλλαγή – βιασμός του διεθνούς Δικαίου.
Κι’ αυτό διότι, στην πράξη, αναγνωρίζεται στον θύτη, ο οποίος καταπάτησε το διεθνές Δίκαιο και κατέλυσε την εδαφική ακεραιότητα και την ανεξαρτησία μιας χώρας, ότι αυτός θα είναι ο «εγγυητής» της ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας μιας άλλης χώρας. Κοντολογίς, δύο μέτρα και δύο σταθμά, που θα επηρεάσουν αρνητικότατα το Κυπριακό.
Ανέμελη κυβέρνηση
Άραγε, η ελληνική κυβέρνηση και το υπουργείο Εξωτερικών έχουν αναλάβει τις σχετικές πρωτοβουλίες «ζύμωσης» με τους «συμμάχους», προκειμένου να αποτραπεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο ή θα βρεθεί για μια ακόμη φορά η Κύπρος στη μέγγενη, και θα προωθηθεί «λύση» του Κυπριακού κομμένη και ραμμένη στις νέες διεθνείς συνθήκες που διαμορφώνει ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Κανονικά, το γεγονός ότι η Ρωσία καταδικάζεται από τη διεθνή κοινότητα επειδή εισέβαλε σε μια ανεξάρτητη χώρα – μέλος του ΟΗΕ, θα αποτελούσε το ισχυρότερο επιχείρημα σε βάρος της Τουρκίας. Πόσο μάλλον, αφού και η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο με παρόμοια συνθηματολογία με τη ρωσική, δήθεν για ανθρωπιστικούς λόγους και για να αποτρέψει τη γενοκτονία των Τουρκοκυπρίων, βαφτίζοντας μάλιστα την εισβολή της ως «ειρηνευτική επιχείρηση». Όρο που χρησιμοποιεί σήμερα και η Ρωσία.
Επιπλέον, στρατιωτική εισβολή έχει κάνει η Τουρκία και στη Συρία με το πρόσχημα της «ανθρωπιστικής» βοήθειας και της καταπολέμησης της «τρομοκρατίας».
Ως εκ τούτου, Ελλάδα και Κύπρος, από πλευράς επιχειρημάτων, θα έπρεπε να βρίσκονται σε θέση ισχύος. Βέβαια, αναμφισβήτητα, μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις και χώρες, όπως η Κίνα (μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ), η Ινδία, η Νότιος Αφρική και άλλες, που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού στον κόσμο, απείχαν της ψηφοφορίας στον ΟΗΕ για την καταδίκη της Ρωσίας.
Ωστόσο, η Δύση, στο σύνολό της, στον ΟΗΕ ψήφισε υπέρ της καταδίκης της Ρωσίας. Ως εκ τούτου, Ουάσιγκτον, Λονδίνο, αλλά και μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν έχουν καμία δικαιολογία να χαϊδέψουν για μια ακόμα φορά μετά τον Αττίλα, την Τουρκία, και να της δώσουν το στάτους της «εγγυήτριας δύναμης». Ούτε, θεωρητικά, και η Ρωσία, η οποία ανέκαθεν, από εποχής ΕΣΣΔ, και ως μόνιμο μέλος του ΣΑ του ΟΗΕ, στήριζε τις κυπριακές θέσεις.
Όπως όλα δείχνουν, όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία και στις σχέσεις Δύσης – Ρωσίας θα προκαλέσουν σεισμικές αλλαγές, όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά και διεθνώς. Άραγε, το έχει κατανοήσει η κυβέρνηση ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται μπορεί να επηρεάσει άμεσα τα ελληνο-τουρκικά, το Κυπριακό, την Ανατολική Μεσόγειο, και την «πυριτιδαποθήκη» των Βαλκανίων;
Είναι διατεθειμένη να σηκώσει τα μανίκια και να δουλέψει στα σοβαρά, ή θα περιορίζεται να συνεχίσει να ρίχνει μοιρολατρικά το ανάθεμα για όσα συμβαίνουν στον… κακό πόλεμο; Εκτός πια κι αν, όπως της υπαγορεύουν, έχει αποφασίσει να πάει σε καζάν – καζάν (win-win) συμφωνία «συνεκμετάλλευσης» με την Τουρκία, όπως άλλωστε έλεγε το 2019 και ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του πρωθυπουργού Θάνος Ντόκος.
Οι καταστάσεις που διαμορφώνονται στη γειτονιά μας κρίνονται ως άκρως επικίνδυνες, μετά τις εξελίξεις που δρομολογούνται στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Δεν υπάρχει ούτε δευτερόλεπτο για χάσιμο.
Οι Τάταροι
Να σημειωθεί, τέλος, πως στο Λβόφ, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου συναντήθηκε και με εκπροσώπους των οργανώσεων των Τατάρων της Κριμαίας, στους οποίους υποσχέθηκε ότι η Τουρκία «θα συνεχίσει να υποστηρίζει την ασφάλεια και την ευημερία των συγγενών μας».
Οι Τάταροι έχουν στηριχτεί με τεράστιους πόρους από την Τουρκία. Το ζήτημα αποτελεί εστία τριβής μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας. Οι Τάταροι γενικότερα ήταν πολύ πιο κοντά στην Ουκρανία. Όταν προσαρτήστηκε η Κριμαία στη Ρωσία, οι δραστηριότητές τους περιορίστηκαν θεαματικά, ενώ πολλά μέλη της ηγεσίας τους έφυγαν στην Ουκρανία.