Η συνύπαρξη του παλιού με το καινούριο και η παράδοση μεταφρασμένη στο σήμερα είναι που κάνει τη Σκωτία συναρπαστική. Τα συγκλονιστικά τοπία απλώς τερματίζουν τον ερεθισμό των αισθήσεων.
Τι γυρεύουν οι δύο πιο διάσημοι, δραστήριοι και επιδραστικοί γκαλερίστες στη βαθιά βόρεια Σκωτία; Θα περίμενε κανείς ότι οι Ελβετοί Manuela και Iwan Wirth θα είχαν περισσότερο κοσμοπολίτικα ενδιαφέροντα και σίγουρα πιο ταιριαστά στο εκλεκτό πελατολόγιό τους -δηλαδή στην ελίτ των φιλότεχνων – πράγματα να κάνουν από το να αποκτήσουν ένα ξεχασμένο κυνηγετικό ορμητήριο και να το μετατρέψουν σε πύργο που θα φθονούσαν ακόμα και οι σκηνογράφοι του «Downton Abbey». Αλλά προφανώς είναι μέρος των εκκεντρικοτήτων στις οποίες κατά καιρούς επιδίδονται -με χαρακτηριστική επιτυχία είναι η αλήθεια- αυτή η μετοίκηση μαζί με τα τέσσερα παιδιά τους μακριά από την πολλή συνάφεια των μητροπόλεων. Οι δύο ζάμπλουτοι γκαλερίστες υποδέχτηκαν πριν από μερικούς μήνες τους πρώτους επισκέπτες στο ήδη διάσημο «Fife Arms», δηλαδή σε ένα ξενοδοχείο όσο πιο εμβληματικά σκοτσέζικο μπορεί να φαντασιωθεί κανείς. Εντάξει, αρκεί να εξαιρέσει τους αυθεντικούς πίνακες του Πικάσο, του Λούσιαν Φρόιντ, αλλά και το έργο της βασίλισσας Βικτωρίας -όλα από την ιδιωτική συλλογή του ζευγαριού- που κοσμούν κάποιους τοίχους σ’ αυτή την υποδειγματική εστία φιλοξενίας. Για τους Wirth τα πάντα στη ζωή είναι ένα σόου. Και οφείλει να εντυπωσιάζει, να παρακινεί, να συγκινεί τον θεατή. Μόνο που στην περίπτωση του ξενοδοχείου τους, το οποίο ομολογουμένως προκαλεί κατά συρροή πτώσεις σαγονιών λόγω εντυπωσιασμού, η πραγματική παράσταση είναι η ίδια η Σκωτία.
Άλλοι την ξέρουν για τον διασημότερο ίσως αυτόχθονά της, τον ηθοποιό Σον Κόνερι, άλλοι για τα τουίντ, τα κιλτ, τα σόρτμπρεντ και την γκάιντα. Κάποιοι τη γνωρίζουν από τη συνήθεια της βασίλισσας να περνά μέρος των θερινών διακοπών της στο Μπαλμόραλ -παράδοση που κρατά από τα χρόνια της βασίλισσας Βικτωρίας και του πρίγκιπα Αλβέρτου- και κάποιοι για το έκπαγλο φυσικό κάλλος, τα Χάιλαντς και τα μυθικά τέρατά της (βλ. Νέσι της λίμνης Λόχνες). Είναι κι αυτοί που την αναγνωρίζουν ως την πατρίδα των όπου Γης φίλων του ουίσκι. Η αλήθεια είναι ότι η Σκωτία δεν θα διαψεύσει κανέναν. Την αγαπούν οι γαλαζοαίματοι, της πηγαίνει το κιλτ και τα καρό, εννοείται ότι είναι μεγάλη ουισκο-μάνα, ενώ διαθέτει ομορφιά καρτ-ποσταλικής κοπής, τόση κι άλλη τόση για να ικανοποιήσει ακόμα και τον πιο ακόρεστο instagrammer. Εχει ακόμα μια δραστήρια μουσική κοινότητα στη Γλασκόβη που παράγει σχεδόν διαρροϊκά μπάντες-φαινόμενα, ένα θερινό φεστιβάλ-θεσμό στο Εδιμβούργο και πλειάδα διάσημων ιθαγενών: από τον Γιούαν ΜακΓκρέγκορ μέχρι τον Κάλβιν Χάρις, τον Τζέραρντ Μπάτλερ και την Ανι Λένοξ. Βέβαια, το καλύτερο απ’ όλα είναι ότι εκτός από τους μύθους, τα κλισέ και τα κάθε λογής -γεωγραφικά, πολιτιστικά, παραδοσιακά- προϊόντα ΠΟΠ, διαθέτει ακόμα πιο ενδιαφέρον παρόν.
Σαν μια ερωτική επιστολή του παρόντος προς το μέλλον μοιάζει να είναι το παράρτημα του Μουσείου V&A που πριν από τέσσερις εβδομάδες συμπλήρωσε έναν χρόνο λειτουργίας στο Ντάντι της δυτικής Σκωτίας. Μπορεί το φαραωνικών διαστάσεων κτίριο του Ιάπωνα αρχιτέκτονα Κένγκο Κούμα να προσέλκυσε πλήθος κακόπιστης κριτικής με αιχμή την πρόκληση αβάσταχτης βαρεμάρας, ωστόσο το πλήθος των 830.000 επισκεπτών που περιηγήθηκαν σε αυτό τους τελευταίους δώδεκα μήνες μαρτυρά από μόνο του την επίδραση του πρώτου μουσείου για το design στη Σκωτία. Παρεμπιπτόντως, ο Δούκας και η Δούκισσα του Κέιμπριτζ (κατά κόσμον πρίγκιπας Ουίλιαμ και Κέιτ Μίντλετον) που παρέστησαν στα επίσημα θυρανοίξια φαίνεται ότι έφεραν γούρι.
Το «Balmoral Hotel» στο κέντρο του Εδιμβούργου με την απαράμιλλη θέα προς το περίφημο κάστρο της πόλης αλλά και το «Gleneagles» -για όσους είναι αποφασισμένοι να επιχειρήσουν το κοσμογονικό πέρασμα στα Χάιλαντς- είναι δύο πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα της περίφημης συμβίωσης του καλώς εννοούμενου παλιομοδίτικου με το καλόγουστο και για χειροπιαστό λόγο μοντέρνου. Ειδικά στο πεντάστερο «Gleneagles» με τον -παρά πέντε χρόνια- έναν αιώνα ζωής η πολυτέλεια είναι απέριττη ή τέλος πάντων όσο περιττή χρειάζεται ώστε να μην καταντά φλύαρη, ανούσια, ακόμα και βλακώδης. Εκεί, πέρα από τα υποδειγματικά γήπεδα γκολφ αλλά και την πληθώρα δραστηριοτήτων που μπορεί να απολαύσει κανείς -από τένις μέχρι τοξοβολία και από ιππασία έως ψάρεμα-, θα βρει και το μοναδικό βραβευμένο με δύο αστέρια Michelin εστιατόριο στη Σκωτία. Το «Andrew Fairlie’s» μόνο τυχαία δεν κρατά το όνομα του αείμνηστου σεφ. Μπορεί να έφυγε από τη ζωή τον Ιανουάριο του 2019, όμως άφησε πίσω του μια σημαντική γαστρονομική παρακαταθήκη την οποία συνεχίζουν με ιερουργική προσήλωση οι επίγονοί του. Για την ιστορία, αξίζει κανείς να θυμάται ότι ο εκλιπών σεφ κατάφερε να κρατήσει τα δύο αστέρια Michelin για δώδεκα συνεχόμενα χρόνια. Φυσικά, το δείπνο στο εστιατόριό του είναι από εκείνες τις εμπειρίες που σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο – έστω για μία βραδιά. Το μονοπάτι των Michelin ιχνηλατεί πια και ο Billy Boyter. Γέννημα θρέμμα της κωμόπολης Anstruther όπου λειτουργεί το βραβευμένο με ένα αστέρι εστιατόριο «The Cellar», ο νεαρός σεφ δημιουργεί με βάση την εποχικότητα των πρώτων υλών, αποδεικνύοντας με τον πιο γλαφυρό τρόπο ότι μπορεί κανείς να μεταδώσει το μήνυμά του ακόμα και εάν βρίσκεται σε αυτό που ο κοινός νους αναγνωρίζει ως η μέση του πουθενά.
Αυτές ακριβώς τις συντεταγμένες θα έπρεπε ιδανικά να βάλει κανείς στο GPS του προκειμένου να ζήσει την αληθινά απροσποίητη σκωτσέζικη εμπειρία που δεν έχει ούτε πολλά βελούδα, ούτε περισσότερες από τις απαραίτητες ανέσεις, ούτε κάποια επίκτητη εξτραβαγκάντζα που θα κλέψει τα βλέμματα από τον αληθινό πρωταγωνιστή της ταξιδιωτικής εμπειρίας, ήτοι τη φύση. Τι κι αν το ξενοδοχείο «Kylesku» στα Χάιλαντς απέχει 400 χιλιόμετρα από το Εδιμβούργο; Είναι τέτοια η αυθεντικότητά του και τόση η προσήλωσή του στην αληθινή ταξιδιωτική πολυτέλεια που κάνουν κάθε γαλόνι βενζίνης να αποσβένει την αξία του. Με ιστορία που ξεκινά στα τέλη του 19ου αιώνα, μπορεί να καυχιέται ότι είναι το παλαιότερο οικογενειακό ξενοδοχείο στη Σκωτία. Από το 1984, όταν η βασίλισσα Ελισάβετ εγκαινίασε την εμβληματική γέφυρα Kylesku, απλοποίησε το ταξίδι και κατ’ ουσίαν αχρήστευσε τη διαδρομή με το φέριμποτ, το μικρό κατάλυμα έγινε ακόμα πιο δημοφιλές, πιο σύγχρονο και φιλικό στον επισκέπτη, χωρίς όμως να αποποιηθεί ή να αλλοιώσει τις αρχές και τις αξίες που το διατήρησαν στη ζωή τα τελευταία 136 χρόνια. Αν σκέφτεστε να εξαφανιστείτε από προσώπου γης, να αυτοεξοριστείτε από τον πολιτισμό ή απλώς να κάνετε ένα διάλειμμα από τον εαυτό σας, η περίπτωση μοιάζει με Γη της Επαγγελίας. Μέχρι και οι περιβόητοι τρομοκράτες Αντρέας Μπάαντερ και Ουλρίκε Μάινχοφ είχαν αναζητήσει λίγη ιδιωτικότητα εκεί. Ετσι τουλάχιστον διαδίδουν οι ιδιοκτήτες, συνεχίζοντας πειστικά έναν ακόμα σκωτσέζικο μύθο. Άλλωστε, ποιος μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα ότι ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τη διασημότερη κάτοικο της Σκωτίας, την αιώνια φύλακα της λίμνης Λόχνες, Νέσι;