Μπορεί ο Ερντογάν να αντέξει τη σύγκρουση που προκαλεί;

Από τη «Συμμαχία» των Πολιτισμών στη σύγκρουση με όπλο την Αγία Σοφία
Η τεµενοποίηση της Αγίας Σοφίας έρχεται στη σειρά άλλων ερντογανικών πρωτοβουλιών να… επαναβεβαιώσει την εντεινόµενη ισλαµοποίηση της σύγχρονης Τουρκίας αλλά και την ολοένα µεγαλύτερη αποµάκρυνση της ΝΑΤΟϊκής χώρας από τη ∆ύση

Αποφασισμένος να κάνει πράξη όσα µέχρι πριν από κάποια χρόνια θεωρούνταν… αδιανόητα ακόµη και για τα δεδοµένα της Τουρκίας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «εγκαινίασε» την Αγία Σοφία ξανά ως ισλαµικό τέµενος, γυρνώντας έτσι τον χρόνο πίσω στη δεκαετία του 1930, µε το βλέµµα όµως στραµµένο ακόµη πιο πίσω… στο οθωµανικό παρελθόν και το 1453. Η συγκυρία κάθε άλλο παρά τυχαία: 46 χρόνια έπειτα από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο (ήταν Ιούλιος του 1974) και άλλα 97 χρόνια έπειτα από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης που καθόρισε (στις 24 Ιουλίου του 1923) τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας, σύνορα τα οποία όµως ο Ερντογάν προτιµά πια να αποκηρύττει ως… πολύ στενά για να χωρέσουν τη νεοοθωµανική «τουρκική καρδιά».

Η 24η Ιουλίου του 2020 θα µείνει στην Ιστορία ως η ηµέρα κατά την οποία η Αγία Σοφία επαναλειτούργησε ως τέµενος, φιλοξενώντας την πρώτη -ανοιχτή στο κοινό- ισλαµική προσευχή έπειτα από 86 χρόνια, παρουσία µάλιστα πλήθους Τούρκων πολιτικών αλλά και «εκλεκτών» καλεσµένων της τουρκικής προεδρίας από το εξωτερικό. Ο Ερντογάν, περιχαρής, µπορεί πλέον να καυχιέται ότι ήταν εκείνος που ακύρωσε την απόφαση µε την οποία ο Μουσταφά Κεµάλ είχε µετατρέψει την Αγία Σοφία σε µουσείο το 1934. Το γεγονός ότι το έπραξε έχοντας πολιτικά στο πλευρό του και τον ηγέτη των Γκρίζων Λύκων, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, φανερώνει την ακραία ισλαµοεθνικιστική κατεύθυνση προς την οποία κινείται πλέον το τουρκικό πολιτικό κατεστηµένο.

Με την κίνησή του αυτή, ο Τούρκος πρόεδρος ικανοποιεί ένα πάγιο αίτηµα του τουρκικού πολιτικού ισλάµ (Νετζµετίν Ερµπακάν, Millî Görüş), εµφανιζόµενος παράλληλα ο ίδιος ως «ηγέτης-πρότυπο» στα µάτια των απανταχού µουσουλµάνων. Παράλληλα, γιγαντώνει και τον προσωπικό του «µύθο», τοποθετώντας τη ερντογανική ισλαµική κληρονοµιά πάνω από την κοσµική κληρονοµιά του κεµαλισµού και µαζί την Κωνσταντινούπολη ως πόλη-σύµβολο πάνω από την Αγκυρα (την πρωτεύουσα του Κεµάλ). Την ίδια ώρα, στέλνει και ένα µήνυµα προς τη ∆ύση, απορρίπτοντας όχι µόνο όσους τολµούν να τον επικρίνουν αλλά και τα ίδια τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας όπως εκείνα έχουν οριστεί από τη Συνθήκη της Λωζάνης, µια Συνθήκη υπογραφείσα -οποία σύµπτωση στις… 24 Ιουλίου του 1923.

Η τεµενοποίηση της Αγίας Σοφίας έρχεται, πια, στη σειρά άλλων ερντογανικών πρωτοβουλιών (ανέγερση ισλαµικού τεµένους στην πλατεία Ταξίµ της Κωνσταντινούπολης, επαναφορά της ισλαµικής µαντίλας στον τουρκικό δηµόσιο βίο) να… επαναβεβαιώσει την εντεινόµενη ισλαµοποίηση της σύγχρονης Τουρκίας αλλά και την ολοένα µεγαλύτερη αποµάκρυνση της ΝΑΤΟϊκής χώρας από τη ∆ύση και τις δυτικές αξίες.

Μιλώντας από το βήµα εκδήλωσης στη Νοτιοανατολική Τουρκία τον ∆εκέµβριο του 1997, στον απόηχο τότε του «βελούδινου πραξικοπήµατος» µε το οποίο ανετράπη ο ισλαµιστής Ερµπακάν από την πρωθυπουργία, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε ως δήµαρχος της Κωνσταντινούπολης παροµοιάσει τα τεµένη µε «στρατώνες», τους µιναρέδες µε «λόγχες» και τους πιστούς µουσουλµάνους µε «στρατιώτες», επικαλούµενος τους στίχους ενός ποιήµατος του Ζιγιά Γκιοκάλπ (ή µήπως του Τζεβάτ Ορνέκ;). Αντιδρώντας άµεσα, το κεµαλικό κατεστηµένο τον είχε τότε συλλάβει και τον είχε στείλει στη φυλακή.

Σχεδόν δυόµισι δεκαετίες µετά, ο Ερντογάν µετατρέπει πλέον ένα µνηµείο παγκόσµιας κληρονοµιάς της UNESCO όπως είναι η Αγία Σοφία σε «ισλαµικό όπλο», και µάλιστα σε ζωντανή τηλεοπτική µετάδοση, αποδοµώντας τον κοσµικό κεµαλισµό, ενώ έχει πια στείλει τους περισσότερους από τους δικούς του πολιτικούς εχθρούς στη φυλακή. Πρωταγωνιστής σε αυτό το «προσωποκεντρικό» σόου: ο ίδιος ο 66χρονος Τούρκος πρόεδρος, ο οποίος βρέθηκε την Παρασκευή στην πρώτη γραµµή εντός του επονοµαζόµενου, πια, «τεµένους Αγία Σοφία» να απαγγέλλει στίχους από το Κοράνι κρατώντας στο χέρι ένα µικρόφωνο, αλλά και να επισκέπτεται τον τάφο του Μωάµεθ του Πορθητή στην Πόλη, συνοδευόµενος µάλιστα από τον ηγέτη των εθνικιστών Ντεβλέτ Μπαχτσελί.

Κάπως έτσι, ωστόσο, ο Ερντογάν αποδοµεί παράλληλα και µέρος της δικής του πολιτικής κληρονοµιάς: εν προκειµένω πρωτοβουλίες όπως ήταν, για παράδειγµα, η καλούµενη Συµµαχία των Πολιτισµών εντός του ΟΗΕ (United Nations Alliance of Civilizations – UNAOC), στη δηµιουργία της οποίας είχε ο ίδιος πρωτοστατήσει το 2005 µαζί µε την ισπανική κυβέρνηση του Χοσέ Θαπατέρο.

Η ελληνική πλευρά εµφανίζεται πάντως αποφασισµένη να συνεχίσει να υπερασπίζεται την οικουµενικότητα της Αγίας Σοφίας ως µνηµείου παγκόσµιας κληρονοµιάς που συνδέεται άµεσα µε τον χριστιανισµό και τον ελληνισµό. Κατά τη διευρυµένη σύσκεψη που πραγµατοποιήθηκε την περασµένη Τετάρτη, 22 Ιουλίου, στο υπουργείο Εξωτερικών στην Αθήνα µε τη συµµετοχή και της υπουργού Πολιτισµού Λίνας Μενδώνη, αποφασίστηκε να συσταθεί µια ολιγοµελής οµάδα εργασίας µε την αποστολή να προτείνει έναν συγκεκριµένο χάρτη ενεργειών.

«Εχουµε αποφασίσει να αναδείξουµε το ζήτηµα µέσα από διεθνείς πρωτοβουλίες που θα αναλάβουµε […] συνοµιλώντας µε όλους τους διεθνείς οργανισµούς, προεξάρχουσας βεβαίως της UNESCO. Θέλουµε να δηµιουργήσουµε µια οµπρέλα συγκεκριµένων ενεργειών, οι οποίες θα κατατείνουν στην αποτελεσµατική προστασία του υπεραιωνόβιου αυτού µνηµείου. Καταλήξαµε στο να δηµιουργήσουµε µια ολιγοµελή οµάδα εργασίας, η οποία µέσα σε ένα δεκαήµερο θα προτείνει […] έναν συγκεκριµένο χάρτη ενεργειών, τον οποίο, αφού υιοθετήσουµε από κοινού, θα υλοποιήσουµε το αµέσως προσεχές διάστηµα» δήλωσε χαρακτηριστικά στις 22 Ιουλίου ο Νίκος ∆ένδιας, έχοντας στο πλευρό του τη Λίνα Μενδώνη.

Το θέµα της Αγίας Σοφίας αναµένεται πάντως να συζητηθεί και κατά τις επισκέψεις που είναι προγραµµατισµένο να πραγµατοποιήσουν στην Αθήνα οι υπουργοί Εξωτερικών της Βουλγαρίας (τη ∆ευτέρα 27 Ιουλίου) και της Ισπανίας (την Τρίτη 28 Ιουλίου).

Γιώργος Σκαφιδάς
Έθνος

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.