Στις 26 Νοεμβρίου 2019 η Αλβανία συγκλονίστηκε από έναν ισχυρό και καταστροφικό σεισμό 6,4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Ο σεισμός αυτός ήταν ιδιαίτερα καταστροφικός και φονικός: 51 νεκροί, αρκετοί αγνοούμενοι, 2.000 τραυματίες, πάνω από 1.465 πολυκατοικίες κατεστραμμένες και κατεδαφιστέες (οι 700 μόνον στο Δυρράχιο), τουλάχιστον 10.000 άστεγοι, ενώ οι μετασεισμοί ξεπέρασαν τους 500. Ανυπολόγιστες ακόμη είναι οι οικονομικές ζημίες σε Δυρράχιο, Τίρανα και στις γύρω περιοχές, ειδικά στην κωμόπολη Θουμάνα, η οποία θρήνησε 23 νεκρούς. Το σίγουρο είναι πως η Αλβανία θα χρειαστεί πολύ χρόνο, προσπάθειες και πόρους για να αποκαταστήσει τα πλήγματα του Εγκέλαδου, που θα μπορούσαν να συγκριθούν με τις επιπτώσεις ενός μικρού πολέμου.
Βαλκανική “διπλωματία των σεισμών”
Αυτός ο καταστροφικός σεισμός ανέδειξε κυρίως δύο φαινόμενα. Το πρώτο ήταν εκείνο της αυθόρμητης αλληλεγγύης που, από την πρώτη στιγμή της είδησης της μεγάλης καταστροφής, κινητοποίησε μαζικά, όχι μόνο τους Αλβανούς της διασποράς, και ειδικά εκείνους που ζουν σε Ιταλία και Ελλάδα, αλλά και τους γειτονικούς λαούς και χώρες, που έσπευσαν προς βοήθεια. Πρώτο το γειτονικό αλβανόφωνο Κόσοβο ως “αδελφή χώρα” έσπευσε να ανταποδώσει στο δοκιμαζόμενο λαό της Αλβανίας την αλληλεγγύη, που εκείνος επέδειξε κατά τη διάρκεια της κρίσης και του πολέμου στο Κόσοβο τα έτη 1998-1999, όταν δεκάδες χιλιάδες Κοσοβάροι πρόσφυγες κατέφυγαν στην Αλβανία.
Η Τουρκία έσπευσε προς βοήθεια προκειμένου να εμφανιστεί ως “προστάτης” στα μάτια της αλβανικής κοινής γνώμης, που αντιλαμβάνεται ωστόσο την ανιδιοτέλειά της, καθώς η Τουρκία διατηρεί στο Δυρράχιο βάση υποβρυχίων. Η Ιταλία και η Ελλάδα, που έστειλαν όχι μόνον ομάδες έμπειρων διασωστών αλλά και υλικοτεχνική βοήθεια, έτυχαν ένθερμης υποδοχής από τους πληγέντες Αλβανούς, αλλά και ευμενών σχολίων από τον αλβανικό Τύπο, υπενθυμίζοντας το μακρινό 1997, όταν και πάλι αυτές οι δύο γειτονικές χώρες επενέβησαν ως ειρηνοποιοί και για να σταθεροποιήσουν την κατάσταση μιας χώρας που βρέθηκε τότε στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου.
Εκείνο που προκάλεσε τη μεγαλύτερη θετική εντύπωση πάντως ήταν η θετική ανταπόκριση του Βελιγραδίου. Αυτή τη φορά την κίνηση “καλής θέλησης” και αλληλεγγύης προς την Αλβανία έκανε η Σερβία, που προθυμοποιήθηκε να στείλει βοήθεια και διασώστες για την ανακούφιση της τραγωδίας του αλβανικού λαού. Αυτή η κίνηση και η ατμόσφαιρα που διαμορφώθηκε θύμισε, ως ένα βαθμό, την ελληνο-τουρκική “διπλωματία των σεισμών” του 1999, πριν ακριβώς 20 χρόνια, όταν οι δύο χώρες ταρακουνήθηκαν από φονικούς και καταστροφικούς σεισμούς και αποφάσισαν να ξεπαγώσουν τις σχέσεις τους και να προσεγγίσουν η μία την άλλη. Υπάρχει άλλωστε μεταξύ τους και το ζήτημα του Κοσόβου, που παραμένει ανοικτό. Ουδέν κακόν αμιγές καλού…
Το σαθρό αλβανικό “οικονομικό θαύμα”
Αυτός ο καταστροφικός σεισμός κλόνισε και τα σαθρά θεμέλια πάνω στα οποία επικαθόταν το σύγχρονο αλβανικό “οικονομικό θαύμα”. Με ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 3,5-4% ετησίως από το 2016 μέχρι σήμερα (3,3% το 2016, 3,8% το 2017, 4,2% το 2018 και 3,7% το 2019) η αλβανική οικονομία βασιζόταν κατά κύριο λόγο στην έκρηξη του τομέα των κατασκευών, που αναδείχθηκε σε “ατμομηχανή” της αλβανικής οικονομίας.
Η άνθηση του κατασκευαστικού τομέα στην Αλβανία οφειλόταν κυρίως στη συνεισφορά των Αλβανών μεταναστών. Οι πολυάριθμοι Αλβανοί της διασποράς, μέχρι πριν από μία δεκαετία, έστελναν τμήμα από τα χρήματα που έβγαζαν στις οικογένειες τους και στους συγγενείς τους πίσω στην πατρίδα για να τους βοηθήσουν. Μετά το 2008 όμως άλλαξαν οικονομική συμπεριφορά. Καταρχάς, λόγω της οικονομικής κρίσης (σε Ελλάδα και Ιταλία, όπου ζει και τα 2/3 της αλβανικής διασποράς), διακρατούσαν το μεγαλύτερο τμήμα των χρημάτων τους για την προσωπική τους επιβίωσή. Από εκεί και πέρα προτιμούσαν να επενδύουν τις όποιες αποταμιεύσεις τους σε “ασφαλείς” επενδύσεις στην πατρίδα τους, δηλαδή σε ακίνητα, κυρίως στην πρωτεύουσα Τίρανα αλλά και στην παραλιακή ζώνη, όπου υπήρχε έντονη τουριστική ανάπτυξη.
Ανταγωνιστικότητα Vs ασφάλεια
Τα χρήματα των Αλβανών της διασποράς υπήρξαν η κινητήριος δύναμη πίσω από την οικοδομική έκρηξη κυρίως στα Τίρανα, που είδαν έτσι τον πληθυσμό τους να υπερτριπλασιάζεται μέσα σε τριάντα χρόνια. Κατασκευαστικές εταιρείες αλλά και απλοί αυτοδίδακτοι εργολάβοι άρχισαν να κατασκευάζουν από πολυώροφα κτίρια μέχρι συνοικιακές πολυκατοικίες, που ολοκληρώνονταν με αξιοζήλευτη ταχύτητα και σχετικά χαμηλό κόστος. Πολλά από αυτά τα κτίρια κατασκευάστηκαν βιαστικά, πρόχειρα, με φτηνά υλικά και χωρίς αντισεισμικές ή άλλες προδιαγραφές, ώστε να είναι “ανταγωνιστικά” και να αφήνουν μεγαλύτερα κέρδη στους εργολάβους. Το “φτηνό κόστος” ήταν που προσέλκυε το ενδιαφέρον των Αλβανών αγοραστών της διασποράς και οι όποιες κατασκευαστικές ατέλειες καλύφθηκαν πίσω από μια “λουστραρισμένη επιφάνεια”.
Έτσι, ολόκληρες τσιμεντένιες συνοικίες ξεφύτρωσαν στα Τίρανα, όπως τα μανιτάρια έπειτα από τη βροχή, κυριολεκτικά μέσα σε μερικούς μήνες, χωρίς να έχουν φτιαχτεί ακόμη δρόμοι ή δίκτυα νερού, αποχέτευσης και ενέργειας. Ήταν συνηθισμένη εικόνα να βρίσκεσαι σε μια συνοικία των Τιράνων και να περπατάς μέσα σε έναν λασπόδρομο, ενώ γύρω σου υπήρχαν πολυώροφα νεόκτιστα κτίρια κατοικημένα ήδη από οικογένειες. Μάλλον κάπως έτσι θα έμοιαζε και η Αθήνα τη δεκαετία του 1960, αλλά εδώ βρισκόμασταν μετά το 2000.
Μια μη διαχειρίσιμη “φούσκα ακινήτων”
Ο οικοδομικός οργασμός που ακολούθησε κυρίως στα Τίρανα, αλλά και σε ορισμένες άλλες αλβανικές πόλεις, όπως το Δυρράχιο και η Αυλώνα, καθώς και σε τουριστικές περιοχές, δημιούργησε σε βάθος χρόνου μια υπερπροσφορά νεόδμητων ακινήτων. Από την άλλη η ζήτηση άρχισε να περιορίζεται καθώς, λόγω της οικονομικής κρίσης σε Ελλάδα και Ιταλία (όπου ζει κι εργάζεται το 70% των Αλβανών μεταναστών), τα εμβάσματα των Αλβανών του εξωτερικού λιγόστευαν χρόνο με το χρόνο και όλο και λιγότεροι επέλεγαν να επενδύσουν στο “ασφαλές καταφύγιο” των ακινήτων της πατρίδας τους. Ταυτόχρονα ο μόνιμος πληθυσμός της Αλβανίας άρχισε να μειώνεται (από 3,3 εκ. το 1991 σε 2,8 εκ. το 2018, με τάσεις περεταίρω μείωσης), με αποτέλεσμα να υπάρχουν όλο και λιγότεροι εν δυνάμει αγοραστές. Τα Τίρανα, λόγω της αστυφιλίας και του υδροκεφαλισμού, κατόρθωσαν να συγκρατήσουν κάπως την αξία των ακινήτων τους σε σχετικά υψηλά επίπεδα, συντηρούμενα κι από τις αγορές των Αλβανών που επέστρεφαν από την Ελλάδα της κρίσης. Αλλά αυτό είχε φτάσει στα όρια του αρκετά πριν τον καταστροφικό σεισμό της 26ης Νοεμβρίου.
Πριν από τον σεισμό τα ακίνητα στην Αλβανία θεωρούνταν από τους ειδικούς της κτηματαγοράς υπερτιμημένα τουλάχιστον κατά 30%. Μια “φούσκα” ακινήτων τέτοιου μεγέθους σε μια οικονομία, όπως η αλβανική, με βασικό μισθό 150 Ευρώ το μήνα, δεν είναι καθόλου εύκολα διαχειρίσιμη υπόθεση, Αυτό ήταν σε γνώση ασφαλώς και του Αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα, ο οποίος είναι και αρχιτέκτονας στο επάγγελμα. Γνώριζε πως μια τέτοια “φούσκα” κάλλιστα μπορούσε να πυροδοτήσει μια αλυσιδωτή αντίδραση που θα κάνει την αλβανική οικονομία να καταρρεύσει, οδηγώντας ταυτόχρονα και σε κατάρρευση του πολιτικού συστήματος στη χώρα και σε γενικότερη αποσταθεροποίηση της περιοχής.
Γιατί καταστράφηκαν τα νεόδμητα κτίρια;
Ο σεισμός 5,6 Ρίχτερ που έγινε στις 23 Σεπτεμβρίου 2019 ήταν κάτι σαν προάγγελος της μεγάλης καταστροφής. Τότε πολλές νεόδμητες πολυκατοικίες σχίστηκαν από την κορυφή ως τα θεμέλια με ρωγμές, δείχνοντας πόσο σαθρές και χωρίς αντισεισμικό σχεδιασμό ήταν. Ο πρόσφατος σεισμός όχι μόνο έδωσε τη “χαριστική βολή” σε όλα αυτά τα κτίρια, αλλά ισοπέδωσε ως “χάρτινους πύργους” δεκάδες πολυκατοικίες, ειδικά στο Δυρράχιο και προκάλεσε πολύ σοβαρές ζημιές σε περίπου 1.500 κτίρια και σπίτια. Ο Αλβανός πρωθυπουργός Έντι Ράμα τόνισε ότι οι ζημιές ήταν μεγαλύτερες στα νεόχτιστα κτίρια και αποδίδει τα αίτια στην παραβίαση κάθε οικοδομικής αρχής και νομοθεσίας στο όνομα της κερδοσκοπικής απληστίας. Κάποιοι έβγαλαν πολλά χρήματα θυσιάζοντας την ασφάλεια και βάζοντας σε κίνδυνο τις ζωές πολλών ανθρώπων, που τους εμπιστεύτηκαν.
Το πλήγμα για μια μικρή χώρα και οικονομία, όπως η αλβανική, είναι πολύ σοβαρό για να μπορέσει να το αντέξει μόνη της και χωρίς εξωτερική βοήθεια. Οι Αλβανοί της διασποράς κινητοποιήθηκαν, ενώ η Άγκυρα υποσχέθηκε πως θα “κατασκευάσει δωρεάν 500 πολυκατοικίες” για τα θύματα της καταστροφής. Όσοι όμως γνωρίζουν την κατάσταση στο εσωτερικό της Τουρκίας και στην τουρκική πολιτική σκηνή θεωρούν πως πρόκειται απλά για μια ρητορική εντυπωσιασμού καθώς η Άγκυρα υιοθετεί συχνά την αρχή πως “οι υποσχέσεις είναι τζάμπα”.
Οι μετα-σεισμικές προκλήσεις της Αλβανίας
Συνοπτικά η Αλβανία θα αντιμετωπίσει άμεσα μια σειρά από πολύ σοβαρά ζητήματα και κινδύνους. Πρώτον ο κίνδυνος να αναζωπυρωθεί η πολιτική κρίση, που είχε ξεσπάσει την άνοιξη και με βίαια επεισόδια από οπαδούς της αντιπολίτευσης, και να αμφισβητηθεί έτσι η κυβέρνηση Ράμα, ζητώντας άμεση προσφυγή στις κάλπες. Δεύτερον η αλβανική οικονομία, ειδικά οι κατασκευές και ο τουρισμός, υπέστη ένα καταστροφικό πλήγμα και πιθανότατα να βυθιστεί σε ύφεση για τα επόμενα τρίμηνα. Τρίτον αναμένεται νέο ρεύμα φυγής Αλβανών, κυρίως προς Ιταλία και Ελλάδα, τόσο από τις πληγείσες περιοχές, όπου οι κατοικίες τους καταστράφηκαν, όσο και λόγω της επερχόμενης οικονομικής ύφεσης. Ήδη ο πληθυσμός της Αλβανίας μειώνεται με ταχύτερους ρυθμούς, εξαιτίας της πτώσης της γεννητικότητας και της συνεχούς μετανάστευσης και προβλέπεται να πέσει στα 2,5 εκατομμύρια το 2050 από 3,35 εκ. που ήταν το 1991.
Τέλος, το μόνο καλό στην όλη τραγωδία, θα είναι οι Βρυξέλλες να σκύψουν με μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην αλβανική περίπτωση και να εργαστούν με μεγαλύτερο ζήλο ώστε να κάμψουν τις γαλλικές αντιρρήσεις, για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία. Έτσι, η νέα Αλβανία, που θα ξανακτιστεί μέσα από τα ερείπια αυτού του μοιραίου σεισμού, θα πρέπει να είναι πιο αντισεισμική, πιο ασφαλής και πιο ευρωπαϊκή.