Ο ΟΗΕ εξέφρασε χθες Παρασκευή «την ιδιαίτερη ανησυχία του για τον κίνδυνο βίαιης κλιμάκωσης» μετά την απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αναγνωρίσει μονομερώς την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, στη διάρκεια μιας έκτακτης συνεδρίασης του Συμβουλίου Ασφαλείας στην οποία οι ΗΠΑ εμφανίστηκαν πιο απομονωμένες από ποτέ.
Η απόφαση αυτή «δεν συνάδει με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας», τόνισαν μετά την έκτακτη σύγκλησή του, έπειτα από αίτημα 8 από τα 15 μέλη του, οι πρεσβευτές της Γαλλίας, της Βρετανίας, της Ιταλίας, της Σουηδίας και της Γερμανίας. «Δεν ευνοεί την προοπτική ειρήνευσης στην περιοχή», τόνισαν στην αυστηρή τους ανακοίνωση.
Στη διάρκεια της συνεδρίασης όλοι οι εταίροι των ΗΠΑ επέκριναν την απόφαση του Τραμπ, με λιγότερο ή περισσότερο έντονο τρόπο.
Οι ΗΠΑ δεν χρειάζονται «κήρυγμα» και «μαθήματα», απάντησε αμυνόμενη η πρεσβευτής τους Νίκι Χέιλι, τονίζοντας ότι έχει παρέλθει η εποχή που το Ισραήλ δεν αντιμετωπιζόταν με δίκαιο τρόπο από τον οργανισμό. Οι ΗΠΑ «παραμένουν δεσμευμένες στη διαδικασία ειρήνευσης» στη Μέση Ανατολή, πρόσθεσε η Χέιλι.
«Όταν υπάρξει συμφωνία ειρήνευσης, θα υπογραφεί από τον Λευκό Οίκο», πρόσθεσε. «Κατανοώ ότι η αλλαγή είναι δύσκολη» για τους εταίρους των ΗΠΑ, όμως «οι ενέργειές μας έχουν στόχο να προωθηθεί ο στόχος της ειρήνευσης», επεσήμανε.
Με την απόφασή τους οι ΗΠΑ «δεν έλαβαν θέση για τα όρια ή τα σύνορα» και «το υφιστάμενο καθεστώς των αγίων τόπων παραμένει», εκτίμησε η Αμερικανίδα διπλωμάτης, η οποία είχε τη στήριξη μόνο του Ισραηλινού ομολόγου της.
«Η Ιερουσαλήμ θα πρέπει να είναι η πρωτεύουσα δύο κρατών, του Ισραήλ και της Παλαιστίνης. Απουσία συμφωνίας, δεν αναγνωρίζουμε καμία κυριαρχία πάνω στην Ιερουσαλήμ», απάντησαν πέντε Ευρωπαίοι πρεσβευτές. «Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα αναγνωρίσει καμία αλλαγή στα σύνορα του 1967, περιλαμβανομένης της Ιερουσαλήμ, εκτός από αυτές που θα έχουν συμφωνηθεί και από τις δύο πλευρές», πρόσθεσαν.
Μετά την εκλογή του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, οι διαφωνίες μεταξύ της Ουάσινγκτον και των εταίρων της στη διεθνή σκηνή μοιάζουν να αυξάνονται σε όλα τα μεγάλα θέματα. Από το Ιράν ως τη Βόρεια Κορέα, περνώντας από την κλιματική αλλαγή, οι ΗΠΑ και οι εταίροι της φαίνονται πλέον να συμφωνούν σε πολύ λίγα θέματα.
Ωστόσο στο Συμβούλιο Ασφαλείας οι αντίπαλοι της Ουάσινγκτον δεν έχουν τρόπο να εναντιωθούν στην ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου, καθώς οι ΗΠΑ είναι μόνιμο μέλος και έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν βέτο σε κάθε απόφαση ή ανακοίνωση που απαιτεί ομοφωνία.
Ο Νικολάι Μλαντένοφ, ειδικός συντονιστής του ΟΗΕ για την ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή, προειδοποίησε για τον κίνδυνο της «θρησκευτικής ριζοσπαστικοποίησης» στην περιοχή. Ο αξιωματούχος του ΟΗΕ κάλεσε τους παγκόσμιους ηγέτες να «επιδείξουν σωφροσύνη» για να επιστρέψει η ηρεμία στην περιοχή.
«Όλες οι πλευρές και όλοι οι περιφερειακοί παράγοντες» καλούνται «να εργαστούν από κοινού για να διατηρηθεί η ηρεμία», τόνισαν από την πλευρά τους οι Ευρωπαίοι πρεσβευτές.
Την έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας είχαν ζητήσει η Σουηδία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Βρετανία, η Βολιβία, η Ουρουγουάη, η Αίγυπτος και τη Σενεγάλη.
Η αμερικανική απόφαση αποτελεί «παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας», κατήγγειλε ο πρεσβευτής της Αιγύπτου Αμρ Αμπουλάτα, κάνοντας λόγο για «κατεχόμενη πόλη».
Ο Γάλλος ομόλογός του Φρανσουά Ντελάτρ υπογράμμισε ότι «χωρίς απόφαση για την Ιερουσαλήμ, δεν θα υπάρξει ειρηνευτική συμφωνία». «Δεν υπάρχει εναλλακτική στη λύση των δύο κρατών», τόνισε ο Ρώσος πρεσβευτής Βασίλι Νεμπένζια, ενώ ο Ιταλός Σεμπαστιάνο Κάρντι επεσήμανε ότι η χώρα του θα διατηρήσει την πρεσβεία της στο Τελ Αβίβ.
Ο Ρίαντ Μάνσουρ, Παλαιστίνιος πρεσβευτής υπό το καθεστώς του παρατηρητή στον ΟΗΕ, κατήγγειλε μια «ανεύθυνη απόφαση», ενώ η Ιορδανή ομόλογός του Σίμα Σάμι Μπάχους κάλεσε τις ΗΠΑ να είναι «ένας ουδέτερος μεσολαβητής».