Το Αρχείο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ αποχαρακτήρισε μια νέα σειρά εγγράφων αυτή την εβδομάδα σχετικά με προηγουμένως απόρρητες συνομιλίες μεταξύ ανώτατων Ρώσων αξιωματούχων και ομολόγων τους στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ κατά την περίοδο μεταξύ 1992 και 1995
Το δυτικό μπλοκ έχει ένα μακρύ ιστορικό δεσμεύσεων προς τη Ρωσία που δόθηκαν και αθετήθηκαν: Από την υπόσχεση να μην επεκταθεί προς ανατολάς έως τη δέσμευση να υποστηρίξει την ειρηνευτική συμφωνία του Μινσκ του 2015 για τον τερματισμό της ουκρανικής κρίσης.
Τώρα, ένα νέο σύνολο ντοκουμέντων αποκαλύπτει ότι το ΝΑΤΟ υποσχέθηκε να μην ανακατευτεί στην «πίσω αυλή» της Ρωσίας μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης – μια δέσμευση που παραβιάστηκε τις επόμενες δεκαετίες μέσω των έγχρωμων επαναστάσεων.
Το Αρχείο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ δημοσίευσε μια νέα σειρά αποχαρακτηρισμένων εγγράφων αυτή την εβδομάδα σχετικά με απόρρητες συνομιλίες μεταξύ ανώτατων Ρώσων αξιωματούχων και ομολόγων τους στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ κατά την περίοδο μεταξύ 1992 και 1995, που περιγράφουν λεπτομερώς αυτό που τότε χαρακτηριζόταν σαν ρόδινες προοπτικές συνεργασίας και περιελάμβανε βασική δέσμευση που σχετίζεται με τις εσωτερικές υποθέσεις των νέων μετασοβιετικών δημοκρατιών.
Μη εμπλοκή στις εσωτερικές υποθέσεις
Μια απομαγνητοφώνηση συνάντησης μεταξύ του τότε προέδρου του ρωσικού κοινοβουλίου Ruslan Khasbulatov και του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Manfred Woerner, στις 25 Φεβρουαρίου 1992, ακριβώς δύο μήνες αφότου ο Mikhail Gorbachev κήρυξε τη διάλυση της ΕΣΣΔ και παραιτήθηκε από το αξίωμα, παρουσιάζει μια αναμφισβήτητα ρητή δέσμευση του Woerner ότι η συμμαχία δεν θα ανακατευτεί στις εσωτερικές πολιτικές υποθέσεις της Ρωσίας και άλλων μελών της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών.
«Θα θέλαμε η Ρωσία και όλα τα άλλα μέλη της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών να ενταχθούν στο Συμβούλιο Συνεργασίας [υπό το ΝΑΤΟ]», είπε ο Woerner κατά τη διάρκεια της συνομιλίας του με τον Khasbulatov στη Μόσχα.
«Απ’ ό,τι ακούω, -και ο ίδιος μιλήσατε γι’ αυτό- ότι κάποιοι εξακολουθούν να αμφιβάλλουν για τις προθέσεις μας.
Θα ήθελα να δηλώσω εδώ πολύ ξεκάθαρα ότι χρειαζόμαστε σταθερότητα ή κάποιου είδους σταθεροποιητικό στοιχείο για την ειρήνη.
Δεν πρόκειται να ανακατευτούμε στις εσωτερικές υποθέσεις της Ρωσίας, καθώς και στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κυρίαρχων κρατών μελών της ΚΑΚ.
Θα θέλαμε να δημιουργήσουμε πιο φιλικές σχέσεις με όλες τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Αυτό θα ανταποκρίνεται στα κοινά μας συμφέροντα και ως εκ τούτου θα είμαστε σε θέση να παρέχουμε μεγαλύτερη διαρκή σταθερότητα. Ως αποτέλεσμα θα είμαστε όλοι καλύτερα», διαβεβαίωσε ο αρχηγός του ΝΑΤΟ.
«Θέλουμε να δούμε στενή συνεργασία μεταξύ κρατών σε μια Ευρώπη που αποτελείται από κυρίαρχα δημοκρατικά κράτη. Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό;
Θέλουμε να οικοδομήσουμε μια Ευρώπη που θα κατοικεί σε ένα νέο περιβάλλον ασφάλειας από τα Ουράλια μέχρι τον Ατλαντικό.
Θα είναι μια ενοποιημένη ευρωατλαντική κοινότητα χτισμένη σε τρεις πυλώνες.
O πρώτος είναι η διαδικασία του Ελσίνκι, ο δεύτερος – η Ευρωπαϊκή Κοινότητα [προκάτοχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκδ.], που θα δημιουργήσει μια βάση για ένα σταθερό πολιτικό μέλλον για την κοινότητά μας και ο τρίτος πυλώνας είναι το ΝΑΤΟ», πρόσθεσε ο Woerner.
Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ το 1999 έστειλε «σαφές σήμα στη Ρωσία» ότι ο Ψυχρός Πόλεμος δεν τελείωσε ποτέ
Το δόγμα ασφάλειας
Ένα δεύτερο έγγραφο, με ημερομηνία 8 Μαρτίου 1994, καταγράφει μια συνομιλία μεταξύ ανώτερων ηγετών της Ρωσικής Δούμας και του υπουργού Άμυνας της Clinton William Perry, και περιλαμβάνει στοιχεία για την έκταση των ανησυχιών για την ασφάλεια που ένιωθαν ακόμη και τα μέλη της φιλελεύθερης, εξαιρετικά φιλοαμερικανικής κυβέρνησης Yeltsin σχετικά με τις ΗΠΑ. και την πολιτική του ΝΑΤΟ έναντι της Ρωσίας.
Μέχρι εκείνη την εποχή, η κυβέρνηση Clinton είχε δεσμευτεί σταθερά για την επέκταση της δυτικής συμμαχίας στην Ανατολική Ευρώπη, παρά τη θερμή (αλλά ανίκανη) αντίθεση του Yeltsin.
«Ως Πρόεδρος της Επιτροπής Άμυνας της Κρατικής Δούμας, με ενδιαφέρουν μια ολόκληρη σειρά θεμάτων», δήλωσε ο βουλευτής Sergei Yushenkov.
«Αυτά περιλαμβάνουν το αμερικανικό στρατιωτικό δόγμα… τις προοπτικές του ΝΑΤΟ σε σχέση με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τα ζητήματα της συνεργασίας μας σε ειρηνευτικές δράσεις, συγκεκριμένες προσεγγίσεις για την εφαρμογή του προγράμματος Συνεργασία για την Ειρήνη (το οποίο θεωρώ ένα Δούρειο Ιππο για την επέκταση του ΝΑΤΟ), προοπτικές για την επικύρωση της συνθήκης START-2 και την εφαρμογή της συνθήκης START-1 (σ.σ. για τα πυρηνικά)», είπε ο Yushenkov.
Ο Perry προσπάθησε να καθησυχάσει τους Ρώσους βουλευτές, διαβεβαιώνοντας ότι η πρωτοβουλία Partnership for Peace «στόχευε στη συνεργασία όλων των χωρών προς το συμφέρον της διατήρησης της ειρήνης» και ότι ειδικά για τη Ρωσία, θα διευκόλυνε «την αύξηση του ανοίγματος και την ενίσχυση των επαφών μεταξύ τις ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών».
Εκφράζοντας ανησυχίες για την κίνηση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους να ενημερώσουν τη ρωσική πλευρά για τις αποφάσεις στην τότε μαινόμενη κρίση της Βοσνίας στη Γιουγκοσλαβία «πολύ αργά», ο τότε πρεσβευτής του Yeltsin στις ΗΠΑ Vladimir Lukin πρότεινε ότι θα ήταν «πιο φυσικό οι εταίροι να διαβουλεύονται μεταξύ τους και να [προσπαθούν] να πείσουν ο ένας τον άλλον σχετικά με την ορθότητα των προτεινόμενων λύσεων και μόνο τότε να προχωρήσουν στην κοινή εφαρμογή».
O Perry απέρριψε τις ανησυχίες του Λούκιν, διαβεβαιώνοντας ότι «ήθελε να ενημερώσει τη ρωσική πλευρά για την προτεινόμενη λύση πριν τη συζητήσει με το ΝΑΤΟ» και ότι «ο Πρόεδρος Bill Clinton προσπάθησε να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον Boris Yeltsin».
«Ωστόσο, για άγνωστους σε μένα λόγους, δεν υπήρξε επικοινωνία για δύο ημέρες.
Σχεδίαζα να καλέσω τον Pavel Grachev στο ρωσικό Υπουργείο Άμυνας για αυτό το θέμα, αλλά αποφάσισα να μην το κάνω πριν από τη συνομιλία μεταξύ των δύο προέδρων.
Η απώλεια δύο ημερών (για ενημέρωση) δημιούργησε παρεξήγηση», είπε ο Perry, υποσχόμενος να διορθώσει αυτή την παράβλεψη στο μέλλον.
Ευρωπαϊκή Επέκταση του ΝΑΤΟ
Η τελική εξαπάτηση
Λεπτομέρειες από τα έγγραφα, και ιδιαίτερα η δέσμευση του αρχηγού του ΝΑΤΟ Woerner να μην αναμειχθεί στις «εσωτερικές υποθέσεις» της Ρωσίας και άλλων μελών της Κοινοπολιτείας, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με αυτό που τελικά έκανε το δυτικό μπλοκ.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 και μετά, οι έγχρωμες επαναστάσεις που οργάνωσε η Δυση μέσω ΜΚΟ θα συγκλόνιζαν μισή ντουζίνα χώρες στον μετασοβιετικό χώρο.
Απέτυχαν σε ορισμένες χώρες (Λευκορωσία και Ρωσία), ενω πέτυχαν σε άλλες (Γεωργία, Κιργιστάν, Ουκρανία), με αποκορύφωμα τις περιφερειακές κρίσεις ασφάλειας, κυρίως τον συνεχιζόμενο πόλεμο διά αντιπροσώπων ΝΑΤΟ-Ρωσίας που διεξάγεται τώρα στην Ουκρανία.
Περιττό να αναφερθεί ότι οι αποκαλύψεις των αποχαρακτηρισμένων εγγράφων του Αρχείου Εθνικής Ασφάλειας δείχνουν ότι δεν είναι η πρώτη που το ΝΑΤΟ θα εξαπατούσε τη Μόσχα σε θέματα εθνικής και διεθνούς ασφάλειας, με τον υπουργό Εξωτερικών James Baker να παίρνει το μπαλάκι το 1990 δεσμευόμενος ότι η συμμαχία δεν θα κινηθεί «ένα ίντσα ανατολικά» πέρα από μια επανενωμένη Γερμανία.
Μια δεύτερη δέσμευση, που έγινε το 1991, περιείχε κοινή δέσμευση ΗΠΑ, Βρετανίας, Γαλλίας και Γερμανίας στη Μόσχα ότι το ΝΑΤΟ «δεν θα επεκταθεί πέρα από τον Έλβα» ούτε θα ενσωματώσει πρώην μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας όπως η Πολωνία.
Οι συμφωνίες του Minsk και το Donbass
Αφού άρχισε η επέκταση το 1999 και η Ρωσία αντιμετώπισε ένα τετελεσμένο γεγονός, οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ συνέχισαν να εξαπατούν τη Μόσχα.
Όταν το πραξικόπημα της Ουκρανίας τον Φεβρουάριο του 2014 πυροδότησε μια εμφύλια σύγκρουση στο Donbass, η Ρωσία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Ουκρανία διαπραγματεύτηκαν τις Συμφωνίες του Μινσκ – μια ειρηνευτική συμφωνία του 2015 με στόχο τον τερματισμό της κρίσης του Donbass – που περιλάμβανε την πρόβλεψη για τα αποσχισθέντα εδάφη ευρείας αυτονομίας με αντάλλαγμα την επανένταξη στην Ουκρανία.
Για επτά χρόνια, η κρίση παρέμεινε παγωμένη, με το Κίεβο να αρνείται να εφαρμόσει την ειρηνευτική συμφωνία.
Μετά την έναρξη της στρατιωτικής της επιχείρησης από τη Ρωσία το 2022, κάθε πλευρά στις Συμφωνίες του Μινσκ εκτός από τη Ρωσία αναγώρισε ότι η Ουκρανία δεν σχεδίαζε ποτέ να εφαρμόσει την ειρηνευτική συμφωνία και ότι ήταν απλώς ένα τέχνασμα για να δοθεί στο Κίεβο χρόνο να επανεξοπλίσει τις δυνάμεις του και να προετοιμαστεί για την επίλυση του ζητήματος του Donbass διά των όπλων.