Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και οι εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις που επέβαλλε η Δύση δια του ΔΝΤ δημιούργησαν την τάξη των ολιγαρχών που προήλθε από τα σπλάχνα της σοβιετικής νομενκλατούρας.
Η σοβιετική νομενκλατούρα απέκτησε σε εξευτελιστικές τιμές το σύνολο της ρωσικής βιομηχανίας και των πρώτων υλών, κατακτώντας παράλληλα μία πρωτόγνωρη πολιτική ισχύ που κρατάει λίγο πολύ έως και σήμερα. Δίπλα στην «ολιγαρχική τάξη» δημιουργήθηκε και μία νέα μεσαία τάξη που έχει μείνει στην Ιστορία ως οι «Νεορώσοι», οι οποίοι διαθέτουν ειδικότητες υποστηρικτικές προς τις ζωές των ολιγαρχών (μηχανικοί, διαφημιστές, μάνατζερ).
Όλος ο πλούτος στους ολιγάρχες
Σύμφωνα με το οίκο αξιολόγησης Fitch η λεηλάτηση του πλούτου της Ρωσίας υπολογίζεται στα 136 δισεκατομμύρια δολάρια στο διάστημα 1993 και 1998 ενώ η τράπεζα Lloyd’s ανεβάζει τα νούμερα σε 200-500 δισ. δολάρια. Την ίδια στιγμή, οι επιφανείς οικονομολόγοι Novokmet, Piketty και Zucman (2018) προσμετράνε ότι το 1% του πληθυσμού συγκέντρωσε το 20-25% των συνολικών εισοδημάτων, το ανώτερο 10% το 45-50% όταν επί ΕΣΣΔ το 1% συσσώρευε το 4-5%.
Αυτή ακριβώς η λεηλασία επέτρεψε την δημιουργία και την διόγκωση της νέας ολιγαρχικής τάξης. Η έκταση της μάλιστα ήταν και είναι τόσο μεγάλη που σύμφωνα με την λίστα Forbes, οι Ρώσοι δισεκατομμυριούχοι ξεπερνάνε σε ποσοστό αυτή των ΗΠΑ, Γερμανίας και Γαλλίας, παρότι οι τελευταίες χώρες έχουν μεγαλύτερα κατά κεφαλήν εισοδήματα από τη Ρωσία. Συνοπτικά, ο συνολικός πλούτος των Ρώσων δισεκατομμυριούχων ήταν πολύ μικρός τη δεκαετία του ’90, αυξήθηκε δυσθεώρητα στις αρχές τη δεκαετίας του ’00 και σταθεροποιήθηκε στο 20-40% του εθνικού εισοδήματος μεταξύ 2005 και 2015. Ποσοστό σαφώς μεγαλύτερο από τις άλλες δυτικές χώρες όπως στις ΗΠΑ, Γερμανία και Γαλλία οι δισεκατομμυριούχοι αναλογούν στο 5%-15% του εθνικού εισοδήματος (2018: 14).
Οι φτωχοί φτωχότεροι
Την ίδια στιγμή, το κατώτερο 50% του πληθυσμού είδε το μέρισμά του στο συνολικό εισόδημα του να καταρρέει από το 30% το 1990-1 στο 10% το 1996, επιστρέφοντας στο 15% το 1998 και 18% το 2015 (2018: 33). Το ενδιαφέρον είναι ότι ακόμη και αυτό τον αμύθητο πλούτο, οι Ρώσοι ολιγάρχες τον κρύβουν σε υπεράκτιες εταιρείες στη Βρετανία, Κύπρο, Ελβετία κλπ. Υποστηρίζεται ότι το 25% του εθνικού πλούτου κρύβεται σε αυτούς τους φορολογικούς «παραδείσους», όπου οι καταθέσεις υπερβαίνουν τις καταθέσεις όλου του ρωσικού πληθυσμού.
Συγχρόνως, η απελευθέρωση των κρατικά επιδοτούμενων τιμών από τον Γέλτσιν δεν έλυσε το πρόβλημα του πληθωρισμού της ύστερης σοβιετικής περιόδου. Οι τιμές του καταναλωτή πολλαπλασιάστηκαν κατά 5000 φορές(!) τη περίοδο 1990-1996, με ετήσιο πληθωρισμό 150% το 1991, 1500% το 1992, 900% το 1993, 300% το 1994 και 150% το 1995. Το νέο ρούβλι του Γέλτσιν, που εισήχθη το 1998 ισοδυναμούσε με 1000 παλιά ρούβλια, σταθεροποίησε κάπως τον πληθωρισμό στο 20-30% κατ’ έτος τη περίοδο 1996-2006. Ως αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων οι οικονομίες των σοβιετικών πολιτών είχαν εκμηδενιστεί κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, διαγράφοντας τους κόπους μίας ολόκληρης ζωής.
Η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα έκρυθμη και οι συνέπειες της μετάβασης στον καπιταλισμό τόσο σκληρές που στις εκλογές του 1996 επιστρατεύτηκε η εκτεταμένη νοθεία ώστε να μην εκλεχθεί το Κομμουνιστικό Κόμμα στη κυβέρνηση. Γεγονός που παραδέχθηκε το 2012 ο τότε Ρώσος πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ.
Η εποχή Πούτιν
Η άνοδος του Πούτιν στον προεδρικό θώκο ήρθε σε μία περίοδο που το μοντέλο που είχε χτίσει ο Γιέλτσιν έδειχνε τα όρια του. Η δημιουργία 15 νέων διάδοχων κρατών στην θέση της ΕΣΣΔ υπήρξε μία καμπή για την παγκόσμια ιστορία αλλά και μία τεραστίου μεγέθους «γεωπολιτική καταστροφή» όπως αργότερα δήλωσε ο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η Ομοσπονδιακή Ρωσία που κατέλαβε τη μεγαλύτερη έκταση της ΕΣΣΔ είναι ένα κράτος με μεγάλες εσωτερικές ανισορροπίες, τάσεις αυτονόμησης (βλ. Τσετσενία) και ανυπέρβλητες ανησυχίες ασφαλείας εξαιτίας της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς. Για αυτό άλλωστε ο συγκεντρωτισμός που παρουσιάζει η ηγεσία Πούτιν δεν θα αναστραφεί, αφού μία εκτεταμένη εκδημοκρατικοποίηση της χώρας είναι πιθανόν να οδηγούσε σε περαιτέρω γεωπολιτικό ακρωτηριασμό ή περίσφιξη της χώρας.
Παράλληλα, η αναρρίχηση του Πούτιν στην εξουσία σήμανε και τέλος της πλήρους ασυδοσίας των ολιγαρχών προς το ρωσικό κράτος. Ο Ρώσος πρόεδρος στην ουσία «ξεδόντιασε» την ισχύ των ολιγαρχών υποτάσσοντάς την στο κράτος. Εάν εκείνοι υπάκουαν στις επιταγές της εξουσίας τότε ανταμείβονταν πλουσιοπάροχα. Εάν αντιδρούσαν τότε είτε κατέληγαν στην εξορία είτε στην φυλακή. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Ρώσου δισεκατομμυριούχου Μιχαήλ Κοντορκόφσκι που μετά την πτώση της ΕΣΣΔ βρέθηκε να κατέχει τις πετρελαιοπηγές της Σιβηρίας μέσω της εταιρείας Yukos, η οποία τη περίοδο 1996-2003 παρήγαγε το 20% του ρωσικού πετρελαίου, καθιστώντας τον εν λόγω ολιγάρχη ως τον πλουσιότερο άνθρωπο στην Ρωσία το έτος 2003 με περιουσία 15 δις δολαρίων σύμφωνα με το Forbes. Εν τούτοις η ισχύς αυτή δεν συγκίνησε τον Πούτιν, ο οποίος τον φυλάκισε το 2003 για δέκα χρόνια με αλλεπάλληλες κατηγορίες για απάτη.
Τα μαθήματα της περιόδου Γέλτσιν έχουν παρθεί για το Κρεμλίνο. Τότε οι Ρώσοι επιθυμούσαν διακαώς μία προσέγγιση με τη Δύση, ειδικά με την Ευρώπη. Όμως στόχος της Δύσης ποτέ δεν υπήρξε μία ανασυγκρότηση της Ρωσίας (και η επαναφορά της σε μεγάλη δύναμη θα ήταν ένα δυσάρεστο σενάριο) αλλά η καταστροφή της, όπως σημείωνε και ο Σαμίρ Αμίν. Ο Πούτιν δημιούργησε τις συνθήκες για τη σταθεροποίηση της Ρωσίας, ανασύροντας την από το χάος των χρόνων του Γέλτσιν, επαναφέροντας την σε μία τροχιά ανάκαμψης εμπλέκοντας την χώρα σε μία πετυχημένη περιπέτεια στην Λιβύη και πλέον τα παίζει όλα για όλα για την Ουκρανία. Ωστόσο, η Δύση βάζει κυρώσεις στις υπερπολυτελές ζωές και επιχειρήσεις των Ρώσων ολιγαρχών. Βέβαια, κατ’ αυτό τον τρόπο οι ολιγάρχες έχουν δύο επιλογές. Είτε να στραφούν εναντίον του Πούτιν είτε να προσκολληθούν περαιτέρω σε αυτόν. Οι εναλλακτικές στον Πούτιν είναι λίγο πολύ ανύπαρκτες και οι εξελίξεις εν πολλοίς θα κριθούν από την πορεία των συγκρούσεων στην Ουκρανία.