Πόσο εφικτή είναι μία συμφιλίωση Τουρκίας-Αιγύπτου ενόσω Ερντογάν και αλ-Σίσι είναι στο τιμόνι;

Οι συνεχιζόμενες εντάσεις μεταξύ Αιγύπτου και Τουρκίας προσφέρουν μια αποκαλυπτική εικόνα για το πώς διαδραματίζονται οι αρχές και οι παθολογίες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής υπό τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε όλη την περιοχή. Η σταδιακή εξατομίκευση της χάραξης πολιτικής στο παλάτι του Ερντογάν φαίνεται ίσως πιο ξεκάθαρα στην μορφή της αντιπαράθεση που έχει λάβει η Άγκυρα απέναντι στο Κάιρο από τότε που ο Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι ανέλαβε την εξουσία με στρατιωτικό πραξικόπημα τον Ιούλιο του 2013. Καταγγέλλοντας επανειλημμένα το Σίσι ως δικτάτορα, ο Ερντογάν έριξε όλο το βάρος της υποστήριξής του πάνω στην εκδιωγμένη και τώρα παράνομη Μουσουλμανική Αδελφότητα της Αιγύπτου. Όποιος συνδυασμός ψυχολογικής συμπάθειας, ισλαμιστικής ιδεολογίας και επιλεκτικών δημοκρατικών αξιών αντιπροσωπεύει αυτή η πολιτική, έχει καταφέρει όχι μόνο να αποξενώσει την κυβέρνηση Σίσι, αλλά και να συγκροτήσει ένα αντι-τουρκικό συνασπισμό κρατών στην Ανατολική Μεσόγειο. Αφ’ ότου οι παρατηρητές άρχισαν να μιλούν για την πιθανότητα άμεσης σύγκρουσης μεταξύ των αιγυπτιακών και των τουρκικών δυνάμεων στη Λιβύη το περασμένο καλοκαίρι, η Άγκυρα φαίνεται πλέον πρόθυμη να επιδιορθώσει τους δεσμούς. Ωστόσο, το βάθος των διαφορών μεταξύ των δύο χωρών θα καταστήσει δύσκολη την πραγματική προσέγγιση όσο ο Ερντογάν και ο Σίσι να παραμείνουν στην εξουσία.

Οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου πιθανότατα θα παραμείνουν σε κακό επίπεδο, επειδή τα γεωπολιτικά ρήγματα σε ολόκληρη τη Μεσόγειο εντείνονται, έγραψε ο Νίκολας Ντάνφορθ, Επισκέπτης Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ, σε άρθρο, που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα με τίτλο “Μια μεσογειακή μονομαχία: Ερντογάν, Σίσι και η τύχη των αιγυπτοτουρκικών σχέσεων”, λέγοντας ότι η ρήξη Ερντογάν – Σίσι είναι μεν προσωπική και ιδεολογική, αλλά ξεπερνά τους δύο άνδρες.

Ο Ερντογάν στην εξουσία

Τα πρώτα χρόνια της κυριαρχίας του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην Τουρκία προσέφεραν ελάχιστες ενδείξεις για την ιδεολογική σύγκρουση που στη συνέχεια θα έθετε την Άγκυρα και το Κάιρο σε αντιπαράθεση μεταξύ τους. Από την πλευρά της, η Μουσουλμανική Αδελφότητα της Αιγύπτου αρχικά ήταν λιγότερο φιλική προς τον Ερντογάν από ό,τι αργότερα, όταν αναγκάστηκε. Το 2007, για παράδειγμα ο Μοχάμεντ Μόρσι, τότε μέλος του “Γραφείου Προσανατολισμού της Αδελφότητας”, επέκρινε το AKP για την αποδοχή της “δυτικής έννοιας του κοσμικού κράτους”, αντί να αγκαλιάσει τον “απώτερο στόχο της ίδρυσης ενός Ισλαμικού Κράτους”. Οι ρίζες της έχθρας τους ξεκίνησαν με την Αραβική Άνοιξη του 2011. Η Τουρκία υποστήριξε με θέρμη την κυβέρνηση του Προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι υπό την ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που αντικατέστησε τον Πρόεδρο Χόσνι Μουμπάρακ.

Ο αλ-Σίσι παίρνει τα ηνία και οι φόβοι του Ερνογάν παίρνουν σάρκα

Όμως όλα άλλαξαν, όταν την εξουσία ανέλαβε ο αλ-Σίσι. Το χειρότερο, το πραξικόπημα που ανέτρεψε τον Μόρσι πυροδότησε πολλούς από τους φόβους του Ερντογάν και φάνηκε να επιβεβαιώνει τις υποψίες του για τους δικούς του πολιτικούς εχθρούς. Από τότε που ήρθε στην εξουσία, ο Ερντογάν φοβόταν -όχι χωρίς λόγο- ότι ο κοσμικός στρατός της Τουρκίας θα επιδίωκε να τον απομακρύνει από την εξουσία, ενδεχομένως σε συντονισμό με λαϊκές διαμαρτυρίες. Οι αιγυπτιακές διαδηλώσεις το καλοκαίρι του 2013 που παρείχαν το πρόσχημα για την κατάληψη της εξουσίας από τον Σίσι συνέβη ταυτόχρονα με διαδηλώσεις μεγάλης κλίμακας εναντίον του Ερντογάν στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης.

Το περιφερειακό σκάκι

Αφότου ο Σίσι ανέλαβε την εξουσία, ο Ερντογάν απογοητεύτηκε ιδιαίτερα από την άρνηση της Δύσης να καταδικάσει τις πράξεις του. Αυτή η εχθρότητα βάθυνε, αφού οι δυτικοί πολιτικοί ηγέτες τάχθηκαν υπέρ των διαδηλώσεων στο πάρκο Γκεζί το 2013 στην Τουρκία που συνέπεσαν με το αιγυπτιακό πραξικόπημα. Για τον Ερντογάν, τα σημεία στον καμβά της συνωμοσίας ενώθηκαν όταν η κυβέρνηση Ομπάμα αρνήθηκε κατηγορηματικά να αποκαλέσει την απομάκρυνση του Μόρσι ως πραξικόπημα. Η οργή του Ερντογάν για τη Δύση έφτασε “σε νέα ύψη” μετά από την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία του 2016, που καταδικάστηκε με χλιαρότητα, τροφοδοτώντας την ιδέα οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη ήθελαν να τον δουν να πέφτει όπως ο Μόρσι είχε πέσει τρία χρόνια νωρίτερα.

Κατόπιν τούτου, ο Σίσι υποστήριξε τους αντιπάλους της Τουρκίας, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στον αποκλεισμό του Κατάρ το 2017 και αντιτάχθηκε στους θαλάσσιους ισχυρισμούς της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο, υπογράφοντας μια συνοριακή συμφωνία με την Ελλάδα.

Παράλληλα, από το 2009, που άρχισαν να ανακαλύπτονται τα κοιτάσματα φυσικού αερίου αναδιαμορφώνει ριζικά τις σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου, Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας. Από την πλευρά της η Τουρκία, από τη μία πυροδοτεί νέα επίπεδα έντασης, όταν αρνείται στην Κύπρο το δικαίωμα να εκμεταλλευθεί μονομερώς τα κοιτάσματα στην ΑΟΖ της, ενώ συζητάει με το Ισραήλ για την πιθανότητα δημιουργίας αγωγού μεταφοράς του φυσικού αερίου του, προς την Ευρώπη. Οι σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας παρέμειναν τεταμένες λόγω της υποστήριξης της Άγκυρας προς τη Χαμάς και τις δραστηριότητές της στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, με αποτέλεσμα να αποσύρουν και οι δύο πλευρές τους πρεσβευτές τους τον Μάιο του 2018 μετά τη δολοφονία Παλαιστινίων διαδηλωτών στη Γάζα. Στη συνέχεια ήρθε το Φόρου για το φυσικό αέριο της Ανατολικής Μεσογείου, το οποίο με την υποστήριξη των ΗΠΑ, συγκροτήθηκε με μέλη την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Ελλάδα, το Ισραήλ, την Ιταλία, την Ιορδανία και την Παλαιστινιακή Αρχή σε μια προσπάθεια να εκμεταλλευτούν και να εξάγουν από κοινού τα ευρήματα φυσικού αερίου της περιοχής. Οι ΗΠΑ, η Γαλλία και τα ΗΑΕ προσχώρησαν επίσης ως παρατηρητές, ενώ η Τουρκία αποκλείστηκε.

Επόμενη στάση στο πολεμικό ταξίδι των δύο ηγετών στάθηκε η Λιβύη. Οι δύο χώρες υποστηρίζουν τις αντιτιθέμενες πλευρές στη σύγκρουση της Λιβύης, και σχεδόν μπήκαν σε άμεση αντιπαράθεση το περασμένο καλοκαίρι, όταν ο Σίσι απείλησε να επέμβει στρατιωτικά εάν η φιλο-τουρκική κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας της Λιβύης (GNA), υπό τον Φαγέζ αλ-Σάρατζ επιμείνει με μια αντεπίθεση στα ανατολικά της χώρας, κοντά στα αιγυπτιακά σύνορα, κατά των δυνάμεων του Χαλίφα Χαφτάρ που υποστηρίζεται από το εκλεγμένο κοινοβούλιο της χώρας με έδρα το Τομπρούκ. Η Αίγυπτος προσέγγισε επίσης τη Γαλλία και την Ελλάδα, οι οποίες αντιτάχθηκαν έντονα στις πολιτικές του Ερντογάν στη Λιβύη και στην ανατολική Μεσόγειο.

Τι μέλλει γενέσθαι

Συμπερασματικά ο Ερντογάν και ο Σίσι μπορεί, για δικούς τους λόγους, να φτάσουν σε ένα modus vivendi που να ρίξει την ένταση των σχέσεων Αιγύπτου-Τουρκίας. Ωστόσο, δεδομένου του βάθους των διαφορών τους, αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο που θα μπορούσε να αναμένεται ενόσω οι δύο άνδρες παραμένουν στην εξουσία. Φυσικά, ο καθένας θα προτιμούσε αναμφίβολα να χάσει ο αντίπαλός του την εξουσία. Αν το καθεστώς του Σίσι έπεφτε και αντικαθίστατο από μια νέα κυβέρνηση περισσότερο εναρμονισμένη με την Αδελφότητα, το πείσμα του Ερντογάν θα μπορούσε να προσφέρει μια απροσδόκητη γεωπολιτική απόδοση. Εν τω μεταξύ, τα μέλη του κοσμικού κόμματος των κεμαλιστών, του CHP, είπαν ότι αν έρθουν στην εξουσία, θα επιδιώξουν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις με χώρες όπως η Αίγυπτος που πιστεύουν ότι ο Ερντογάν έχει αποξενωθεί άσκοπα στην επιδίωξη της ισλαμικής ατζέντας του. Και όμως οποιαδήποτε μορφή προσέγγισης, είτε υπό τον Ερντογάν είτε από μελλοντική τουρκική κυβέρνηση, θα αποδειχθεί πολύ πιο περίπλοκη στο βαθμό που οι περιφερειακές έριδες χωρίζουν τις δύο χώρες. Καθώς οι αλληλοσυνδεόμενες διπλωματικές, στρατιωτικές και οικονομικές εταιρικές σχέσεις της Αιγύπτου με τους αντιπάλους της Τουρκίας ενοποιούνται περαιτέρω, η σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των δύο χωρών θα πάρει σάρκα και οστά και ενδεχομένως να επιβιώσει από την ιδεολογική σύγκρουση που την προκάλεσε.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.