“You’re fired!”. Πολύ πριν γίνει Πρόεδρος, η φράση αυτή ήταν που έκανε γνωστό τον Donald Trump. Ως κριτής σε ένα ριάλιτι σόου επαναλάμβανε το σλόγκαν αυτό σε κάθε διαγωνιζόμενο, που αποχωρούσε από το παιχνίδι.
Του Παναγιώτη Χριστοδούλου,
Φέτος, όμως, εκατομμύρια Αμερικανοί περίμεναν με ανυπομονησία τη στιγμή που θα το λέγανε σε αυτόν. Και η στιγμή αυτή ήρθε: ο απερχόμενος 45ος Πρόεδρος έχασε -πανηγυρικά, θα έλεγε κανείς- τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Ο πρώην Αντιπρόεδρος Biden κατάφερε να «εκθρονίσει» τον εν ενεργεία Πρόεδρο και μάλιστα για πρώτη φορά από το 1992, τερματίζοντας τις βλέψεις του τελευταίου για 2η τετραετία στην προεδρία.
Αναμφίβολα, η πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση ήταν η πιο επεισοδιακή των τελευταίων 20 χρόνων. Η πανδημία του κορωνοϊού έστρεψε τεράστιο μέρος των ψηφοφόρων στην επιστολική ψήφο, η οποία διευρύνθηκε και εν πολλοίς καθολικεύτηκε. Η εξέλιξη αυτή, όμως, αποτέλεσε -μήνες πριν τις εκλογές- αντικείμενο οξείας κριτικής (αν όχι εντελώς αβάσιμης επίθεσης) από τον Πρόεδρο Trump, ο οποίος έκανε λόγο για «νοθεία» και «παραποίηση των αποτελεσμάτων» τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές. Χαρακτηριστικό ήταν το tweet του απερχόμενου Προέδρου “STOP THE COUNT”, όταν άρχισε η καταμέτρηση των επιστολικών ψήφων, οι οποίες, στη συντριπτική πλειονότητά τους, ήταν υπέρ του αντιπάλου του.
Πιστεύει, άραγε, στους ισχυρισμούς αυτούς; Με ένα πλήθος δικλείδων ασφαλείας και την εφαρμογή ενός εξαιρετικά σύνθετου και οργανωμένου συστήματος ψήφου, η απάντηση φαντάζει αρνητική. Με μια πιο προσεκτική εξέταση του ζητήματος γίνεται ευκρινές ότι η διαρκής αυτή προσήλωση στην καλλιέργεια αμφιβολιών για το εκλογικό αποτέλεσμα και η συστηματική αποδόμηση της ψήφου διά αλληλογραφίας, αποτέλεσε το τελευταίο του όπλο έναντι της πραγματικότητας· λειτούργησε, δηλαδή ως ένα άλλοθι, για να μην αποδεχτεί μια ξεκάθαρη -και όπως θα φανεί, νόμιμη- ήττα. Η παραποίηση της αλήθειας με ανυπόστατους ισχυρισμούς ήταν, άλλωστε, μια αγαπημένη τακτική, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, και είναι μάλλον ταιριαστό ότι επέλεξε να κλείσει τη θητεία του με ανάλογο τρόπο.
Πράγματι, δύο εβδομάδες μετά τις εκλογές και με καταμετρημένο το 99% των ψήφων, η νίκη Biden είναι αναντίλεκτη. Μάλιστα, δεν είναι καν οριακή: ο υποψήφιος των Δημοκρατικών συγκέντρωσε 306 από τους απαραίτητους 270 εκλέκτορες που απαιτούνται για την εξασφάλιση της Προεδρίας, τον ίδιο αριθμό που είχε κερδίσει το 2016 ο ίδιος ο Trump. Ακόμη κι αν δεν επιθυμεί να δει κανείς το αποτέλεσμα αυτό ως μια τέλεια καρμική συγκυρία, σίγουρα, οφείλει να το αποδεχθεί ως απτή πραγματικότητα. Πάραυτα, μοναδική «αναγνώριση» των εκλογικών αποτελεσμάτων αποτελεί μια σειρά αναρτήσεων στο Twitter, σύμφωνα με τις οποίες ο μόνος λόγος που έχασε ήταν «επειδή οι εκλογές ήταν στημένες», εξαπολύοντας μη άξιες αναπαραγωγής κατηγορίες για το λογισμικό που χρησιμοποιήθηκε, αλλά και τους υπευθύνους των εκλογικών κέντρων, ενώ, ταυτόχρονα, δήλωσε πως… δεν παραδέχεται καμία ήττα.
Παρόλο που πλήθος αρχηγών κρατών και ηγετών ανά τον κόσμο -όπως και όλα τα Αμερικανικά και διεθνή πρακτορεία ειδήσεων- αναγνώρισαν τον Jo Biden ως τον 46ο Πρόεδρο των Η.Π.Α., στον Λευκό Οίκο ηχεί ένα διαφορετικό τραγούδι: «οι εκλογές ήταν στημένες», «ο Trump θα είχε νικήσει, αν είχαν καταμετρηθεί μόνο οι νόμιμες ψήφοι». Όπως, άλλωστε, είχαν προαναγγείλει, στενοί σύμμαχοι του Ρεπουμπλικανού Προέδρου επιχείρησαν ήδη να αμφισβητήσουν δικαστικά τα εκλογικά αποτελέσματα σε ένα πλήθος Πολιτειών.
Στην Pennsylvania, εγέρθησαν τουλάχιστον 6 αγωγές, με αίτημα την μη καταμέτρηση χιλιάδων ψηφοδελτίων που έφθασαν ταχυδρομικά μετά την ημέρα των εκλογών ή που έφεραν ελλείψεις στον φάκελο αποστολής τους. Τα δικαστήρια, έχοντας ήδη επιτρέψει ως νόμιμο τον υπολογισμό των ψήφων που καταφθάνουν έως και 3 ημέρες μετά, απέρριψαν σύσσωμες τις αγωγές αυτές ως αβάσιμες, δεδομένου ότι θα ήταν αντισυνταγματικό να μην προσμετρηθεί μια καθόλα νόμιμη ψήφος λόγω ταχυδρομικών καθυστερήσεων. Στο Michigan, οι δικαστικοί αγώνες των Ρεπουμπλικάνων είχαν παρόμοια τύχη· αγωγές με αίτημα την μη προσμέτρηση των αποτελεσμάτων διαφόρων εκλογικών κέντρων -ειδικά στις μεγάλες πόλεις, όπως το Detroit, όπου ο Biden προηγείται με μεγάλη διαφορά- θεωρήθηκαν απαράδεκτες, ελλείψει οποιουδήποτε αποδεικτικού στοιχείου που να τις υποστηρίζει. Ανάλογη φαίνεται να είναι η τύχη αγωγών στη Nevada και την Arizona, όπου και αναμένονται οι δικαστικές αποφάσεις για τη βασιμότητά τους.
Λίγο διαφορετική είναι η κατάσταση στην Πολιτεία της Georgia, όπου η μικρή διαφορά μεταξύ των υποψηφίων -14.000 μόλις ψήφοι χάρισαν τη νίκη στον Biden- οδήγησε στην αποδοχή του αιτήματος της εκστρατείας Trump για επανακαταμέτρηση. Ήδη από το πρωί της Κυριακής, άρχισε το τεράστιο αυτό εγχείρημα, κατά το οποίο υπεύθυνοι των εκλογών θα μετρήσουν μία μία περίπου 5.000.000 ψήφους, ελέγχοντας την ακρίβεια του αρχικού αυτού αποτελέσματος.
Τι, λοιπόν, ελπίζει να κερδίσει η ομάδα του Προέδρου με την ομολογουμένως χαοτική και πιθανότατα μάταιη στρατηγική αυτή; Ως μοναδική «λογική» εξήγηση φαντάζει ότι η όλη προσπάθεια αυτή αποσκοπεί στο να κλονίσει την πίστη των δικαστών και των λοιπών εκλογικών παραγόντων για τη νομιμότητα της διαδικασίας, ενδεχομένως προκαλώντας ρωγμές ή καθυστερήσεις στην επίσημη επικύρωση του αποτελέσματος και την συνακόλουθη εκλογή του Προέδρου, που θα λάβει χώρα στις αρχές του Δεκεμβρίου. Ωστόσο, μέσα από το εγχείρημα αυτό -που θυμίζει τις κραυγές μικρού παιδιού, που κατηγορεί τους κανόνες, όταν χάνει στη Monopoly- προκαλείται ένα βαθύτερο αποσταθεροποιητικό κύμα πολιτικής και κυβερνητικής ανασφάλειας, το οποίο απειλεί να κλονίσει τα δικαιοκρατικά θεμέλια μιας (θεωρητικά) νομιμοποιούμενης δημοκρατίας.
Με ολοένα και περισσότερα στελέχη και μέλη του κόμματός του να τον εγκαταλείπουν και να συγχαίρουν τον εκλεγμένο Πρόεδρο Biden, είναι αμφίβολο για το πόσο θα μπορέσει να διατηρήσει ο σύντομα πρώην Πρόεδρος Trump τη ρητορική αυτή. Σε κάθε περίπτωση, οι αυταπάτες αυτές έχουν μικρή πρακτική αξία, διότι, όχι μόνο δεν έχει προσκομιστεί ως τώρα σχεδόν κανένα αξιολογήσιμο αποδεικτικό στοιχείο, που να υποστηρίζει τις κατηγορίες, αλλά και στο ονειρικό (ή εφιαλτικό) σενάριο κατά το οποίο τα δικαστήρια ανατρέπουν τα αποτελέσματα μιας πολιτείας υπέρ του Trump, καθώς δεν αρκεί, για να αλλάξει την τελική έκβαση των εκλογών.