Οι βουλευτικές εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 ολοκλήρωσαν την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού, επικυρώνοντας τις τάσεις που είχαν διαφανεί από τις Ευρωεκλογές του Μαΐου του ιδίου έτους. Η Νέα Δημοκρατία και ο κ. Μητσοτάκης, πέτυχαν το στόχο της άνετης αυτοδυναμίας και έχουν μπροστά τους ανοικτό διάδρομο για την εφαρμογή του προγράμματός τους, καθώς δεν υπάρχουν προγραμματισμένες εκλογικές αναμετρήσεις μέχρι το 2023, καθώς η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας μπορεί να πραγματοποιηθεί και με απλή Κοινοβουλευτική πλειοψηφία 151 Βουλευτών και υπάρχει δημοσιονομική τάξη και ρευστότητα, τουλάχιστον για το ορατό βάθος χρόνου – κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι παραλαμβάνει καμένη γη…
Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας έχασαν μεν την Κυβερνητική εξουσία, η εκλογική όμως επίδοσή τους είναι τέτοια που, αφενός δεν συνιστά σε καμιά περίπτωση στρατηγική ήττα, αφετέρου εδραιώνει την κυριαρχία τους ως βασικού πόλου στο χώρο από το κέντρο και αριστερά. Άλλωστε, αυτό ήταν και ένα από τα επίδικα της εκλογικής μάχης, ιδιαίτερα σε σχέση με την επίδοση του Κινήματος Αλλαγής, που σε γενικές γραμμές έμεινε στα ρηχά, αδυνατώντας να επωφεληθεί από τη «συγκρατημένη» πτώση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ.
Έκπληξη, σε σχέση με τη διαφορά των ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρξε τελικά. Στην τελευταία δημοσιευμένη έρευνα της Palmos Analysis για το TVXS.GR στις 23 Ιουνίου 2019, η διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων βρίσκονταν στις 7,7 μονάδες (στις εκλογές της 7ης Ιουλίου έκλεισε στις 8,3), ενώ στην πορεία προς τις κάλπες η πόλωση οδήγησε τα ποσοστά και των δύο κομμάτων στα υψηλά όρια των προβλέψεων (περί το 40% για τη ΝΔ και περί το 31,5% για το ΣΥΡΙΖΑ, σε σχέση με τα επίπεδα του 37% και 29% που εντοπίζονταν 15 μέρες πριν τις κάλπες). Στην πορεία αυτή, η μεν ΝΔ συμπίεσε ακόμα περισσότερο την Ελληνική Λύση και τη Χρυσή Αυγή (με την ευτυχή κατάληξη της οριακής αποτυχίας της τελευταίας να εκπροσωπηθεί εκ νέου στο Κοινοβούλιο), ο δε ΣΥΡΙΖΑ ανέκοψε την έντονα ανοδική τάση του ΜέΡΑ25 και συσπείρωσε σημαντικό μέρος ψηφοφόρων, που στις Ευρωεκλογές είχαν επιλέξει κάποιο πολύ μικρό εξωκοινοβουλευτικό κόμμα, αλλά και φέρνοντας σε μεγαλύτερο βαθμό στην κάλπη τους νεότερους ψηφοφόρους, ηλικίας 17 – 34 ετών, όπου εξακολουθεί να διατηρεί το προβάδισμα έναντι της ΝΔ.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει, ειδικά ενόψει των αναμενόμενων διεργασιών στο χώρο της Κεντροαριστεράς, η ανάλυση της ψήφου με βάση την αυτο-τοποθέτηση των ψηφοφόρων στον άξονα Αριστερά – Δεξιά, με βάση τα στοιχεία της έρευνας της Palmos Analysis για το TVXS.GR. Η Νέα Δημοκρατία σάρωσε μεταξύ των ψηφοφόρων που αυτο-χαρακτηρίζονται Κεντροδεξιοί ή Δεξιοί, εισπράττοντας τελικά άνω του 75% του χώρου αυτού. Το κρίσιμο όμως στοιχείο για την επικράτησή της έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι συγκέντρωσε διπλάσιο ποσοστό (περίπου 40% έναντι 20% του ΣΥΡΙΖΑ), μεταξύ των ψηφοφόρων που αυτο-χαρακτηρίζονται Κεντρώοι και είναι αυτοί που είθισται μετακινούμενοι να δίνουν τη νίκη σε διπολικά συστήματα, όπως αυτό που φαίνεται να διαμορφώνεται. Μεταξύ των ψηφοφόρων που χαρακτηρίζονται ως Κεντροαριστεροί ή Αριστεροί ο ΣΥΡΙΖΑ επικράτησε με περίπου 55% έναντι 13% του ΚΚΕ (με τη δύναμή του να επικεντρώνεται κυρίως σε όσους αυτοχαρακτηρίζονται ως Αριστεροί) και 8% του Κινήματος Αλλαγής (με τη δύναμή του να εντοπίζεται κυρίως στους ψηφοφόρους που αυτο-χαρακτηρίζονται ως Κεντροαριστεροί ή Κεντρώοι).
Έκπληξη δεν υπήρξε ούτε σε σχέση με τα ποσοστά των υπολοίπων κομμάτων (ακόμα και η πιθανότητα να μην περάσει η Χρυσή Αυγή είχε διαφανεί, ειδικά στις μετρήσεις των τελευταίων ημερών).
Η επόμενη μέρα
Για τη Νέα Δημοκρατία ο καθαρός διάδρομος που αναφέρθηκε πριν, δεν συνεπάγεται και ανέφελη πορεία. Ο πήχης έχει τοποθετηθεί ψηλά, ειδικά στο μέτωπο της ανάπτυξης και των νέων θέσεων εργασίας, ενώ η διατήρηση της δημοσιονομικής τάξης και της κοινωνικής συνοχής – το κεκτημένο της απερχόμενης Κυβέρνησης – θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ. Η νέα κυβέρνηση έχει μπροστά της δύσκολο έργο αλλά, παράλληλα, το υψηλό ποσοστό της κάλπης της δίνει πολιτική ευχέρεια και την «προστατεύει» από τα πυρά της αντιπολίτευσης, το πρώτο τουλάχιστον χρονικό διάστημα.
Για τον πρώην πρωθυπουργό, το στοίχημα της κεφαλαιοποίησης του υψηλού ποσοστού που τελικά κατέγραψε στην κάλπη ο ΣΥΡΙΖΑ και της μετεξέλιξης του κόμματος, προκειμένου να καταστεί οριστικά ο βασικός Κεντροαριστερός πόλος στο αναδυόμενο ξανά διπολικό σκηνικό, είναι μεγάλο και δύσκολο. Σύμμαχοι του κ. Τσίπρα, η έλλειψη οποιασδήποτε εσωκομματικής αμφισβήτησης (άλλο ένα απότοκο του 31,5%), αλλά και η άνεση χρόνου για να στρέψει το ενδιαφέρον του στο εγχείρημα αυτό.
Για το Κίνημα Αλλαγής, το 8,1% βραχυπρόθεσμα προστατεύει την κ. Γενημματά από τις κριτικές φωνές σε σχέση με τη ρήξη με τον κ. Βενιζέλο, καθώς το κόμμα κατέγραψε – έστω και οριακά – κέρδη σε σχέση με τις Ευρωεκλογές, σε βάθος χρόνου, όμως, το πρόβλημα είναι βαθύτερο και στρατηγικό: το πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση απέναντι στη ΝΔ, σε συνδυασμό με τον εκλογικό συσχετισμό δυνάμεων των δύο χώρων, ενδεχομένως να προκαλέσει ακόμα και υπαρξιακή πίεση στο Κίνημα Αλλαγής. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πλέον η «κακή» Κυβέρνηση που πρέπει να ηττηθεί, τα βέλη πρέπει να στρέφονται κυρίως προς τη Νέα Δημοκρατία που έχει την κυβερνητική ευθύνη και η διαχωριστικές γραμμές με το ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πολύ δύσκολο να χαραχθούν και – κυρίως – να δικαιολογηθούν.
Το ΚΚΕ, αφενός κράτησε τις δυνάμεις του σε μια πολύ επικίνδυνη Εθνική αναμέτρηση μετά το κακό αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών (το χειρότερο ποσοστό του σε Ευρω-κάλπη), αφετέρου πρέπει να προβληματιστεί για την αδυναμία του να εισπράξει – πολύ περισσότερο να κεφαλαιοποιήσει – τις διαρροές της αριστερής κυβέρνησης.
ΜέΡΑ25 και Ελληνική Λύση θα παλέψουν με τα στοιχήματα που έχασαν σχεδόν όλοι οι προκάτοχοί τους – τα νεοπαγή κόμματα της κρίσης, όπως το Ποτάμι, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, η Ένωση Κεντρώων, η Χρυσή Αυγή, η Λαϊκή Ενότητα: να ριζώσουν, δηλαδή, στο πολιτικό σκηνικό και να αποκτήσουν ένα συμπαγές και σταθερό ιδεολογικο-πολιτικό ακροατήριο, που θα τους επιτρέψει να μην είναι απλά διάττοντες αστέρες στο πολιτικό στερέωμα.