Είμαστε ως χώρα σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, για να μην πω στο μάτι του κυκλώνα.
Θα μου πείτε «και πότε δεν ήμασταν;». Και θα ‘χετε δίκιο…
Εν πάση περιπτώσει, δεν πάμε καλά.
Πανδημία, Τούρκοι, ακρίβεια, ανεργία, μεταναστευτικό και άλλα πολλά παρόμοια μας έχουν γονατίσει.
Πολιτικά δε, είμαστε για τα μπάζα.
Γιατί; Διότι σε αυτή την κρίσιμη περίοδο μας κυβερνούν εκπρόσωποι επιχειρηματικών συμφερόντων, ενώ η αντιπολίτευση απαρτίζεται από έναν πλήρως απαξιωμένο Σύριζα, το διαλυμένο ΚΙΝΑΛ, τον πωλητή χειρόγραφων επιστολών του Ιησού (στα γαλλικά αν δεν κάνω λάθος), τον άλλοτε γκουρού της χρεοκοπίας Δρα Μπαρουφάκη και τους συνήθεις υπόπτους με τη γνωστή ίδια κασέτα, δεκαετίες τώρα, αντιιμπεριαλιστές επαναστάτες του ΚΚΕ.
Οι μόνοι που τα βλέπουν όλα ρόδινα, εκτός από τους άφθονους χειροκροτητές που αποσκοπούν σε κάποιο διορισμό (αν δεν έχουν ήδη διοριστεί μετακλητοί) είναι τα συμβατικά (πετσωμένα) ΜΜΕ, που μπουκωμένα από κρατικό χρήμα σιγοντάρουν κάθε δήθεν καινοτομία, και κάθε δήθεν πρωτοβουλία του «επιτελικού κράτους».
Το οποίο απέδειξε πόσο επιτελικό είναι τόσο με τις πυρκαγιές, όσο και με τις πλημμύρες.
Υπάρχει όμως μια ελπίδα, η οποία σιγοκαίει σαν σπίθα, και έχει να κάνει με την ανάσταση του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ.
Το οποίο κυβερνούσε χρόνια, και μάλιστα την τελευταία φορά που έγινε κυβέρνηση το έκανε με ποσοστό 44%. Κάτι σπάνιο για τα χρόνια που ακολούθησαν.
Όταν πρωτοβγήκε το ΠΑΣΟΚ πριν από 40 χρόνια η χώρα ήταν εντελώς διαφορετική, όπως εντελώς διαφορετική ήταν και η πολιτική κατάσταση.
Το 1981 λοιπόν ήταν η χρονιά που «οι ουρανοί της Ελλάδας άνοιξαν».
Όσο περίεργο φάνταζε για τους περισσότερους η εκλογή μαύρου στο αξίωμα του προέδρου των ΗΠΑ, άλλο τόσο απίθανο είχε θεωρηθεί τότε από κάποιους, η άνοδος ενός «σοσιαλιστικού» κόμματος στην εξουσία της Ελλάδας.
Οι προσδοκίες ήταν πολλές, όπως πολλοί ήταν και οι φόβοι.
Άλλοι μιλούσαν για γενικευμένες κρατικοποιήσεις ή κοινωνικοποιήσεις, άλλοι για επιβολή σοβιέτ ή κολχόζ, άλλοι πάλι περίμεναν από μέρα σε μέρα την εισβολή των ΗΠΑ, ή τουλάχιστον κάποιο στρατιωτικό πραξικόπημα που θα έφερνε τα πράγματα στη προτεραία τους «φυσιολογική» κατάσταση.
Τίποτα βεβαίως από όλα αυτά δεν συνέβη. Οι όποιες «δραματικές» αλλαγές έγιναν, απλά διότι είχε ήδη έρθει ο καιρός τους, και εν πολλοίς, περιορίστηκαν σε κοινωνικά πλαίσια, μερικά οικονομικά ρετούς και πολλούς φανφαρονισμούς σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Σε γενικές γραμμές, η αλλαγή είχε περισσότερο να κάνει με το θυμικό του Έλληνα, παρά με οτιδήποτε άλλο.
Η εποχή άλλωστε δεν σήκωνε και πολλά πολλά. Ήμασταν ήδη ως χώρα, μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ, οπότε θα έπρεπε και να συμπεριφερόμαστε ανάλογα, αν τυχόν θέλαμε (και παραθέλαμε) να συνεχίσουμε να απολαμβάνουμε τα διάφορα πακέτα των ευρωπαϊκών οικονομικών ενισχύσεων.
Με αυτά και με αυτά, τα χρόνια περνούσαν και το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο συνέχιζε να κυβερνά, αλλά όλο και ξέφευγε από την εποχή της γενειάδας και του ζιβάγκο. Είχε πλέον γίνει καθεστώς, και ως γνωστό «όσα ξέρει ο νοικοκύρης δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος».
Οι πειρασμοί πολλοί, τα συμφέροντα περισσότερα και η «σάρκα αδύναμη». Τα σκάνδαλα κυριάρχησαν, με κυριότερο εκείνο του Κοσκωτά.
Ήταν η εποχή που πρωτοεμφανίστηκαν και τα κότερα ως παράγοντες της πολιτικής και οικονομικής σκηνής.
Και μετά ήρθε το «βρώμικο `89». Το αποτέλεσμά του, εκτός από την απαξίωση της ιδέας της «σοσιαλδημοκρατίας», ήταν και το μικρό, πλην όμως βλαπτικό για τη χώρα, διάλειμμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Και εκεί που νόμιζε κανείς ότι το ΠΑΣΟΚ πήρε το μήνυμα (όπως δήλωσε τότε ο Ανδρέας), και ότι η δεύτερη αυτή ευκαιρία που του δόθηκε από τον σοφό λαό το ’93 θα σήμαινε και κάτι το σημαντικό, και ότι η επιστροφή του στην εξουσία θα προχωρούσε τη κοινωνία σε όλα όσα δεν είχε μπορέσει να ολοκληρώσει τα πρώτα χρόνια… και πως θα αποκαθιστούσε την έννοια του «σοσιαλισμού» και της «πλέριας» δημοκρατίας… είχαμε μια από τα ίδια, αν όχι χειρότερα.
Λίγο η Μιμή με τα κομποσκοίνια της, λίγο η αρρώστια του προέδρου, λίγο ξανά μανά τα κότερα και οι σαμπάνιες, λίγο το ένα λίγο το άλλο, φθάσαμε στο εκσυγχρονισμένο πλέον ΠΑΣΟΚ με τον «λογιστή» Σημίτη στο πηδάλιό του, και την «ξερή» και κάθε άλλο παρά σοσιαλιστική διαχείριση της εξουσίας, στους ρυθμούς του κάθε ευρωπαίου επίτροπου.
Η περήφανη εθνική πολιτική καταποντίστηκε οριστικά στα βράχια των Ιμίων, όπως και η περίφημη «σοσιαλιστική μεταστροφή» είχε προ πολλού καταποντιστεί στα βάθη των υπογείων των μεγάρων του Στρασβούργου και των Βρυξελλών.
Ήταν πλέον η εποχή της γρηγοράδας και του χρηματιστηρίου. Η εποχή των ΕΛΔΕ και των Μπε Εμ Βε.
Η εποχή των προμηθειών, της αρπαχτής, της μίζας και του «ζούμε πέρα από τα μέσα μας».
Η εποχή του «ό,τι φάμε ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάξει ο κ…ς μας». Και από κει και πέρα: «Γαία πυρί μιχθήτω».
Ο τηλεοπτικός «ακάλυπτος» ήταν το πρότυπο της κοινωνίας μας.
Πέρα όμως από όλα αυτά τα φαινόμενα που μάλλον παρασιτικό καπιταλισμό θυμίζουν παρά σοσιαλδημοκρατία, αυτή η εποχή είναι που έφερε στα πράγματα και τα κάθε μορφής ανθρώπινα παράσιτα. Τους πραγματικούς «ακάλυπτους».
Ανθρώπους που μυρίστηκαν εξουσία, και που προσκολλήθηκαν στο ΠΑΣΟΚ, θεωρώντας το ως τη μόνη διέξοδο για την κοινωνική τους αναγνώριση και την οικονομική τους ανέλιξη.
Το «κίνημα», αντί να παράγει ιδέες και πολιτική, αντί να εκφράζει αυτά για τα οποία δημιουργήθηκε, μετατράπηκε απλά σε ένα μηχανισμό βολέματος κάποιων ανίκανων, οι οποίοι θεώρησαν πως μπαίνοντας σε αυτό, ξάφνου αποκτούν οντότητα, κομματική κάλυψη αλλά και συνεργούς, προκειμένου να ζήσουν και αυτοί το όνειρο του καταναλωτισμού.
Και η κοινωνία έβλεπε, όχι μόνο τους μεγαλουπουργούς και τα υψηλόβαθμα στελέχη να πλουτίζουν και να απομακρύνονται από το ταπεινό τους παρελθόν, αλλά και τους μέχρι πρότινος «άχρηστους» πλην όμως βαμμένους «πράσινους» γείτονές τους, που από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν να είναι προϊστάμενοι υπηρεσιών, διοικητές οργανισμών, κεφαλαιούχοι και ιδιοκτήτες Καγιέν…
Και όλα αυτά ελέω κομματικής ταυτότητας. Τίποτα άλλο.
Και εκεί είναι που έπεσε βαριά η ταφόπλακα επάνω στην υπόθεση της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα.
Εκεί είναι που χάθηκε για πάντα το παιχνίδι. Και ήταν φυσιολογικό.
Η Ελλάδα δεν είναι Σκανδιναβία και οι Έλληνες δεν είναι Σουηδοί.
Η αρπαχτή είναι στο αίμα μας. Θα σεβόμασταν μια παράταξη; Μια ιδεολογία;
Τη στιγμή που έχουν καταρρεύσει ιστορικές επαναστάσεις εκ των έσω, τη στιγμή που πραγματικά επαναστατικά και ριζοσπαστικά καθεστώτα διαβρώθηκαν και μετατράπηκαν απλά σε «νέες τάξεις» όπου κυριαρχούσε η κάθε λογής νομενκλατούρα, είναι δυνατόν να επιβιώσει το αρχικό όραμα του ΠΑΣΟΚ; Μάλλον όχι.
Και έτσι λοιπόν φθάσαμε στο σήμερα.
Με ένα ΠΑΣΟΚ σκιά του άλλοτε εαυτού του, κυριολεκτικά διαλυμένο, να βολοδέρνει σε εκλογικά ποσοστά ανάλογα του Κόμματος των Κυνηγών, να προσπαθεί για μια ακόμη φορά να βρει τον βηματισμό του, ονειρευόμενο συμμετοχή στην εξουσία (στον μπουλκουμέ δηλαδή, θα έλεγε κάποιος ποταπός).
Με περισσότερους υποψήφιους για την αρχηγία του, απ’ ότι ψηφοφόρους… έτσι λένε τουλάχιστον οι κακοπροαίρετες γλώσσες.
Μέχρι και ο Χάρης «διά τούτο λέγω» Καστανίδης, που εδώ και δεκαετίες έχει κάνει την ξύλινη γλώσσα επιστήμη λέγοντας χίλια λόγια χωρίς να λέει τίποτα… μέχρι και αυτός θέλει να «φρεσκάρει» το ΠΑΣΟΚ.
Αυτός που διατελεί βουλευτής του από το 1981, μπορεί και από πιο πριν (δεν θυμάμαι καλά).
Για τέτοια φρεσκάδα μιλάμε…
Για να μην αναφερθώ στον γόνο, που μας έσωσε το 2011, και τώρα θέλει να μας ξανασώσει συζητώντας και για τη δική του υποψηφιότητά, η οποία έχει βάλει φωτιά στο πολιτικό σκηνικό αναπτερώνοντας τις προσδοκίες για μια νέα ετεροχρονισμένη «αλλαγή»!
Μόνο η Εύα Καϊλή δεν έχει θέσει ακόμη υποψηφιότητα, αλλά είναι ακόμη νωρίς… ποιος ξέρει;
Και ποιοι χαίρονται με όλη αυτή την αναμπουμπούλα, την πολιτική ανυπαρξία των κομμάτων, την απουσία οποιασδήποτε σοβαρής αντιπολιτευτικής φωνής, και με το ενδεχόμενο επιστροφής του Γιωργάκη;
Οι χειροκροτητές που λέγαμε, οι φίλα προσκείμενοι στην «οικογένεια» επιχειρηματίες, που κάνουν πάρτι με κρατικό χρήμα, και οι νυν κυβερνώντες, που άλλο που δεν θέλουν από το να δουν τον έτερο γόνο στο πηδάλιο του «κινήματος», μπας και βρουν δεκανίκι για να συγκυβερνήσουν, μπας και ολοκληρώσουν το διακαές όραμα για Χάγη, για συνεκμετάλλευση και για συρρίκνωση της Ελλάδας για χάρη των οικονομικών συμφερόντων που προανέφερα.
Α… επίσης χαίρονται και οι παλιοί πούροι Πασόκοι, όσοι δηλαδή δεν έσπευσαν στον ΣΥΡΙΖΑ όταν βούλιαξε το καράβι, ή στη ΝΔ μόλις αυτή έγινε κυβέρνηση, για να πιάσουν καρέκλα, οι οποίοι ακόμη ονειρεύονται ζιβάγκο, ζεμπεκιές στο Μαξίμου και… διώξιμο των «βάσεων του θανάτου».
Παρέα με τους άφθονους τυχάρπαστους, που επί παντοδυναμίας ΠΑΣΟΚ οδηγούσαν Καγιέν, αλλά η οικονομική κρίση τους έριξε στα ΜΜΜ, μιας και το πάρτι τελείωσε και στέρεψαν οι γρηγοράδες.
Ναι, αλλά τώρα ξανά μανά υπάρχει χρήμα, και το ΠΑΣΟΚ αναγεννιέται λένε… με αρχηγό έναν Παπανδρέου.
Οπότε βουρ για τη μάσα… μόνο οι άλλοι θα τρώνε; Δεν χόρτασαν;
Γι’ αυτό, κάτσε να βγει ο Γιωργάκης ο Παπανδρέου, κάτσε να γίνουν εκλογές και τότε θα δείτε πλέρια δημοκρατία…