«Ατυχήματα» μακράς διαρκείας!

 

Τόσο η νίκη του Brexit στο δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016 όσο και η επικράτηση του Τραμπ στις ΗΠΑ στις εκλογές του Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς αντιμετωπίστηκαν ως ατυχήματα, ως εκτροπές από μια συστημική κανονικότητα, η επάνοδος στην οποία ήταν απλά ζήτημα χρόνου. Πρόκειται για χαρακτηριστικό παράδειγμα άρνησης της πραγματικότητας που υποβαθμίζει σε προσωπική περιπτωσιολογία τα αίτια της νίκης του αντισυστημικού λαϊκισμού.

Σύμφωνα με την παραπάνω προσέγγιση, ο Κάμερον και ο εκλογικός τακτικισμός του ευθύνονται κατά κύριο λόγο για τη νίκη του Brexit, ενώ σε ό,τι αφορά την εκλογή Τραμπ η ερμηνεία είναι αφοπλιστικά απλοϊκή, ότι πρόκειται για ακραία μορφή αποδοκιμασίας της διαπλεκόμενης συστημικής αντιπάλου του, Χίλαρι Κλίντον.

Η προσέγγιση του Brexit αλλά και της εκλογής Τραμπ ως ατυχημάτων οδήγησε από την επόμενη μέρα της ψηφοφορίας τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στις ΗΠΑ στην πεποίθηση ότι οι παραπάνω παρεκκλίσεις δεν χρειάζονται πολιτική και προγραμματική εναλλακτική πρόταση διαχείρισης αλλά μπορούν να αντιμετωπιστούν διαδικαστικά και δικαστικά.

Διαδικαστικά στο Ηνωμένο Βασίλειο είτε με τη διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος -κατά το προηγούμενο της Δανίας και της Ιρλανδίας- είτε με την υπογραφή συμφωνίας με την Ε.Ε. για μια μεθόδευση της αποχώρησης που να μη θίγει επί της ουσίας το σημερινό status quo.

Δικαστικά στις ΗΠΑ όπου μόλις ο Τραμπ πέρασε το κατώφλι του Λευκού Οίκου τον Ιανουάριο του 2017 άρχισε η διαδικασία διερεύνησης της εικαζόμενης διαπλοκής του με το Κρεμλίνο με στόχο να πληγεί η αξιοπιστία της Κλίντον στις εκλογές του Νοεμβρίου του 2016. Δύο και πλέον χρόνια μετά ο ειδικός ανακριτής Μιούλερ αποφάνθηκε ότι δεν στοιχειοθετείται περαιτέρω δικαστική διερεύνηση των κατηγοριών κατά του Τραμπ και του επιτελείου του.

Ηδη από τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου του 2018 είχε καταστεί σαφές ότι η δικαστική αντιμετώπιση του Τραμπ, μακράν του να αποδομεί το ετερόκλητο μέτωπο δυσαρεστημένων που του χάρισε τη νίκη, το ενισχύει.

Τόσο η δυσκολία, πολιτική και διαδικαστική, της διαχείρισης του Brexit από την κυβέρνηση Μέι, όσο και η παρατεταμένη δικαστική διερεύνηση του Russia-gate στις ΗΠΑ δημιούργησαν την πεποίθηση ή μάλλον την ψευδαίσθηση ότι σύντομα θα κλείσει η παρένθεση της εκτροπής με πρόωρη επιστροφή στην κανονικότητα. Σύμφωνα με την παραπάνω προσέγγιση, το δεύτερο δημοψήφισμα που θα ακύρωνε το Brexit ήταν ζήτημα χρόνου και μεθόδευσης, ενώ την ίδια στιγμή η ροή των αποκαλύψεων σε βάρος του Τραμπ θα τον εξανάγκαζε σε παραίτηση για να αποφύγει την καθαίρεσή του…

Σήμερα, μετά τον εκλογικό θρίαμβο του Τζόνσον, το Brexit θα είναι πραγματικότητα στις 31/1/2020, με πολύ ισχυρή πιθανότητα να μην υπάρχει διμερής συμφωνία με την Ε.Ε., όταν στα τέλη του επόμενου χρόνου λήξει η μεταβατική περίοδος.

Ετσι, το δεύτερο δημοψήφισμα ως απειλή θα έχει ανοίξει τον δρόμο για ένα ασύντακτο, σκληρό Brexit.

Παρόμοιο σκηνικό και στις ΗΠΑ, με τον Τραμπ ήδη να αυτοπροβάλλεται ως θύμα συστημικής συνωμοσίας, έτοιμος να αξιοποιήσει τις ιλαροτραγικές πτυχές της χρονικής σύμπτωσης της δίκης με την προεκλογική εκστρατεία, όπου κάποιοι Δημοκρατικοί γερουσιαστές, αφού ψηφίσουν υπέρ της καθαίρεσης του προέδρου, θα διεκδικήσουν στις προκριματικές το χρίσμα για να τον αντιμετωπίσουν πολιτικά…

Τα «ατυχήματα» του 2016 σε Βρετανία και ΗΠΑ προβάλλουν ήδη ως αποφασιστική καμπή και ανατροπή…

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.