Φάκελος Fraport: Απαιτήσεις 74 εκατ. από το Δημόσιο

Του Θάνου Καμήλαλη

Τα πολυσέλιδα έγγραφα, όπως εσωτερικές επιστολές και ολόκληρη η προσφυγή στην επιτροπή επίλυσης τεχνικών διαφορών, που έχει στην κατοχή του το TPP, δείχνουν ένα πολύ βασικό θέμα. Η Fraport πατώντας στους σχετικούς όρους της σύμβασης παραχώρησης (που όπως είχε αποκαλύψει το ΤPP, της προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες να απαιτεί συνεχής αποζημιώσεις από το ελληνικό Δημόσιο για συντήρηση, επισκευές, απαλλοτριώσεις, επενδύσεις κ.α.) ζητεί από το ελληνικό κράτος μια εξαιρετικά μεγάλη αποζημίωση, 74 εκατ. ευρώ (60, συν ΦΠΑ) για εργασίες που υποστηρίζει ότι κρίθηκαν αναγκαίες, όταν ανέλαβε τη διαχείριση των αεροδρομίων, στη «μεγαλύτερη ιδιωτικοποίηση στη χώρα» όπως έχει χαρακτηριστεί. Οι (πρώτες) απαιτήσεις της Fraport έρχονται μόλις 14 ημέρες αφού ανέλαβε τα περιφερειακά αεροδρόμια. Το ποσό αυτό πάνω από τρεις φορές μεγαλύτερο από τα 22,4 εκατ. εγγυημένο μίσθωμα που θα καταβάλλει ετησίως η εταιρεία στο Δημόσιο. Και δυστυχώς, ίσως είναι μόνο η αρχή.

Συγκεκριμένα, οι απαιτήσεις της Fraport βασίζονται στη ρήτρα 6.4.3 της Σύμβασης Παραχώρησης, που ψηφίστηκε, παρά τις αντιδράσεις φορέων που την χαρακτήριζαν αποικιοκρατική, από το ελληνικό Κοινοβούλιο τον Μάιο του 2016 (ν.4389). Το συγκεκριμένο άρθρο, προβλέπει ότι εάν η εταιρεία παρουσιάσει έξοδα άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ (προσκομίζοντας τιμολόγια) για «ζημιές που θα προκύψουν σε οποιοδήποτε από τα μεταβιβασθέντα στοιχεία», τότε το Δημόσιο θα αποζημιώσει τον παραχωρησιούχο για το κόστος της αποκατάστασης. Πηγές του TPP σημειώνουν εδώ και μήνες ότι αυτό δίνει την ευκαιρία στην εταιρεία να εμφανίσει ζημιές, ή να ανεβάσει το κόστος της επισκευής ή αντικατάστασης περιουσιακών στοιχείων των αεροδρομίων, επιβαρύνοντας έτσι τα δημόσια οικονομικά. Σημειώνεται επίσης, ότι τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις πηγαίνουν στον ειδικό λογαριασμό του ΤΑΙΠΕΔ κι από εκεί κατευθείαν στην «εξυπηρέτηση» του δημοσίου χρέους της χώρας. Τα έξοδα, βγαίνουν από τα κρατικά ταμεία…

Ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ,Αντώνης Λεούσης (Κ), ο διευθύνων σύμβουλος της Fraport Greece Alexander Zinell (Α) και ο Δημήτρης Κοπελούζος, πρόεδρος του Ομίλου Κοπελούζου 
Από την πλευρά του, σε πλήθος εγγράφων το Δημόσιο χαρακτηρίζει τις απαιτήσεις της εταιρείας ως «αβάσιμες και μη στοιχειοθετημένες». Τόνιζει για παράδειγμα ότι «κατόπιν και της εμπεριστατωμένης ενημερώσεως μας από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία των αεροδρομίων ήταν καλοσυντηρημένα, σε πλήρη επιχειρησιακή λειτουργία και στη δέουσα λειτουργική κατάσταση […]»
Σε επικοινωνία με το TPP, πηγές της εταιρείας χαρακτηρίζουν το ζήτημα ως μια «κανονική διαδικασία, που προβλέπεται στη Σύμβαση», ενώ από το υπουργείο Μεταφορών δεν υπήρξε κάποιο σχόλιο.
Το χρονικό που έμεινε κρυφό
Ας τα πάρουμε όμως όλα με τη σειρά. Στις 26 Απριλίου η Fraport Greece στέλνει δύο επιστολές στο ελληνικό Δημόσιο, με τις οποίες ενημερώνει για οικονομικές απαιτήσεις της σχετικά με τις δύο ομάδες των 14 περιφερειακών αεροδρομίων (οι επιστολές αποστέλλονται από την Fraport Περιφερειακά Αεροδρόμια Α και την Fraport Περιφερειακά Αεροδρόμια Β). Οι δύο επιστολές, σχεδόν ολόιδιες και με μόνη διαφορά το ύψος των εκτιμώμενων ζημίων και τα αναφερόμενα αεροδρόμια, κοινοποιούνται στα υπουργεία Οικονομικών, Μεταφορών και Εθνικής Άμυνας.

Όπως αναφέρουν οι δύο επιστολές:

Σε συμμόρφωση με τη ρήτρα 6.4.3 της Σύμβασης Παραχώρησης γνωστοποιούμε με την παρούσα στο δημόσιο τις απαιτήσεις που εγείρουμε σύμφωνα με τα άρθρα 6.4.1 και 6.4.2 συνοδευόμενης από σχετικές εκτιμήσεις του ύψους της ζημίας και της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που ελλείπουν εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από την παράδοση καθεμιάς από τις Περιοχές Παραχώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 14 β(Περιοχές Παραχώρησης), ήτοι από τις 11 Απριλίου 2017

Ενώ λίγο πιο κάτω, η Fraport αναφέρει ότι:

«Σύμφωνα με τη ρήτρα 6.4.1 της σύμβασης παραχώρησης, βάσει εκτιμήσεων που πραγματοποιήθηκαν από το προσωπικό μας και/η τους συμβούλους μας, παρατηρήθηκε ότι διάφορα περιουσιακά στοιχεία έχουν υποστεί σοβαρή ζημία»

Οι «ξαφνικές» απαιτήσεις της Fraport προκαλούν την άμεση αντίδραση του υπουργού, Χρήστου Σπίρτζη, ο οποίος την ίδια μέρα στέλνει ερώτημα προς τον διοικητή της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, ζητώντας του «άμεση αιτιολόγηση εκ μέρους της ΥΠΑ, σχετικά με την εγκυρότητα ή μη των αναφερομένων σε αυτές επιχειρημάτων. Επίσης, ο Σπίρτζης ζητά να μάθει «πώς προέκυψε συμφωνία με την εν λόγω εταιρεία για την ανάληψη του κόστους συντήρησης» μηχανημάτων και πυροσβεστικών οχημάτων.

Στις 12 Μαϊου, η ΥΠΑ απαντάει στον Σπίρτζη, αναφέροντας συνολικά τις οικονομικές απαιτήσεις της Fraport που περιγράφονται τμηματικά στις δύο επιστολές. Το συνολικό ποσό είναι κάτι παραπάνω από 60 εκατομμύρια καθαρά, που ανεβαίνει στα 74,4 εκατ. αν προστεθεί και ο ΦΠΑ. Στη συνέχεια της επιστολή του, ο διοικητής της ΥΠΑ, Κωνσταντίνος Λυντζεράκος, αναπτύσσει την επιχειρηματολογία του ελληνικού Δημοσίου.

Στις 7 Αυγούστου, Fraport Greece προσφεύγει επίσημα στη διαδικασία επίλυσης τεχνικών διαφορών, σε δύο δόσεις (Α και Β) ζητώντας επίσημα να της καταβληθεί το ποσό των 74 εκατ. Ευρώ. Στις περίπου 50 σελίδες της κάθε προσφυγής, περιέχει το ιστορικό της «ιδιωτικοποίησης» (σε εισαγωγικά δεδομένου ότι η Fraport είναι κρατική εταιρεία), το ιστορικό της διαφοράς μεταξύ των δύο μερών, τα επιχειρήματα της κάθε πλευράς, ενώ στο τέλος ακολουθεί σειρά παραρτημάτων.

Τελευταίο επεισόδιο μέχρι στιγμής, στις 21 Σεπτεμβρίου, όταν το υπουργείο Υποδομών ανακοινώνει την πρόσληψη νομικού σύμβολου για την εκπροσώπηση ως προς την διαφορά με την εταιρεία.

«Εκπλήξεις» και εκπλήξεις

Η προσφυγή της Fraport κατά του ελληνικού κράτους δεν προκαλεί μεγάλη έκπληξη. Από την διαρροή της σύμβασης παραχώρησης, φάνηκε ότι στις 292 σελίδες της συμφωνίας κρύβονται μικρές και μεγάλες ρήτρες, που μπορεί να φέρουν το Δημόσιο αντιμέτωπο με συνεχείς απαιτήσεις της εταιρείας. Πηγές του TPP σημειώνουν ότι «αυτή θα είναι μόνο η αρχή», και εμφανίζονται σίγουρες ότι σε συχνή (ίσως ετήσια) βάση θα προκύπτουν αιτήματα της εταιρείας για αποζημιώσεις.

Αυτό που σίγουρα προκαλέι έκπληξη όμως είναι η όλη μυστικοπάθεια της υπόθεσης. Το υπουργείο γνωρίζει από τα τέλη Απριλίου για τις απαιτήσεις της Fraport, ωστόσο το εξαιρετικά σημαντικό και πιθανότατα δαπανηρό γεγονός δημοσιοποιείται μόλις σήμερα, πέντε μήνες μετά. Αντίθετα, ακόμα και όταν κλήθηκε να σχολιάσει τη διαμάχη που είχε ξεσπάσει με την εταιρεία για το αεροδρόμιο «Μακεδονία», ο Χρήστος Σπίρτζης αρκέστηκε να δηλώσει ότι «η κοινοπραξία Fraport, που ανέλαβε τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια, μέχρι στιγμής δεν έχει δώσει καλά δείγματα γραφής, δεν έχει λειτουργήσει καλύτερα τα αεροδρόμια από ό,τι τα λειτουργούσε η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας», προσθέτοντας μετά ότι «δεν έχει προχωρήσει στις επενδύσεις που όφειλε να προχωρήσει, ενώ έχουμε προβλήματα ακόμη και με την καθαριότητα στις τουαλέτες, που είναι σε πολλά αεροδρόμια χειρότερη, από αυτά που βλέπαμε και υπήρχαν στο παρελθόν»

Πηγές μάλιστα του TPP αναφέρουν ότι το ζήτημα της εταιρείας είναι γνωστό στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο είχε δοθεί «γραμμή» να μείνει κρυφό, μέχρι τουλάχιστον να περάσει το καλοκαίρι… Το αν θα υπάρξει κάποια αντίδραση τώρα, που το θέμα έρχεται στο φως, μένει να φανεί. 

Βέβαια, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε. Μπορεί η παραχώρηση των αεροδρομίων στη Fraport να είχε συμπεριληφθεί στο κείμενο του τρίτου μνημονίου (η μόνη ιδιωτικοποίηση στην οποία κάτι τέτοιο τέθηκε γραπτώς) ωστόσο οι βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ έβαλαν την υπογραφή τους στην έγκριση αυτής της Σύμβασης Παραχώρησης, ενώ σιωπούσαν όταν η παραλαβή καθυστερούσε συνεχώς εξαιτίας της οικονομικής δυσχέρειας της εταιρείας.

Η διαμάχη δηλαδή μεταξύ Fraport και Δημοσίου βρίσκεται μόνο στην αρχή της και, όποιο κι αν ειναι το αποτέλεσμα της διαιτησίας, η Σύμβαση Παραχώρησης δίνει άπλετο χώρο για νέες διεκδικήσεις του «επενδυτή» για κρατικό χρήμα. Φαίνεται ότι όταν υποκύπτεις σε εκβιασμούς, περισσότεροι συνεχίζουν να εμφανίζονται.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.