Υψηλός ο δείκτης των θανάτων στην Ελλάδα

Υψηλός ο δείκτης των θανάτων στην Ελλάδα-Οι δύο δείκτες που προβληματίζουν τους ειδικούς, η υψηλή θετικότητα, η σύγκριση με την Ευρώπη

Oι αριθμοί της πανδημίας στο δεύτερο κύμα του κορονοϊού στην Ελλάδα εγείρουν υψηλή ανησυχία, σοβαρές επιστημονικές επιφυλάξεις και εξίσου σοβαρά πολιτικά ερωτήματα .

Οι δύο βασικοί, και πλέον δραματικοί, από αυτούς τους αριθμούς είναι ο αριθμός των θανάτων και ο δείκτης θετικότητας.

Και τούτο διότι πρόκειται για δύο σταθερές και μη αμφισβητήσιμες επιδημιολογικές παραμέτρους, που δεν έχουν να κάνουν ούτε με το εάν γίνονται ή δεν γίνονται επαρκή και σωστά στοχευμένα τεστ, ούτε με το πόσο πραγματική ή πλασματική είναι η εικόνα της διασποράς στην κοινότητα.

Σε ό,τι αφορά, άλλωστε, την διασπορά όπως αυτή αποτυπώνεται με τα ημερήσια κρούσματα, η πιστότητα των στοιχείων είναι απολύτως συνδεδεμένη με τον αριθμό των τεστ που γίνονται.

Για παράδειγμα, χθες, ανακοινώθηκαν 1.498 νέα κρούσματα με 12.698 μοριακά τεστ.

Τις ημέρες που ο αριθμός των κρουσμάτων κινείτο ανάμεσα στις 2.500 με 3.000 ο αριθμός των τεστ κυμαινόταν ανάμεσα στις 22.000 και τις 25.000, που είναι και το μέγιστο επίπεδο ημερήσιων ελέγχων στο οποίο φαίνεται πως έχει δυνατότητες να ανταποκριθεί ο μηχανισμός του ΕΟΔΥ, γεγονός που μας κατατάσσει στις χώρες της Ευρώπης με τον μικρότερο αριθμό τεστ.

Ο δείκτης θετικότητας, ωστόσο, δεν επηρεάζεται από τον απόλυτο αριθμό των τεστ.

Και είτε με 22.000, είτε με 12.000 μοριακούς ελέγχους την ημέρα, παραμένει σε εξαιρετικά ανησυχητικό επίπεδο πανελλαδικά:

Χθες, επαναβεβαιώθηκε στο 11,8%, ενώ σύμφωνα με τα στάνταρντ του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας πρέπει να βρίσκεται οπωσδήποτε κάτω από το 10%.

Πρόκειται για ένα στοιχείο το οποίο απασχολεί έντονα την επιστημονική επιτροπή του υπουργείου Υγείας και ερμηνεύεται ως ένδειξη επίμονα υψηλής διασποράς του ιού παρά το lockdown.

Η διαμόρφωση όμως πιο καθαρής εικόνας γα τις τάσεις, τις αιτίες και την δυναμική απαιτεί και επιπλέον στοιχεία.

Κι εδώ οι πληροφορίες αναφέρουν πως εντός της επιτροπής των επιδημιολόγων υπάρχει αίσθημα «επιστημονικής ασάφειας» όπως λέγεται χαρακτηριστικά.

Δηλαδή, υπάρχουν ειδικοί στην επιτροπή που θεωρούν ότι δεν έχουν στα χέρια τους όλα εκείνα τα συστηματικά και στοχευμένα στοιχεία που απαιτούνται για να έχουν πλήρη εικόνα και να κάνουν εισηγήσεις – γεγονός, που εγείρει ερωτήματα όχι μόνον για το εύρος αλλά και την μεθοδολογία των ελέγχων που κάνει ο ΕΟΔΥ.

Υψηλός ο δείκτης των θανάτων στην Ελλάδα-Σε ό,τι αφορά τους θανάτους, και μόνον τα 211 θύματα του Σαββατοκύριακου είναι αριθμός που σοκάρει.

Και σοκάρει ακόμη περισσότερο εάν προσμετρηθεί τόσο η δραματική αύξηση των θανάτων μόνον τον Νοέμβριο, όσο και η σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που επίσης αντιμετωπίζουν έξαρση του κορονοϊού.

Το προσφιλές και πάγιο επιχείρημα της κυβέρνησης είναι πως, παρά την έκρηξη της πανδημίας, η Ελλάδα εξακολουθεί «να πηγαίνει πολύ καλύτερα από άλλες χώρες».

Αυτό όμως δεν επιβεβαιώνεται από τα επίσημα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου (ECDC).

Η κυβέρνηση επιλέγει να κάνει την σύγκριση με την Ευρώπη σε όλο το διάστημα της πανδημίας, από τον περασμένο Μάρτιο μέχρι σήμερα, υποδεικνύοντας κυρίως τα συνολικά χαμηλότερα επίπεδα κρουσμάτων ανά εκατομμύριο πληθυσμού σε σχέση με χώρες όπως το Βέλγιο ή η Σουηδία.

Δεν δίνει όμως καμία εξήγηση και αποφεύγει τις συγκρίσεις ειδικά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας και για το δραματικό πρώτο 20ήμερο του Νοεμβρίου, στο οποίο βλέπουμε και την ασφυκτική πίεση στις αντοχές και δυνατότητες του ΕΣΥ.

Από τις αρχές της πανδημίας ως τις 31 Οκτωβρίου η Ελλάδα είχε 626 νεκρούς. Από την 1η Νοεμβρίου μέχρι σήμερα έχει 1.004.

Αυτό, όπως σημειώνουν επιδημιολόγοι, σημαίνει ότι τον τελευταίο μήνα – που ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί – η Ελλάδα έχει το 61,6% του συνόλου των θανάτων από την αρχή της πανδημίας.

Εχει επίσης, σύμφωνα με τα στοιχεία του ECDC, φθάσει σε μια αναλογία 7,3 θανάτων ανά 100.000 πληθυσμού. Και το γεγονός αυτό την ανεβάζει – πάλι σύμφωνα με τους πίνακες του ECDC – στην 17η θέση μεταξύ 31 χωρών.

Είναι ενδεικτικό, και εξαιρετικά ανησυχητικό κατά τους ειδικούς, το γεγονός ότι χώρες με πολύ μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων – τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και αναλογικά – όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, ακόμη και η Σουηδία βρίσκονται πολύ πιο κάτω από την Ελλάδα στον αντίστοιχο δείκτη:

Η Σουηδία, για παράδειγμα,  έχει αναλογία 3 θανάτων ανά 100.000 πληθυσμού, η Γερμανία 3,3 και η Ολλανδία 5,3.

Η Ισπανία βρίσκεται μια θέση πάνω από την Ελλάδα με 8,1 θανάτους ανά 100.000 πληθυσμού, ενώ λίγο υψηλότερος είναι ο αντίστοιχος δείκτης στην Βρετανία.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.