Προς τι άραγε τόση εμμονή με τη Χάγη, ενώ η UNCLOS προβλέπει Αμβούργο…

Καθημερινά ακούγονται απόψεις σχολιαστών για τα ελληνοτουρκικά, με αναφορά στη δυνατότητα παραπομπής σε Διεθνές Δικαστήριο. Στις περισσότερες των περιπτώσεων γίνεται αναφορά στο Δικαστήριο της Χάγης. Από τις αναφορές αυτές προκύπτει αβίαστα ότι έχει δημιουργηθεί ένα νεφελώδες τοπίο που συνοψίζεται στη φράση:...“ορατότης μηδέν”
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ιδρύθηκε με τα άρθρα 92-96 της ιδρυτικής (καταστατικής) Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών του 1945. Είναι στην πραγματικότητα η συνέχεια του αντίστοιχου δικαστηρίου που είχε δημιουργηθεί το 1933 στην Κοινωνία των Εθνών. Σε αυτό το διεθνές δικαστήριο, σήμερα συμμετέχουν 193 κράτη μέλη.
Οι αποφάσεις-γνωματεύσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης βασίζονται στις βασικές ανάγκες επιβίωσης των λαών, όπως είναι για παράδειγμα η πρόσβαση σε πόσιμο νερό και η αλιεία. Για τον λόγο αυτό, σε πολλές από τις αποφάσεις του δεν λαμβάνεται υπόψη η αρχή της μέσης απόστασης στο Δίκαιο της θάλασσας, αλλά βαρύνουσα σημασία έχει η πληθυσμιακή πυκνότητα των αντιπαραβαλλόμενων επάκτιων κρατών.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, έχει Σύμφωνα με τα ανωτέρω, έχει δημιουργηθεί η δικανική πεποίθηση ότι επάκτια κράτη με μεγάλη πυκνότητα πληθυσμού, ίσως και μεγαλύτερη ακτογραμμή έχουν μεγαλύτερη ανάγκη και επομένως αυξημένα δικαιώματα για εκμετάλλευση των φυσικών πόρων.
Τα μικρότερα επάκτια κράτη θορυβήθηκαν από τις σχετικές αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Πρώτη η Μάλτα έθεσε το 1967 στον ΟΗΕ την ανάγκη θέσπισης διεθνών κανόνων ειδικά για την εφαρμογή του Δικαίου της θάλασσας, χωρίς όμως άμεσο απτό αποτέλεσμα.
Τελικά, το 1973 ξεκίνησαν στον ΟΗΕ οι διαβουλεύσεις για την καθιέρωση του Δικαίου της θάλασσας. Ο χρόνος έναρξης των διαβουλεύσεων αυτών δεν ήταν τυχαίος. Σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία, στα μέσα της δεκαετίας του ’70 κατά την κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, εφαρμόστηκε ένα πιλοτικό πρόγραμμα για τον εντοπισμό εχθρικών υποβρυχίων με βάση το ηλεκτρομαγνητικό τους αποτύπωμα. Από τις υποθαλάσσιες αυτές έρευνες προέκυψαν παράπλευρα οφέλη, όπως είναι για παράδειγμα ο εντοπισμός στο υπέδαφος (στον βυθό της θάλασσας) γεωλογικών μορφών που παραπέμπουν σε δυνατότητα ύπαρξης υδρογονανθράκων.
Δίκαιο της θάλασσας
Μία από τις υποθαλάσσιες αυτές περιοχές ήταν του Αιγαίου και γενικότερα της Ανατολικής Μεσογείου (EastMed). Η τεχνολογία της εποχής δεν επέτρεπε ούτε τον ακριβή εντοπισμό των κοιτασμάτων αλλά ούτε και την εξόρυξη από μεγάλα θαλάσσια βάθη. Έγινε, όμως, εμφανής η ανάγκη θέσπισης διεθνών κανόνων για το Δίκαιο της θάλασσας, ξεφεύγοντας πλέον από τα στενά όρια της αλιείας και προχωρώντας στην εν δυνάμει εκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων.
Μετά από εννέα έτη διαβουλεύσεων, τελικά το 1982 στο Montego Bay υπογράφτηκε από τα πρώτα κράτη μέλη η Σύμβαση για το Δίκαιο της θάλασσας (UN Convention Law of the Sea–UNCLOS). Η Συνθήκη αυτή για το Δίκαιο της θάλασσας καθιερώθηκε ως διεθνής νομοθεσία το 1994, όταν εξήντα (60) κράτη την προσυπέγραψαν. Σήμερα 168 κράτη μέλη την έχουν προσυπογράψει, καθιστώντας την την πλέον ισχυρή διεθνή νομοθεσία.
Στο άρθρο 287 της UNCLOS προβλέπεται η λειτουργία του Διεθνούς διακρατικού Δικαστηρίου του Αμβούργου, ειδικά για την επιβολή του Δικαίου της θάλασσας. Βέβαια, στο καταστατικό αυτού του θεσμικού οργάνου του ΟΗΕ προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη, εάν το επιλέξουν μπορούν να εκδικάσουν στη Χάγη τις διακρατικές διαφορές τους για τη θάλασσα και όχι στο Αμβούργο. Η προσφυγή, επομένως, στη Χάγη ή στο Αμβούργο, είναι στη δυνητική ευχέρεια των προσφευγόντων κρατών.
Είναι προφανές ότι η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο του Αμβούργου είναι η ιδανική επιλογή για την Ελλάδα, αφού η UNCLOS παρέχει πλήρως υποστήριξη στις εθνικές θέσεις για την εφαρμογή του Δικαίου της θάλασσας.
Αποφεύγει η Τουρκία
Αντιθέτως, η Τουρκία έχει κάθε λόγο να επιθυμεί πάση θυσία να αποφύγει το Διεθνές Δικαστήριο του Αμβούργου, το οποίο είναι αναμενόμενο ότι θα γνωμοδοτήσει αρνητικά για τις παράνομες -σύμφωνα με την UNCLOS- διεκδικήσεις και αιτιάσεις της Άγκυρας.
Κατόπιν των ανωτέρω, είναι σαφές ότι οι δηλώσεις των αναλυτών γενικά περί προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών και ειδικότερα η αναφορά στη Χάγη είναι άνευ ουσιαστικού περιεχομένου. Μάλιστα, δημιουργούν προβληματισμό στους γνώστες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες για την εξεύρεση λύσης ξεκίνησαν τη δεκαετία του ’70 με το βλέμμα στη Χάγη, διότι τότε δεν υπήρχε η UNCLOS. Στο κοινό συνυποσχετικό που θα πρέπει να προσυπογράψουν Ελλάδα και Τουρκία για την παραπομπή σε διεθνές δικαστήριο για την επίλυση των διαφορών στη θάλασσα, θα πρέπει η ελληνική πλευρά να θέτει ως απαραίτητη προϋπόθεση την εφαρμογή των προβλέψεων της σύμβασης για το Δίκαιο της θάλασσας.
Είναι φανερό ότι η σύμβαση αυτή είναι το παρόν και το μέλλον στο Διεθνές Δίκαιο για τη θάλασσα. Επομένως, ο χρόνος που περνάει με άλυτα τα σχετικά θέματα, αποδυναμώνει τις τουρκικές θέσεις γεγονός που την κάνει νευρική και επιθετική στην εξωτερική της πολιτική.
Γράφει ο αντιπτέραρχος (ε.α) Ιωάννης Αναστασάκης
ΠΗΓΗ: SLpress

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.