Επί μισό αιώνα περίπου η Ελλάδα ζει και τρέφεται αποκλειστικά από εισαγωγές υδρογονανθράκων και αυτό παρ’ ότι εδώ και πολλά χρόνια οι πάντες γνωρίζουν ότι υπάρχουν σημαντικές προοπτικές δημιουργίας εγχώριου ορυκτού πλούτου κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Σύμφωνα δε με πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν, η Ελλάδα, παρά τα πιστοποιημένα κοιτάσματα που διαθέτει, είχε την έβδομη μεγαλύτερη ενεργειακή εξάρτηση στην ΕΕ των 28 χωρών (73,6%) και την τρίτη υψηλότερη στη Νοτιοανατολική Ευρώπη μετά την Κύπρο (96,2%) και την Τουρκία (74,9%).
Η εξάρτηση αυτή το μόνο που κάνει είναι να δημιουργεί σημαντικό πλούτο και θέσεις εργασίας στο εξωτερικό. Σήμερα, όμως, συνολική απαίτηση είναι η κατά προτεραιότητα δημιουργία εγχώριου ορυκτού πλούτου –ιδιαίτερα κοιτασμάτων φυσικού αερίου– μέσω προσέλκυσης επενδύσεων για εξορύξεις. Πρόσφατα ο Έλληνας πρωθυπουργός ανέφερε με έμφαση ότι το φυσικό αέριο τις επόμενες δεκαετίες θα αποτελέσει το στήριγμα της πράσινης ενέργειας, αντικαθιστώντας το κλείσιμο των ρυπογόνων λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Αλλά η ανάδειξη εγχώριου ορυκτού πλούτου κοιτασμάτων φυσικού αερίου εξαρτάται από τις δυνατότητες προσέλκυσης επενδύσεων πετρελαϊκών εταιρειών στην Ελλάδα. Επ’ αυτού:
Πρώτον, το 2011 αναθεωρήθηκε ο Νόμος 2289/96 υδρογονανθράκων της χώρας μας με το Νόμο 4001 ο οποίος προσέθεσε νέες τεχνικές, οικονομικές και νομικές ρυθμίσεις για την προσέλκυση επενδύσεων έρευνας και παραγωγής κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Μέσω του Νόμου αυτού ιδρύθηκε νέος κρατικός φορέας προσέλκυσης επενδύσεων έρευνας και παραγωγής κοιτασμάτων υδρογονανθράκων η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ Α.Ε.).
Δεύτερον, ο νόμος αυτός, παρ’ ότι περιέχει ιδιαίτερα φορολογικά κίνητρα προς τους ξένους επενδυτές (μείωση φόρου από 40% στο 25%), επί του πρακτέου δεν προσέφερε στον κρατικό φορέα ΕΔΕΥ την αναγκαία τεχνική και οικονομική ευελιξία για να μπορεί να προσελκύσει πιο εύκολα ένα γεωτρύπανο και να μπορεί κατ΄αυτόν τον τρόπο έμπρακτα να πιστοποιήσει την ύπαρξη ελληνικών υποθαλάσσιων αποθεμάτων υδρογονανθράκων. Αν γινόταν αυτό, θα απογείωνε τόσο το παγκόσμιο επενδυτικό ενδιαφέρον των εταιρειών πετρελαίου όσο και την οικονομία της χώρας μας.
Τρίτον, να υπενθυμίσουμε ότι μόνο μέσω πιστοποίησης αποθεμάτων υδρογονανθράκων με γεωτρήσεις μία εταιρεία μπορεί να ανακοινώσει ύπαρξη ή ανακάλυψη αποθεμάτων υδρογονανθράκων στο Χρηματιστήριο.
Ο ρόλος της ΕΔΕΥ
Δεν θα αναλύσουμε εδώ για ποιο λόγο δεν υπήρξαν γεωτρήσεις Ελλάδα τα τελευταία 10 τουλάχιστον χρόνια. Θα απαιτούσε πολλές σελίδες ιδιαίτερα περίπλοκης ανάλυσης. Γι’ αυτό θα σταθούμε αποκλειστικά στο τι πρέπει να γίνει από τώρα και στο εξής για να μπορέσουμε μετά 34 ολόκληρα χρόνια να δούμε εκ νέου ένα πλωτό γεωτρύπανο στην χώρα μας. Για να μπορέσουμε να το δούμε θα απαιτηθεί σύντομα το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να αναβαθμίσει από επιχειρηματική άποψη την ΕΔΕΥ, ώστε να μπορέσει έμπρακτα να παίξει τον ρόλο, για τον οποίο έχει ιδρυθεί.
Ρόλος της ΕΔΕΥ είναι να προσελκύσει επενδύσεις υψηλού κινδύνου για την ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ελλάδα. Γι’ αυτόν τον σκοπό θα πρέπει να έχει την δυνατότητα να προβάλει ελεύθερα και δημόσια τον ορυκτό πλούτο που διαθέτει η χώρα μας στη διεθνή αγορά, όπως αυτό συμβαίνει παντού στον κόσμο, όπως είναι η διεθνής πρακτικής.
Οφείλει να μπορεί να προβάλλει στη διεθνή αγορά (promotion of investment opportunities) το εμπορικό ενδιαφέρον των ελληνικών ερευνητικών περιοχών, εξηγώντας ευκρινώς και δημόσια στις πετρελαϊκές εταιρείες τους βάσιμους λόγους που έχουν να επενδύσουν στην χώρα μας αντί να επενδύσουν σε άλλες περιοχές του κόσμου. Επίσης το αρμόδιο υπουργείο πρέπει να δώσει στην ΕΔΕΥ την άδεια να περιγράφει στους ενδιαφερόμενους επενδυτές στο που ακριβώς βρίσκεται ο ορυκτός πλούτος της χώρας.
Στην εποχή μας το στοιχείο αυτό δεν αποτελεί πλέον κρατικό μυστικό, αλλά –σύμφωνα με την διεθνή πρακτική– κτήμα της διεθνούς αγοράς. Αρκεί να ρίξει κάποιος μια ματιά στις πρόσφατες σεισμικές έρευνες μεταξύ Κρήτης και Λιβύης από την γεωφυσική εταιρεία ΙΟΝ των ΗΠΑ για να καταλάβει ότι η γνώση ύπαρξης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων είναι ευρύτατα διαδεδομένη γύρω μας. (Εικ.1) και κτήμα κάθε ενδιαφερόμενου.
Δεν κρύβονται οι υδρογονάνθρακες
Αποτελεί ουτοπία, λοιπόν, να πιστεύουμε ότι μπορούμε να κρύψουμε την γνώση παρουσίας του ορυκτού μας πλούτου από την Τουρκία μήπως και πάψει αυτή να ενδιαφέρεται επιθετικά! Στην πραγματικότητα, τον γνωρίζει πολύ καλύτερα πριν εμείς ως Έλληνες γίνουμε οπτικά ενήμεροι της πληροφορίας που κυκλοφορεί κατά κόρον ελεύθερα και με μεγάλη ταχύτητα στη διεθνή αγορά υδρογονανθράκων.
Οι συμβάσεις που έχουν ήδη υπογραφεί με τις εταιρείες ExxonMobil-Τοτal-ΕΛΠΕ εντός θαλάσσιας περιοχής 40.000 km2 της υπεράκτιας Κρήτης, προβλέπουν μέσα σε μία οκταετή περίοδο συνολικές ερευνητικές επενδύσεις ύψους 75.000.000 δολαρίων. Η εκτέλεση ερευνητικών γεωτρήσεων προβλέπεται να πραγματοποιηθεί μεταξύ του 6ου και του 8ου χρόνου ισχύος της Σύμβασης, δηλαδή μεταξύ την περίοδο 2026-2028.
Είναι φανερό ότι οι γεωτρήσεις αυτές πιθανότατα θα καθορίσουν το μέλλον των ελληνικών υδρογονανθράκων, αλλά ίσως και το οικονομικό και το ενεργειακό μέλλον της Ελλάδος. Δίπλα μας έχουμε το παράδειγμα της Αιγύπτου όπου μία και μόνη ανακάλυψη αποδείχτηκε ότι είναι το μεγαλύτερο κοίτασμα φυσικού αερίου στη Μεσόγειο (Zohr) ακαθάριστης συνολικής αξίας 200 δισ. δολάρια. Προφανώς, το κοίτασμα αυτό, άλλαξε ριζικά την μοίρα της Αιγύπτου, η οποία ως γνωστόν διαθέτει ετήσιο ΑΕΠ της τάξης των 220 δισ. δολάρια.
Γεωτρύπανο στα πιστοποιημένα κοιτάσματα
Στην Ελλάδα, όμως, υπήρξε καθυστέρηση στην προσέλκυση ερευνητικών επενδύσεων επί 10 ολόκληρα χρόνια. Έτσι, επί της ουσίας έχουμε την επικύρωση των σημαντικότερων ερευνητικών συμβάσεων εξορύξεων μόλις στο τέλος του 2018. Η καθυστέρηση άφησε την Ελλάδα στο περιθώριο των ερευνητικών εξελίξεων μέσω γεωτρήσεων ή και πιθανών ανακαλύψεων κοιτασμάτων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αφέθηκε ελεύθερος ο δρόμος στην Τουρκία να δημιουργήσει διαδρόμους νέων διεκδικήσεων προς την Λιβύη δυτικά και νότια της Κρήτης.
Επειδή πιστεύουμε ότι ποτέ δεν είναι αργά και επειδή η τελευταία ελληνική γεώτρηση που διεξήχθη με θαλάσσιο γεωτρύπανο στην χώρα μας έγινε το 1986 στον Θερμαϊκό Κόλπο (Εικ.2, 1986, γεώτρηση Νηρέας-1) είναι καιρός μετά από 34 ολόκληρα χρόνια η Ελλάδα να επισπεύσει τις δικές της έρευνες με παρουσία γεωτρυπάνων δυτικά και Νότια της Κρήτης.
Από πρακτική άποψη, η δυνατότητα αυτή υπάρχει, αρκεί η ΕΔΕΥ να μπορέσει μέσω της κείμενης νομοθεσίας να δώσει στις πετρελαϊκές εταιρείες τη δυνατότητα να μειώσουν τον οικονομικό τους κίνδυνο στην προσπάθεια ανακάλυψης, ανάπτυξης και παραγωγής υδρογονανθράκων εντός της περιοχής που έχουν αδειοδοτηθεί. Αυτό μπορεί να γίνει με την παροχή επιπλέον συμβατικών κινήτρων.
Βάσει της υπάρχουσας διεθνούς πρακτικής και εμπειρίας θα μπορούσε π.χ. η ΕΔΕΥ να προτείνει το εξής στις αδειοδοτημένες κοινοπραξίες: στην περίπτωση που πραγματοποιήσουν γεώτρηση εντός του έτους, αντί εντός της επόμενης 7ετίας, να απαλλαγούν από την καταβολή μισθώματος ή και φόρου επί μία ολόκληρη 5ετία στην περίπτωση που το γεωτρύπανο θα ανακάλυπτε εκμεταλλεύσιμο κοίτασμα φυσικού αερίου ή πετρελαίου. Εάν η γεώτρηση βρει κοίτασμα, το ενδιαφέρον θα αναζωπυρωθεί, με αποτέλεσμα το ελληνικό κράτος να κερδίσει πολλαπλάσια.