Στην παραδοχή του λάθους με τον υπολογισμό των επιβαρύνσεων από τους τόκους που έγινε στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2017 και προκάλεσε τεράστιο σάλο προχώρησε ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, Παναγιώτης Λιαργκόβας.
«Στις προαναφερόμενες εκτιμήσεις δεν υπολογίστηκαν οι ελαφρύνσεις που προκύπτουν από βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συμφωνίες, οι οποίες ενδεχομένως να υπάρχουν σε επικαιροποιημένες ενημερώσεις, που όμως δεν ήταν στη διάθεση του ΓΠΚΒ κατά τη διάρκεια της κατάρτισης της πρόσφατης τριμηνιαίας έκθεσής του», αναφέρεται μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση Λιαργκόβα.
Εν τω μεταξύ, ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, χαρακτήρισε λανθασμένες τις εκτιμήσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, για το ύψος των τόκων που καλείται να πληρώσει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.
Παράλληλα, σε ανακοίνωσή του, το υπουργείο Οικονομικών επέμεινε ότι «οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες τόκων που αναφέρονται στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2017 του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (σελ. 12) δεν είναι ακριβείς».
Πρόκειται για εκτιμήσεις που ανάγονται στα τέλη του 2013 όπου μεταξύ άλλων τα επιτόκια ήταν πολύ υψηλότερα και δεν είχαν εφαρμοσθεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που αποφασίστηκαν στο Eurogroup του Μαΐου του 2016 επισημαίνει το υπουργείο Οικονομικών. Όπως σημειώνει το υπουργείο Οικονομικών δεν συνηθίζει τα σχολιάζει τις εκθέσεις και τις απόψεις που εκφέρονται από τα μέλη του Γραφείου Προυπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, αλλά οφείλει να αποκαθιστά την πραγματικότητα όταν διαπιστώνονται σφάλματα.
Θέση για το ζήτημα πήρε και ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης ο οποίος εξέφρασε σήμερα την έκπληξή του «για τη χρήση μη έγκυρων στοιχείων και τη συνακόλουθη δημιουργία επικοινωνιακών εντυπώσεων» από την τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
Ολόκληρη η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών
«Το υπουργείο Οικονομικών σέβεται απόλυτα την ανεξαρτησία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, όπως και άλλων αντίστοιχων φορέων, και δε συνηθίζει να σχολιάζει τις εκθέσεις και τις απόψεις που εκφέρονται από τα μέλη του. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οφείλει να αποκαθιστά την πραγματικότητα όταν διαπιστώνονται σφάλματα.
Οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες τόκων που αναφέρονται στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2017 του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (σελ. 12) δεν είναι ακριβείς.
Οι εκτιμήσεις αυτές ανάγονται στα τέλη του 2013 όπου, μεταξύ άλλων, τα επιτόκια, ήταν πολύ υψηλότερα και δεν είχαν εφαρμοστεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος τα οποία αποφασίστηκαν στο Eurogroup του Μάιου του 2016. Σημειώνεται, επίσης, ότι το 2013 το δημόσιο χρέος είχε σε ποσοστό 80% κυμαινόμενα επιτόκια. Είναι επομένως άστοχο να προβαίνει κανείς σήμερα σε προβλέψεις για την περίοδο 2023-2026 με βάση στοιχεία που ίσχυαν πριν από τέσσερα χρόνια.
Με βάση τα νέα στοιχεία και τις εκτιμήσεις του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, οι τόκοι για την περίοδο 2021-2026 θα είναι μειωμένοι από 24% έως και 36% σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, ανάλογα με τις παραδοχές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους.
Σε κάθε περίπτωση ο υπολογισμός των τόκων, στο μέτρο που το μεγαλύτερο μέρος δανεισμού έχει ακόμη κυμαινόμενο επιτόκιο, εξαρτάται προφανώς από τη μέθοδο πρόβλεψης των επιτοκίων. Κατά συνέπεια, σε τόσο μακρινές περιόδους, η πιθανότητα σοβαρών αποκλίσεων είναι μεγάλη. Συνεπώς ο υπολογισμός αυτός επιβάλλεται να αναθεωρείται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Σε κάθε περίπτωση τα επίσημα στοιχεία για τις δαπάνες τόκων είναι αυτά που αναφέρονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και συγκεκριμένα:
Ενοποιημένοι Τόκοι Γεν. Κυβέρνησης (σε εκατ. €)
2017 2018 2019 2020 2021
6.015 6.445 6.469 6.648 6.824»
Αναλυτικά η ανακοίνωση Λιαργκόβα
«Μόνιμη μέριμνα του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), εδώ και πέντε περίπου χρόνια, είναι η διατύπωση εμπεριστατωμένων εκτιμήσεων και προβλέψεων σχετικά με τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας με τη μεγαλύτερη δυνατή επιστημονική ακρίβεια.
Ως εκ τούτου το ΓΠΚΒ διευκρινίζει τα εξής:
Τα στοιχεία που αναφέρονται στην τελευταία έκθεση αποτελούν μελλοντικές εκτιμήσεις των χρηματοδοτικών αναγκών για την αποπληρωμή των τόκων της περιόδου 2020-2026 και στηρίχθηκαν σε επίσημα στοιχεία που είχαν κατατεθεί στη Βουλή των Ελλήνων το 2014.
Στις προαναφερόμενες εκτιμήσεις δεν υπολογίστηκαν οι ελαφρύνσεις που προκύπτουν από βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συμφωνίες, οι οποίες ενδεχομένως να υπάρχουν σε επικαιροποιημένες ενημερώσεις, που όμως δεν ήταν στη διάθεση του ΓΠΚΒ κατά τη διάρκεια της κατάρτισης της πρόσφατης τριμηνιαίας έκθεσής του.
Αποδεχόμαστε την κριτική που ασκήθηκε στις εκτιμήσεις της τελευταίας έκθεσής μας αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της θέσης που υποστηρίζει το ΓΠΚΒ: εάν δεν προκύψουν μακροπρόθεσμες ελαφρύνσεις και ρυθμίσεις ικανές να απεγκλωβίσουν το ελληνικό κράτος από τις παγίδες που επιφέρει το υψηλό χρέος, μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητα του χρέους τίθεται υπό σοβαρή διακινδύνευση ή ακόμη δεν είναι εφικτή.
Εν κατακλείδι, καθώς ο χρόνος λήξης του Προγράμματος Προσαρμογής (Μνημόνιο) πλησιάζει και θα ανοίξει ένας νέος κύκλος διαπραγματεύσεων με θέμα την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο, και καθώς το ζήτημα του χρέους είναι εθνικό, απαιτείται να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον συναίνεσης και σύμπραξης όλων των δυνάμεων, πολιτικών και τεχνοκρατικών, για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής λύσης για τη χώρα μας. Αυτή είναι και η ουσία της θέσης του ΓΠΚΒ όπως αποτυπώθηκε στη σχετική τριμηνιαία έκθεση».