Τι ζητά ο Ντράγκι για το χρέος και την ποσοτική χαλάρωση

Τα τελευταία κομμάτια της τεχνικής συμφωνίας με τους δανειστές συμπληρώνονται στο Hilton, το τοπίο για το κλείσιμο της αξιολόγησης ξεκαθαρίζει με ορίζοντα πάντοτε το Eurogroup της 22ας Μαίου, και η ώρα της μεγάλης συζήτησης για το χρέος έρχεται.
Πρόκειται, όμως, για μια συζήτηση με πολύ λιγότερες – μέχρι στιγμής τουλάχιστον – βεβαιότητες, με αρκετά σενάρια αγωνίας ακόμη ανοιχτά, και με κυρίαρχη ανησυχία για την ελληνική πλευρά το εάν η λύση για το χρέος θα έρθει τελικά εγκαίρως και, κυρίως, με τους όρους που ζητά ο Μάριο Ντράγκι για να ικανοποιήσει το στοίχημα της ένταξης της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ.
Τα μηνύματα του Ντράγκι
Τα μηνύματα από τη Φραγκφούρτη και τον ιταλό κεντρικό τραπεζίτη είναι μεν θετικά σε ό,τι αφορά τις πολιτικές προθέσεις, εμπεριέχουν όμως και καθαρούς όρους και απαιτήσεις εγγυήσεων για τη βιωσιμότητα του χρέους που έως τώρα το Βερολίνο και το ΔΝΤ δεν έχουν δεσμευτεί ότι θα παράσχουν.
Οι πληροφορίες από πηγές κοντά στη διαπραγμάτευση, οι οποίες επιβεβαιώνονται και από τις Βρυξέλλες, αναφέρουν ότι ο Μάριο Ντράγκι έχει καταστήσει σαφές ότι για να αποδεχθεί πως το χρέος είναι βιώσιμο και να ανοίξει την πόρτα της ποσοτικής χαλάρωσης (QE) για τα ελληνικά ομόλογα δεν αρκεί μια ακόμη – έστω και ισχυρότερη – πολιτική δέσμευση του Eurogroup για την εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης μετά τη λήξη του προγράμματος.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ, κατά τις ίδιες πηγές «δεν ζητά πολιτικές, αλλά νομικές δεσμεύσεις», ήτοι ζητά «προσδιορισμένα και αποτιμημένα μέτρα για το χρέος» που θα συνοδεύονται από εξίσου συγκεκριμένα σενάρια – ευνοϊκά και δυσμενή – απόδοσης των εν λόγω μέτρων σε συνάρτηση με τους δημοσιονομικούς στόχους και τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας.
Εν ολίγοις, η ΕΚΤ θέλει συγκεκριμένα στοιχεία και χρονοδιαγράμματα για την επιμήκυνση των ελληνικών δανείων, σαφείς προβλέψεις για τα επιτόκια και το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, καθώς και τον οδικό χάρτη για τους στόχους των πλεονασμάτων μετά το 2018 έτσι ώστε να διενεργήσει την δική της έκθεση βιωσιμότητας (DSA), η οποία θα αποτελέσει και τη βάση ένταξης (ή μη) της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση.
Ταυτόχρονα, από παράγοντες στη Φραγκφούρτη που έχουν ανοιχτούς διαύλους με την ελληνική κυβέρνηση, καθίσταται σαφές ότι αυτή η έκθεση βιωσιμότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πολύ δύσκολα θα είναι θετική εάν δεν αλλάξουν οι υπερ-απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ για τις δημοσιονομικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας από το 2018 και μετά.
Νέα έκθεση βιωσιμότητας από το ΔΝΤ
Κυβερνητικές πηγές επισημαίνουν ότι η αλλαγή αυτή των προβλέψεων του Ταμείου είναι «από πολύ πιθανή έως αναπόδραστη» μετά την πιστοποίηση του υπερπλεονάσματος (4,2%) του 2016 και την ίδια εκτίμηση συμμερίζονται κεντρικοί παίκτες της διαπραγμάτευσης και στις Βρυξέλλες.
Ωστόσο ούτε στην Αθήνα, ούτε στις Βρυξέλλες υπάρχουν μέχρι στιγμής μηνύματα και ενδείξεις που να επιβεβαιώνουν ότι έχει σφραγιστεί το οποιοδήποτε deal μεταξύ Μέρκελ και Λαγκάρντ για την άμεση υποβολής νέας έκθεσης βιωσιμότητας στο Εκτελεστικο Συμβούλιο του ΔΝΤ και, πολύ περισσότερο, για πολιτικό συμβιβασμό στο θέμα του χρέους.
Τόσο στην ελληνική πλευρά δε, όσο και στην Κομισιόν, διατηρείται η συγκρατημένη αισιοδοξία ότι ο συμβιβασμός και το πολιτικό deal θα επέλθουν τελικώς, εάν όχι έως το Eurogroup της 22ας Μαίου τουλάχιστον μέσα στις πρώτες εβδομάδες του Ιουνίου.
Οι «ευκαιρίες» του Ιουνίου και του Ιουλίου
Η ταχύτητα όμως παραμένει εξίσου κομβικό ζητούμενο και οι πλέον προβληματισμένοι του κυβερνητικού επιτελείου σημειώνουν ότι, με δεδομένο πως το ΔΝΤ δεν πρόκειται να παρουσιάσει τη νέα στρατηγική του για την εμπλοκή του στις αναπτυγμένες οικονομίες πριν από τις αρχές Ιουνίου, τα χρονικά περιθώριο για να προλάβει η Ελλάδα το «τρένο» της ποσοτικής χαλάρωσης ίσως γίνουν ασφυκτικά.
Με τα σημερινά δεδομένα, και με τις προθέσεις Βερολίνου και ΔΝΤ να παραμένουν θολές, το ιδανικό σενάριο είναι μια απόφαση της ΕΚΤ για ένταξη της Ελλάδας στο QE στις 9 Ιουνίου. Ως επόμενος σταθμός προβάλει η συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις 20 Ιουλίου, ενώ από εκεί και πέρα γίνεται επικίνδυνα ορατή η προοπτική της μετάθεσης των όποιων αποφάσεων μετά το φθινόπωρο και τις γερμανικές εκλογές.
Πρόκειται για μια προοπτική που, αυτή τη στιγμή, ουδείς θέλει να σκέφτεται ούτε στην Αθήνα, ούτε στις Βρυξέλλες, καθώς όλες οι «ασκήσεις επί χάρτου» που έχουν γίνει για επιτυχή ολοκλήρωση του Μνημονίου τον Αύγουστο του 2018 προϋποθέτουν τη δοκιμαστική έξοδο της Ελλάδας στις αγορές οπωσδήποτε μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2017…

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.