Νάιαλ Φέργκιουσον: «Ιστορικά ο υψηλός πληθωρισμός σχεδόν πάντα συσχετιζόταν με πολέμους»

Το ενδεχόμενο ο πληθωρισμός να ακολουθήσει μια πορεία ανάλογη με αυτήν που κατέγραψε στα τέλη της δεκαετίας του 1960, η οποία έθεσε τα θεμέλια για τις σταθερά υψηλές τιμές που επικράτησαν την επόμενη δεκαετία, επεσήμανε την Παρασκευή ο καθηγητής Ιστορίας Νάιαλ Φέργκιουσον.

Πιο συγκεκριμένα, μιλώντας στο CNBC, ο Φέργκιουσον σημείωσε ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν μια νέα πρόκληση που είναι η συνεχιζόμενη αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων ως αποτέλεσμα της «απάντησης» στην κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού, με τρόπο παρόμοιο με αυτόν που αντέδρασαν για την αντιμετώπιση της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008.

«Το ενδιαφέρον με τις καταστροφές είναι ότι η μία μπορεί να οδηγήσει σε μια άλλη.

»Μια υγειονομική καταστροφή μπορεί να προκαλέσει μια δημοσιονομική, νομισματική και ενδεχομένως πληθωριστική καταστροφή», δήλωσε ο Φέργκιουσον μιλώντας στο Φόρουμ Ambrosetti στην Ιταλία.

«Δεν πρόκειται για τόσο μεγάλη καταστροφή, δεν σκοτώνει κόσμο, αλλά η άνοδος του πληθωρισμού θα προκαλέσει πρόβλημα», πρόσθεσε ο καθηγητής Ιστορίας.

Σημειώνεται ότι οι τιμές καταναλωτή στις ΗΠΑ σημείωσαν «άλμα» 5,4% σε ετήσια βάση τον Ιούλιο, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη αύξηση από τον Αύγουστο του 2008.

Η Federal Reserve και πολλοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η πρόσφατη άνοδος του πληθωρισμού θα είναι «παροδική», αλλά ο Ferguson το αμφισβητεί.

«Ποιο διάστημα θεωρούμε παρωδικό; Σε ποιο σημείο αλλάζουν ριζικά οι προσδοκίες, ειδικά εφόσον η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ λέει: “Αλλάξαμε το καθεστώς για τον στόχο του πληθωρισμού και δεν μας πειράζει αν υπερβεί τον στόχο για λίγο;”», διερωτάται ο Φέργκιουσον.

«Έχω την αίσθηση ότι δεν γυρνάμε στη δεκαετία του 1970, αλλά θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε στα τέλη της δεκαετίας του 1960, όταν ο διαβόητος τότε πρόεδρος της Fed, McChesney Martin, έχασε τον έλεγχο των πληθωριστικών προσδοκιών», σημειώνει ο Φέργκιουσον.

Το τελευταίο σχόλιο του Φέργκιουσον, ακολουθεί το άρθρο που δημοσίευσε νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και καθηγητής στο Χάρβαρντ, Κένεθ Ρόγκοφ, όπου τονίζει ότι η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν μεγαλώνει τη λίστα των «ανησυχητικών» παραλληλισμών μεταξύ της δεκαετίας του 2020 και των παραγόντων που συνέθεσαν την «τέλεια καταιγίδα» που οδήγησε στον πολύ υψηλό πληθωρισμό κατά την δεκαετία του 1970.

Ο Φέργκιουσον σημειώνει ότι ο υψηλός πληθωρισμός της δεκαετίας του 1970 ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1960, προσθέτοντας ως εκ τούτου ότι είναι πολύ νωρίς για να συμπεράνουμε σήμερα με σιγουριά ότι η τρέχουσα άνοδος των πληθωριστικών πιέσεων είναι παροδική.

Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την Τρίτη για τις τιμές κατοικιών στις ΗΠΑ και τις προσδοκίες των καταναλωτών για τον πληθωρισμό ενδεχομένως να ενέτειναν τις ανησυχίες της Fed.

Ο δείκτης S&P/Case-Shiller, ο οποίος μετρά τις τιμές των κατοικιών σε 20 μεγάλες πόλεις των ΗΠΑ, σημείωσε άνοδο κατά 19,1% σε ετήσια βάση τον Ιούνιο, το μεγαλύτερο άλμα στην ιστορία του, ήτοι από το 1987.

Εν τω μεταξύ, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης του The Conference Board έδειξε ότι οι καταναλωτές στις ΗΠΑ βλέπουν τον πληθωρισμό να διαμορφώνεται στο 6,8% το επόμενο 12μηνο.

Ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Λάρι Σάμερς έγραψε δε στο Twitter:

«Κάθε φορά που ακούτε ότι ο πληθωρισμός είναι παροδικός, να θυμάστε ότι ο πληθωρισμός των τιμών κατοικιών δεν έχει ακόμη καταγραφεί στους δείκτες.

»Η αγορά κατοικίας αντιπροσωπεύει το 40% του δομικού ΔΤΚ [δείκτη τιμών καταναλωτή]».

Ο Φέργκιουσον αναφέρει ότι η μετάλλαξη Δέλτα του κορωνοϊού μπορεί να «βοήθησε» τη Fed, αποθερμαίνοντας ελαφρώς την αμερικανική οικονομία σε σχέση με το καλοκαίρι, ωστόσο προσθέτει ότι υπάρχουν άλλοι εξωτερικοί παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την κατάσταση.

«Ιστορικά ο υψηλός πληθωρισμός, σχεδόν πάντα συσχετιζόταν με πολέμους.

»Αυτό που πραγματικά θα εκτροχίαζε τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό θα ήταν αν ο ψυχρός πόλεμος… μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας εξελισσόταν σε θερμό πόλεμο, ας πούμε, για την Ταϊβάν», σημειώνει.

Ο Φέργκιουσον αφήνει να εννοηθεί ότι στο πλαίσιο της αποχώρησης των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ μπορεί να εκλάβει την αναδυόμενη αμερικανική απροθυμία για στρατιωτικές διενέξεις ως ευκαιρία για να προσπαθήσει να θέσει υπό πλήρη έλεγχο την Ταϊβάν.

Αυτό θα ανάγκαζε τις ΗΠΑ να αποφασίσουν εάν θα εισέλθουν σε έναν νέο μακρινό πόλεμο ή θα παραχωρήσουν την παγκόσμια κυριαρχία τους, καταλήγει ο Φέργκιουσον.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.